Ο Γιάννης Καλπούζος πέρα από πολύ αξιόλογος πεζογράφος, είναι εξίσου αξιόλογος ποιητής, αλλά και στιχουργός. Άλλωστε, όπως μας αναφέρει ο ίδιος, όλα είναι λόγος. Κι ως δοκιμασμένος κι έμπειρος δημιουργός, αγαπά τη γλώσσα σε όλες τις εκφράσεις της, αφού μοναδικός σκοπός αυτών είναι η επικοινωνία. Πριν από λίγες μέρες κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Ψυχογιός» το νέο του ιστορικό μυθιστόρημα με τίτλο «καλντερίμι» για το οποίο θα μας μιλήσει σήμερα στις Τέχνες στη συνέντευξη που ακολουθεί.
Συνέντευξη στη Στέλλα Πετρίδου
Κύριε Καλπούζο, ασχολείστε αρκετά χρόνια με τη συγγραφή. Πέρα από πεζογράφος, είστε ποιητής, αλλά και στιχουργός. Η ερώτησή μου είναι εύλογη. Γιατί; Τι είναι αυτό που ωθεί να εκφράζεστε μέσω αυτής;
Με οδηγούν οι εκρήξεις της ψυχής μου, αλλά γιατί θέλω να καταθέσω την άποψή μου για τη ζωή.
Έχετε καταπιαστεί με όλα τα είδη του λόγου, μυθιστόρημα, διήγημα, ποίηση, στιχουργική κι αυτό είναι πραγματικά εντυπωσιακό, καθώς τα καταφέρνετε σε όλα εξίσου καλά. Ωστόσο, θα ήθελα να σας ρωτήσω αν τρέφετε ιδιαίτερη αδυναμία σε κάποιο από αυτά τα είδη και γιατί.
Όλα είναι λόγος. Αγαπώ τη γλώσσα, την έκφραση, την επικοινωνία.
Πιστεύετε ότι οι άνθρωποι με την ολοένα και αυξανόμενη χρήση του διαδικτύου διαβάζουν βιβλία στις μέρες μας;
Στην Ελλάδα διαβάζει περίπου το 8%, όσοι και πριν από είκοσι χρόνια που το διαδίκτυο δεν είχε εξελιχθεί όσο σήμερα.
Η κρίση αναμφίβολα έχει επηρεάσει σημαντικά την τέχνη και φυσικά τη λογοτεχνία. Μπορεί σήμερα ένας συγγραφέας να βιοποριστεί μόνο από τα έργα του;
Ανάλογα με τις πωλήσεις του καθενός. Στην Ελλάδα πολύ λίγοι βιοπορίζονται από τις πωλήσεις των βιβλίων τους.
Μπορεί να υπάρξει δημιουργία χωρίς έμπνευση; Εσείς ως δημιουργός, που έχετε διανύσει μια τόσο αξιόλογη πορεία στο χώρο των γραμμάτων, πιέσατε ποτέ τον εαυτό σας να δημιουργήσει κατά παραγγελία;
Ποτέ δεν έγραψα κατά παραγγελία, ούτε και θα το κάνω. Χωρίς έμπνευση, ήτοι ταλέντο, και να γράψει κανείς δε θα είναι κάτι αξιόλογο.
Πολλά από τα έργα σας έχουν τιμηθεί και βραβευθεί από διάφορους φορείς. Επίσης έχουν μεταφραστεί κι έχουν κυκλοφορήσει στο εξωτερικό. Νιώθετε πως έχετε ανταμειφθεί επαρκώς για την πολύτιμη προσφορά σας στον ελληνικό πολιτισμό;
Το μεγαλύτερο βραβείο μου είναι η αποδοχή των βιβλίων μου από τους αναγνώστες. Μένω σε αυτό και δεν επιζητώ κάτι άλλο.
Το ιστορικό μυθιστόρημα, το οποίο αγαπάτε πολύ, είναι ένας τρόπος να γνωρίσει ο αναγνώστης την ιστορία του τόπου του; Τι πιστεύετε;
Ένα καλό ιστορικό μυθιστόρημα, δηλαδή με εμβριθή έρευνα και χωρίς προκαταλήψεις από τη μεριά του συγγραφέα, μπορεί να μεταφέρει πολλές γνώσεις στον αναγνώστη. Κυρίως για την κοινωνική Ιστορία, αυτή που γράφουν οι απλοί άνθρωποι, οι πρόγονοί μας.
Κινδυνεύει ο συγγραφέας να παραποιήσει την ιστορική αλήθεια και να κατηγορηθεί σκληρά γι’ αυτό του το εγχείρημα; Είναι σε θέση να αναλάβει ένα τέτοιο ρίσκο και να επωμιστεί τις ευθύνες που του αναλογούν στη σημερινή εποχή; Ή η εποχή μας δεν ενδιαφέρεται πλέον για την ορθότητα των πληροφοριών που εμμέσως διαρρέουν μέσα από τον λογοτεχνικό λόγο;
Οι αναγνώστες σαφώς και ενδιαφέρονται για την ορθότητα των πληροφοριών, κρίνουν και αξιολογούν τον εκάστοτε συγγραφέα, ο οποίος οφείλει να φωτίζει πανταχόθεν μια εποχή ή τα ιστορικά γεγονότα και να αφήνει τα συμπεράσματα στον αναγνώστη. Βεβαίως οι μυθοπλαστικοί ήρωες πρέπει να έχουν άποψη, αρκεί αυτή να μην έρχεται να προκαταλάβει την άποψη των αναγνωστών ή να επιχειρεί να τους χειραγωγήσει. Όποιος παραποιεί την αλήθεια, δεν είναι καλός συγγραφέας.
Το αναγνωστικό κοινό στην Ελλάδα στηρίζει τις προσπάθειες των συγγραφέων που επιθυμούν να διατηρήσουν ζωντανή την ιστορία του τόπου τους; Υπάρχει αυτό που ονομάζουμε ικανοποιητική «εμπορική κίνηση», ώστε να ενθαρρύνονται με τη σειρά τους και οι εκδοτικοί οίκοι για την έκδοση μυθιστορημάτων ιστορικού περιεχομένου;
Οι αναγνώστες στηρίζουν τα βιβλία που τους αγγίζουν και εκτιμούν ότι ο συγγραφέας κάνει καλά τη δουλειά του. Από ό,τι δείχνουν τα στοιχεία υπάρχει ενδιαφέρον για μυθοπλασίες που εξελίσσονται σε αλλοτινές εποχές.
Στις 23 Μαρτίου κυκλοφόρησε το τελευταίο σας βιβλίο, το ιστορικό μυθιστόρημά σας, με τίτλο «καλντερίμι» από τις εκδόσεις «Ψυχογιός». Ένα βιβλίο που καλεί τους αναγνώστες του σε ένα σεργιάνι στην ιστορική εξέλιξη της μάγισσας πόλης της Θεσσαλονίκης μέσα από τις ζωές τριών γενεών, ακολουθώντας τους ήρωες από το 1867 έως το 1919 ενώ οι μνήμες τους κλείνουν έναν κύκλο 99 χρόνων. Καθημερινότητα, εντυπωσιακές αλλαγές στην πόλη της Θεσσαλονίκης και συνταρακτικά ιστορικά γεγονότα της περιόδου αυτής, πώς συνδυάζονται όλα αυτά με τον μύθο του βιβλίου;
Ήταν σαν να ζούσα εκεί, αφού προηγήθηκε κοπιαστική έρευνα για μεγάλο χρονικό διάστημα. Οι ήρωες του βιβλίου δρουν και κινούνται στην εποχή τους, είναι γαλουχημένοι με ό,τι αυτή επιτάσσει και αναγκαστικά έρχονται αντιμέτωποι με τα ιστορικά γεγονότα ή τις θεομηνίες. Ωστόσο τα εν λόγω γεγονότα έχουν θέση στο υπόστρωμα, φαίνονται μέσα από τη δράση των προσώπων του βιβλίου. Στο προσκήνιο κυριαρχούν τα βάσανα, οι καημοί, οι επιδιώξεις, τα όνειρα και εν γένει οι ζωές των ανθρώπων, εν προκειμένω των μυθοπλαστικών ηρώων.
Πείτε μας λίγα λόγια για το περιεχόμενο της ιστορίας σας.
Η μυθοπλασία παρακολουθεί τρεις γενιές, τον παππού Αντίπα, τον γιο του τον Παράσχο και τον Κλεάνθη, εγγονό και γιο αντίστοιχα. Παράλληλα αρκετές γυναίκες που πλαισιώνουν τους πρωταγωνιστές - συζύγους, ερωμένες, αδελφές… Στο ξεκίνημα του βιβλίου δύο άγνωστοι απειλούν με μαχαίρι και πιστόλι τον Παράσχο, απαιτώντας να γράψει στον Κλεάνθη να ελευθερώσει τον κομιτατζή Ασάν Τάνο, τον οποίο δε γνωρίζει ή έτσι νομίζει. Σύντομα θα ανακαλύψει ότι έχουν απαγάγει μία από τις κόρες του. Απαγωγή που θα του φυτέψει τον ακοίμητο σπόρο της εκδίκησης.
Οι ζωές των τριών πρωταγωνιστών είναι κατά περίπτωση ήσυχες, θυελλώδεις, περιπετειώδεις και παραβατικές. Ρίχνονται στο κυνήγι της ευτυχίας. Ορισμένοι υψώνουν το αγνό συναίσθημα και το καθήκον ως ύψιστα αγαθά, ενώ άλλοι ξεπέφτουν, μπλέκουν με συμμορίες και κυλιούνται στη λάσπη. Στις ζωές τους χωράνε προδοσίες, μίση, αδελφικοί φίλοι, αινιγματικές γυναίκες, νταήδες, καφέ σαντάν, πόρνες, χοροεσπερίδες, τα αυστηρά ήθη της εποχής, η ανδροκρατούμενη κοινωνία, ο πατριωτισμός, η δύναμη του συνόλου μέσα από μία ομάδα, η ελληνικότητα της Μακεδονίας, η ακραία φτώχεια που ενίοτε ή αρκετά συχνά οδηγεί στην παραβατικότητα, ο ρόλος της οικογένειας, ο εθνικισμός, η λίγδα του χρήματος και πολλά ακόμη, με διαρκώς παρόντα τον ξέφρενο χορό του έρωτα.
Γράφετε:
«Όλα ξεκινούν και πορεύονται
σύμφωνα με όποιον ακοίμητο σπόρο
φυτεύεις μέσα σου ή σ’ τον φυτεύουν.» Τι εννοείτε;
Όσα φυτεύονται, ριζώνουν στον νου και στην ψυχή και καθορίζουν την πορεία μας: θρησκεία, ήθη, μίσος, εκδικητικότητα, έρωτας…
«Μπορείς να τσακώσεις ένα αστέρι; Μπορείς να κλείσεις την ανάσα στη χούφτα σου; Γιομίζεις την τσέπη σου με ήλιο;» Ποια πιστεύετε πως είναι η απάντηση του αναγνώστη διαβάζοντας το βιβλίο σας αυτό;
Να νιώσει τον ποιητικό λόγο, αλλά και το αδιέξοδο, το βασάνισμα του μυθοπλαστικού ήρωα που τη δεδομένη στιγμή.
Γιατί επιλέξατε τον συγκεκριμένο τίτλο για να κοσμήσει το εξώφυλλό του βιβλίου σας;
Συμβολίζει τα τραντάγματα των ζωών των μυθοπλαστικών ηρώων, ωσάν να επιβαίνουν σε άμαξα που κυλάει σε καλντερίμι.
Ποιο υπήρξε το ερέθισμά σας για να ξεκινήσετε τη συγγραφή του συγκεκριμένου έργου;
Η θεματολογία. Η ακραία φτώχεια που μπορεί να οδηγήσει στην παραβατικότητα, ο ρόλος της πατροπαράδοτης διδαχής, ο εθνικισμός, η λίγδα του χρήματος και πολλά ακόμη.
Χρειάστηκε να ανατρέξετε σε πλειάδα πηγών για τη συγγραφή του συγκεκριμένου βιβλίου. Θεωρείτε πως είναι χρέος του κάθε συγγραφέα να το κάνει αυτό όταν γράφει ένα ιστορικό μυθιστόρημα, να συμβουλεύεται δηλαδή τις πηγές κι έπειτα να τις αναφέρει κάθε φορά που κρίνεται απαραίτητο;
Καθείς κι ο ίσκιος του. Από την πλευρά μου έτσι αισθάνομαι ότι σέβομαι τη δουλειά μου και τους αναγνώστες. Η ακριβής ανάπλαση μιας εποχής γίνεται για να ζήσει ο αναγνώστης παραστατικά όσα διαδραματίζονται στο μυθιστόρημα, αλλά και για να είναι σε θέση να κρίνει τους μυθοπλαστικούς ήρωες και τα ιστορικά γεγονότα με τα μέτρα και τα σταθμά που ίσχυαν τότε κι όχι με τα σημερινά δεδομένα. Όσον αφορά την καταγραφή των πηγών, μια και δεν πρόκειται για επιστημονική εργασία η οποία επιβάλλει να υπάρχει υποσημείωση για το πού βρήκε τι ο μελετητής, δε το θεωρώ απαραίτητο. Ούτε θα ήταν δυνατόν να υπάρχουν για κάθε πληροφορία υποσημειώσεις σε ένα μυθιστόρημα. Οι γενικές αναφορές περισσότερο στοχεύουν στον εντυπωσιασμό παρά στην ουσία.
Κύριε Καλπούζο, σας ευχαριστώ πολύ για την όμορφη συζήτηση και σας εύχομαι καλή και δημιουργική συνέχεια στο συγγραφικό σας έργο.
© Βάσω Μαραγκουδάκη_credits |
Βιογραφικό:
Ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΛΠΟΥΖΟΣ γεννήθηκε το 1960 στο χωριό Μελάτες της Άρτας. Έχει γράψει τα μυθιστορήματα: ΙΜΑΡΕΤ, το οποίο τιμήθηκε το 2009 με το Βραβείο Αναγνωστών του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου και έχει μεταφραστεί στα πολωνικά, στα τουρκικά, στα αραβικά, στα αγγλικά και στα αλβανικά, ΣΑΟΣ, ΑΓΙΟΙ ΚΑΙ ΔΑΙΜΟΝΕΣ, ΟΥΡΑΝΟΠΕΤΡΑ, Ο,ΤΙ ΑΓΑΠΩ ΕΙΝΑΙ ΔΙΚΟ ΣΟΥ, ΡΑΓΙΑΣ, ΣΕΡΡΑ, το οποίο τιμήθηκε με το Πρώτο Βραβείο Μυθιστορήματος Μικρασιατικού Περιεχομένου για τα έτη 2016-2018 και έχει μεταφραστεί στα αλβανικά, ΓΙΝΑΤΙ και ΕΡΑΝ, τα οποία τιμήθηκαν με το Βραβείο Βιβλιοπωλείων Public 2019 και 2021 αντίστοιχα. Το ΙΜΑΡΕΤ κυκλοφορεί διασκευασμένο σε εφηβικό μυθιστόρημα, με εικονογράφηση του σκηνογράφου Αντώνη Χαλκιά. Επίσης έχει γράψει ποιητικές συλλογές, οι οποίες εμπεριέχονται στον τόμο ΠΟΙΗΣΗ 2000-2017, στίχους για 80 τραγούδια και τη συλλογή διηγημάτων ΚΑΠΟΙΟΙ ΔΕΝ ΞΕΧΝΟΥΝ ΠΟΤΕ.
0 Σχόλια