Μπρέτσια (περί της συγκολλητικής διάθεσης)
ISBN: 9786185748845
Σελίδες: 158
Ημερομηνία έκδοσης: 01/05/2025
Εκδόσεις: ΜΕΤΡΟΝΟΜΟΣ
Συχνά παρατηρείται το φαινόμενο ένας τίτλος βιβλίου να διεγείρει έντονα το ενδιαφέρον του αναγνώστη ωθώντας τον να το αρπάξει αμέσως στα χέρια του και να το ξεφυλλίσει. Ακολουθεί έπειτα η κλασική κίνηση του χεριού του που στρέφει το βιβλίο προς την πίσω πλευρά του, προκειμένου να διαβαστεί το περιληπτικό σημείωμα του οπισθόφυλλου, το οποίο συνήθως λειτουργεί βοηθητικά ως προς την επιλογή της ανάγνωσης αλλά και επεξηγηματικά ως προς την δικαιολόγηση της επιλογής του τίτλου του. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και στην περίπτωση του νέου βιβλίου της εικαστικού, μουσικού και συγγραφέα Γεωργίας Συριοπούλου, του δεύτερου κατά σειρά έκδοσης, με τίτλο «Μπρέτσια (περί της συγκολλητικής διάθεσης)», που κυκλοφόρησε τον Μάιο του 2025 από τις εκδόσεις «Μετρονόμος».
Πρόκειται αναμφισβήτητα για ένα βιβλίο αρκετά διαφορετικό από
τα συνηθισμένα του είδους. Θα μπορούσε να θεωρηθεί ποιητικό δοκίμιο ή μία
συλλογή μικροιστοριών. Όμως δεν είναι αυτό ή δεν είναι μόνο αυτό. Είναι ένα κράμα
ιστοριών που πλέκονται συνειδητά μεταξύ τους για να δημιουργήσουν στον
αναγνώστη μια εσωτερική σύγχυση, μια ψυχική αναταραχή κι ενδεχομένως μια
διάθεση αντίδρασης. Αυτό ακριβώς επιδιώκει η συγγραφέας να κάνει και πράγματι
τα καταφέρνει περίφημα. Εστιάζει, καταγράφει, περιγράφει, σχολιάζει, ερμηνεύει,
στοχοποιεί μικρές στιγμές της αστικής καθημερινότητας που αλληλοεπιδρούν μεταξύ
τους χωρίς ωστόσο να είναι ιδιαίτερα εμφανής η αναγκαστική τους συνύπαρξη.
Στόχος της οι στιγμές αυτές να συμπληρώσουν το παζλ ενός συγγραφικού έργου
αρκετά πρωτότυπου και ενδιαφέροντος που οπωσδήποτε αξίζει να διαβαστεί ακριβώς
επειδή είναι αληθινό κι ανεπιτήδευτο, αν και σκληρό στην όψη του, αποκρουστικό
και επίπονο. 
Ο αναγνώστης μέσα από το βιβλίο «Μπρέτσια» περιπλανιέται
ασυναίσθητα στα μέρη που τον ταξιδεύει η ίδια η καθημερινότητά του, αυτή που με
πολύ ακρίβεια και παραστατικότητα καταγράφει η συγγραφέας για λογαριασμό του. Κι
έπειτα συγκεντρώνει μέσα του τις εικόνες που αντικρίζει σ’ αυτήν, τις άσχημες, τις
αυτοκαταστροφικές, τις παρακμιακές, τις αναγνωρίζει και τις αποδέχεται με κόπο ψυχής. Μελαγχολεί
βέβαια η συγγραφέας γι' αυτό της το εγχείρημα, μα τολμά και το παραδέχεται. Είναι
χαοτικές οι εικόνες της, διεφθαρμένες και απάνθρωπες, μα είναι ρεαλιστικές και άκρως αληθινές.
Τις βλέπει και τις βιώνει, τις αναπαριστά και τις συγκεκριμενοποιεί παρασυρμένη
καθώς είναι από τη δική της νοσταλγική διάθεση, η οποία συνοδεύεται παράλληλα
και με μια ισχυρή δόση ειρωνείας από μέρους της, ίσως και αυτοσαρκασμού για την αναπόφευκτη πτώση του σήμερα. 
Είναι γεγονός ότι η συγγραφέας δεν έχει πρόθεση να κρυφτεί
πίσω από ψεύτικες ωραιοποιήσεις και ανούσια τεχνάσματα για να φανεί αρεστή. Οι εικόνες της περιστρέφονται γύρω από τη φύση, τα κτίρια, τα μαγαζιά, τα αντικείμενα, τους ανθρώπους,
τα συναισθήματα, τις συνήθειες, τις μνήμες, τις συμπεριφορές, τα σημάδια
φθοράς, τους αυθόρμητους στοχασμούς, τα λογικά συμπεράσματα. Όλα τους εν τέλει
δημιουργούν μια έντονη κι αρνητική συναισθηματική διέγερση, αφού η αλήθεια τους, όσο σκληρή κι αβάσταχτη κι αν είναι, ανταποκρίνεται πλήρως στην αλήθεια της σύγχρονης
πραγματικότητας.
Η λέξη Breccia, διαβάζουμε στο οπισθόφυλλο του βιβλίου της, είναι
ιταλική και αρχικά σημαίνει «μπάζα». Η διαδικασία σχηματισμού της Μπρέτσια,
συνεχίζουμε να διαβάζουμε, είναι γνωστή ως Brecciation και περιλαμβάνει τη θραύση και την
επανασυναρμολόγηση του βράχου. Κάτι ανάλογο επιχειρείται να συμβεί και σ’ αυτό
το βιβλίο. Η συγγραφέας στοχεύει στην επανασυναρμολόγηση των μικρών στιγμών - θραυσμάτων της καθημερινότητας για να ολοκληρώσει με επιτυχία το παζλ της σύγχρονης
ζωής, που, όχι, δεν είναι τέλεια σε καμία περίπτωση, δεν είναι ιδανική, δεν είναι
ονειρική. Είναι όμως η υπαρκτή κι η γνώριμη ζωή που άλλοτε εντυπωσιάζει τον άνθρωπο
με τις μικρές ευχάριστες πινελιές της και άλλοτε τον δυσαρεστεί και τον
αποθαρρύνει με τη ρηχότητα που κυριεύει τα πάντα γύρω της. Η συγκολλητική της διάθεση
αυτό το σκοπό έχει και είναι ευδιάκριτη σε όλο το βιβλίο.
Η συγγραφέας με την ποιητική της πένα επίσης, την ιδιαίτερη υφολογικά μα και τεχνικά, με τη θρασύτητα και την τόλμη που τη διέπει καταφέρνει μια γρήγορη και συνεχόμενη ροή του λόγου που καθηλώνει τον αναγνώστη της και διατηρεί αμείωτο το ενδιαφέρον του σε όλη τη διάρκεια της αφήγησης. Καθώς οι ιστορίες της διαδέχονται σχεδόν αβίαστα η μία την άλλη, επιχειρεί να παραλληλίσει τη μυθοπλαστική απεικόνιση των ιστοριών της με τις εικόνες της πραγματικής ζωής, η ροή της οποίας δε σταματά ποτέ το ταξίδι της ακόμα κι αν αμαυρώνεται η όψη της συχνά, ακόμα κι αν σκοτεινιάζει η διάθεσή της δραματικά. Η ακάθεκτη συνέχισή της στην πορεία του χρόνου σηματοδοτεί και τη διαιώνιση της φθοράς, της σήψης και της ανθρώπινης κατάντιας, που κανένας πλέον δεν έχει τη δύναμη ή και την πρόθεση να αλλάξει προς το καλύτερο. Μια διαπίστωση ειλικρινής από τη συγγραφέα που λειτουργεί καταγγελτικά προκαλώντας χείμαρρο αρνητικών συναισθημάτων στον αναγνώστη, απογοήτευση και ψυχικό πόνο μαζί.
Συμπερασματικά, θα λέγαμε ότι το βιβλίο αυτό προορίζεται όχι μόνο για μία αλλά για πολλές κι επαναλαμβανόμενες αναγνώσεις, καθώς είναι πολλές οι
ερμηνείες που μπορούν να δοθούν κατά τη διάρκεια της ανάλυσης των μικροιστοριών
που φιλοξενούνται σ’ αυτό. Στόχος φυσικά είναι ο καθολικός προβληματισμός, ο
εσωτερικός στοχασμός, η αφύπνιση και η πρόθεση άμεσης αντίδρασης για την
επίτευξη της ουσιαστικής αλλαγής, που εξαρχής είναι και το ζητούμενο, η θεραπευτική
λύση απέναντι στο υπαρκτό πρόβλημα της ανθρώπινης φθοράς.
Ένα βιβλίο γραμμένο με ποιητική ευστροφία που αξίζει οπωσδήποτε να διαβαστεί.
Περισσότερα για το βιβλίο εδώ

0 Σχόλια