Θανάσης Μπασιάκος: "Ο άνθρωπος δεν θα πάψει ποτέ να συγκινείται από το διάβασμα ενός καλού βιβλίου"

 

Ο συγγραφέας Θανάσης Μπασιάκος την τελευταία πενταετία αφιερώνει καθημερινά αρκετές ώρες για να συγγράφει. Άλλωστε, μετά τη συνταξιοδότησή του υπάρχει αρκετός ελεύθερος χρόνος γι' αυτό. Πρόσφατα κυκλοφόρησε το μυθιστόρημά του με τίτλο «Φαντάσματα από το παρελθόν» από τις εκδόσεις «Ελκυστής», ενώ σήμερα με αφορμή το έργο του αυτό φιλοξενείται στις Τέχνες σε μία άκρως ενδιαφέρουσα συζήτηση.

Συνέντευξη στη Στέλλα Πετρίδου
 

Κύριε Μπασιάκο, πώς θα συστήνατε τον εαυτό σας στο λογοτεχνικό κοινό;

Είμαι ένας συγγραφέας που ασχολείται με το λογοτεχνικό είδος που παλιά το αποκαλούσαμε αστυνομικό μυθιστόρημα, όπως όμως αποδεικνύεται σήμερα δεν υπάρχει ιστορία που να απασχολεί τον κόσμο τελευταία και να μην περιλαμβάνει κάποιο κομμάτι του αστυνομικού δελτίου. Η εργασία μου ως Πολιτικός Μηχανικός δημοσίων έργων για πάνω από τριάντα χρόνια, σχεδόν σε όλη τη ελληνική επικράτεια, με έκανε να ζήσω καταστάσεις, τις οποίες περνάω μέσα στα μυθιστορήματά μου μέσω των ηρώων τους. Επίσης προσπαθώ να συνεισφέρω σε αυτόν το τομέα λέγοντας ιστορίες που έζησα ή άκουσα από παιδί, εισάγοντας παράλληλα και το στοιχείο του σασπένς, του μυστηρίου και της δράσης προσαρμόζοντάς τα όλα αυτά σύμφωνα με την ελληνική πραγματικότητα.

Για ποιο λόγο αποφασίσετε να ασχοληθείτε με τη συγγραφή μυθιστορημάτων, παράλληλα με τη συγγραφή φιλοσοφικών δοκιμίων; Πώς προκύπτει αυτή η συγγραφική μεταπήδηση από μέρους σας; Θεωρείτε πως ένας δημιουργός οφείλει να δοκιμάζεται και σε άλλα είδη του λόγου, εφόσον νιώσει την ανάγκη να εκφραστεί διαφορετικά;

Ωρίμασα συγγραφικά για περισσότερα από τριάντα χρόνια μελετώντας φιλοσοφικές θεωρίες και προσπαθώντας να τις εντάξω στην καθημερινή ζωή. Κάποια στιγμή αισθάνθηκα έτοιμος να εκφράσω και δικές μου απόψεις μέσα από μυθιστορήματα που απευθύνονται στο ευρύ κοινό συμπεριλαμβάνοντας σε αυτά και αποστάγματα από τα φιλοσοφικά δοκίμια που έγραψα και διάβασα όλα τα περασμένα χρόνια. Η μετάβασή μου αυτή όμως βοηθήθηκε από ένα ακόμα γεγονός. Το 2019 η άνεργη τότε κόρη μου αποφάσισε να δηλώσει ως αναπληρώτρια και ωρομίσθια σε σχολικές μονάδες όλης της ηπειρωτικής Ελλάδας, πιστεύοντας πως η ύπαρξη μικρού παιδιού θα βοηθούσε στην τοποθέτησή της σε μια κοντινή πόλη. Όμως συνέβη ακριβώς το αντίθετο, αφού, λίγες βδομάδες μετά, σύσσωμη η οικογένειά μου έψαχνε εν μέσω του χειμώνα για σπίτι σε μια ορεινή πόλη της Πελοποννήσου 900 χιλιόμετρα μακριά από την πόλη μας. Η εξέλιξη αυτή μας έπιασε εξ απροόπτου γιατί δεν υπήρχε άνθρωπος να προσέχει την δίχρονη τότε εγγονή μου. Ο γαμπρός μου δεν μπορούσε να αφήσει τη δουλειά του το ίδιο και οι δυο γιαγιάδες. Κατέβηκα λοιπόν στην Πελοπόννησο και ανέλαβα τη φύλαξη της εγγονής μου για μια ολόκληρη χρονιά για όσο έλειπε η κόρη μου. Η χρονιά εκείνη ήταν και το ορόσημο για την έναρξη της σοβαρής συγγραφικής μου προσπάθειας. Έχοντας ήδη παρακολουθήσει σεμινάρια δημιουργικής γραφής και έχοντας δημιουργήσει μια σειρά δοκιμίων, με θέματα ανθρώπινα και φιλοσοφικά, ξεκίνησα για μια μετάβαση από τα έργα τα δημόσια στα βαθιά νερά της συγγραφής. Τώρα για το δεύτερο σκέλος του ερωτήματός σας που αφορά την ένταξη μέσα στα μυθιστορήματά μου κομματιών από την προηγούμενή μου γραμματεία ήταν κάτι που προέκυψε αυθόρμητα. Πιστεύω ότι είναι θεμιτό κάτι τέτοιο, εφόσον βέβαια αναφέρει κάποιος και την βιβλιογραφία στην οποία βάσισε τις ιδέες του.

Εντοπίζετε κοινά στοιχεία ανάμεσα στο δοκιμιακό και το λογοτεχνικό κείμενο; Εσείς, στην προκειμένη περίπτωση, δυσκολεύεστε να προσαρμόσετε το ύφος της γραφής σας σε μια άλλη, πιο ανάλαφρη δομή του λόγου, προκειμένου να γίνετε αποδεκτός στο αναγνωστικό κοινό, αυτό που βλέπει το βιβλίο ως μέσο ψυχαγωγίας και όχι ως μέσο μελέτης, ενημέρωσης και γνώσης;

Υπήρχαν πράγματι συγκεκριμένες δυσκολίες, κυρίως με το να αλλάζω τις δόκιμες και επιστημονικές λέξεις σε πιο απλή μορφή και να διασπείρω τις ιδέες αυτές μέσα στην πλοκή του έργου ώστε να μην καταντούν κουραστικές.

Ως αναγνώστης, προτιμάτε να διαβάζετε κι εσείς φιλοσοφικά και λογοτεχνικά κείμενα, όπως άλλωστε το ομολογείτε κι ο ίδιος στο βιογραφικό σας. Ποιο είναι το αγαπημένο σας βιβλίο και γιατί;

Θεωρώ την μελέτη φιλοσοφικών κειμένων σαν ένα γύμνασμα μυαλού που ποτέ δεν εγκαταλείπω. Από την άλλη το διάβασμα των μυθιστορημάτων είναι κάτι που με ξεκουράζει και με αποσπά από τις έγνοιες της καθημερινότητας. Αγαπημένο μου βιβλίο είναι «Ο Κόσμος της Σοφίας» του Γκάαρντνερ Γιοστέιν που εμπλέκει με εύστοχο τρόπο την φιλοσοφία με την μυθιστορηματική πλοκή και το μυστήριο.

Το αναγνωστικό κοινό στην Ελλάδα στηρίζει τις προσπάθειες των νέων συγγραφέων; Ποια είναι η δική σας προσωπική εμπειρία;

Είναι πολύ νωρίς ακόμα για να έχω βγάλει κάποιο έγκυρο συμπέρασμα. Από τα πρώτα δείγματα όμως φάνηκε πως το κοινό της πόλης μου τουλάχιστον ανταποκρίθηκε θετικά στο κάλεσμά μου.

Λαμβάνοντας υπόψη την ολοένα και αυξανόμενη χρήση του διαδικτύου, τελικά οι άνθρωποι διαβάζουν βιβλία μας μέρες μας;

Όσο και αν ο άνθρωπος της εποχής μας βρίσκει ό,τι πληροφορία θέλει μέσα από το διαδίκτυο δεν θα πάψει ποτέ να συγκινείται από το διάβασμα ενός καλού βιβλίου, όταν η τηλεόραση και το κομπιούτερ σβήνουν και εκείνος βρίσκει τη θαλπωρή κουρνιάζοντας στην αγαπημένη του πολυθρόνα, μακριά από θόρυβο και περισπάσεις.

Το δικό σας έργο τι το διαφορετικό προσφέρει στα γράμματα; Εξασφαλίζει μια ξεχωριστή ταυτότητα ανάμεσα στα τόσα άλλα που κυκλοφορούν στην αγορά; Τι πιστεύετε;

Προσπαθεί να επιπλεύσει ανάμεσα στα άλλα παρόμοιου περιεχομένου μυθιστορήματα βασιζόμενο κυρίως στην ελληνική ιδιοσυγκρασία, τις γνωστές τοποθεσίες, και την ψυχολογία του Έλληνα.

Δέχεστε επιρροές από άλλους συγγραφείς στα έργα σας ή δεν το θεωρείτε απαραίτητο;

Είμαι επηρεασμένος από συγγραφείς έργων παρόμοιου περιεχομένου. Όπως του Στιγκ Λάρσον, Σεμπάστιαν Φίτζεκ, και του Ίρβιν Γιάλομ. Από τους Έλληνες έχω επηρεαστεί από τον Πέτρο Τατσόπουλο, τον Γιάννη Καλπούζο, αλλά και από τον Αντώνη Σαμαράκη που διάβαζα στα νιάτα μου.

Τι μπορεί να αποτελέσει έμπνευση για σας;

Περισσότερο εμπνέομαι από τα ταξίδια και τις γνωριμίες που προκύπτουν από αυτά παρά από την καθημερινή ειδησεογραφία.


Ας αναφερθούμε στο τελευταίο σας βιβλίο. Πρόκειται, για ένα μυθιστόρημα, που φέρει τον τίτλο «Φαντάσματα από το παρελθόν» και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Ελκυστής». Ποιο υπήρξε το βασικό σας ερέθισμα για να ξεκινήσετε τη συγγραφή του συγκεκριμένου έργου;

Κατά τη συγγραφή του βιβλίου μου αναγκάστηκα να γυρίσω νοερά μισό αιώνα πίσω, ανασύροντας από τη μνήμη εικόνες και σκηνές που σφράγισαν την παιδική μου ηλικία και που αποτέλεσαν ορόσημο για την πορεία μας ως έθνους και ως κράτους δημοκρατικού και ανεξάρτητου.

Πείτε μας λίγα λόγια για το περιεχόμενο της ιστορίας σας.

Είναι δύο άνθρωποι που προσπαθούν να επιβιώσουν σε μια δύσκολη εποχή κατά την οποία η δημοκρατία δεν είχε ακόμη αποκτήσει την σημερινή της όψη. Μέσα σε αυτή την κατάσταση είχαν καταφέρει να αναρριχηθούν σε θέσεις εξουσίας άνθρωποι με ένοχο παρελθόν που αποτέλεσαν το εφαλτήριο για την κατάλυση τελικά των δημοκρατικών θεσμών και την επιβολή της δικτατορίας στη χώρα μας. Το λυτρωτικό τέλος έρχεται μετά από μια σειρά ανατροπών και αποκαλύψεων που δεν σε αφήνει ούτε στιγμή να εφησυχάσεις.

Πρόκειται όπως ομολογείτε κι ο ίδιος για ένα καθηλωτικό θρίλερ περιπέτειας, αγωνίας και μυστηρίου. Θεωρείτε ότι η λογοτεχνία αυτού του είδους συναρπάζει περισσότερο τον αναγνώστη και κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον του λόγω της κινηματογραφικής ροής του, της έξυπνης πλοκής και των πολλών ανατροπών που αναπόφευκτα φέρει στο περιεχόμενό της;

Φυσικά. Αυτός είναι και ο λόγος που επέλεξα το συγκεκριμένο είδος λογοτεχνίας παράλληλα με την ιδιοσυγκρασία του χαρακτήρα μου.

Πώς προέκυψε ο τίτλος του βιβλίου σας;

Είναι ένα απόσπασμα από τις σκέψεις του ήρωα τη στιγμή που αποκαλύπτει το αμαρτωλό παρελθόν του εκπροσώπου του νόμου, που δεν απέχει και πολύ από όσα διαδραματίζονταν μπροστά στα μάτια του.


Πέρα από τον ψυχαγωγικό ρόλο του βιβλίου σας, εσείς ως συγγραφέας επιθυμείτε να περάσετε και κάποια συγκεκριμένα μηνύματα μέσα από την ιστορία που αφηγείστε ή δεν το θεωρείτε απαραίτητο;

Ό,τι μηνύματα θέλω να περάσω συνοψίζονται σε μια και μόνο ιδέα: στην πίστη στους δημοκρατικούς θεσμούς και την ελευθερία του ατόμου.

Το βιβλίο απευθύνεται και σε εφήβους ή μόνο σε ενήλικους;

Δεν υπάρχει κάτι μέσα στο βιβλίο που μπορεί να το εντάξει στην κατηγορία του ακατάλληλου για ανηλίκους. Γίνεται συνέχεια μια προσπάθεια να εξευρίσκονται οι πιο κατάλληλες λέξεις και εκφράσεις ώστε να μην επηρεάζεται αρνητικά η εφηβική ψυχή. Θα έλεγα ότι μια ηλικία άνω των 15 ετών είναι η πιο κατάλληλη.

Επιλέξατε τις εκδόσεις «Ελκυστής» στο ξεκίνημά σας. Θεωρείτε ότι παίζει ρόλο ένας καλός εκδοτικός οίκος για την προώθηση ενός βιβλίου;

Πιστεύω πως οι εκδόσεις «Ελκυστής» είναι ένας εκδοτικός οίκος που στηρίζει περισσότερο τους Έλληνες συγγραφείς όσο και αν το ξένο μυθιστόρημα είναι κάτι που αποδίδει ίσως περισσότερα κέρδη σε αυτόν τον τομέα.

Σχεδιάζετε κάποια παρουσίαση βιβλίου το επόμενο διάστημα;

Μόλις αντιληφθώ ότι έχει δημιουργηθεί ανάγκη για να με γνωρίσουν κάποιοι από τους αναγνώστες που με τίμησαν με την εμπιστοσύνη τους να είστε σίγουροι πως θα το τολμήσω.

Μια ευχή για το μέλλον;

Να ξεπεράσουμε την κρίση που οφείλεται στον πόλεμο ώστε να μπορεί ο μέσος Έλληνας να απολαμβάνει αυτό που του αναλογεί.

Πριν κλείσουμε τη συζήτηση θα ήθελα να μας παραθέσετε ένα απόσπασμα από το βιβλίο σας. 



Κύριε Μπασιάκο, σας ευχαριστώ πολύ για τη συζήτησή μας. Να είστε καλά και κάθε προσδοκία σας να γίνει πραγματικότητα.

Ευχαριστώ πολύ.

Βιογραφικό:

Ο Αθανάσιος Μπασιάκος γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη, στην περιοχή της Καμάρας.

Αποφοίτησε από το 3ο Γυμνάσιο Αρρένων Θεσσαλονίκης λαμβάνοντας υποτροφία ιδιωτικού ιδρύματος.

Φοίτησε στην Πολυτεχνική Σχολή Θεσσαλονίκης, στο Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών όπου έλαβε υποτροφία του ΙΚΥ κατά την εισαγωγή του.

Αποφοίτησε το 1976 και έλαβε την άδεια άσκησης του επαγγέλματος του πολιτικού μηχανικού.

Υπηρέτησε στον στρατό σε διάφορες μονάδες στην Κόρινθο, στην Αθήνα και στην Κοζάνη από όπου απολύθηκε το 1979.

Άσκησε το επάγγελμα του πολιτικού μηχανικού ως μηχανικός δημοσίων έργων, σε διάφορες περιοχές της Θεσσαλονίκης, της Βέροιας, της Ξάνθης και της Κομοτηνής.

Από το 1987 ζει στην Κομοτηνή και είναι παντρεμένος με την οδοντίατρο Διαλεκτή Χαμζά με την οποία απέκτησε δύο κόρες.

Συνταξιοδοτήθηκε ως διευθυντής της Πολεοδομίας Κομοτηνής το 2015 και έκτοτε ασχολείται με το πάθος του, που είναι η συγγραφή μυθιστορημάτων.

Σε όλη τη διάρκεια της καριέρας του ως πολιτικού μηχανικού δεν έπαψε να ασχολείται με την επιμελημένη ανάγνωση μυθιστορημάτων και φιλοσοφικών βιβλίων. Ορμώμενος από τα δεύτερα, εκπόνησε φιλοσοφικά και άλλα δοκίμια, τα οποία ανέγνωσε κατά καιρούς σε τοπικούς συλλόγους ως κύριος ομιλητής.

Μετά τη συνταξιοδότησή του, ανακάλυψε πλέον το πάθος του, που ήταν η συγγραφή μυθιστορημάτων, και αποφάσισε να συμμετάσχει σε σεμινάριο δημιουργικής γραφής της συγγραφέως Φωτεινής Ναούμ.

Την τελευταία πενταετία αφιερώνει καθημερινά αρκετές ώρες για να συγγράφει κείμενα που σκέφτεται να συμπεριλάβει σε επόμενο μυθιστόρημα ανάλογου περιεχομένου.

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια