Βιβλιοκριτική για την ποιητική συλλογή "Ακακίες στη Σαβάνα" της Ευαγγελίας Τάτση | Γράφει η Στέλλα Πετρίδου



Συγγραφέας: Ευαγγελία Τάτση
Έτος έκδοσης: 2020
Σελ.: 52
Εκδόσεις: Βακχικόν

                                                                                                            Γράφει η Στέλλα Πετρίδου


Η Ευαγγελία Τάτση μας συστήνεται στο λογοτεχνικό χώρο μέσα από την πρώτη της ποιητική συλλογή με τίτλο «Ακακίες στη Σαβάνα», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Βακχικόν». Διαβάζοντας, όμως, με προσοχή το βιβλίο της, θα αισθανθούμε πως δεν έχουμε να κάνουμε με ένα πρωτόλειο κείμενο, αλλά με ένα μεστό ποιητικό λόγο, ο οποίος, δίκαια, θα μπορούσε να την χαρακτηρίσει ως μια δοκιμασμένη και έμπειρη ποιήτρια. Κι αυτό, γιατί πρόκειται για μια ποίηση που εκπέμπει μια ισχυρή δόση αλήθειας, μια αλήθεια που έρχεται να σκεπάσει έναν κόσμο που είναι, κυριολεκτικά, βουτηγμένος μέσα στο ψέμα.
«Έχω βρει ένα κόλπο τον φόβο να διώχνω
έναν καθρέφτη σπάω ή μια βεβαιότητα
(το ίδιο κάνει)..» (Σελ. 13)
***
«…Οι θεοί
τιμωρούν με την λύπη
που βουρκώνει τον σκελετό μας
γιατί ξέρουμε
πως ο κόσμος
μπορούσε ν’ αλλάξει
πάλι…» (Σελ. 46-47)
Η ποιήτρια γνωρίζει καλά πώς να απεικονίζει τον πραγματικό βίο και πώς να προβάλει τα ανθρωπιστικά της αισθήματα. Άλλωστε, ορθά κάποιος θα μπορούσε να επισημάνει πως έχουμε να κάνουμε με μια ποίηση προβληματισμού και αφύπνισης.
«…σ’ αυτόν τον κόσμο
που γεννήθηκα για να γεράσω
αν όλα αλλιώς τα είχα κάνει
θα είχα ζήσει» (Σελ. 35)
***
«…Πώς να μετρήσεις τους θανάτους
που χωρούν στη γη,
μέτρα καλύτερα τους κύκνους
που πετούν και χάνονται.» (Σελ. 36)
***
«Υπάρχουν άνθρωποι
που δεν χρειάστηκαν Θεό
για να χωρίσουν
το δίκιο απ’ τ’ άδικο
ούτε που δίκασαν ποτέ
μα ούτε που συγχώρεσαν…» (Σελ. 40)
Φυσικά, διακρίνουμε στην ποίηση της Ευαγγελίας Τάτση την ύπαρξη του υποκειμενικού στοιχείου, το οποίο και ξεχύνεται, άλλοτε ευθαρσώς και άλλοτε με ευγένεια, για να επιτύχει είτε την ευαισθησία του αναγνώστη είτε την αγανάκτησή του.
«Μερικές φορές το σκοτάδι
κρύβεται σε κάτι ανατέλλοντα μάτια
ή σε πιο απίθανα σημεία
σ’ ένα κεφάλι γεμάτο μέλι
ή σε κλειδωμένους ώμους…» (Σελ. 29)
Αυτό, άλλωστε, είναι που κάνει και την αξία της ιδιαίτερα σημαντική. Οι εικόνες πλημμυρίζουν μέσα στο κείμενο, ποικίλουν και διαφέρουν από σελίδα σε σελίδα και είναι όλες ικανές να ταξιδέψουν την ψυχή του αναγνώστη σε κόσμους που στ’ αλήθεια υπάρχουν.
«…Κι αν άλλοι σκάβουν
και φυτεύουν και μαζεύουν
ή κάτω από τα δέντρα ξεκουράζονται
ο άνθρωπός μου
είναι δέντρο.» (Σελ. 21)
Κι οι κόσμοι αυτοί άλλοτε λαμπυρίζουν θέλοντας να φωτίσουν τη μοναδικότητα που υπάρχει τριγύρω κι άλλοτε σκοτεινιάζουν επιχειρώντας να τονίσουν την ασχήμια και την τραγικότητά του, εκθέτοντας εμμέσως πλην σαφώς τον ανθρώπινο πόνο. Η εικόνα, ωστόσο, κυριαρχεί, όπως κυριαρχεί και το συναίσθημα.
«…γνωρίζω μόνο να σας πω
πως οι χαρταετοί
ξέρουν καλά
πώς τις καρδιές να σκίζουν
τόσο πολύ θυμίζουν τους ανθρώπους.» (Σελ. 15)
Η ποίηση της Ευαγγελίας Τάτση είναι κατανοητή, μολονότι αρκετές φορές αινιγματική, όπως ακριβώς οφείλει να είναι μια σωστή ποίηση. Κάποια ποιήματά της τα αφιερώνει σε οικεία της πρόσωπα και γι’ αυτό φροντίζει οι εικόνες τους να είναι διάχυτες από φως.
Στο σύνολό του βιβλίου ξεφεύγει από τα κλασικά καλούπια της παραδοσιακής ποίησης και υιοθετεί έναν πιο σύγχρονο τρόπο γραφής. Φροντίζει, όμως ,σε ορισμένα σημεία να επισημάνει τη σημαντικότητα της αξίας της, μια αξία που δεν δύναται να αμφισβητηθεί, γράφοντας έμμετρα και ομοιοκατάληκτα (ποίημα «ΣΥΡΤΟ ΣΤΑ ΤΡΙΑ» (Σελ. 19-20) ως και πειθαρχημένα παραθέτοντάς μας τέσσερα χαϊκού, δείγμα ιαπωνικής ποίησης (Σελ. 34).
Η έκφραση της ποιήτριας θα μπορούσε να χαρακτηριστεί πρωτότυπη και ιδιότυπη. Μιλάει για τόσο γνωστά πράγματα κι όμως τόσο μακρινά. Όλα τους, όμως, κυριεύονται από μια καθαρότητα στο λόγο κι από μια μεθοδικότητα, η οποία εξασφαλίζει την απαιτούμενη ζωντάνια στο κείμενο.
Τα ποιήματά της επίσης έχουν και μια διδακτική. Παρουσιάζουν τη ματαιότητα της ζωής, μιας ζωής που τις περισσότερες φορές στηρίζεται σε αναμνήσεις ή αυταπάτες προκαλώντας τη νοσταλγία ίσως και την απογοήτευση στον αναγνώστη.
«…Δεν είμαστε καβαλάρηδες
όλες οι καταιγίδες στέγνωσαν
είμαστε ακακίες σε μια σαβάνα
μικρά ωχροκίτρινα τα άνθη μας
και η σαβάνα πάντα καίγεται.» (Σελ. 45)
Εν κατακλείδι, θα λέγαμε πως πρόκειται για μια ποίηση απόλυτα υπαρξιακή, αλλά και λυρική. Εντυπωσιακές, πρέπει να επισημάνουμε, πως είναι και οι καταλήξεις των ποιημάτων, στα οποία η ποιήτρια επιχειρεί να αφιερώσει όλο το συμπαγές νόημα των όσων θέλει να πει.
«…Μα στο παγκάκι
όλοι είμαστε κι ο καθένας χωριστά
όλοι που τίποτα γινόμαστε
τη θάλασσα κοιτώντας.» (Σελ. 26)
***
«…αύριο το χθες
θα είναι άλλη μέρα
όπου το σήμερα
προκύπτει ανάμεσα μας
απροσδόκητα.» (Σελ. 27)
***
«..Ίσως
η μνήμη να μας εξολοθρεύσει όλους
οι μισοί
να πεθάνουμε από άνοια
οι υπόλοιποι
από τις αναμνήσεις.» (Σελ. 47)
Το εξώφυλλο του βιβλίου απλό και λιτό, παραπέμπει ακριβώς στην εικόνα του τίτλου.

Απόσπασμα από το ποίημά της «ΑΚΑΚΙΕΣ ΣΤΗ ΣΑΒΑΝΑ», το οποίο φιλοξενείται και στο οπισθόφυλλο της συλλογής:


Δεν είμαστε οι Κρεολοί της Νέας Ορλεάνης
ούτε και ποιητές
ωχροκίτρινα και μικρά τα άνθη μας
δεν είμαστε φάροι
ούτε γυναίκες
το κορμί μας στάζει κόλλα
πολύτιμη αρρώστια
δεν ζούμε στις θάλασσες
δεν υπάρχουν ορίζοντες·
βλέπεις τα οπληφόρα ζώα;
Εδώ δεν είναι μια πόλη
πουθενά δεν είναι μια πόλη
ούτε λιμάνι πουθενά
δεν είμαστε οι αυτόχειρες
που αγαπήσαμε

Λίγα λόγια για την ποιήτρια, Ευαγγελία Τάτση:

Η Ευαγγελία Τάτση γεννήθηκε το 1967 στο Περιστέρι. Σπούδασε στο τμήμα Χημείας του Πανεπιστημίου Πατρών. Έχει εργασθεί για πολλά χρόνια σαν Χημικός στη μέση εκπαίδευση. Τα τελευταία δεκαέξι χρόνια εργάζεται σε φαρμακευτική εταιρία, στο τμήμα ιατρικής ενημέρωσης. Στίχοι της έχουν μελοποιηθεί από τον Χρυσόστομο Καραντωνίου και τον Μιχάλη Παπαγεωργίου. Σήμερα, ζει στη γειτονιά που μεγάλωσε. Οι ακακίες στη σαβάνα είναι η πρώτη ποιητική της συλλογή.