Παρά θιν΄αλός: Ένα διήγημα της Γεωργίας Κοκκινογένη



Συνήθως μιλώντας για Χριστούγεννα ονειρευόμαστε τη θαλπωρή στο τζάκι, το στρωμένο τραπέζι, τα χιονισμένα παράθυρα και, προ πάντων, λαμπιόνια και στολίδια πολλά. Και την οικοδέσποινα γελαστή, περιποιητική, μειλίχια.

Στην παραλιακή είχε φτιαχτεί καφετέρια για τέσσερις εποχές με υποδομή για όλους τους καιρούς. Η σερβιτόρα, απ ΄ο,τι φαινόταν, καλή στις υποχρεώσεις της, συντηρούσε το μαγαζί κυρίως η ίδια. Απλή και απέριττη και ήρεμη, σαν τη θάλασσα σε νηνεμία. Από κάτω ακριβώς το κύμα. Μπορούσες ν΄ απλώσεις τα χέρια και να πάρεις την αύρα και να νιφτείς, να νιώσεις τη φρεσκάδα της.

Το καλοκαίρι ναι, έβαζε και το beach volley παρά δίπλα και μάζευε τόσο κόσμο. Τα Χριστούγεννα έκλεινε τις πόρτες για τους κρυουλιάρηδες και άφηνε τα τραπέζια ξύλου θαλάσσης για τους τολμηρούς. Οι τολμηροί απολάμβαναν τον κουραμπιέ και το μελομακάρονο που συνόδευε τον καφέ τους παρέα με τον φλοίσβο. Το κορίτσι πηγαινοέρχονταν, έφερνε νερό, σνακ και γλυκά ταψιού για τα παιδιά.

Η οικοδέσποινα λαμπερή με το λούσο της εναπόθετε την ευφορία της οικογένειάς της στην πρόθυμη σερβιτόρα. Ένα καλό πουρμπουάρ μπορούσε να ξεκουράσει τα πόδια της μικρής υπομονετικής κοπέλας που μπαινόβγαινε να τους προλάβει όλους.

Τα απογεύματα υπήρχαν και προγραμματισμένες προβολές ταινιών για κάθε ηλικία με εορταστικό πρόγραμμα, οπότε και μπορούσε να συνυπάρχει η οικογένεια.

Το κορίτσι πάντοτε πρόθυμο, έβγαζε πολλές ώρες υποστηρίζοντας την ξεκούραση της οικοδέσποινας. Κάποιες μέρες έβρισκες οργανωμένα πάρτυ γενεθλίων με τη σάλα στολισμένη αναλόγως σε παιδικό mood.

Έτσι μπορούσαν να περάσουν τα Χριστούγεννα από τα χέρια της εργατικής σερβιτόρας η οποία αν είχε φροντίσει για μόνιμο χρωματισμό των νυχιών της θα μπορούσε να διατηρήσει τα σχέδια ανεξίτηλα, κι ας περνούσαν από το κρύο στο ζεστό ολημερίς.

Η θάλασσα έδινε το τέμπο στις κινήσεις της χωρίς όμως να την επηρεάζει όταν έβγαζε φουρτούνα και γινόταν μανιασμένη. Λίγοι ξέρανε αν είχε οικογενειακές υποχρεώσεις, δουλειές του σπιτιού, επιθυμία να διασκεδάσει.

Τα φωτάκια εντυπωσιακά και ασταμάτητα αναβόσβηναν στην εξέδρα δίπλα σε στολισμένα καλλωπιστικά φυτά και της έδιναν αίγλη έτσι όπως ανεβοκατέβαινε τα σκαλιά να σερβίρει στο πολυτελές αίθριο. Τα μαλλιά της σαν της γοργόνας πλούσια και μακριά.

Η ιστορία της τώρα αρχίζει και συνεχίζεται. Μπορεί να είναι μια ιστορία σαν των πολλών ανθρώπων τις ιστορίες. Συνδέεται πάντως με τη γεύση της σοκολατόπιτας, τη μυρωδιά του διπλού εσπρέσο και τη γλυκιά θαλπωρή της ατμόσφαιρας…

…Και με το νερό και το αλάτι της θάλασσας.


Φωτογραφία: Ch0Fu

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια