Κύριε Δορμπαράκη, τι ήταν αυτό που σας ώθησε να εκφραστείτε μέσω της συγγραφής νεανικών βιβλίων; Επηρέασαν να φανταστούμε οι σπουδές σας στα παιδαγωγικά;
Προφανώς οι σπουδές στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης με επηρέασαν αρκετά στο να ασχοληθώ με τη συγγραφή νεανικών βιβλίων. Παρόλα αυτά η αγάπη μου για το διάβασμα παραμυθιών με έκανε να μπω σ’ αυτόν τον μαγικό χώρο του παιδικού βιβλίου. Ήταν ένα μεγάλο όνειρο που είχα από μικρή ηλικία. Ονειρευόμουν δηλαδή να φτιάξω τη δική μου ιστορία, το παραμύθι εκείνο που θα πλάσω τους ήρωες με τη δική μου προσέγγιση και φαντασία. Όλο αυτό το κίνητρο σε συνδυασμό με την παιδαγωγική ενασχόληση και κυρίως τη μεγάλη αγάπη που είχα και έχω για τα παιδιά με ώθησαν στο να συγγράψω κάποια βιβλία για παιδιά και νέους.
Θεωρείτε ότι η συγγραφή γενικότερα, αλλά και η μουσική με την οποία ασχολείστε παράλληλα απελευθερώνουν αρκετά τον εσωτερικό σας κόσμο;
Υπάρχουν πολλοί τρόποι για να εκφράσει κάποιος όσα νιώθει και αισθάνεται. Πολύ περισσότερο όσοι ασχολούνται με τις Τέχνες έχουν τη δυνατότητα να εξωτερικεύσουν τα συναισθήματά τους μέσα απ’ αυτές. Είτε αυτό λέγεται ζωγραφική, θέατρο, μουσική ή λόγος. Για μένα μέχρι στιγμής η απελευθέρωση αυτή των συναισθημάτων επιτυγχάνεται μέσα από τις νότες αλλά και μέσα απ’ την καταγραφή στο χαρτί όσων νιώθω. Τόσο η σύνθεση μιας μουσικής όσο και η συγγραφή ενός βιβλίου με οδηγούν σε κόσμους ουράνιους ανοίγοντας διάπλατα τα φτερά για να πετάξω ψηλά. Είναι η στιγμή εκείνη που η ψυχή δίνει πνοή στις νότες του πενταγράμμου και μεταμορφώνει τη γραφίδα πάνω στο χαρτί. Αυτός είναι ο τρόπος, τουλάχιστον για μένα, για να ελευθερώσω την καρδιά μου…
Τι μπορεί να αποτελέσει έμπνευση για εσάς;
Η έμπνευση για μένα δεν περιγράφεται. Δεν προσδιορίζεται. Δεν εξαναγκάζεται. Είναι μία στιγμή επιφοίτησης που έρχεται ανάλογα με τις προσλαμβάνουσες της ψυχικής μας διάθεσης. Μπορεί αυτό που προκάλεσε την έμπνευση για μένα τη δεδομένη χρονική στιγμή σε κάποιον άλλο να αποτελεί μία ανιαρή κατάσταση. Ακόμα και στον ίδιο μας τον εαυτό πολλές φορές οι συνθήκες της έμπνευσης ενδέχεται να αλλάξουν με αποτέλεσμα να μην αντιδρά ο έσω εαυτός σε κίνηση προς δημιουργία. Η συγκεκριμένη αναλαμπή θα έρθει και θα ταρακουνήσει το μέσα μας. Είναι σαν τον εσωτερικό παλμό που χτυπάει δυνατά σε όλο μας το είναι. Αυτός ο παλμός μπορεί να προκληθεί από οτιδήποτε έχει εντυπωθεί στο ασυνείδητό μας, αρκεί να σπάσουμε τα δεσμά και να βγούμε στην επιφάνεια. Μην ξεχνάμε άλλωστε πως οι μεγαλύτερες εμπνεύσεις προήλθαν από γεγονότα κάπως «ασήμαντα» για τους περισσότερους ανθρώπους. Άρα, η έμπνευση για μένα, είτε είναι μουσική είτε συγγραφική, προέρχεται από αυτό που με απασχολεί μια δεδομένη χρονική περίοδο.
Πώς συνδυάζεται η παράδοση, η μουσική και η λογοτεχνία;
Για να απαντήσουμε σε αυτό το ιδιαίτερο ερώτημα είναι απαραίτητο να ορίσουμε πρώτα τι σημαίνει παράδοση. Μία έννοια ελαφρώς παρεξηγημένη στις μέρες μας ιδίως με τις ολοένα και περισσότερο εκσυγχρονιστικές - προοδευτικές τάσεις της κοινωνίας μας. Το να είναι κάποιος παραδοσιακός, πολύ συχνά παρερμηνεύεται ως κάποιος άνθρωπος οπισθοδρομικός. Η παράδοση όμως, κατά τη γνώμη μου, είναι κάτι πολύ πιο ουσιαστικό με βαθύτερες προεκτάσεις. Παράδοση, κατ’ εμέ, είναι το αληθινό βίωμα. Είναι το αυθεντικό και ουσιώδες. Είναι το όλον που μοιράζεται σε επιμέρους μέσα από τη γλώσσα, τα ήθη και έθιμα, τη μουσική, τη λογοτεχνία κτλ. Για να συνδυαστεί, λοιπόν, η παράδοση με τη μουσική και τη λογοτεχνία πρέπει να υπάρξει πραγματική προσέγγιση στην αναζήτηση της αλήθειας. Μόνο με αυτόν τον τρόπο θα καταλάβουμε την παράδοση των προγόνων μας. Θα κατανοήσουμε την πενιά των Βαμβακάρη και Τσιτσάνη. Θα γαλουχηθούμε απ’ την γραφίδα των Κόντογλου και Παπαδιαμάντη. Μόνο εάν βιώσουμε τα έργα τους στο σήμερα…
Έχετε νιώσει ποτέ την ανάγκη να μεταφέρετε στο χαρτί κάποιο προσωπικό σας βίωμα ή κάποια ιστορία που έχετε ακούσει από κάποιον άλλον;
Είναι πολύ σύνηθες αυτό για μένα. Τις περισσότερες φορές όσα με απασχολούν τα αποτυπώνω στο χαρτί σαν μία μορφή ημερολογίου. Είναι ένας τρόπος αποσυμπίεσης και εξισορρόπησης με τον εαυτό μου όταν δεν μπορείς να εκφράσεις σε ανθρώπους ανοιχτά κάποια πράγματα. Θεωρώ πως χρειάζεται κι αυτό γιατί μέσα από την έκφραση της πένας παίρνουν «σάρκα και οστά» περιστατικά που θα έμεναν κλειδωμένα στο ντουλάπι της ψυχής μας. Σε πολλά κείμενά μου αναφέρω καταστάσεις που έζησα ο ίδιος ή μου έκαναν εντύπωση στη ζωή των άλλων και ενδεχομένως θα μπορούσα να ζήσω κι εγώ. Είναι αυτονόητο όμως πως οι ήρωες ή η πλοκή της ιστορίας μου δεν θα προδώσει ποτέ άμεσα ούτε τον εαυτό μου αλλά ούτε προφανώς και τη ζωή των άλλων. Με μία ασπίδα συγκάλυψης προσπαθώ να περάσω ένα μήνυμα στον αναγνώστη χωρίς ωστόσο να εκφράζω με λεπτομέρειες τα στοιχεία εκείνα που θα τον στοχοποιήσουν. Όσοι ενδιαφέρονται, λοιπόν, μπορούν να ανακαλύψουν τα βιώματά μου μέσα από τους πλασματικούς ήρωες των βιβλίων μου.
Ποιος θεωρείτε ότι, τελικά, είναι ο σκοπός της τέχνης γενικότερα; Τι έχει να προσφέρει στον σύγχρονο άνθρωπο;
Η απάντησή μου στο ερώτημα αυτό θα είναι δοσμένη από τη φράση που είχε πει ο μεγάλος θεατρικός συγγραφέας, Ουίλιαμ Σαίξπηρ, όταν αντιστοίχως ρωτήθηκε γι’ αυτό. «Ο σκοπός της τέχνης είναι να δώσει στη ζωή σχήμα…». Είναι ένας λόγος που με εκφράζει απόλυτα. Τη δανείζομαι κι εγώ και τη σφετερίζομαι όσο μου επιτρέπεται. Μέσα από την τέχνη ανοίγεις τα φτερά σου, ελευθερώνεσαι από το καθημερινό κλουβί ενός στείρου προγράμματος, περπατάς ανέμελα χωρίς να σκέφτεσαι ότι θα πέσεις χάμω και θα λερωθείς. Το βασικότερο όμως όλων είναι πως μέσα από την τέχνη αποκτά νόημα και ουσία η ζωή. Είναι το αλάτι που νοστιμίζει το φαγητό. Είναι το «ευ» που προστίθεται στο «ζην». Κατανοείς καλύτερα τον εαυτό σου αρκεί να δώσεις χώρο στην καρδιά για να αφεθεί ολοκληρωτικά στον κόσμο της δημιουργίας.
Έχετε πρότυπα ως συγγραφέας; Στα γραπτά σας θα διαπιστώσει ο αναγνώστης επιρροές από άλλους αγαπημένους σας συγγραφείς;
Σαφώς και υπάρχουν πρότυπα κι αυτά δεν θα σβήσουν ποτέ. Με αυτά πορεύεσαι και συνεχίζεις την πορεία σου για να γίνεσαι ολοένα και καλύτερος. Είναι ένας τρόπος για να κρατιέσαι πάντα ενεργός και να έχεις αυτήν τη συγγραφική εγρήγορση θέλοντας να ομοιάσεις στους αγαπημένους σου συγγραφείς. Σκέφτεσαι πολύ συχνά και αναλογίζεσαι τον τρόπο που χειριζόταν τη γλώσσα ένας συγγραφέας κι αυτό σε ωθεί να ακολουθήσεις τα χνάρια του. Αντλείς κάθε φορά τον τρόπο σκέψης από τα μεγάλα έργα και φτιάχνεις στο τέλος το δικό σου δημιούργημα πατώντας πάνω σε αυτά, ώσπου κάποια στιγμή αποτελείς κι εσύ ίσως ένα πρότυπο μετά από χρόνια για κάποιον άλλον. Μία συγγραφική αλυσίδα. Ένα συγγραφικό «πάρε - δώσε» που μεταφέρεται από γενιά σε γενιά. Παπαδιαμάντης, Ξενόπουλος, Δέλτα, αλλά και ξένοι κλασσικοί συγγραφείς, όπως Ντίκενς, Ουγκώ, Ντοστογιέφσκι, είναι κάποιοι που θαυμάζω και αποτελούν ένα μεγάλο κίνητρο για συγγραφική μίμηση. Το αν κάποιος τώρα θα αναγνωρίσει στοιχεία ή επιρροές από αγαπημένους μου συγγραφείς στα γραπτά μου, δεν μπορώ να το απαντήσω εγώ αυτό. Θα ήταν πολύ τιμητικό για μένα αν έστω και λίγο αναγνωριζόταν αυτό το στοιχείο. Παρόλα αυτά ο μεγάλος μου στόχος είναι να χαράξω τη δική μου πορεία μετά από χρόνια και να αφήσω το δικό μου συγγραφικό στίγμα στον χώρο αυτόν. Αν θα τα καταφέρω ή όχι, αυτό θα το κρίνουν οι αναγνώστες και φυσικά η ιστορία…
Είναι απαιτητικοί αναγνώστες τα παιδιά και οι νέοι;
«Πώς να κρυφτείς απ’ τα παιδιά; Έτσι κι αλλιώς τα ξέρουν όλα…» λέει ένας στίχος ενός τραγουδιού. Πράγματι θα έλεγα πως όσο πιο μικρός είναι κάποιος οι απαιτήσεις μεγαλώνουν. Είναι αντιστρόφως ανάλογη η ηλικία από τις απαιτήσεις κι αυτό φαίνεται έντονα κι από τις αναγνωστικές επιδιώξεις των νέων ανθρώπων. Ένα παιδί θα καταλάβει από τις πρώτες λέξεις τον τρόπο που του μιλάς. Η αλήθεια και ο αυθορμητισμός που κρύβει αντικατοπτρίζεται ξεκάθαρα από τις άμεσες αντιδράσεις του. Προσωπικά έχω την πεποίθηση πως η συγγραφή ενός παραμυθιού είναι πολύ πιο δύσκολη πολλές φορές από την ανάλυση και παρουσίαση ενός περίπλοκου θέματος για ενήλικες.
Είναι ένα βιβλίο λαογραφικού τύπου θα λέγαμε. Ένα λαογραφικό περιδιάβασμα σε μέρη που χτυπάει η καρδιά της παράδοσης. Μία φανταστική ιστορία βγαλμένη από τις ρίζες του τόπου μας, απ’ τη Θράκη ως την Κάρπαθο κι απ’ την Κρήτη και τη Μάνη μέχρι την Πίνδο και την Κέρκυρα. Η ιστορία, εν συντομία, αναφέρεται σε δύο φίλους, τον Κωνσταντίνο και τον Δημήτρη, οι οποίοι διακατέχονται από αληθινό σεβασμό προς την παράδοση του τόπου τους, και μάλιστα τη μουσική. Ο έρωτάς τους γι' αυτήν γίνεται το όχημα για να διεισδύσουν και στις υπόλοιπες γεμάτες ζωή διαστάσεις της παράδοσης της πατρίδας τους. Η βιωματική προσέγγισή της - η επιτόπια παρουσία τους στους τόπους που ζει και εκφράζεται η παράδοση - τους κάνει να νιώσουν από κοντά τους ντόπιους ανασασμούς. Μέσα απ' το παραμύθι που λέει μια γιαγιά. Μέσα απ' το τραγούδι ενός παππού καραβοκύρη. Μέσα απ' τους τρανταγμούς του χορού σε μια χωριάτικη πλατεία. Οι δύο ήρωες, λοιπόν, γεμάτοι όρεξη, επιμονή και αγάπη γι’ αυτό που κάνουν ψάχνουν να ανακαλύψουν τι εστί «παράδοση». Η συνέχεια μέσα στις σελίδες του βιβλίου…
Η ιστορία σας, λοιπόν, άμεσα επηρεασμένη από τα μουσικά σας βήματα, δίνει τη δυνατότητα στον αναγνώστη μέσω της ψυχαγωγίας να γνωρίσει τις ρίζες της ελληνικής γης. Αυτή ήταν η επιδίωξή σας εξαρχής και η δική σας εσωτερική ανάγκη για να ξεκινήσετε τη συγγραφή του συγκεκριμένου βιβλίου;
Όλα ξεκίνησαν όταν πριν από αρκετά χρόνια γνώρισα την αείμνηστη Δόμνα Σαμίου, την κυρά Δόμνα, τη μεγάλη αυτή δασκάλα της παραδοσιακής μας μουσικής. Το έργο και ολόκληρη η ζωή της αποτέλεσαν για μένα ένα μεγάλο κίνητρο για να ψάξω και να ανακαλύψω κι εγώ ουσιαστικά πράγματα και πτυχές γύρω από την παράδοση του τόπου μας. Η ζωή της ένα αέναο ταξίδι για να ανακαλύψει και να διασώσει με κάθε τρόπο την παράδοση της Ελλάδας. Έτσι κι εγώ επηρεασμένος από το μεγάλο έργο της, κάθισα και συνέγραψα με πολλή αγάπη και μεράκι αυτή την ιστορία. Όντας μουσικός κι εγώ, παίζοντας κανονάκι, ήθελα να εμβαθύνω περισσότερο στον χώρο αυτόν. Βρήκα την ευκαιρία, λοιπόν, συλλέγοντας στοιχεία από κάθε μέρος και ψάχνοντας για ακριβείς πληροφορίες των περιοχών που πραγματεύομαι μέσα στο βιβλίο, κι έγραψα αυτήν τη φανταστική ιστορία με σκοπό να παρακινήσει κυρίως τους νέους προκειμένου να ασχοληθούν περαιτέρω με την παράδοση της χώρας μας. Ένα μικρό, με άλλα λόγια, έναυσμα για να προκληθεί το ενδιαφέρον σε όσους θελήσουν να εγκύψουν στην ιστορία του τόπου τους. Όλα αυτά με έναν τρόπο απλό, εναργή, ψυχαγωγικό χωρίς ψυχρές και στείρες αναπαραστάσεις του λαογραφικού μας πλούτου.
Όμορφες και τρυφερές εικόνες συνοδεύουν τις σελίδες του βιβλίου σας, όπως είθισται άλλωστε στα παραμύθια. Η εικονογράφος Χριστίνα Παπαθέου – Δουληγέρη απέδωσε πολύ όμορφα με την τέχνη της ζωγραφικής όσα με λέξεις εσείς καταθέτετε σ’ αυτό. Ως συγγραφέας, θεωρείτε ότι τα κατάφερε 100%;
Θεωρώ πως η απόδοση της εικονογράφησης ήταν εξαιρετική. Ήταν εξάλλου μία προσωπική επιλογή να απευθυνθώ στην κα Δουληγέρη έχοντας δει και θαυμάσει πολλά έργα της από προηγούμενες δουλειές της. Η συγκίνησή μου ήταν μεγάλη καθώς οι προσδοκίες μου καλύφθηκαν και με το παραπάνω. Είναι πολύ δύσκολο και σπάνιο να αποτυπωθεί στο ζωγραφικό χαρτί όσα έχει στο μυαλό του ο συγγραφέας. Στη συγκεκριμένη περίπτωση η εικονογράφηση λειτούργησε σαν το «alter ego» της ιστορίας που έγραψα. Τα χρώματα, οι μορφές, τα τοπία έγιναν ένα με τις λέξεις με αποτέλεσμα ο αναγνώστης να εισέρχεται πολύ περισσότερο στο λαογραφικό κλίμα του βιβλίου. Ένα μεγάλο ευχαριστώ στην κα Χριστίνα για τη συνεργασία που είχαμε καθώς κατάφερε να μετουσιώσει τις σκέψεις μου σε εικόνες.
Στο τέλος του βιβλίου σας ο αναγνώστης θα εντοπίσει το γλωσσάρι. Θεωρείτε ότι κρίνεται άκρως απαραίτητο για την κατανόηση ορισμένων λέξεων στις ιστορίες που αφηγείστε;
Το γλωσσάρι είναι ένα επιπλέον στοιχείο του βιβλίου το οποίο λειτουργεί επικουρικά στον αναγνώστη, ιδίως σε εκείνον που επιθυμεί ακόμα περισσότερο να ανακαλύψει και να μάθει κάποιους όρους σχετικά με την παραδοσιακή μουσική και όχι μόνο. Παρόλα αυτά, η επιλογή να ανατρέξει κανείς εκεί (γλωσσάρι) βρίσκεται στη διάθεση και στο μεράκι του αναγνώστη. Γι’ αυτό και τοποθετήθηκε στο τέλος του βιβλίου χωρίς ενδιάμεσους «εξαναγκασμούς» παροχής της πληροφορίας-γνώσης.
Τελικά, εσείς εκ του αποτελέσματος και πιάνοντας το βιβλίο στα χέρια σας, πώς θα το χαρακτηρίζατε με δυο λόγια; Παραμύθι ή λαογραφικό αφήγημα;
Όπως ανέφερα και προηγουμένως πρόκειται για ένα λαογραφικό αφήγημα χωρίς ωστόσο να λείπουν τα παραμυθιακά στοιχεία στην ιστορία. Από μικρός η αγάπη μου για τα παραμύθια με επηρέασε πολύ και στον τρόπο του γραψίματος. Ήρωες, μακρινά τοπία, αλληγορικές προσεγγίσεις, φανταστικές καταστάσεις είναι κάποια από τα δάνεια και τις επιρροές των παραμυθιών. Το βιβλίο, εντούτοις, θεωρείται σαν ένας λαογραφικός χάρτης για νέους κυρίως ανθρώπους που ασχολούνται με την ελληνική μουσικοχορευτική κληρονομιά καθώς πραγματεύεται πάνω σε λαογραφικά περιστατικά της παράδοσής μας.
Είστε ευχαριστημένος από τη συνεργασία σας με το εκδοτικό σας σπίτι; Θεωρείτε πως ένας καλός εκδοτικός οίκος συμβάλει σημαντικά για την καλύτερη και επιτυχέστερη προώθηση ενός βιβλίου;
Είναι πολύ σημαντικό για έναν συγγραφέα να βρίσκει «ανάπαυση» σε έναν εκδοτικό οίκο. Να ξέρει με άλλα λόγια πως οι σκέψεις του θα υλοποιηθούν και θα μετουσιωθούν σε ένα χειροπιαστό έργο. Πολλά συγγραφικά έργα ανά τους αιώνες έμειναν δυστυχώς κλειδωμένα μέσα στα συρτάρια επειδή δεν υπήρχε κάποιος να τα στηρίξει και να τους δώσει την ώθηση να κυκλοφορήσουν δημοσίως. Ευχαριστώ από καρδιάς τις εκδόσεις «ἀκολουθεῖν» καθώς τόσο η συνεργασία που έχουμε εδώ και χρόνια όσο και η εμπιστοσύνη που δείχνουν στο πρόσωπο και στο έργο μου με κάνουν να νιώθω πραγματικά πως μπορώ να ονειρεύομαι και να εκφράζω αφειδώλευτα στο χαρτί όσα μου έρχονται στο μυαλό και στην καρδιά. Από κει και πέρα σε ό,τι αφορά την προώθηση ενός βιβλίου, προφανώς και έχει να κάνει με πολλούς και διάφορους παράγοντες όπως η σωστή διαφήμιση, οι παρουσιάσεις, η στοχευμένη διακίνηση σε βιβλιοπωλεία, αλλά και η αξία και αναγνωρισιμότητα του συγγραφέα, η καλόγουστη έκδοση του βιβλίου, η επωνυμία του εκδοτικού οίκου και πολλά ακόμη. Το σπουδαιότερο όμως όλων αφορά το περιεχόμενο και την ουσία του ίδιου του βιβλίου. Αυτά είναι που θα δώσουν την ώθηση και την εκτόξευση σε ένα βιβλίο κι αυτό το διαπιστώνουμε με τις πάμπολλες επανεκδόσεις των μεγάλων κλασσικών έργων της λογοτεχνίας και της ποίησης.
Πώς σχεδιάζετε να προωθήσετε το βιβλίο σας; Με κάποια παρουσίασή του ίσως;
Είχα τη μεγάλη χαρά να παρουσιαστεί το βιβλίο στο Ίδρυμα «Μιχάλης Κακογιάννης» στις αρχές Απριλίου του 2023 μέσα από μία μουσικοχορευτική παράσταση που διοργανώθηκε από το Χορευτικό Εργαστήρι Νέας Ιωνίας. Μία πρωτοβουλία της χοροδιδασκάλου, κας Μάνθας Ζήβα, η οποία πίστεψε και στήριξε αυτό το βιβλίο όπως και όλα τα παιδιά που συμμετείχαν. Ήταν μία συγκλονιστική εμπειρία αυτή για μένα. Ένα όνειρο που έγινε πραγματικότητα, η μεταφορά δηλαδή του βιβλίου στη σκηνή. Μία παρουσίαση διαφορετική αλλά πολύ πιο ουσιώδης που θα μείνει αξέχαστη σε όλη μου τη ζωή. Το ταξίδι όμως ξεκινάει από τη στιγμή της έκδοσης ενός βιβλίου. Με την κυκλοφορία του ανοίγουν τα πανιά του κι αυτό ταξιδεύει μακριά. Από κει και πέρα ο κόσμος θα καθορίσει πόσο μακρύ θα είναι αυτό το ταξίδι. Προς το παρόν αναμένω την επόμενη παρουσίασή του στο Ηράκλειο Κρήτης τον ερχόμενο Ιούνιο στο Κηποθέατρο «Μάνος Χατζιδάκις».
Επόμενα συγγραφικά σχέδια κάνετε ή είναι πολύ νωρίς ακόμα;
Δυστυχώς ή ευτυχώς είμαι ανήσυχο πνεύμα. Όταν κάτι με απασχολεί θα το εκφράσω είτε με τη μουσική είτε με τη συγγραφή. Αν θα με απασχολήσει κάτι άμεσα, θα το μάθετε… Οπότε θα εκφραστεί αναλόγως.
Πού μπορεί να βρει κάποιος το βιβλίο σας;
Το βιβλίο αυτό, όπως και όλα τα υπόλοιπα, κυκλοφορούν στα περισσότερα κεντρικά βιβλιοπωλεία της πρωτεύουσας αλλά και άλλων πόλεων. Μπορεί όμως κάποιος να τα παραγγείλει και σε οποιοδήποτε βιβλιοπωλείο απευθυνθεί. Είναι περιττό να πω ότι μπορεί κάποιος ενδιαφερόμενος να τα βρει και στο διαδίκτυο και να τα παραγγείλει άμεσα από εκεί μέσω ηλεκτρονικής αγοράς.
Μια ευχή σας για το μέλλον;
«Να ζούμε σαν να είναι η τελευταία μας μέρα και να δημιουργούμε σαν να πρόκειται να ζήσουμε αιώνια!» Λόγια σοφά από έναν άγιο άνθρωπο που τα δανείζομαι για να εκφράσω την ευχή μου.
Πριν κλείσουμε τη συζήτηση θα ήθελα να μας παραθέσετε ένα μικρό απόσπασμα από το βιβλίο σας.
«Ολόκληρη η Ανατολία απλωνόταν πάνω σε μια σκηνή με μουσικούς και χορευτές από τα μέρη εκείνα. Ο Κωνσταντίνος ανακαλούσε μνήμες από τη Μικρασιάτισσα προγιαγιά του όταν με ιστορίες γεμάτες πόνο τού περιέγραφε το ταξίδι που δεν θα ’χε πια επιστροφή. Μπορεί να ήτανε μικρός όταν την αποχαιρέτησε για τον άλλο κόσμο, μα οι θύμησες από την παρουσία και τις γραφικές διηγήσεις της θα έμεναν για πάντα χαραγμένες μέσα του. «Να τη! Την ακούω…» έλεγε με θέρμη στα λόγια του ο Κωνσταντίνος, «εκεί στην άκρη είναι και μου ψιθυρίζει το γλυκό νανούρισμα που μου έλεγε μικρός…». Ξαφνικά ένα κοριτσάκι βγήκε μόνο του στη σκηνή κι άρχισε με την αέρινη φωνούλα του να σιγοτραγουδάει σαν άγγελος. Χωρίς συνοδεία κάποιου μουσικού οργάνου. Χωρίς παπούτσια. Ξυπόλυτο για να θυμίσει τις μέρες και τις νύχτες όλων των προσφύγων που περπατούσαν χωρίς να ξέρουν πού πηγαίνουν. Χωρίς να ξέρουν τι θα ξημερώσει. Με την ελπίδα μόνο για ένα καλύτερο αύριο…»
Κύριε Δορμπαράκη, σας ευχαριστώ πολύ για την όμορφη συζήτηση και σας εύχομαι κάθε επιτυχία στο συγγραφικό και μουσικό σας έργο!
Ευχαριστώ θερμά κι εγώ ολόψυχα καθώς μου δόθηκε η ευκαιρία να απαντήσω σε πολύ εύστοχες και ενδιαφέρουσες ερωτήσεις που μου απευθύνθηκαν. Καλή συνέχεια και καλή αντάμωση στην επόμενη δημιουργία!
Βιογραφικό:
Ο Στέφανος Δορμπαράκης γεννήθηκε, μεγάλωσε και ζει στον Πειραιά. Είναι πτυχιούχος του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Ε.Κ.Π.Α. και διπλωματούχος της Βυζαντινής Μουσικής.
Από μικρός ασχολήθηκε με τη μουσική παίζοντας πιάνο, αλλά η γνωριμία του με την παραδοσιακή μουσική κατά τα εφηβικά χρόνια τον έκανε να ασχοληθεί με το κανονάκι, ένα παραδοσιακό όργανο που έχει τις ρίζες του στο μονόχορδο του Πυθαγόρα του Σάμιου.
Ως μουσικός έχει συνεργαστεί με καταξιωμένους Έλληνες και ξένους καλλιτέχνες, με μεγάλες διακεκριμένες ορχήστρες τόσο εντός όσο και εκτός συνόρων, με το Εθνικό Θέατρο, με την Εθνική Λυρική Σκηνή, ενώ ως δάσκαλος έχει διδάξει στην Πρωτοβάθμια Ιδιωτική Εκπαίδευση.
Τα τελευταία χρόνια συμμετέχει σε γνωστά μουσικά συγκροτήματα παραδοσιακής και έντεχνης μουσικής στην Ελλάδα και το εξωτερικό και έχει - ως μουσικός εκτελεστής, ερμηνευτής και χορωδός - λάβει μέρος σε σημαντικό αριθμό ηχογραφήσεων.
Παράλληλα διδάσκει σε σεμινάρια-εργαστήρια παραδοσιακής μουσικής ανά την Ελλάδα και το εξωτερικό, ενώ έχει αναλάβει πολλές μουσικές επενδύσεις παιδικών, και όχι μόνο, παραμυθιών γράφοντας ο ίδιος μουσική. Έχει συνθέσει ακόμα μουσική για ταινίες μικρού μήκους σε διάφορα φεστιβάλ εντός κι εκτός Ελλάδας.
Το 2016 κυκλοφορεί την πρώτη του ανεξάρτητη δισκογραφική δουλειά, με τίτλο «Λευκό γράμμα» από τις μουσικές παραγωγές ‘Μελωδικό Καράβι’ αποτελούμενη από πρωτότυπες οργανικές συνθέσεις του ιδίου, ενώ παράλληλα μέχρι σήμερα έχει συγγράψει έξι βιβλία. Τρία βιβλία που απευθύνονται κυρίως στους νέους: «Σε τεντωμένη χορδή - Ο Πυθαγόρας και οι απαρχές της μουσικής» (2016), το οποίο έχει άμεση σχέση με το κανονάκι, «Το καΐκι τ΄άη Νικόλα» (2021) και τώρα το «Πέτρα κι Ουρανός – Αφουγκράσματα κι απόηχοι γης ελληνικής».
Επίσης, έχει κυκλοφορήσει ένα εκπαιδευτικό βιβλίο, με τίτλο «Πέτρος ο Πελοποννήσιος - Η Ακρόπολη της Μουσικής Ανατολής» (2017), μια συλλογή μικρών διηγημάτων, με τίτλο «Στο πλάι της σκιάς» (2018) και την ποιητική συλλογή «Σε φόντο γκρι» (2020).
Αυτό το διάστημα ολοκληρώνει το δεύτερο προσωπικό του album οργανικής μουσικής, το οποίο θα κυκλοφορήσει εντός του 2023.
0 Σχόλια