Βιβλιοκριτική για την ποιητική συλλογή "ΜΙΚΡΕΣ ΑΠΟΛΟΓΙΕΣ" του Πάνου Μαυρομμάτη | Γράφει η Στέλλα Πετρίδου


Ποιητής: Πάνος Μαυρομμάτης
Έτος έκδοσης: 2020
Σελ.: 78
Εκδόσεις: Βακχικόν
                                                                               Γράφει η Στέλλα Πετρίδου

Πόσο βαθιά μπορεί να τρυπώσει με το βέλος του ο Έρωτας στην καρδιά ενός ποιητή, ώστε να νιώσει έπειτα την ανάγκη του εκείνος να του απολογηθεί, όχι μία, αλλά πολλές, επαναλαμβανόμενες φορές; Την απάντηση στην προκειμένη περίπτωση μας δίνει ο Πάνος Μαυρομμάτης μέσα από την πρώτη του ποιητική συλλογή, με τίτλο «Μικρές Απολογίες», που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις «Βακχικόν». Το εξώφυλλο της συλλογής, εμπνευσμένο από το δίστιχο ποίημα της σελίδας 62, με τίτλο «Μορφές», άκρως παραπλανητικό και αινιγματικό ως προς το περιεχόμενό της συνολικά. (Ίσως κι όχι…)

«Τρωκτικά.
Εκλαμβάνουν το χαμόγελο της οδοντοστοιχίας μου ως απειλή.»

Αλλά και στην αφιέρωσή του ο ποιητής δεν ξεχνά να τοποθετηθεί και να δικαιολογήσει, εμμέσως πλην σαφώς, το σχέδιο που επέλεξε να κοσμήσει το εξώφυλλό του.

«-Τζιτζίκι…
…Κοιμάμαι
-Σαμιαμίδι…
…Κοιμάμαι» (Σελ. 7)

Η συλλογή, όπως θα διαβάσουμε και στο οπισθόφυλλό της, είναι «βιωματική» και «απευθύνεται σε αναγνώστες που αναζητούν μια ¨προσωπική¨ προσέγγιση σε θέματα άλλοτε απλά κι άλλοτε πολύπλοκα». Και ποια μπορεί να είναι αυτά; Μα, φυσικά, πρώτος με διαφορά ο έρωτας. Έπειτα ακολουθούν η αγάπη, η συντροφικότητα, οι ενοχές, η αποξένωση.
Πληθώρα προσωπικών βιωμάτων στην «ερωτογραφία» του, η οποία περιβάλλεται, θα λέγαμε, κι από ένα πέπλο μυστηρίου για έναν αγώνα άκρως υπαρξιακό. Στίχοι, γραμμένοι πότε σε πρώτο ενικό (ενίοτε σε τρίτο ενικό) και πότε σε πρώτο πληθυντικό, επιβεβαιώνουν την πεποίθηση πως οι εικόνες των ποιημάτων παραπέμπουν σε γνώριμες εικόνες του παρελθόντος, που ατενίζουν το παρόν και ζωγραφίζουν ποικιλόμορφα το μέλλον. Αυτό, φυσικά, τιμά σημαντικά τον ποιητή, καθώς ο ίδιος δε διστάζει να εκτεθεί στο κοινό του, αφού ξεγυμνώνοντας την ψυχή του, αποκαλύπτει δίχως φόβο τη δική του μοναδική αλήθεια. Τολμηρό, αλλά και θαυμάσιο ταυτόχρονα.

«Απόψε που σου μιλώ καλή μου, καθώς πάψαμε καιρό τώρα
να’μαστε νοσταλγοί, επίτρεψέ μου σαν όνειρο ή και σαν ζωή
να σε συναντήσω σε εκείνη τη θύμηση
που χίλιες φορές φίλησα τα χέρια σου
και σ’ αγκάλιασα ακόμα περισσότερες
και έκλαψα τόσο μέχρις ότου
φύτρωσαν λουλούδια για μένα και για σένα.

Άραγες μπορείς να με ακούσεις, να με θυμηθείς;» (Σελ. 23)

Οι στίχοι του γεμάτοι πάθος κι αποκάλυψη, απεγκλωβισμένοι από τα αυστηρά καλούπια της κλασικής έμμετρης ποίησης, αποτυπώνουν και εδραιώνουν το προσωπικό ποιητικό ύφος του γράφοντος, το οποίο, παρότι ιδιαίτερο και μυστηριώδες, είναι συνάμα λιτό και κατανοητό, με συμπαγή νοήματα, που, άλλοτε προκαλούν νοσταλγία, άλλοτε απογοήτευση, άλλοτε ανακούφιση, ευθυμία και γαλήνη.

«Άλλωστε, άλλοτε, υπήρξαμε πολλά μαζί,
συμμαθητές, φίλοι, ερωτευμένοι, ίσως και απογοητευμένοι.
Περιοδικά προδομένοι αλλά πάντοτε διαχρονικά μοναδικά
εραστές των υπάρξεών μας.» (Σελ. 26)

Η φόρμα των ποιημάτων διαφέρει από ποίημα σε ποίημα και φτάνει ως τα άκρα. Έτσι, από τη μια διαβάζουμε πολυσέλιδα ποιήματα (βλέπε: Ποίημα «Θανάσης & Ελένη» σελ. 9-18, ποίημα «Άραγες» σελ. 21-23, ποίημα «Συνέχειες» σελ. 24-32, ποίημα «Κ & Α» σελ. 35-37, ποίημα «Πανσέληνος» σελ. 42-44) κι από την άλλη ολιγόστιχα με έναν, δύο ή τέσσερις στίχους (βλέπε: ποίημα «Μαργαρίτες» σελ. 41, ποίημα «Απόβραδο» σελ. 60, ποίημα «Ανεπάγγελτος» σελ. 61, ποίημα «Μορφές» σελ. 62, ποίημα «Μαραθώνιος» σελ. 71).
Ωστόσο, ο ερωτισμός του κυμαίνεται σε όλο το βιβλίο και σχεδόν κινηματογραφικά περιγράφεται σε αμέτρητες σκηνές πάθους, που, έμμεσα ή άμεσα, ωθούν τον αναγνώστη να ταξιδέψει μαζί τους. Σκηνές ρεαλιστικές, δοσμένες επακριβώς στην τροχιά του χρόνου, ένας χρόνος που από το τώρα μεταφέρεται στο χθες κι, εφοδιασμένος με μνήμες, προσδοκά να κυνηγήσει το αύριο.

«Μου μίλησες κάποτε και ανάπνευσα τους ήχους
καραδοκώντας τους επόμενους βηματισμούς.» (Σελ. 50)

Οι εικόνες που κουβαλά δεν είναι αόριστες. Παραπέμπουν επακριβώς στα γεγονότα, τα οποία περιγράφονται αναλυτικά κι έτσι επιτυγχάνεται η αμεσότητα μεταξύ ποιήματος και αναγνώστη. Δεν βρίσκει χώρο η φαντασία να εισχωρήσει. Η αυστηρότητα με την οποία περιγράφονται οι σκηνές από τον ποιητή δεν επιτρέπει περαιτέρω παρεκκλίσεις. Ο ποιητής είναι απόλυτα προσηλωμένος στο στόχο του. Ωστόσο, οι συναισθηματικές του μεταπτώσεις είναι αρκετά έντονες κι επαναλαμβανόμενες μέσα στο έργο του, όπως ακριβώς μεταπτώσεις έχει κι ο ίδιος ο άνθρωπος βιώνοντας την πραγματική του ζωή.

«Κι ήταν και άλλες φορές, όπως σε εκείνο το σινεμά,
που κάθισες δίπλα μου απλά και λάτρεψα το έργο αυτό,
χτύπαγε η καρδιά μου εκκωφαντικά…
….
Μη με ξυπνάτε απόψε, θαρρώ πως ζω.» (Σελ. 57)

Ο ποιητής φαίνεται σαν να κρατάει ημερολόγιο. Απευθύνεται στη σύντροφο της ζωής του, την οποία αγάπησε με πάθος, ονειρεύτηκε πριν καν συναντήσει, συμπορεύτηκε μαζί της και επέλεξε εκείνη για να εξελιχθεί σε πατέρας. Ο συναισθηματικός του κόσμος αναταράσσεται. Ο ποιητής αναπολεί, αποκαλύπτει, στοχάζεται, απολογείται, νιώθει ενοχές, συμπεραίνει. Ο λόγος του πεζός, μελαγχολικός, βαθιά ερωτικός, συναισθηματικός, αινιγματικός, απελπιστικά αληθινός, εγωκεντρικός, παρακλητικός, ωμός, καθιστά ιδιαίτερο τον τρόπο γραφής του.

«Και στη μοναχικότητα,
ο πόνος με συντρόφευε πιστός να μου θυμίζει,
να μου χαρίζεται και να του χαρίζομαι.
Καθώς οι μέρες μεγάλωναν, μεγάλωνε και η απώλειά σου.» (Σελ. 31)

Συμπερασματικά, θα λέγαμε ότι ο ποιητής συστήνεται στο κοινό του υιοθετώντας ένα ιδιόρρυθμο ποιητικό  ύφος, αρκετά πρωτότυπο, αφού τα ποιήματά του θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως ταινίες μικρού μήκους, μέσα στις οποίες περιγράφεται κάθε φορά μια ολόκληρη ερωτική ιστορία, αποτυπωμένη σε σκηνές μακρινού παρελθόντος, αλλά και μέλλοντος.

«Θυμάσαι λατρεμένη μου αγάπη,
σε εκείνο το πλατύσκαλο κάτω από το τρεμάμενο φως
έψαχνα τις τσέπες μου και αδημονούσα να βρω τα κλειδιά.» (Σελ. 21)

Ο χρόνος, πρωταγωνιστής κι αυτός, δίνει σταθερό ρυθμό στα ποιήματα, ώστε να αποδοθεί σωστά το ζητούμενο. Δε μιλάμε για έναν αόριστο λόγο. Αντιθέτως για έναν λόγο που οριοθετείται επακριβώς στην ερμηνεία του, προκειμένου να γίνει πειστικός και άξιος προσοχής.

«Καθώς έκλεισε η πόρτα, σ’ άγγιξα όλος ξεριζωμένος.
Μόλις είχε ξεκινήσει η επιστροφή σου. « (Σελ. 27)

Η περιγραφικότητα ωθεί τη σκέψη ολοένα και περισσότερο στο να αποδίδεται απόλυτα πεζή. Κι αυτό είναι που βοηθά τον ποιητή να ξεδιπλώσει ευκολότερα τα συναισθήματά του πάνω στο χαρτί και να εναποθέσει σ’ αυτό τις μικρές του απολογίες. Η γοητεία της ποίησης αυτού του είδους έγκειται σε αυτήν ακριβώς την ξεχωριστή πρωτότυπη τεχνική.

«Η διαρκής εξομολόγηση, άρχισε να κουράζει.
Στράφηκε στην επαναλαμβανόμενη αυτοκριτική.
Επανάληψη θανάτου.» (Σελ. 66)

Σύνθετη ποίηση που διέπεται, ωστόσο από μια δωρική απλότητα κι ειλικρίνεια. Ποίηση που ανθίζει ολοένα και περισσότερο τα τελευταία χρόνια. Ποίηση που γράφεται με σκοπό να ξαναδιαβαστεί.

Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου:

Οι Μικρές Απολογίες είναι μια βιωματική ποιητική συλλογή που απευθύνεται σε αναγνώστες που αναζητούν μια «προσωπική» προσέγγιση σε θέματα άλλοτε απλά κι άλλοτε πολύπλοκα, καθώς για τον καθένα ορίζονται διαφορετικά έννοιες όπως ο έρωτας, η αγάπη, η πίστη, η συντροφικότητα, οι ενοχές καθώς και η αποξένωση. Μια έμμεση εξομολόγηση ή και άφεση αμαρτιών, που θέλησε ο Πάνος Μαυρομμάτης να μοιραστεί, ελπίζοντας ότι σε αυτό το ταξίδι θα συναντήσει κι άλλους συνοδοιπόρους.

Ξέρεις, στην παλιά μας γειτονιά συνάντησα εκείνα τα παιδιά
που δεν υπάρχουν πια και λυπήθηκα πολύ
γιατί φώναζα το όνομά σου πριν ακόμα ακουστεί,
έτρεχα ξοπίσω σου πριν ακόμα σε ιδώ,
σε λάτρευα πριν ακόμα σε συναντήσω
γιατί άφησα εκείνες τις μέρες να χαθούν
χωρίς να μονολογώ το όνομά σου.

Λίγα λόγια για τον ποιητή, Πάνο Μαυρομμάτη

Ο Πάνος Μαυρομμάτης, ετών 45, σύζυγος και πατέρας, γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα όπου και εργάζεται ως ιδιωτικός υπάλληλος. Οι Μικρές Απολογίες είναι η πρώτη του ποιητική συλλογή.