Βιβλιοκριτική για το μυθιστόρημα "Η διερμηνέας" της Άνετ Χες | Γράφει ο Κώστας Τραχανάς


Η ΔΙΕΡΜΗΝΕΑΣ | ΤΟ ΠΑΡΟΝ

Συγγραφέας: Άνετ Χες
Έτος έκδοσης: 2020
Σελ.: 352




Το τι πραγματικά συνέβη στη διάρκεια του Γ΄ Ράιχ, το «χαλί λήθης» που σκέπασε και η σιωπή της μεταπολεμικής γενιάς (κατά την εσωτερική κοινή γνώμη της Γερμανίας), είναι η περίπτωση της δίκης του Άουσβιτς, που έλαβε χώρα στη Φρανκφούρτη τη δεκαετία του 1960, με πρωτοβουλία του Γενικού Εισαγγελέα του κρατιδίου της Έσσης, Μπάουερ. Ο Μπάουερ κατάφερε να προχωρήσει τη δίκη με υπεράνθρωπες προσπάθειες, έχοντας απέναντί του μεγάλο τμήμα του δικαστικού και άλλου κατεστημένου της χώρας, περιστοιχιζόμενος μάλιστα από μία κοινωνία που δεν γνώριζε τι είναι το Άουσβιτς!
Βεβαίως ο αριθμός των προσαχθέντων στη δίκη ήταν μόνο 22 από τους 5.000 ως 8.0000, άνδρες των SS, που συμμετείχαν στην διαδικασία του διαβόητου στρατοπέδου, κρίνονταν μάλιστα ένοχοι όσοι διέπραξαν έγκλημα με δική τους πρωτοβουλία και όχι όσοι το διέπραξαν ακολουθώντας οδηγίες ανωτέρων  τους. Δεν είναι τυχαίο ότι τελικά καταδικάστηκαν μόνο έξι άνθρωποι σε ισόβια. Η υπόθεση της δίκης του Άουσβιτς αποδίδεται εξαιρετικά στη γερμανική ταινία του 2014 «Λαβύρινθος της σιωπής» του σκηνοθέτη Τζούλιο Ριτσαρέλλι.
Τώρα ένα καινούργιο μυθιστόρημα της Γερμανίδας δημοσιογράφου Άνετ Χες, με τίτλο «Η διερμηνέας», έρχεται να ασχοληθεί πάλι με τη δίκη του Άουσβιτς, χρησιμοποιώντας μαρτυρικές καταθέσεις και αρχειακό υλικό. Οι φανταστικοί μάρτυρες του μυθιστορήματος αντιπροσωπεύουν για τη συγγραφέα το πεπρωμένο των επιζησάντων. Υποκλίνεται στους ανθρώπους που στη διάρκεια της δίκης εξέθεσαν τον εαυτό τους, για ακόμα μία φορά και τα τραυματικά τους βιώματα, αντιμετωπίζοντας πρόσωπο με πρόσωπο τους θύτες-βασανιστές. Έτσι, πρόσφεραν στον κόσμο μια λεπτομερή και διαχρονική μαρτυρία για το τι υπήρξε το Άουσβιτς.
Η νεαρή Εύα Μπρουνς εργάζεται σε ένα δικηγορικό γραφείο και προβλέπεται να παντρευτεί το ευκατάστατο θεολόγο Γίργκεν Σόορμαν. Οι γονείς της ο Λούντβιχ και η Έντιτ Μπρουνς, έχουν μια  ταβέρνα το «Γερμανικό Μαγειρείο» σε μια υποβαθμισμένη περιοχή της πόλης και η Εύα τους βοηθάει στην ταβέρνα, όταν μπορεί. Η αδελφή της, η Άνεγκρετ, δουλεύει σε κλινική με νεογέννητα μωρά. Η Εύα έχει επίσης και ένα μικρότερο αδελφό,τον Στέφαν.
Η ήσυχη και ήρεμη ζωή της Εύας θα ανατραπεί όταν μια μέρα θα κληθεί να παραστεί σε μία δίκη, σαν μεταφράστρια , σαν διερμηνέας. Μετέφραζε από την Πολωνική γλώσσα. Σε αυτή τη δίκη δικάζανε Γερμανούς αξιωματικούς, που είχαν εργαστεί στο στρατόπεδο  Άουσβιτς.
Το στρατόπεδο συγκέντρωσης και εξόντωσης Άουσβιτς -Μπιρκενάου ήταν  πραγματικότητα. Κρεματόρια, Μπλοκ 11, θανατώσεις με αέριο, «ντουζιέρες», Κυκλώνιο Β , «μπάνιο» ή «απολύμανση», ιατρικά πειράματα, ξυλοδαρμοί μέχρι θανάτου, εκτελέσεις με υποπολυβόλα, θανατώσεις με καδρόνια, θανατώσεις με ράβδους, θανατώσεις με ποδοπάτημα, θανατώσεις  με σύνθλιψη,  «συρίγγωμα», στείρωση γυναικών, η επιγραφή της εισόδου του στρατοπέδου «Η εργασία απελευθερώνει». Όλα αυτά περάσανε μέσα στη δίκη από τις μαρτυρίες των θυμάτων.
Το Άουσβιτς ήταν η κόλαση που είχαν δημιουργήσει και διαχειρίζονταν άνθρωποι.
Η Εύα Μπρουνς άργησε να καταλάβει τι γινόταν στο στρατόπεδο. Δεν ήταν ιστορίες. Δεν ήταν συκοφαντίες. Δεν ήταν ψέματα. Αυτά που έλεγαν οι μάρτυρες συνέβησαν.  Εκεί στο Άουσβιτς θανατώθηκαν συστηματικά εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι. Η νεαρή διερμηνέας κλονίζεται. Νιώθει φρίκη και αηδία. Νιώθει ντροπή που ήταν Γερμανίδα.
Δεν είναι εκεί στο δικαστήριο το Κακό. Δεν είναι κάποιοι δαίμονες. Ήταν άνθρωποι που για  τους ανθρώπους ήταν λύκοι.  Μεταχειρίζονταν τους συνανθρώπους τους σαν ζώα προς σφαγή, σαν να ήταν σκουπίδια.
 Η Εύα παρακολουθώντας τη δίκη σαν διερμηνέας Πολωνικών, συνειδητοποιεί γιατί κανένας από τους κατηγορούμενους δεν παραδεχόταν την ενοχή του. Οι κατηγορούμενοι απαντούσαν στις ερωτήσεις ότι δεν γνώριζαν τίποτε. Πώς να αντέξει ένας άνθρωπος την επίγνωση ότι είναι υπεύθυνος για τον θάνατο χιλιάδων ανθρώπων;
Η Εύα εξανίσταται και τους κατηγορεί όλους. Όλους τους πρώην  Γερμανούς αξιωματικούς, τους δολοφόνους χιλιάδων ανθρώπων. Είχαν άλλη επιλογή;  Έπρεπε να τους συγχωρήσει; Κάποιοι  δεν δολοφονήσανε, αλλά όμως το επιτρέψανε, να γίνει αυτό .
Παρόλο που υπήρχαν στο στρατόπεδο παντού πτώματα και μπόχα από το κάψιμο των νεκρών και ουρλιαχτά και πόνος και φόβος και σκατά και θάνατος , οι άνθρωποι ήθελαν να ζήσουν.
Την Εύα θα την παραξενέψει ότι ο αρραβωνιαστικός της, η αδελφή της και οι γονείς της δεν θέλουν να ακούσουν τίποτα για την δίκη, ούτε να ρωτήσουν τίποτα, ούτε να διαβάσουν την διαδικασία της δίκης στις εφημερίδες. Δεν μπορούν να καταλάβουν ότι αυτοί οι εγκληματίες κυκλοφορούσαν ελεύθερα στην πόλη. Ανάμεσά τους! Δεν τους ενδιέφερε η δίκη. Έλεγαν ότι δεν γνώριζαν τίποτα από αυτά που τους εξιστορούσε η Εύα. Μην σκαλίζεις το παρελθόν, της ζητούσαν όλοι.
Πώς θα μεταμόρφωνε την Εύα το άγγιγμα του Κακού; Πώς θα μεταμόρφωνε τον αρραβωνιαστικό της και τους γονείς της; Πρέπει κάποιος να διαλέξει ανάμεσα  στη συλλογική λήθη και στην προσωπική ευθύνη, ανάμεσα στο μίσος και στην αγάπη;  Ήταν τελικά όλοι ανίδεοι και άσχετοι;  Ήταν τόσο αμόρφωτοι; Γιατί τόσοι πολλοί Γερμανοί σιώπησαν, ανέχτηκαν ή στήριξαν τον ναζισμό και τα εγκλήματά του; Θα ζητήσουν ποτέ συγγνώμη οι Γερμανοί από όλους αυτούς  τους λαούς;  Πώς ξεπαγώνει η συνείδηση από τις ενοχές της; Είναι δύσκολο να είναι κανείς άνθρωπος;  
Πρόκειται για μια ιστορία για τη λεγόμενη «δεύτερη γενιά», τη γενιά που ακολούθησε τα χρόνια του πολέμου- ποντίζοντας το ένα πόδι στο αφηγηματικό παρόν (διάστικτο από υστερόχρονα σημάδια του δυσοίωνου μέλλοντος) και το άλλο στο ιστορικό (ναζιστικό) παρελθόν. Επιμένοντας ταυτόχρονα στις ακατάλυτες συνάφειες, που γεφυρώνονται με ερωτήματα, τα οποία αν δεν αποδείχθηκαν αναπάντητα στη ροή της Ιστορίας, σίγουρα δεν επιδέχονται μονοσήμαντες απαντήσεις.
Κάποιος νέος της «δεύτερης γενιάς», όταν μαθαίνει την αλήθεια, δεν του επιτρέπεται να συγχωρήσει και να ξεχάσει. Κάποιος που η συγχώρεση του ίσως ισοδυναμεί με προδοσία. Όλοι σηκώνουν τα βάρη τους κι όλοι με κάποιο τρόπο είναι αθώοι και ένοχοι, θύματα και θύτες, προδότες και προδομένοι.  Σ΄ αυτό το βιβλίο η αμφιθυμία εγείρεται απ΄ την ίδια τη φύση της ανθρώπινης ύπαρξης.
Αγαπώντας  εκείνους που κρίθηκαν, όχι μόνον νομικά αλλά και πολιτικά, ένοχοι, εμπλέκεσαι αναντίρρητα στην ενοχή τους; Και οι γονείς; Πώς ξεκαθαρίζεις μαζί τους το ένοχο φορτίο, δίχως να βουβαθείς από φρίκη και ντροπή; Εκτός κι αν σιωπήσεις, καταπίνοντας καίρια μυστικά, που θα περιόριζαν τις νομικές ευθύνες, όχι όμως και τις ηθικές, κάνοντας αυθαίρετες αντιμεταθέσεις και συμψηφισμούς στο πεδίο της προδοσίας και της ενοχής, ξέροντας πως αν αποσπάσεις το προσωπικό από τη συλλογική ευθύνη, το εποικοδόμημα θα καταρρεύσει.
Το βιβλίο «Η διερμηνέας» δεν είναι απλά μια ερωτική, ατμοσφαιρική ή παθιασμένη ιστορία ενός νεαρού Γερμανού  άντρα και μιας νεαρής Γερμανίδας.  Είναι μια βαθιά ψυχική αναζήτηση. Είναι ένας έρωτας που υποβόσκει και το βάρος της ευθύνης μιας χώρας κι ενός λαού που προσπαθεί να ξεχάσει το αιματοβαμμένο παρελθόν του, αλλά και μια γενιάς που σηκώνει το χρέος του εξαγνισμού.
Ένα μυθιστόρημα με πολλά επίπεδα, όσα αντέχει ο αναγνώστης να εντοπίζει.
Η γραφή της Άνετ Χες είναι διάφανη, διαυγής, διαπεραστική.
Ένα βιβλίο από αυτά που μένουν πρώτα στην ψυχή κι ύστερα στη μνήμη.

Η ΑΝΕΤ ΧΕΣ μεγάλωσε στο Ανόβερο και σήμερα ζει στην Κάτω Σαξονία. Σπούδασε ζωγραφική και εσωτερική διακόσμηση και αργότερα τεχνική σεναρίου. Δούλεψε ως δημοσιογράφος και βοηθός σκηνοθέτη, πριν αρχίσει την επιτυχημένη καριέρα της ως σεναριογράφος. Οι βραβευμένες και δημοφιλείς τηλεοπτικές σειρές της Weissensee, Ku'damm 56 και Ku'damm 59 πιστεύεται ότι συνέβαλαν στην αναγέννηση της γερμανικής τηλεόρασης. Έχει αποσπάσει πολλά βραβεία, όπως το Grimme, το Βραβείο της Φρανκφούρτης και το Βραβείο της Γερμανικής Τηλεόρασης.