Η Ευτυχία Αργυροπούλου απαντά στο ερωτηματολόγιο των Τεχνών


Η Ευτυχία Αργυροπούλου αποφοίτησε από την Σχολή Καλών Τεχνών (Τμήμα Θεάτρου) του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Είναι επίσης κάτοχος Οικονομικού Πτυχίου (Διοίκησης Επιχειρήσεων) και δύο Μεταπτυχιακών Τίτλων (MBA & Public Relations).

Έχει φοιτήσει σε Δραματικές Σχολές (Ωδείο Αθηνών, Ανωτέρα Δραματική Σχολή Μαίρη Βογιατζή Τράγκα, Λαϊκού Θέατρο Νίκου Καμτσή) και Καλλιτεχνικά Εργαστήρια (Θέατρο των Αλλαγών, Θεατρόσφαιρα, Εργαστήρι Βασίλη Διαμαντόπουλου, Ωδείο Τέχνη & Δημιουργία) που της παρείχαν εξειδικευμένες γνώσεις πάνω στο Θέατρο, τον Κινηματογράφο, το VideoArt, το Χορό, τη Μουσική…

Επαγγελματικά έχει εξερευνήσει αρκετούς και διαφορετικούς χώρους με ποικίλες ιδιότητες. Οικονομολόγος, Επικοινωνιολόγος, Παραγωγός, Ηθοποιός, Σκηνοθέτης, Συγγραφέας… όλα κομμάτια ενός ίδιου εαυτού και τα αγαπά όλα.


Μπορεί η τέχνη του θεάματος να κάνει τον κόσμο μας καλύτερο;

Αυτό που ένιωθα από μικρή είναι ότι η Τέχνη είναι το υποκατάστατο της ζωής. Αν ζούσαμε μια ζωή γεμάτη συναισθήματα, όμορφες εικόνες, κοντά στη φύση, κοντά στους ανθρώπους, κοντά στον ίδιο μας τον εαυτό, αν γελάγαμε, χορεύαμε, τραγουδάγαμε, αγκαλιάζαμε και όλα αυτά χωρίς τύψεις, τότε η Τέχνη θα ήταν περιττή. Αισθάνομαι ότι έχουμε ανάγκη την Τέχνη για να συνδεθούμε με τα συναισθήματά μας, για να νιώσουμε, να αφουγκραστούμε την ίδια μας την ύπαρξη και να συνειδητοποιήσουμε ότι είμαστε ζωντανοί. Για αυτό μας γοητεύει τόσο η Τέχνη, γιατί μας υπενθυμίζει ότι ζούμε. Όλα τα άλλα με τα οποία γεμίζουμε την καθημερινότητά μας, απλά μας βοηθάνε να υπάρχουμε.

Χρειαζόμαστε έναν πίνακα, ένα τραγούδι, ένα έργο, θεατρικό ή κινηματογραφικό για να κινητοποιήσουμε το συναίσθημά μας, να συγκινηθούμε, να κλάψουμε, να γελάσουμε, να προβληματιστούμε, να υπάρξουμε! Αυτή είναι η δύναμη της Τέχνης και ναι όσο δονείται το συναίσθημα μπορούμε να ελπίζουμε σε έναν καλύτερο κόσμο.

Γιατί θαυμάζετε την υποκριτική ως τέχνη;

Δεν την θαυμάζω! Η υποκριτική είναι ο δικός μου τρόπος να αναπνέω και δεν ξέρω κανένα να θαυμάζει το γεγονός ότι αναπνέει, παρά μόνο όταν του στερήσουν το οξυγόνο.

Αντιθέτως, θαυμάζω όλους όσους ζωγραφίζουν, όσους τραγουδάνε, όσους χορεύουνε, όσους δημιουργούν μουσική, όσους γράφουνε ποίηση. Θαυμάζω όλους όσους μπορούν να με συγκινήσουν με τη τέχνη τους, με μια τέχνη της οποίας τα εκφραστικά μέσα δεν κατέχω.

Προσωπικά θεωρώ ότι η μουσική έχει την μεγαλύτερη δύναμη από όλες τις τέχνες. Τουλάχιστον, έχει την μεγαλύτερη επίδραση πάνω μου. Ζηλεύω τους ανθρώπους που δημιουργούν μουσική και που έχουν τη δυνατότητα μέσω της τέχνης τους να αγγίξουν συναισθηματικές χορδές ετερόκλητων ανθρώπων, από το πρώτο μόλις δευτερόλεπτο ακρόασης.

Το θέατρο μπορεί να έχει τη δύναμη επηρεασμού ψυχής και νόησης αλλά θέλει χρόνο και απαιτεί την συμμετοχή του θεατή. Η μουσική λειτουργεί στο θυμικό, και επιδρά ακόμα και θεραπευτικά πάνω μας, σχεδόν ερήμην μας.


Γιατί υπηρετείτε την υποκριτική;

Πέρα από μια ακατανίκητη ανάγκη ύπαρξης και έκφρασης, η τέχνη μου, το θέατρο ή ο κινηματογράφος, ως ηθοποιός αλλά και ως σκηνοθέτης, μου επιτρέπει να συνομιλώ με τους γύρω μου, να καταθέτω τη δική μου άποψη για την κοινωνία που επιθυμώ και μάλιστα με τα πιο δυνατά επιχειρήματα. Αυτό έκανα πάντα με την τέχνη μου, έδειχνα στους άλλους την δύναμη της θετικής επίδρασης, το ανθρώπινο μεγαλείο, τη σημασία της ενσυναίσθησης. Ειδικά στη σημερινή εποχή που η το πληκτρολόγιο προσφέρει εύκολη καταδίκη, θεωρώ ότι το να μπορούμε να μπαίνουμε στη θέση του άλλου, ως ηθοποιοί αλλά κυρίως ως θεατές, μας προσφέρει την πολυτέλεια της ανάγνωσης της ανθρώπινης φύσης, της κατανόησης και εν τέλει της συγχώρεσης. Πάντα πίστευα στη δύναμη της αγκαλιάς. Ε, η τέχνη μας, η υποκριτική είναι μια ευκαιρία για μια τεράστια αγκαλιά!

Θυμάστε ποιο ήταν το πρώτο θεατρικό έργο που παρακολουθήσατε στη ζωή σας;

Βρισκόμουν στις πρώτες τάξεις του δημοτικού όταν μας επισκέφτηκε ένας θίασος και μας παρουσίασε μια παράσταση της οποίας το τίτλο δεν θυμάμαι, αλλά το θέμα της με επηρέασε βαθιά.

Θυμάμαι, σαν τώρα, το πολύχρωμο γαϊτανάκι που είχε γεμίσει τη σκηνή και τους ήρωες – ηθοποιούς να τραγουδάνε μελωδικά: «…αν όλα τα παιδιά της γης κρατούσανε σφιχτά τα χέρια ο κύκλος θα γινότανε πολύ πολύ μεγάλος και ολόκληρη τη Γη μας θ’ αγκάλιαζε θαρρώ!».

Το ανεξίτηλο άγγιγμα αυτής της παράστασης με έκανε όχι απλά να αποδέχομαι τη διαφορετικότητα αλλά να αναγνωρίζω την ανθρώπινη πολυμορφία ως κάτι θαυμαστό και να την αποζητώ!

Θυμάμαι ως παιδί να έχω όραμα να βρεθώ σε ένα τεράστιο τραπέζι με καλεσμένους ανθρώπους από διαφορετικές χώρες. Αυτό το όραμα ευτυχώς έγινε πραγματικότητα και ήταν ακόμα πιο όμορφο από ότι φανταζόμουνα.

Ποιο έργο θεατρικού συγγραφέα αγαπάτε περισσότερο και γιατί;

Στα ταραγμένα μεταεφηβικά μου χρόνια συνδεόμουν απόλυτα με τον ποιητή μας Κώστα Καρυωτάκη και την θεατρική συγγραφέα Σάρα Κέιν. Το έργο της που αισθανόμουνα ότι μόνο εγώ μπορώ να κατανοήσω και κανένας άλλος ήταν το τελευταίο της κείμενο με τίτλο «4:48 – Η Ψύχωση». Η ταύτιση της δικής μου ταραγμένης ψυχής με την άρρωστη ψυχή της ηρωίδας – συγγραφέα ήταν τόσο ισχυρή που μου πρόσφερε ανακούφιση.

Μεγαλώνοντας και αντιμετωπίζοντας τους προσωπικούς μου δαίμονες, άρχισα να απομακρύνομαι από το «εγώ» και να προσεγγίζω το «εμείς». Και αν και ταυτίζομαι πλέον με την ποίηση του Κωνσταντίνου Καβάφη, με γοητεύουν θεατρικά έργα που αγγίζουν κοινωνικά ζητήματα. Αγαπημένες μου επιλογές βρίσκονται στο Νεοελληνικό θέατρο – από Γαλάτεια Καζαντζάκη έως Παντελή Χορν, Γιώργο Σεβαστίκογλου και Δημήτρη Κεχαΐδη.

Η απόσταση που έχουν αυτά τα έργα από την εποχή μας είναι αρκετή ώστε να παραμένουν επίκαιρα αλλά ταυτόχρονα επιτρέπουν στον θεατή να τα βλέπει από μια απόσταση. Αυτή η απόσταση δίνει τη δύναμη στο έργο να επηρεάζει θετικά τον θεατή, να τον διαμορφώνει σε ενεργό πολίτη, να τον αναγκάζει να πάρει θέση σε ένα κοινωνικό ζήτημα (βλ. «Αγγέλα» ή «Το πανηγύρι»). Η διαδρομή ξεκινάει από την επίκληση του συναισθήματος για να ακολουθήσει η νοητική διαδικασία και έτσι η δράση – αντίδραση στο κοινωνικό φαινόμενο είναι πιο πιθανή. Όταν το έργο μεταφέρεται στην εποχή του σήμερα, τότε η απουσία απόστασης δημιουργεί αμηχανία και τελικά απραξία. Για αυτό και κατά τη γνώμη μου, τα έργα εποχής έχουν μεγαλύτερη απήχηση αλλά και δύναμη!

Σε ποιο θεατρικό έργο θα θέλατε οπωσδήποτε να συμμετέχετε στο μέλλον;

Έχω ρόλους – απωθημένα που γνωρίζω ότι δεν θα παίξω στο μέλλον, λόγω ηλικίας. Τέτοιοι ρόλοι είναι η «Σαλώμη» του Όσκαρ Ουάιλντ και η Νύφη από τον «Ματωμένο Γάμο» του Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα. Αυτές οι γυναίκες διαθέτουν πάθος και η ερμηνεία τους απαιτεί δύναμη, παρουσία και τεχνική. Συγγενεύουν με τις ηρωίδες της Αρχαίας Ελληνικής Τραγωδίας και για αυτό τις λατρεύω!

Ως προς τους ρόλους που έχω μπροστά μου, δεν σκέφτομαι κάποιους ήρωες - ηρωίδες ως απωθημένα. Συνεχίζουν να με γοητεύουν οι δυναμικές γυναίκες που βάζουν ψυχή και πάθος στην κάθε τους δράση.


Ποιον θεατρικό συγγραφέα θαυμάζετε περισσότερο;

Θαυμάζω τους συγγραφείς που προσφέρουν ένα κείμενο άμεσο, αισιόδοξο, φωτεινό, ένα κείμενο που να είναι γεμάτο εικόνες, ήχους, ευωδιές, ένα κείμενο βγαλμένο από το συρτάρι που κρύβουμε παλιές φωτογραφίες. Ένας τέτοιος γνωστός συγγραφέας ήταν ο Χρήστος Γιαννακόπουλος (βλ. «Αλίμονο στους νέους»), μια λιγότερη γνωστή συγγραφέας είναι η Νάνσυ Μητροπούλου (βλ. «Που να σου εξηγώ…»). Αυτό το νέο κορίτσι έχει μια τόσο φωτεινή ματιά, μια τόσο δυνατή πένα, που το γεμάτο αυθεντικό συναίσθημα κείμενο που παραδίδει, είναι ακριβώς αυτό το εργαλείο που χρειάζεται η τέχνη για να κάνει τον κόσμο μας καλύτερο!

Ποιον σεναριογράφο και ποιον σκηνοθέτη θαυμάζετε περισσότερο;

Θα σας μιλήσω για έναν Σκηνοθέτη – Δραματουργό – Συγγραφέα – Μεταφραστή που θαυμάζω ιδιαίτερα και θα ήθελα πολύ να αποτελώ μέρος κάθε δουλειάς του, τον Δημήτρη Μαυρίκιο. Ο κος Μαυρίκιος είναι ο πρώτος που έφερε στην ελληνική θεατρική σκηνή το στοιχείο της κινηματογραφικής εικόνας. Τα έργα του είναι γεμάτα, γρήγορα, έχουν κίνηση, συναίσθημα, ρυθμό. Η σκηνοθετική του ματιά είναι πρωτοποριακή, έχει έμπνευση αλλά δεν είναι καθόλου «δήθεν», δικαιολογείται απόλυτα, γίνεται κατανοητή, προσθέτει και δεν αφαιρεί ουσία, με ανούσιους μοντερνισμούς. Ο ίδιος γνωρίζει καλά τη γλώσσα, τις λέξεις, δουλεύει με το κείμενο, και ίσως για αυτό το σέβεται και απόλυτα. Αυτός λοιπόν ο συνδυασμός κειμένου και εικόνας βρίσκεται σε μια αρμονική συνύπαρξη που απογειώνει σχεδόν κάθε δουλειά του κ. Μαυρίκιου. Από τις πιο δυνατές του παραστάσεις υπήρξε «Η Πάπισσα Ιωάννα», που είχε παρουσιαστεί μέσα στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών & Επιδαύρου. Η παράσταση βασίστηκε σ’ ένα θεατρικό κείμενο το οποίο προέκυψε ως σύνθεση στοιχείων από το ομώνυμο αφορισμένο μυθιστόρημα (1866), αλλά και από τη ζωή του Ροΐδη με τη μητέρα του. Εννοείται ότι την συγγραφή και τη δραματουργία, έκανε ο Δημήτρης Μαυρίκιος.

Ένας νεότερος δημιουργός, εξίσου εμπνευσμένος και αυθεντικός είναι ο Κωνσταντίνος Ασπιώτης. Αυτός ο ταλαντούχος ηθοποιός είναι ακόμα πιο ταλαντούχος σκηνοθέτης. Οι δουλειές του έχουν επίσης μια γνήσια ματιά, φρέσκια, γεμάτη έμπνευση, φαντασία, αλήθεια! Μια από τις δουλειές του που θαύμασα όσο καμιά άλλη παράσταση ήταν το «Αρμαντέιλ» του εκπληκτικού συγγραφέα Γουίλκι Κόλινς. Το συγκεκριμένο μυθιστόρημα δραματοποιήθηκε από τον ίδιο τον Κωνσταντίνο Ασπιώτη και παρουσιάστηκε ως μια άρτια παράσταση τεσσάρων ωρών με πρωταγωνίστρια μια άλλη θαυμαστή ηθοποιό, την Μαρία Κίτσου. Την συγκεκριμένη τετράωρη παράσταση την παρακολούθησα 5 φορές, προσπαθώντας να ξεσηκώσω την σκηνοθετική της μαεστρία.

Ποιον ηθοποιό θαυμάζετε περισσότερο;

Με γοητεύουν όλοι οι καλλιτέχνες που μπορούν και χειρίζονται τα εκφραστικά τους μέσα με μαεστρία, με αλήθεια. Οι καλλιτέχνες είναι εύθραυστα πλάσματα και όταν τολμούν να είναι διάφανα, όταν μας επιτρέπουν να κρυφοκοιτάξουμε την εσωτερική τους αλήθεια, όταν ξεγυμνώνονται μπροστά μας, τότε και μόνο τότε μπορούμε να συνδεθούμε και ως θεατές μαζί τους. Αυτούς τους ηθοποιούς θαυμάζω λοιπόν που μπορούν και το καταφέρνουν αυτό, που το κάνουν να μοιάζει εύκολο, αβίαστο, φυσικό. Μια τέτοια ηθοποιός είναι η Μαρία Ναυπλιώτου, η Μαρία Κίτσου, η Πηνελόπη Τσιλίκα, κ.α.

Θέατρο, κινηματογράφος ή τηλεόραση; Τι σας ελκύει περισσότερο και γιατί;

Ο Κινηματογράφος είναι ο μεγάλος μου έρωτας, το καταφύγιό μου, η σανίδα σωτηρίας μου! Ζώντας από μικρό παιδί, ως θεατής, μέσα στις ταινίες, κατάφερα να αντέξω αυτό τον κόσμο. Η αγάπη μου για τον κινηματογράφο με οδήγησε στην τέχνη μου. Σκεφτείτε ότι ανήκω σε αυτούς που ζούνε τόσο πολύ μέσα σε αυτό που βλέπουν που δεν μπορώ να δω μια ταινία ή ακόμα και ένα έργο στην τηλεόραση παρέα με κάποιον άλλον. Δεν αντέχω τους περισπασμούς, βουτάω μέσα στον μύθο και γίνομαι κομμάτι της ιστορίας. Ο Κινηματογράφος έχει αυτή τη δύναμη! Να μπορείς να ζεις την ψευδαίσθηση ως αληθινή.

Το θέατρο κλείνει το μάτι στο θεατή, διαθέτει τη σύμβαση του να ξέρεις ότι είναι ένα ψέμα αυτό που παρακολουθείς αλλά να αναζητάς το μήνυμα του δημιουργού. Μπορεί να σε παρασύρει αλλά την ίδια στιγμή βλέπεις τα σπετσάτα, τους προβολείς, τις αλλαγές και των σκηνικών και θυμάσαι ότι παρακολουθείς μια παράσταση.

Ως δημιουργός βέβαια, ως ηθοποιός, προτιμώ το θέατρο γιατί σου δίνει τη δυνατότητα της δοκιμής, της εξέλιξης, της εμβάθυνσης και εν τέλει της αλήθειας. Ο κινηματογράφος και πολύ περισσότερο η τηλεόραση αποτελούν ένα μαρτύριο για τον ηθοποιό. Οι ταχύτητες, οι αποσπασματικές σκηνές, η έλλειψη συνέχειας, οι περισπασμοί από το πολυάριθμο συνεργείο, δεν επιτρέπουν στον ηθοποιό να συνδεθεί με την αλήθεια του και βασίζεται απόλυτα στην τεχνική του. Σε ένα γύρισμα ο ηθοποιός δείχνει, δεν νιώθει!

Ως σκηνοθέτης αγαπάω όλα τα είδη εξίσου γιατί μου επιτρέπουν να δημιουργώ τον κόσμο που φαντασιώνομαι. Αν και ξέρετε τι λένε: «Στο θέατρο παίζει ο ηθοποιός ενώ στον κινηματογράφο παίζει ο σκηνοθέτης».

Ποιο ρόλο θα θέλατε να είχατε παίξει για πρώτη φορά εσείς;

Δεν το έχω σκεφτεί και δεν νομίζω ότι ένα τέτοιο ερώτημα ανήκει στους προβληματισμούς μου. Κάθε φορά που ένας ρόλος, μια ηρωίδα, ένα έργο παρουσιάζεται στο κοινό αποτελεί μια εντελώς νέα εμπειρία, τόσο για τον ηθοποιό που συμμετέχει σε αυτό όσο και για το κοινό. Αν υποδυόμουν την Έντα Γκάμπλερ, την Βιρτζίνια Γουλφ, την Μπλανς Ντυπουά ή την Αντιγόνη, τη Μήδεια, την Κασσάνδρα θα ήμουν εγώ ως το νέο συστατικό που θα έδινε μια διάσταση στο ρόλο, μοναδική, διαφορετική από όλες τις άλλες που θα τις είχαν υποδυθεί στο παρελθόν. Ο ρόλος δεν είναι η αλήθεια, ο ρόλος είναι το προσωπείο που επιτρέπει σε κάθε έναν από εμάς που το φοράμε, να μεταφέρει την δική του προσωπική αλήθεια. Για αυτό και κάθε παράσταση είναι μοναδική!

Ποιο ρόλο θα θέλατε να παίξετε με την πρώτη ευκαιρία;

Όπως προανέφερα θέλω να υποδύομαι δυναμικούς ήρωες που έχουν να πουν κάτι με πάθος. Με γοητεύουν οι επαναστάτες, αυτοί οι ήρωες που γεύονται τη ζωή ως το μεδούλι και την ίδια στιγμή δεν διστάζουν να την θυσιάσουν για τα ιδανικά τους. Θεωρώ ότι αυτοί οι ήρωες έχουν κάτι να μας πουν, να μας διδάξουν και ταυτόχρονα αποτελούν πρόκληση και για τα εκφραστικά μέσα ενός ηθοποιού. Έναν τέτοιο ρόλο υποδύομαι αυτή τη στιγμή και με έναν αντίστοιχο θα ήθελα να συνεχίσω. Η ταυτότητα αυτού του ρόλου σχεδόν με αφήνει αδιάφορη.

Κωμωδία ή δράμα; Ποια η προτίμησή σας;

Ως ηθοποιός αλλά και ως δημιουργός επιλέγω το δράμα. Εκτιμώ αφάνταστα την δύσκολη συνταγή του γλυκόπικρου, του έργου εκείνου που ενώ παρουσιάζεται ως κωμωδία, είναι φορτισμένο με έντονα συγκινησιακές στιγμές. Αντιθέτως, με αφήνει παντελώς αδιάφορη η κωμωδία τύπου φάρσα. Δεν ανήκω σε αυτούς που βλέπουν την τέχνη ως ένα χώρο ψυχαγωγίας. Πάω στα «μπουζούκια» αν θέλω να διασκεδάσω. Για μένα η τέχνη είναι χώρος προβληματισμού, ψυχικής σύνδεσης, μεταμόρφωσης, βελτίωσης εαυτού και τέλος κάθαρσης.


Πού σας βρίσκουμε αυτή την περίοδο;

Αυτή την περίοδο βρίσκομαι στο Θέατρο Αλκμήνη όπου υποδύομαι μια γυναίκα σύμβολο, την Μαρία Μαγδαληνή, σε ένα βαθιά φιλοσοφικό έργο, του Θανάση Σταυρόπουλου, «Το δάκρυ της Παναγίας – ένας ύμνος για τη Σμύρνη». Την σκηνοθεσία υπογράφει ο Μενέλαος Τζαβέλλας ενώ την Παναγία υποδύεται η Γεωργία Ζώη. Ο οκταμελής θίασός μας έχει ανταποκριθεί με μεγάλη επιτυχία σε ένα τόσο απαιτητικό έργο που περιέχει τραγούδια, βυζαντινούς ύμνους αλλά και έμμετρο λόγο.

Παράλληλα, υπογράφω σκηνοθετικά μαζί με τον Χριστόφορο Μουδούρη, μια αστυνομική σειρά μυστηρίου με τίτλο: «Το τσίμπημα της Βασίλισσας». Μέσα σε αυτό το σύγχρονο έργο όπου εγκλήματα πραγματοποιούνται στο σκοτεινό διαδίκτυο, καταγγέλλεται η πατριαρχική κοινωνία.

Νιώθετε ικανοποίηση από τη μέχρι τώρα καλλιτεχνική σας πορεία;

Δεν ξέρω πώς να σας απαντήσω! Εγώ απλά περπατάω, κινούμαι, πηγαίνω από το ένα δωμάτιο στο άλλο, βγαίνω στον κήπο, ανεβαίνω στη ταράτσα, κ.ο.κ. Αυτό είναι για εμένα η πορεία μου στη τέχνη, μια διαρκή αναζήτηση, ένα πείραμα, δύο πειράματα, τρία πειράματα κ.ο.κ. Μέσα στη τέχνη και ως απόφοιτος Δραματικής Σχολής αλλά και της Σχολής Καλών Τεχνών, έχω δημιουργήσει μια δική μου σχολή θεάτρου & κινηματογράφου, ένα δικό μου θέατρο, έχω διοργανώσει Φεστιβάλ Τεχνών, έχω διοργανώσει Φεστιβάλ Κινηματογράφου με παγκόσμια εμβέλεια, έχω παίξει ως ηθοποιός στο θέατρο, στη τηλεόραση, στον κινηματογράφο, έχω σκηνοθετήσει στο θέατρο, στον κινηματογράφο και τώρα ετοιμάζω κάτι και για την τηλεόραση. Έχω ασχοληθεί με την παραγωγή σε θέατρο και κινηματογράφο ενώ έχω γράψει και βιβλίο πάνω στη Θεατρική παραγωγή στην Ελλάδα. Ακούγονται αρκετά αλλά όχι δεν είναι, είναι μόνο η αρχή σε μια προσωπική αναζήτηση μέσα στον θαυμαστό χώρο της τέχνης.

Ποιες είναι οι καλλιτεχνικές σας βλέψεις για το μέλλον;

Να μπορώ να συνεχίζω! Η τέχνη μου είναι το οξυγόνο μου. Όσο υπάρχω λοιπόν θα δημιουργώ με όποιον τρόπο μπορώ. Δεν ανήκω σε αυτούς που περιμένουν το τηλέφωνο να χτυπήσει. Ποτέ δεν άνηκα και για αυτό δημιούργησα μόνη μου τις συνθήκες της δημιουργίας. Αυτό θα κάνω και στη συνέχεια. Θα βρίσκομαι πάνω, κάτω ή πίσω από τη σκηνή, αρκεί να δημιουργώ, αρκεί να υπάρχω!

Ως προς το άμεσο μέλλον, η αλήθεια είναι ότι ήδη συζητάμε με τον σκηνοθέτη μου, τον Μενέλαο Τζαβέλλα την επόμενη θεατρική μας δουλειά ενώ ταυτόχρονα το project της Αστυνομικής μας σειράς αποτελεί ένα τεράστιο εγχείρημα που απαιτεί πολύ χρόνο και προσπάθεια.

Αυτό που θα ήθελα να μου συμβεί σύντομα είναι να σκηνοθετήσω για το θέατρο ένα από τα έργα του Νεοελληνικού Θεάτρου που τόσο αγαπώ! Έχω κάτι πολύ συγκεκριμένο στο μυαλό μου που αγγίζει τη θέση της νεαρής γυναίκας στις χώρες της Ανατολής. Ελπίζω να βρω το χρόνο και τη δύναμη να το υλοποιήσω!

Μια ευχή σας που θα θέλατε να πραγματοποιηθεί;

Να καταλάβουμε οι άνθρωποι την δύναμη που έχουμε, ακόμα και ως μονάδες, να αλλάξουμε τον κόσμο! Αν συνειδητοποιήσουμε ότι εμείς ορίζουμε τη ζωή μας ίσως αφήσουμε πίσω την γκρίνια και τη μιζέρια, ίσως τότε γίνουμε πιο ενεργητικοί, πιο δημιουργικοί, πιο χαρούμενοι! Και τότε σίγουρα θα είμαστε καλύτεροι άνθρωποι!

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια