Βιβλιοκριτική: "Γαλάζιο βανάκι" της Ρουμπίνας Γκουγιουμτζιάν | Γράφει ο Κώστας Τραχανάς


Γαλάζιο βανάκι
Συγγραφέας: Ρουμπίνα Γκουγιουμτζιάν
Χρονολογία έκδοσης: Οκτώβριος 2025
Είδος: Μυθιστόρημα
ISBN: 978-618-231-262-9
Σελίδες: 192
Εκδόσεις: Βακχικόν



Ο φασισμός θεραπεύεται με το διάβασμα και ο ρατσισμός με τα ταξίδια. 

Μιγκέλ ντε Ουναμούντο


Η τέχνη μας παρηγορεί, μας ανυψώνει και μας καθοδηγεί. Η τέχνη μας θεραπεύει. Δεν είμαστε μόνο αυτά που τρώμε και ο αέρας που αναπνέουμε. Είμαστε και οι ιστορίες που έχουμε ακούσει, τα παραμύθια που μας κοίμιζαν όταν ήμασταν παιδιά, τα βιβλία που έχουμε διαβάσει, η μουσική που ακούσαμε και τα συναισθήματα που ένας πίνακας, ένα γλυπτό ή ένα ποίημα μας έχουν χαρίσει. Τιτσιάνο Τερτσάνι

Το βιβλίο αυτό είναι η ιστορία για ένα περιπλανώμενο Ιταλό παραμυθά, είναι η ιστορία ενός οδοιπορικού, ένα λογοτεχνικό ανάλογο των road movies με τον φακό στραμμένο στη σχέση του ήρωα με τον έγγονό του.

Ο δρόμος ξεδιπλώνεται μαζί με τις αφηγήσεις και το ταξίδι μοιάζει άλλοτε με καλειδοσκόπιο εναλλασσόμενων εντυπώσεων κι άλλοτε με φακό που εστιάζει στην τρυφερή σχέση παππού και εγγονού.

Ο Αντόνιο ή Δάσκαλος, όπως τον έλεγαν στον τόπο του τη Φεραντίνα, μια μικρή πόλη στην περιοχή της Μπασιλικάτα της Ν. Ιταλίας, πραγματοποιούσε επιτέλους το όνειρό του. Για δυο μήνες, αυτό το καλοκαίρι ,θα έκανε τον γύρο της Ευρώπης με το παλιό βανάκι του, ένα γαλάζιο Volkswagen Mini Bus, παρέα με τον εγγονό του, τον Αλέσιο. Ονειρευόταν αυτό το ταξίδι από τότε που ήταν και ο ίδιος δεκατεσσάρων χρονών, όμως το ανέβαλλε κάθε φορά για διαφορετικούς λόγους.

Ο Αντόνιο ήξερε ότι το άγνωστο, το καινούριο, η μετακίνηση, το ταξίδι και ιδίως η ανακάλυψη σε κάνει να νιώθεις ζωντανός…

Έτσι οι δυο τους θα ταξίδευαν για πρώτη φορά στην Ευρώπη. Παρ΄ όλη τη διαφορά ηλικίας, μοιράζονταν τον ίδιο παιδικό ενθουσιασμό και, από την ώρα που έφυγαν από τη μικρή τους πόλη της Νότιας Ιταλίας, τραγουδούσαν δυνατά, έπαιζαν παιχνίδια, έλεγαν ανέκδοτα και μιλούσαν για το ταξίδι και όσα ανυπομονούσαν να δουν. Το γαλάζιο βανάκι του ΄78 ένιωθε κι αυτό είκοσι χρόνια νεότερο και έμοιαζε έτοιμο να υποτάξει κάθε δρόμο και κάθε απόσταση.

Ο Δάσκαλος αγαπούσε πολύ το παλιό του Volkswagen και λίγο καιρό προτού βγει στη σύνταξη, έδωσε νέα ζωή στο βανάκι, άλλαξε τον κινητήρα του, το έβαψε και το μετέτρεψε σε παιδική βιβλιοθήκη. Ξήλωσε τα παλιά καθίσματα, έβαλε μοκέτα και έφτιαξε ράφια κάτω από τα παράθυρα, αφήνοντας χώρο στα παιδιά για να μπορούν να κάθονται, να διαλέγουν βιβλία και να διαβάζουν. Έφτιαξε έτσι μια περιοδεύουσα δανειστική βιβλιοθήκη και ξεκίνησε να οδηγεί σε χωριά και στις επαρχιακές πόλεις, προσπαθώντας να εμπνεύσει τα παιδιά να διαβάσουν.

Τους επόμενους δύο μήνες ωστόσο είχε διαφορετικά σχέδια. Μοίρασε σχεδόν όλα τα βιβλία στα παιδιά για να απασχοληθούν στις διακοπές και έφυγε με την υπόσχεση πως, όταν θα επέστρεφε, θα τους διηγούνταν παραμύθια από τις χώρες που θα επισκεπτόταν.

Έτσι ξεκίνησε το ταξίδι για την Ευρώπη. Τα τοπία έξω από τα παράθυρα κυλούσαν σαν φιλμ σε μπομπίνα θερινού κινηματογράφου, ενώ το φως του ήλιου, που κάθε τόσο ξεγλιστρούσε στο διάβα τους, έκανε τις αποστάσεις να μοιάζουν μικρότερες.

Το πρώτο βράδυ θα διανυκτέρευαν σε ένα κάμπινγκ της τοσκανικής υπαίθρου και μετά θα ταξίδευαν προς Γένοβα για να συνεχίσουν την πορεία τους μέχρι τα σύνορα της Γαλλίας. Μετά φθάσανε στο Λιβόρνο, όπου περιπλανήθηκαν στα γραφικά καναλάκια της Νέας Βενετίας, στο Παλιό Φρούριο στην άκρη του λιμανιού των Μεδίκων, στην Πιάτσα ντέλα Ρεπούμπλικα και στην Πλατεία Μασκάνι. Περάσανε από την Πίζα όπου θαυμάσανε τα μεσαιωνικά και αναγεννησιακά παλάτια, που στολίζουν τις όχθες του Άρνου, είδαν την Πιάτσα Ντουόμο και τον περίφημο Πύργο της Πίζας. Φθάσανε στη Γένοβα με τη λαβυρινθώδη ρυμοτομία της και περπατήσανε στα στενά της Γένοβα, στα δαιδαλώδη caruggi ,στις μικρές πλατείες, τις παλιές εκκλησίες. Ακολούθως διασχίσαν την ιταλική Ριβιέρα και σταματήσαν για λίγο στο Σαν Ρέμο και φτάσανε στη Νίκαια της Γαλλίας ,μετά πήγανε στο Σεν-Πολ-Ντε-Βανς εκεί που έζησαν και δημιούργησαν ο ζωγράφος  Μαρκ  Σαγκάλ και ο μυθιστοριογράφος και θεατρικός συγγραφέας Τζέιμς Μπόλντουιν. Απόλαυσαν την φύση στον εθνικό δρυμό των Προάλπεων μέχρι να φθάσουν στην Αβινιόν, όπου πλησίασαν τη Γέφυρα του Σεν - Μπενεζέ που ήταν μισή, είχε τέσσερες καμάρες, διότι είχε καταστραφεί πολλές φορές από τα ορμητικά νερά του Ροδανού και κάποια στιγμή οι κάτοικοι θεώρησαν ασύμφορο να την μπαλώνουν και την άφησαν στην τύχη της. Επίσης μάθανε την ιστορία του νησιού μέσα στη λίμνη. Την επόμενη μέρα έβλεπαν από μακριά τη μεσαιωνική πολυφωνία των τειχών της Καρκασόν .Φθάνοντας στη Βαρκελώνη της Ισπανίας επισκέφτηκαν τα  μουσεία, τις αγορές, τα πάρκα, τις παραλίες της, τα κτίρια του Γκαουντί και ειδικά τη Σαγράδα Φαμίλια. Συνέχισαν για την Σαραγόσα την πρωτεύουσα της Αραγονίας όπου επισκέφτηκαν το παλάτι της Αλχαφερία, διέσχισαν την Πουέντε ντε Πιέδρα για να δουν την άλλη όψη του Καθεδρικού Ναού της Σενιόρα ντελ Πιλάρ και από την απέναντι όχθη του ποταμού Έβρου θαύμασαν τους αμέτρητους πύργους και τους τρούλους  με τα γεωμετρικά σχέδια, που ακόμα κρατούσαν χρυσίζουσες ανταύγειες από το τελευταίο φως της ημέρας. Την άλλη μέρα κίνησαν για την περιοχή της Ναβάρα και σταματήσανε στην Παμπλόνα με το Φεστιβάλ του Σαν Φερμίν (κυνήγι ταύρων στα στενά της παλιάς πόλης, που καταλήγει σε ταυρομαχία στην αρένα). Την επόμενη μέρα έμεινα στην Ονταρίμπια με τις μικρές όμορφες πλατείες, σπίτια με χρωματιστά ξύλινα μπαλκόνια και εντυπωσιάστηκαν από το ιδιαίτερο πάντρεμα της βασκικής με τη μεσαιωνική αρχιτεκτονική. Αργότερα βγήκαν στις όχθες του ποταμού Μπιντασόα, το φυσικό σύνορο με τη Γαλλία και την πόλη Αντάι. Περάσανε από το Μπορντό και καταλήξανε στο Παρίσι. Μια πόλη ολόκληρη ένα μουσείο. Μια σειρήνα της τέχνης. Με τους λαβυρίνθους των μουσείων, των βιβλιοπωλείων, των γκαλερί και των θεάτρων. Επισκέφτηκαν το Ορσέ και στην αίθουσα Βαν Γκογκ στάθηκαν μπροστά στον πίνακα Εκκλησία στην Οβέρ, που κάτι στην όψη του πίνακα τους έκανε να αισθάνονται μια ασυνήθιστη ηρεμία. Περπάτησαν στους κήπους του Λουξεμβούργου και πέρασαν μπροστά από το Θέατρο Οντεόν. Πέρασαν τη γέφυρα του Σεν-Μισέλ, μέτρησαν τις τερατόμορφες υδρορροές της Παναγίας των Παρισίων και έφτασαν στην Πλατεία των Βοσγίων την ώρα που άναβαν τα φώτα. Την επομένη διέσχισαν την κοιλάδα του Λίγηρα ,όπου συνάντησαν  τα εκθέματα του Κλος Λουσέ που αφορούσαν τη ζωή και το έργο του Λεονάρντο Ντα Βίντσι και πήγαν και στην Αμιέν, όπου ο Ιούλιος Βερν έζησε και δούλεψε τα τελευταία 34 χρόνια της ζωής του. Περάσανε τα σύνορα της Γερμανίας και μείνανε στο στην πόλη του Στρασβούργου, εκεί πέρασαν από τις παλιές γέφυρες που ενώνουν τα καναλάκια του ποταμού Ιλ, δοκίμασαν παραδοσιακά φαγητά της αλσατικής κουζίνας και ανέβηκαν στον πύργο του Καθεδρικού Ναού της Παναγίας, εκεί αντίκρισαν την πόλη από ψηλά, κατέβηκαν μετά και μελέτησαν το αστρονομικό ρολόι στη νότια πτέρυγα του ναού. Στάθηκαν μπροστά σε έναν πολυεπίπεδο πύργο από καντράν και μηχανικές φιγούρες σε εξώστες, διακοσμημένο περίτεχνα με βιβλικές αναπαραστάσεις και θέματα που αφορούσαν τον χρόνο. Ο περίπλοκος μηχανισμός του ρολογιού, με τα γρανάζια του σε αέναη κίνηση, διαρκώς υπολόγιζε το πέρασμα των εποχών. Σε ένα εξώστη ο θάνατος χτυπούσε μια καμπάνα κάθε τέταρτο της ώρας. Κάθε φορά περνούσε από μπροστά του μια ανθρώπινη φιγούρα σε διαφορετική ηλικία, συμβολίζοντας τα τέσσερα στάδια της ζωής. Τις επόμενες μέρες εξερεύνησαν τα χωριά του Μέλανα Δρυμού.  Έφυγαν για το Γκένγκενμπαχ και το Σίλταχ, δύο μικρές πόλεις με πανέμορφα μεσαιωνικά σπίτια και γραφικά σοκάκια, χτισμένες στις όχθες του ποταμού Κίντσιχ. Μετά πήγαν στον Καταρράκτη του Μπούργκμπαχ. Το επόμενο πρωί πήγαν σε ακόμη ένα χωριό του Μέλανα Δρυμού,  πριν πάρουν το δρόμο για Νυρεμβέργη. Το Τρίμπεργκ, με τα πολυάριθμα ρυάκια του και τα μαγαζιά με τους κούκους, η περιοχή αυτή φημιζόταν για την παραδοσιακή ωρολογοποιία. Σταμάτησαν για μια γρήγορη επίσκεψη στον μεγαλύτερο κούκο του κόσμου…

Όλα μια μέρα τελειώνουν. Σε λίγες μέρες τελειώνει και το δικό τους μεγάλο  ταξίδι, γεμάτο νέες εμπειρίες και όμορφες αναμνήσεις.

-Αυτό πάντως κι αν θα ήταν ταξίδι, είπε ο Αλέσιο. Δε χωρούσαν όλα σε ένα μόνο ταξίδι. Έμαθε και είδε πολλά.

Στο μυαλό του Αντόνιο και του Αλέσιο ήρθαν όλες οι εικόνες από τα μέρη που είχαν πάει, όλες οι προσδοκίες για το ταξίδι που είχαν ακόμη μπροστά τους, όλες οι εμπειρίες, γυρνούσαν στο μυαλό τους ,φορτωμένοι ιστορίες …

Αυτό το καλοκαίρι σηματοδότησε για τον νεαρό Αλέσιο το ξεκίνημα μιας νέας ζωής. Σαν ένα διαβατήριο τελετουργικό, μια πόρτα στο πέρασμα της ενηλικίωσης. Σε αυτό το ταξίδι προσπάθησε να γνωρίσει τον κόσμο και τον εαυτό του όσο καλύτερα γίνεται…

Στο «Γαλάζιο βανάκι», η Ρουμπίνα Γκουγιουμτζιάν μας παίρνει μαζί της σε ένα οδοιπορικό στη Γηραιά Ήπειρο, μια διαδρομή ανάμεσα στις γραμμές του χάρτη και στα ερωτήματα που γεννά η ζωή. Τίποτα δεν στέκεται εμπόδιο σε αυτή την ελεύθερη περιπλάνηση. Τα σχέδια μπορούν να αλλάξουν και οι προορισμοί είναι ευμετάβλητοι. Οι πόλεις, τα χωριά, τα τοπία είναι απλώς αφορμές για να καλυφθούν οι αποστάσεις στον διάλογο για τη ζωή και στο ανώμαλο μονοπάτι προς την ενηλικίωση.

Ένα βιβλίο για την ομορφιά του ταξιδιού, για τις εξερευνήσεις, για την ομορφιά των πόλεων και των φυσικών τοπίων, για την φύση που είναι το επίκεντρο της ζωής, για τον κόσμο που για άλλους είναι μικρός και για άλλους είναι πολύ μεγάλος, για την ενηλικίωση, για την ιστορία, για τους μύθους, για τα παραμύθια, για την αλληλεγγύη, για την τρυφερότητα, για την καλοσύνη, για την μοναξιά, για την παρέα, για τις σχέσεις, για το εδώ και το τώρα,  για την ζωή, για τον θάνατο, για την συμφιλίωση με τον χρόνο, για την πραγματικότητα, για την ρευστότητα των πραγμάτων, για την τέχνη, για την αγάπη που μοιραζόμαστε, για την νοσταλγία, για την πίστη, για το αν υπάρχει Θεός, για τη συμφιλίωση με τη φθορά και την εγκατάλειψη, για την δημιουργία, για την αδυναμία του ανθρώπου να γίνει ο ίδιος Θεός, για τους ανθρώπους που έχουν τη δύναμη να εμπνέουν με τις πράξεις τους, για την αγάπη για το βιβλίο σε έναν κόσμο που διαβάζουν όλο και λιγότερο, αλλά σίγουρα υπάρχει ελπίδα και αυτή φαίνεται στα μάτια των παιδιών…

Γραφή ώριμη, τολμηρή και καλλιεργημένη.

Κείμενο που καθηλώνει, ανασταίνει ταξιδιωτικές στιγμές ,ανοιχτό βλέμμα που ξυπνάει συνειδήσεις.

Ένα βιβλίο αψεγάδιαστης ομορφιάς.

Ένα σπουδαίο βιβλίο απολαυστικό στο ξεφύλλισμα, μαγευτικό στο διάβασμα.


Η Ρουμπίνα Γκουγιουμτζιάν γεννήθηκε το 1989 στο Γιερεβάν της Αρμενίας. Ζει στην Αθήνα, όπου εργάζεται ως χειρουργός στόματος. Έχει γράψει το μυθιστόρημα Πάνω από τα σύννεφα (2005), το οποίο έλαβε Βραβείο Υπερβατικού Μυθιστορήματος στο 22ο Πανελλήνιο Συμπόσιο Ποίησης και Πεζογραφίας (2006), και τη συλλογή διηγημάτων Ο άνθρωπος που δεν είχε δει ποτέ τη βροχή (εκδόσεις ΑΩ 2019). Διηγήματά της μεταφράστηκαν στα αγγλικά και κυκλοφόρησαν σε δίγλωσσα διαδικτυακά βιβλία με σκοπό την εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας (Clockmaster, Interlinear Books 2014, και The crack on the hourglass, Interlinear Books 2018). Ποιήματά της έχουν συμπεριληφθεί στο συλλογικό έργο Ημερολόγιο της Γραφής (εκδόσεις Ωρίωνας 2017). Το «Γαλάζιο βανάκι» είναι το δεύτερο μυθιστόρημά της.

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια