Βιβλιοκριτική για το βιβλίο "Οι γρίλιες" του Πέτρου Φούρναρη | Γράφει η Στέλλα Πετρίδου


Συγγραφέας: Πέτρος Φούρναρης
Έτος έκδοσης: 2020
Σελ.: 176
Εκδόσεις: Βακχικόν


                                                                               Γράφει η Στέλλα Πετρίδου

Το δεύτερο βιβλίο του κυκλοφόρησε πρόσφατα ο Πέτρος Φούρναρης από τις εκδόσεις «Βακχικόν». Τίτλος του «Οι γρίλιες».
Πρόκειται για μια συλλογή διηγημάτων, είκοσι στον αριθμό, ανομοιόμορφης έκτασης το καθένα. Τα διηγήματα αυτά πέρα, από την κοινή ταυτότητα του συγγραφέα τους, ως προς τη θεματολογία, δεν εμφανίζουν καμία απολύτως ομοιότητα μεταξύ τους. Οι πρωταγωνιστές τους άνθρωποι από διαφορετικούς κόσμους, έρχονται να προβάλλουν τη δική τους ιστορία μέσα από ένα πρίσμα άκρως αινιγματικό.
Ο συγγραφέας καταγράφει, περιγράφει, αλλά ταυτόχρονα αφήνει να αιωρούνται στο τελείωμα της κάθε ιστορίας του αρκετοί άλυτοι γρίφοι. Ο αναγνώστης οφείλει να μπει στο πνεύμα της κάθε ιστορίας, να την ξαναζωντανέψει, να την αναπλάσει και να δώσει τη δική του οπτική στα γεγονότα. Η τεχνική του είναι η τεχνική ενός ποιητή, που, όχι, δεν καταναλώνεται σε άσκοπες φλυαρίες και δε συμπεραίνει. Κεντράρει στην καρδιά των γεγονότων, αναδύει εικόνες από το σκουριασμένο τους παρελθόν, συγκινεί με αποκαλύψεις που ερεθίζουν την ανθρώπινη φύση και στοχεύει στην εσωτερική της αναζήτηση. Ο αναγνώστης οφείλει να είναι απόλυτα συγκεντρωμένος, όπως οφείλει να αφήσει τη σκέψη του να λάβει ενεργή δράση.
Είναι εμφανές πως ο Πέτρος Φούρναρης δεν επιλέγει συνηθισμένες υποθέσεις. Αντιθέτως, εστιάζει το ενδιαφέρον του σε δράματα. Δράματα που γεννά η ίδια η ζωή και που, δυστυχώς, ο άνθρωπος έχει χρέος να υπομείνει. Η δυσκολία των ιστοριών αυτών είναι να καταφέρει ο συγγραφέας να κρατήσει αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη ως το τέλος της κάθε αφήγησης, να κορυφώσει την αγωνία της στα σημεία που απαιτούνται και να καταλαγιάσει την έντασή της όπου χρειάζεται. Η κάθαρση είναι αναγκαία και επιβλητική σε κάθε τέλος, το οποίο, όμως, δεν είναι και απαραίτητα ευδιάκριτο.
Τα θέματά του έχουν να κάνουν με θανάτους, με τραγικές απώλειες, με σκοτεινούς ήρωες, με απίστευτους σωσίες, με φαντάσματα της μνήμης, με ξεχασμένους επαναστάτες, με ιδιαίτερους ανθρώπους, με στενάχωρα βιώματα, με θέματα, που όλα ανεξαιρέτως περιβάλλονται από το συναίσθημα της μοναξιάς, που κατατρώει τα σωθικά και οδηγεί στην απομόνωση, στη δειλία, στην καχυποψία, στην αδράνεια. Η σκοτεινή όψη των πραγμάτων αποδυναμώνει τον ήρωα της κάθε ιστορίας και τον κάνει διστακτικό. Κι εκείνος αρνείται να απλώσει τη ματιά του ξανά στο φως, να δει πίσω από τις γρίλιες που το κρύβουν, να σκοτώσει το σκοτάδι που επέβαλε ο ίδιος στον εαυτό του για τιμωρία.
Αλληγορικές οι γρίλιες στο ομώνυμο διήγημα του βιβλίου. Απεικονίζουν το φόβο του κάθε ανθρώπου να τολμήσει διεκδικώντας τη ζωή, καθώς αρνείται πεισματικά να βγει στο φως κι επιμένει να στέκεται στο ημίφως που χαρίζεται ως η μοναδική συντροφιά στο παγερό σκοτάδι της καταναγκαστικής άμυνας.
Οι περιγραφές διέπονται από έναν πολλαπλό ρόλο, μιας και έρχονται να συμπληρώσουν τα κενά της σκέψης, να καθρεφτίσουν αυτούσιο το δράμα της ανήμπορης ζωής, να δώσουν έμφαση στις όποιες αντιθέσεις, να χτίσουν νοητές γέφυρες ανάμεσα στο πραγματικό με το φανταστικό.
Συμπερασματικά, θα λέγαμε ότι έχουμε να κάνουμε με μια συλλογή διηγημάτων πλημμυρισμένη από έμπνευση, ευαισθησία και μπόλικη δόση φαντασίας. Η παρακαταθήκη του χρόνου, η χαρμολύπη που την ακολουθεί, η ειρωνεία του τυχαίου και του απροσδόκητου είναι στοιχεία που εναλλάσσονται αποκτώντας πρωταγωνιστικό ρόλο στην αφήγηση, που στόχο έχει να αναδείξει τα τραύματα του παρελθόντος και να δώσει μια διαφορετική όψη στο άνοστο παρόν.
Ένας συμπαγής και συμβολικός λόγος, που, ωστόσο, ρέει αβίαστα στο κείμενο, μια γραφή ενίοτε βιωματική με γνώριμες εικόνες της καθημερινότητας του συγγραφέα, με σκοτεινούς ήρωες κι ένα περιεχόμενο με χαρακτήρα διδακτικό.
Τα διηγήματα που με άγγιξαν περισσότερο είναι: «Το λιοντάρι της Σάμου» (Σελ. 47), «Η πόρτα» (Σελ. 53), «Η πέτρα» (Σελ. 69), οι «Ηλιόλουστες μέρες» (Σελ. 88) και «Οι γρίλιες» (Σελ. 114). Εκείνο, όμως, που πραγματικά με συγκλόνισε και με συνεπήρε όσο κανένα άλλο είναι ο «Αποχαιρετισμός» στη σελίδα 98, ένα διήγημα που κινείται στα όρια του φανταστικού με το πραγματικό, ένα διήγημα που η ιστορία του προκαλεί αδιαμφισβήτητα ρίγος, συγκίνηση κι ανατριχίλα.

Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου:

Οι ήρωες, σε αυτά τα είκοσι διηγήματα, είναι πλασμένοι από ανθρώπινο υλικό, με τα προτερήματα και τα ελαττώματά τους: διαλλακτικοί και συνάμα εμμονικοί, δειλοί και ταυτόχρονα γενναίοι. Αν τους ενώνει κάτι, είναι η δυσκολία τους να συμφιλιωθούν με την πραγματικότητα. Στέκονται στο ημίφως ενός δωματίου, μπροστά στις γρίλιες μιας κλειστής πόρτας κι αναρωτιούνται αν πρέπει να βγουν στο άπλετο φως, όπου παραμονεύουν η ματαιότητα και η φθορά. Με την ελπίδα να εξιλεωθούν και με το χέρι απλωμένο προς την έξοδο, δημιουργούν -μόνο για μια στιγμή- ένα δικό τους κόσμο φτιαγμένο στα μέτρα τους. Κατασκευάζουν σωσίες, επικαλούνται φαντάσματα από το παρελθόν, κρύβονται σε καταφύγια, επαναστατούν αλλά δεν ξεφεύγουν από την πραγματικότητα, αφού αργά ή γρήγορα, η πόρτα θα ανοίξει και κανείς τους δεν θα την αποφύγει.

Ο Πέτρος Φούρναρης, χρησιμοποιώντας μια λιτή κι ακριβόλογη πρόζα που συνδέει το ατομικό με το συλλογικό και το προσωπικό βίωμα με τη φαντασία, προτρέπει τον αναγνώστη να κοιτάξει μέσα από τις γρίλιες, πριν το φως περάσει για να βρει το δρόμο του στη σκοτεινή κάμαρα.


Λίγα λόγια για το συγγραφέα, Πέτρο Φούρναρη:

Ο Πέτρος Φούρναρης γεννήθηκε στην Αθήνα. Είναι Γεωπόνος. Ζει στη Λέρο. Ασχολείται με το διήγημα, το θέατρο και τη μετάφραση. Διηγήματά του έχουν δημοσιευτεί σε έντυπα και ηλεκτρονικά λογοτεχνικά περιοδικά. Η συλλογή διηγημάτων Οι γρίλιες είναι το δεύτερο βιβλίο του.