Πηνελόπη Τσιάλα: "Η συγγραφή δεν είναι κάτι το περαστικό από τη ζωή μου"


Η συγγραφέας Πηνελόπη Τσιάλα, παρόλο το νεαρό της ηλικίας της, είναι πολυγραφότατη, αλλά και άξια προσοχής. Κι αυτό, φυσικά, το αποδεικνύουν τα βιβλία της, όπως και η ποιότητα του περιεχομένου τους. Πρόσφατα κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Βακχικόν» το νέο της μυθιστόρημα,  με τίτλο «Έρωτας δίχως γέφυρα», κι εμείς βρήκαμε την ευκαιρία για να τη φιλοξενήσουμε στις Τέχνες σε μία ακόμα συνέντευξη.

Συνέντευξη στη Στέλλα Πετρίδου


Κυρία Τσιάλα, καλώς ήρθατε για ακόμα μια φορά στις Τέχνες. Και βέβαια, δεν είστε μόνη. Στα χέρια σας κρατάτε το νέο σας βιβλίο, που κυκλοφόρησε μόλις τον Μάιο του 2023. Πώς νιώθετε γι’ αυτό;

Καλώς σας βρίσκω. Νιώθω πολύ συγκινημένη και περήφανη, δεν μπορώ να πιστέψω ότι μόλις στα 25 μου κατάφερα να βγάλω το τρίτο μου βιβλίο, μου φαίνεται σαν ψέματα. Φυσικά, όσο το συνειδητοποιώ, χαίρομαι τρομερά. Δεν μπορώ να πω όμως ότι νιώθω χορτάτη και δε νομίζω ότι θα νιώσω ποτέ. Είμαι βουλιμικό άτομο και δε βλέπω την ώρα όλα μου τα πονήματα να έχουν την τύχη του Έρωτας δίχως γέφυρα, καθότι έχω στα σκαριά πολλά ακόμη. Πάνω απ’ όλα, θα έλεγα ότι νιώθω δικαιωμένη γιατί, όπως και για όλα μου τα έργα, έτσι και για το Έρωτας δίχως γέφυρα κατέβαλα πολύ κόπο. Να επισημάνω ότι στο παρόν βιβλίο δε νιώθω δικαίωση μόνο επειδή το είδα εκδομένο, αλλά πιο πολύ επειδή βλέπω πως κινώ το ενδιαφέρον όλων εσάς, όπως προδίδει το ότι αυτή είναι η πέμπτη συνέντευξη που δίνω, κάτι πολύ σημαντικό για μένα, διότι έτσι νιώθω πως αργά αλλά σταθερά πλησιάζω στο μεγάλο επαγγελματικό μου όνειρο. Και σας ευχαριστώ από καρδιάς για αυτό!

Τελικά, η συγγραφή στη ζωή σας ήρθε για να μείνει. Σωστά;

ΕΝΝΟΕΙΤΑΙ, αν και ομολογουμένως δεν το περίμενα. Όταν είδα εκδομένο το πρώτο μου πόνημα, τη νουβέλα Αγγελική μορφή, νόμιζα πως όλο αυτό ήταν απλώς ένα πολύ δημιουργικό όνειρο που είδα ένα βράδυ-βλέπω κιόλας πολύ αλλόκοτα όνειρα γενικά, οπότε θα ήταν πιθανό κάτι τέτοιο. Νόμιζα με λίγα λόγια ότι απλώς θα έχω να λέω πως κι εγώ έγραψα ένα βιβλίο στη ζωή μου. Όταν όμως είδα να γράφονται κριτικές για την Αγγελική μορφή, παρόλο που δεν ήταν καν μυθιστόρημα, αλλά νουβέλα, όταν είδα πως άρεσε σε όλους όσους τη διάβασαν και κυρίως όταν μου ήρθε ακατανίκητη έμπνευση και επιθυμία για να γράψω κάτι καινούριο, τότε άρχισα να πιστεύω πως ναι, η συγγραφή δεν είναι κάτι το περαστικό από τη ζωή μου. Βεβαιώθηκα όταν βγήκαν οι Κοντεσίνες και επιβεβαιώθηκα όταν διάβασα την πρώτη κριτική για το Έρωτας δίχως γέφυρα. Σιγά σιγά διαπιστώνω πως το μοναδικό πράγμα που λαχταράω να κάνω στη ζωή μου είναι το να γράφω, οπότε ναι, η συγγραφή ήρθε για να μείνει για πάντα, όπως λέει και το βιογραφικό μου. Το πολύ πολύ να κάνω ένα διάλειμμα από το μυθιστόρημα, όπως ήδη έχω κάνει καθότι ήθελα να πιάσω το παραμύθι, που επίσης είναι πολύ ενδιαφέρον είδος. Μπορεί να θελήσω επίσης κάποια στιγμή να στραφώ στην ποίηση ή στη στιχουργία, αλλά, όπως και να ’χει, με φαντάζομαι μόνο να γράφω. Ωστόσο, το μεγάλο πάθος μου είναι η μυθιστοριογραφία, διότι μου δίνει τον χώρο που χρειάζομαι να εκφράσω όλα όσα επιθυμώ.

Αν σας ζητούσαν να χαρακτηρίσετε με τρεις λέξεις τον εαυτό σας, ποιες θα ήταν αυτές;

Αν εννοείτε ως συγγραφέα, θα με χαρακτήριζα ως έναν βαθμό αστεία, διότι νομίζω πως δε λείπει το χιούμορ από τα έργα μου, ρομαντική, καθότι μου αρέσει να εξιδανικεύω συναισθήματα, ανθρώπους και καταστάσεις και ίσως ανατρεπτική, γιατί συνηθίζω γενικώς να ξεφεύγω από τα κλισέ των ιστοριών και να ξαφνιάζω τον αναγνώστη. Αν εννοείτε ως άνθρωπο, θα με χαρακτήριζα πολύ ισχυρογνώμωνα, αρκετά αυθόρμητη και ανυπόμονη. Το πιο βασικό μου χαρακτηριστικό όμως για το οποίο φημίζομαι-και μάλιστα είναι κάτι που λατρεύω στον εαυτό μου- είναι η αφοπλιστική μου ειλικρίνεια. Λέω πάντα την αλήθεια όσο σκληρή κι αν είναι, παραδέχομαι μεγαλόφωνα τις αδυναμίες μου και ποτέ δεν παριστάνω κάτι που δεν είμαι για κανέναν λόγο. Οι μοναδικές στιγμές στη ζωή μου που ψεύδομαι ασύστολα είναι οι ώρες που γράφω.

Κι αν σας ζητούσαν να χαρακτηρίσετε με τρεις λέξεις το έργο σας συνολικά, ποιες λέξεις θα χρησιμοποιούσατε;

Αν συμπεριλάβουμε και τα όσα έγραψα που δεν έχουν εκδοθεί, θα χαρακτήριζα το έργο μου πολύ δροσερό λόγω του νεαρού της ηλικίας μου, πολύ αληθινό, διότι έγραψα ακριβώς ό,τι έβγαινε από την καρδιά μου δίχως συνταγές, αλλά και πολύ ανθρωπιστικό, διότι σε κάθε έργο μου προσπαθώ να θίξω κοινωνικά ζητήματα.

Είναι η φαντασία καθοριστικός παράγων για την έμπνευση και τη δημιουργία; Τι πιστεύετε;

Σαφέστατα! Όλα όσα γράφουμε από τη φαντασία μας πηγάζουν. Συγγραφέας χωρίς φαντασία είναι σαν να λέμε ποδοσφαιριστής δίχως πόδια, βολεϊμπολίστας δίχως χέρια ή και δάσκαλος δίχως υπομονή. Σίγουρα εμένα προσωπικά, και νομίζω και όλους τους συναδέλφους, με βοηθά το να διαβάζω βιβλία για να εμπνέομαι, αλλά δε θα μπορούσα να γράψω τίποτα αν δε διέθετα φαντασία. Γενικότερα είμαι άνθρωπος με μεγάλη φαντασία και αυτό πολλές φορές δε με ωφελεί στη ζωή μου, αλλά στο γράψιμο είναι το α και το ω, για να μην πω και όλα τα γράμματα. Αυτή είναι η σωστή διατύπωση: το να προσπαθεί κανείς να γράψει ένα λογοτέχνημα δίχως φαντασία, είναι στην ουσία σαν να προσπαθεί να γράψει δίχως γράμματα, να μαγειρέψει χωρίς υλικά ή και να παίξει πιάνο χωρίς πλήκτρα.

Το αναγνωστικό κοινό στην Ελλάδα στηρίζει τις προσπάθειες των ελλήνων συγγραφέων; Υπάρχει αυτό που ονομάζουμε ικανοποιητική «εμπορική κίνηση», ώστε να ενθαρρύνονται με τη σειρά τους και οι εκδοτικοί οίκοι για την έκδοση ελληνικών μυθιστορημάτων;

Φοβάμαι πως όχι. Νομίζω ότι ένα μικρό ποσοστό των ελλήνων διαβάζει λογοτεχνία, και από αυτό ένα ακόμη μικρότερο επιλέγει έλληνες συγγραφείς, και ένα ακόμη μικρότερο ποσοστό στηρίζει τους νέους συγγραφείς. Αυτός είναι ο προβληματισμός μου σχετικά με αυτό που θέλω να κάνω στη ζωή μου. Όσο και να το αγαπάω, αμφιβάλλω αν θα καταφέρω να ζήσω από αυτό. Φοβάμαι πως ειδικά εμάς που είμαστε και τόσο νέοι ηλικιακά είναι δύσκολο να μας εμπιστευτούν. Πιστεύω πως, αντί να διαβάζουμε τους ίδιους και τους ίδιους, πρέπει να επιλέγουμε τα βιβλία μας με βάση το αν μας κινεί το ενδιαφέρον το οπισθόφυλλό τους και όχι με βάση το ποιος τα έγραψε, έτσι ώστε να δίνουμε ευκαιρίες και σε συγγραφείς που δεν προβάλλονται τόσο. Εγώ προσωπικά πολλές φορές πηγαίνω στο βιβλιοπωλείο και αγοράζω όποιο βιβλίο μού κάνει το κλικ, χωρίς να είναι απαραίτητα κάποιου φτασμένου συγγραφέα, με αποτέλεσμα να νιώθω πως δίνω ευκαιρίες σε δημιουργούς που έχουν ανάγκη τη ματιά των αναγνωστών, όπως είμαι κι εγώ.

Τρέφετε ιδιαίτερη αδυναμία σε κάποιο βιβλίο σας και γιατί;

Θα ήταν πολύ εύκολο να πω όχι, γιατί όλα για μένα είναι σαν παιδιά μου και μια μάνα αγαπάει το ίδιο όλα της τα παιδιά, αλλά δε θα το κάνω, γιατί πιστεύω ότι δε γίνεται να μην έχουμε παραπάνω αδυναμία σε κάτι ή σε κάποιον. Ακόμα και οι γονείς πολύ συχνά δείχνουν παραπάνω εύνοια στο ένα από τα παιδιά τους θέλοντας και μη, διότι έτσι είναι η ανθρώπινη φύση. Έτσι κι εγώ έχω αδυναμία σε κάποιο έργο μου. Επειδή όμως πρόκειται για ένα έργο μου που ακόμη δεν έχει εκδοθεί, δε θα πω κουβέντα για αυτό. Θα σας πω ποια είναι η αδυναμία μου από τα τρία ήδη εκδοθέντα έργα μου. Δεν είναι άλλη από τις Τέσσερις Κοντεσίνες. Ο λόγος είναι πως αυτό το βιβλίο κρύβει πάρα πολύ πόνο, αμέτρητα δάκρυα και κατάθεση ψυχής. Το έγραψα μετά από πολλά χαστούκια που έφαγα από φίλες. Γι’ αυτό κιόλας επέλεξα να πραγματευτώ το θέμα της φιλίας σε ένα μυθιστόρημά μου. Είναι ένα μυθιστόρημα γεμάτο αλήθεια που περιγράφει συναισθήματα και γεγονότα που πράγματι βίωσα. Μάλιστα, το βιβλίο αυτό περιλαμβάνει ακόμα και ένα αληθινό πρόσωπο με αλλαγμένο όνομα. Δε λέω πως αποτελεί αυτοβιογραφία μου, διότι κυρίως περιλαμβάνει φανταστικά στοιχεία, αλλά πολλές σελίδες είναι βγαλμένες από τη ζωή μου ατόφιες. Γίνεται δηλαδή σε αυτό το βιβλίο μια μείξη αληθινών και φανταστικών στοιχείων και είναι το βιβλίο με τα περισσότερα αυτοβιογραφικά στοιχεία που έχω γράψει ως τώρα. Όταν μάλιστα διάβασα την πρώτη κριτική για τις Κοντεσίνες, όταν είδα πως το βιβλίο αυτό εντάχθηκε στα προτεινόμενα της Athens Voice και όταν είδα δημοσιευμένες τις πρώτες μου συνεντεύξεις, δεν ένιωσα απλώς ενθουσιασμένη και περήφανη, αλλά ένιωσα πως εν τέλει όλα τα δεινά που πέρασα από φιλίες ήταν για καλό, διότι με πόνεσαν μεν, αλλά με βοήθησαν κιόλας να γράψω ένα καλό βιβλίο. Όπως είναι γνωστό, ο πόνος βοηθά πολύ εμάς τους καλλιτέχνες στην έμπνευση. Ένας άλλος λόγος της αγάπης μου για το βιβλίο αυτό είναι πως έχω την αίσθηση ότι το έχω πετύχει καλύτερα από τα άλλα δύο. Φυσικά παίζει ρόλο ότι στο βιβλίο αυτό μέσα βρίσκομαι κι εγώ, γιατί, όπως έχω ξαναπεί, η Γιολάντα δεν είναι απλώς η αγαπημένη μου ηρωίδα που έχω φτιάξει ποτέ, αλλά είμαι και εγώ η ίδια.

Έχετε λάβει κριτικές για τα έργα σας; Τις λαμβάνετε υπόψη;

Ναι, φυσικά και έχω λάβει και τις αποζητώ όπως αποζητά ο πεινασμένος την τροφή του. Κάθε κριτική είναι πολύτιμη για μένα είτε είναι θετική είτε αρνητική είτε κάπου στη μέση. Μια ερώτηση που κάνω πάντα σε όσους με διαβάζουν είναι ποιον χαρακτήρα αγάπησαν πιο πολύ. Πραγματικά πετάω από χαρά όποτε βλέπω ότι σε κάποιον αρέσει το πόνημά μου. Ακόμα πιο χαρούμενη με κάνουν οι κριτικές που γράφονται από επαγγελματίες και δημοσιεύονται, διότι μου δίνουν πολλή αυτοπεποίθηση. Εννοείται πως πάντα τις λαμβάνω υπόψη και κρατάω καλά φυλαγμένες στο μυαλό μου τις γνώμες των κριτικών. Βέβαια, αν κάποιος πει κάτι αρνητικό για το βιβλίο, δε σημαίνει πως θα μετανιώσω που το έγραψα έτσι. Αν για παράδειγμα σε κάποιον δεν αρέσει το τέλος, εγώ θα συνεχίσω να πιστεύω πως καλώς επέλεξα το συγκεκριμένο τέλος, γιατί σίγουρα, για να το επέλεξα, θα είχα τον λόγο μου.


Πρόσφατα, λοιπόν, κυκλοφόρησε το νέο σας βιβλίο από τις εκδόσεις «Βακχικόν» το μυθιστόρημά σας, που φέρει τον τίτλο «Έρωτας δίχως γέφυρα». Πρόκειται στην ουσία για ένα ακόμα βιβλίο σας με ενδιαφέρουσα πλοκή, κοινωνικού-ερωτικού περιεχομένου, με έντονο φιλοσοφικό προβληματισμό. Είστε ευχαριστημένη από το τελικό αποτέλεσμα;

Καταρχήν, χίλια ευχαριστώ για τα καλά σας λόγια! Η αλήθεια είναι ότι δυστυχώς είμαι τόσο τελειομανής, που ποτέ δεν είμαι απολύτως ευχαριστημένη από το έργο μου. Πάντα αισθάνομαι πως κάτι θα μπορούσα να έχω κάνει ακόμα καλύτερα. Είμαι φουλ ανταγωνιστική με τον εαυτό μου και πολύ απαιτητική από αυτόν και αυστηρή μαζί του. Είμαι ένα εξαιρετικά αγχώδες άτομο και αδυνατώ να νιώσω πλήρως ικανοποιημένη. Αποζητάω κάθε φορά το τέλειο μα δεν το βρίσκω και νιώθω ανεπαρκής. Τι να γίνει; Θα ζήσω με αυτό μου το χαρακτηριστικό. Ξέρω ωστόσο στα σίγουρα πως αυτό που έγραψα το αγαπάω πολύ, πως το περιεχόμενο της ιστορίας ήταν έτσι ακριβώς όπως το ήθελα και πως έδωσα τον καλύτερό μου εαυτό. Σίγουρα θα έχει το μυθιστόρημά μου ορισμένα τρωτά σημεία, το παραδέχομαι, αλλά αυτό δε σημαίνει πως δεν είναι ικανό να αγαπηθεί. Πρόκειται, όπως είπατε κι εσείς, για ένα βιβλίο πολύ συναισθηματικό, με ενδιαφέρον θέμα και με φιλοσοφικά στοιχεία και πιστεύω πως αυτό μπορεί να κερδίσει τους αναγνώστες τα γούστα των οποίων κυμαίνονται κάπου εκεί.

Πείτε μας λίγα λόγια για το περιεχόμενο της ιστορίας σας.

Η ιστορία μου, όπως λέει και το οπισθόφυλλο, είναι η ιστορία ενός έρωτα απαγορευμένου κατά μία έννοια. Πρόκειται για τον θυελλώδη έρωτα που γεννιέται ανάμεσα σε έναν κρεοπώλη και φανατικό κρεατοφάγο, τον Κωνσταντή, και μια βίγκαν ακτιβίστρια, τη Χριστίνα. Η έλξη μεταξύ τους γεννιέται μέσα από την κόντρα τους. Αρχίζουν και νιώθουν ερωτικά τσιμπήματα καθώς λογομαχούν άγρια μέσα στο μαγαζί του όταν η Χριστίνα παρέα με τους συναγωνιστές της κάνει πορεία έξω από το χασάπικο με αφορμή την Τσικνοπέμπτη. Αρχικά, και οι δύο παλεύουν να νικήσουν αυτό που αισθάνονται, ειδικά η Χριστίνα που τον θεωρεί δολοφόνο, αλλά η μοίρα επιμένει να τους φέρνει κοντά μέσα από συμπτωματικές συναντήσεις που κάνουν τη φλόγα του έρωτά τους να φουντώνει. Μέχρι που άλλο δεν αντιστέκονται και γίνονται ζευγάρι. Φυσικά όμως, μόλις αυτό συμβαίνει, τότε είναι που αρχίζουν τα προβλήματα, χωρίς φυσικά να λείπουν και οι τρυφερές σκηνές μεταξύ τους που δικαιολογούν το ότι εξακολουθούν να είναι μαζί παρά τις διαφορές τους. Θα καταφέρουν να είναι μαζί ως το τέλος; Η Χριστίνα θα καταφέρει να αποδεχτεί πλήρως τον κόσμο του, τον οποίον θεωρεί αιμοσταγή, με τη βοήθεια της αγάπης της για κείνον; Ο Κωνσταντής θα μπορέσει να συγχωρήσει τη Χριστίνα όταν αντιληφθεί με τον χειρότερο τρόπο ότι η βίγκαν Οργάνωση στην οποία ανήκε ήταν ουσιαστικά τρομοκρατική; Σιγά μη σας πω. Αν θέλετε να μάθετε, δεν έχετε παρά να διαβάσετε το βιβλίο μου. Εύχομαι να σας αρέσει!

Τι ήταν αυτό που σας ενέπνευσε, ώστε να γράψετε την ιστορία του συγκεκριμένου βιβλίου;

Για κάποιον λόγο σε κάποια φάση της ζωής μου μου γεννήθηκε η απορία γιατί κάποιος να γίνει βίγκαν και κατά συνέπεια να αποχωριστεί τόσα νόστιμα εδέσματα οικειοθελώς, μια και εμένα προσωπικά η ζωή μου θα γινόταν μαρτύριο έτσι και σταματούσα διά παντός να τρώω πράγματα που μου αρέσουν, όπως παγωτό, μπριζολάκια, τυριά, γενικότερα όλα όσα οι βίγκαν δεν καταναλώνουν. Έτσι, ερεύνησα τον κόσμο των βίγκαν, τι τους οδηγεί δηλαδή σε αυτήν τη στάση ζωής, και έτσι εμπνεύστηκα το μυθιστόρημα αυτό. Βλέποντας ότι πολλοί βίγκαν είναι υπερβολικά φανατικοί, με αποτέλεσμα να μη θέλουν ούτε να βλέπουν άτομα που καταναλώνουν κρέας, σκέφτηκα πόσο ενδιαφέρον θα είχε μια φανατική βίγκαν να ερωτευτεί, όχι απλώς έναν κρεατοφάγο, αλλά και έναν κρεοπώλη.

Πώς προέκυψε ο τίτλος του βιβλίου σας;

Για να είμαι ειλικρινής, δε σκέφτηκα εγώ τον τίτλο, αλλά η μητέρα μου. Εγώ αρχικά είχα δώσει στο πόνημά μου έναν τίτλο χιουμοριστικό, διότι, όταν ξεκίνησα τη συγγραφή αυτού του έργου, το περίμενα αλλιώς. Πέρα από το ότι δεν περίμενα να βγει τόσο μεγάλο σε έκταση αλλά να είναι νουβέλα, δεν περίμενα ότι θα έβγαινε ελαφρώς δραματικό, το περίμενα αμιγώς κωμικό. Όταν όμως βγήκε τόσο σοβαρό, κατάλαβα ότι έπρεπε ο τίτλος του να έχει ένα βάρος. Όταν λοιπόν η μαμά μου μου πρότεινε τον συγκεκριμένο τίτλο, ενθουσιάστηκα, ήταν ακριβώς αυτό που χρειαζόμουν. Νομίζω πως είναι από τους πιο πετυχημένους τίτλους που έχω δώσει σε έργο μου, συμπεριλαμβάνοντας και όσα δεν έχουν εκδοθεί ακόμη, γιατί στην ουσία ο τίτλος αυτός αποτυπώνει με τρεις λέξεις όλο το βιβλίο και προϊδεάζει καταλλήλως τον αναγνώστη.

Η ιστορία σας είναι καθαρά προϊόν μυθοπλασίας ή δανείζεται στοιχεία από πραγματικά γεγονότα;

Είπα και στην παρουσίαση ότι η ιδιαιτερότητα του μυθιστορήματος αυτού είναι πως δεν περιλαμβάνει κανένα πραγματικό γεγονός, σε αντίθεση με τις Τέσσερις Κοντεσίνες, που είναι αρκετά αυτοβιογραφικό βιβλίο, όπως ανέφερα σε προηγούμενη ερώτηση. Το Έρωτας δίχως γέφυρα είναι καθαρά προϊόν μυθοπλασίας και τίποτα από όσα γράφω σε αυτό δεν έχω βιώσει ούτε ακούσει πουθενά. Σε μια άλλη συνέντευξη ρωτήθηκα αν είμαι βίγκαν και αποκρίθηκα πως δε θα γινόμουν ούτε για όλα τα λεφτά του κόσμου, οπότε δεν ταυτίζομαι σχεδόν καθόλου με τη Χριστίνα, και ούτε ξέρω κάποιον βίγκαν προσωπικά. Φυσικά ξέρω πως είναι συχνό φαινόμενο οι βίγκαν να μην αποδέχονται τους κρεατοφάγους συντρόφους τους, αλλά δεν είχα κάποιο συγκεκριμένο αληθινό γεγονός στο μυαλό μου, εφόσον μάλιστα δεν έχει τύχει ποτέ να συναναστραφώ βίγκαν. Φυσικά θεωρώ την ιστορία μου αρκετά αληθοφανή, μια και πολύ συχνά στη ζωή απαντώνται «απαγορευμένοι» έρωτες. Όχι απαραίτητα βίγκαν και χασάπης, αλλά μπορεί να ερωτευτεί κανείς έναν άνθρωπο με εντελώς αντίθετες πολιτικές πεποιθήσεις, έναν άνθρωπο με διαφορετικές θρησκευτικές πεποιθήσεις ή ακόμη και έναν άνθρωπο του ίδιου φύλου και οι γύρω του να είναι ομοφοβικοί και να καταπολεμά το συναίσθημά του από φόβο για την κοινωνική κατακραυγή. Είναι πολύ σύνηθες φαινόμενο να μην μπορούμε να συνάψουμε σχέση με το αντικείμενο του πόθου μας για τους χ-ψ λόγους…

Το βιβλίο σας απευθύνεται αποκλειστικά σε ενήλικες ή μπορεί να αποτελέσει ανάγνωσμα και για το εφηβικό κοινό;

Και αυτό μου το βιβλίο και όλα απευθύνονται σε οποιονδήποτε έχει τη διάθεση να τα διαβάσει. Περιλαμβάνει βέβαια κάποιες ερωτικές σκηνές και ίσως κάποιος πολύ πουριτανός να έλεγε πως είναι για άτομα άνω των δεκαεφτά, αλλά είναι αστείο να νομίζουμε πως οι έφηβοι δεν έχουν ιδέα από σεξ, ειδικά στη σημερινή εποχή. Κατά την άποψή μου μάλιστα, το Έρωτας δίχως γέφυρα μάλλον απευθύνεται κυρίως σε εφήβους, διότι οι πρωταγωνιστές είναι νεαρής ηλικίας, αλλά νομίζω πως η βασική ηλικιακή ομάδα που θα το απολάμβανε είναι οι νέοι ενήλικες, που έχουν διάθεση να ερωτευτούν και θα κατανοήσουν το ερωτικό συναίσθημα, που έχουν ανοιχτό μυαλό και ξέρουν ότι κάθε μορφή έρωτα είναι μέσα στη ζωή και που κατέχουν καλύτερα τη βίγκαν ιδεολογία, καθότι αυτή είναι πολύ διαδεδομένη στη σημερινή εποχή.

Τελικά, η ιστορία σας έχει happy end ή μας το αφήνετε για έκπληξη;

Σοβαρά τώρα περιμένετε απάντηση; Αν ναι, λυπάμαι, αλλά γελαστήκατε. Προφανώς και δεν πρόκειται να απαντήσω. Προσωπικά είμαι άνθρωπος που συνήθως δεν έχει πολύ μεγάλο πρόβλημα με τα spoilers και μάλιστα πολλές φορές τα αποζητώ κιόλας, γιατί, αν όχι στα βιβλία, σίγουρα στις ταινίες και στις σειρές θέλω να ξέρω τι θα δω. Με λίγα λόγια, μπορεί εμένα να μου αρέσει να ξέρω το τέλος στις ιστορίες. Ξέρω όμως ότι αποτελώ εξαίρεση και οι περισσότεροι άνθρωποι βρίσκουν πως δεν έχει απολύτως κανένα νόημα να διαβάζεις ένα βιβλίο όταν ξέρεις το τέλος, γι’ αυτό θεωρώ πως δε θα είναι βοηθητικό για τη συγγραφική μου πορεία το να αποκαλύψω αν το τέλος είναι καλό ή όχι. Πάντως το αν ένα τέλος είναι καλό ή όχι είναι και λίγο υποκειμενικό συνήθως. Θέλω να πω ότι εμένα μου αρέσει το τέλος που επέλεξα να δώσω, αλλά αυτό δε σημαίνει πως θα άρεσε σε όλους. Το σίγουρο είναι πως οι ήρωές μου στο τέλος είναι ευτυχισμένοι, είναι καλά και ζουν ήρεμοι τη ζωή που τους αξίζει. Δε συμβαίνει δηλαδή κάτι τραγικό στο τέλος, τύπου θάνατος, όπως συνέβη στο τέλος των Κοντεσίνων. Ήδη είπα πολλά νομίζω. Δε λέω περισσότερα. Όποιος θέλει ας ανατρέξει στο βιβλίο.

Για ακόμα μια φορά συνεργάζεστε με τις εκδόσεις «Βακχικόν». Να φανταστώ ότι είστε αρκετά ικανοποιημένη από τη μέχρι τώρα συνεργασία σας;

Σωστά το φαντάζεστε. Είμαι πλήρως ικανοποιημένη. Εισπράττω σεβασμό από τους εκδότες μου και αναγνώριση της αξίας μου ως δημιουργού. Τα έργα μου εκδίδονται πάντα ακριβώς στην ώρα που έχουμε συμφωνήσει χωρίς καθυστέρηση. Κάτι άλλο που για μένα είναι το α και το ω είναι το ότι ποτέ μα ποτέ δε μου έχει ζητηθεί να αφήσω κάποιον επιμελητή να παρέμβει στο νόημα του έργου μου, κάτι που δε θα έκανα ούτε για όλα τα λεφτά του κόσμου, γιατί κάθε λέξη που γράφω την πονάω και μάλιστα κάτι τέτοιο θα με πρόσβαλλε, θα με ακύρωνε ως δημιουργό, και οι εκδόσεις Βακχικόν σέβονται κάθε λέξη μου και δε ζητούν να αλλάξουν απολύτως τίποτα ούτε να προσθέσουν ή να αφαιρέσουν το οτιδήποτε. Μπορώ να πω ότι έχω πλέον την ασφάλεια πως όλα θα πάνε καλά με την έκδοση του βιβλίου μου, που για μένα είναι το παιδί μου, με αυτές τις εκδόσεις. Αυτό που μου αρέσει περισσότερο στο Βακχικόν είναι τα πανέμορφα εξώφυλλα που μου φτιάχνουν. Ειδικά το εξώφυλλο του Έρωτας δίχως γέφυρα το ερωτεύτηκα με το που το είδα, ήταν το κάτι άλλο, ένιωσα κυριολεκτικά να βλέπω μπροστά μου τον Κωνσταντή και τη Χριστίνα. Γενικότερα πιάνω το πόνημά μου στα χέρια μου σε μορφή βιβλίου και αισθάνομαι μια τεράστια έκρηξη ευτυχίας, αυτοπραγμάτωσης και ενθουσιασμού, γιατί όλα μα όλα στο βιβλίο είναι υπέροχα, από το εξώφυλλο μέχρι τη γραμματοσειρά, και όλα μα όλα είναι έτσι ακριβώς όπως τα έγραψα.

Επόμενα συγγραφικά βήματα κάνετε ή είναι πολύ νωρίς ακόμα για κάτι τέτοιο;

Έχω κάνει ήδη και μάλιστα πολλά. Το Έρωτας δίχως γέφυρα το έγραψα το καλοκαίρι του ’20, ένα καλοκαίρι δύσκολο για όλους μας μετά από όσα περάσαμε με τον κορονοϊό. Λόγω της κατάστασης, η έκδοση των βιβλίων μου πήγε αρκετά πίσω-και καλύτερα διότι δε θα μπορούσα να τα παρουσιάσω πολύ εύκολα δεδομένων των συνθηκών. Έτσι, το Έρωτας δίχως γέφυρα άργησε να εκδοθεί, καθότι προηγούνταν οι Τέσσερις Κοντεσίνες, τις οποίες είχα γράψει πιο πριν. Όπως καταλαβαίνετε λοιπόν, αν τα συγγραφικά μου βήματα είχαν μείνει στο τελευταίο εκδοθέν μου έργο, αυτό θα σήμαινε πως θα είχα τρία ολάκερα χρόνια να γράψω, κάτι αδύνατον για μένα. Το να μείνω τρία χρόνια δίχως να γράψω, θα ήταν σαν να μείνω τρεις μέρες χωρίς να φάω. Έχω γράψει λοιπόν από τότε πολλά διηγήματα, άρθρα γνώμης χιουμοριστικά, ένα αισθηματικό μυθιστόρημα, πρόσφατα και παραμύθια, ακόμα και ποιήματα. Αδημονώ λοιπόν να δω να εκδίδονται και άλλα μου πονήματα. Αν όλα πάνε καλά, θα δείτε από μένα μια συλλογή διηγημάτων. Επειδή καμιά φορά είμαι λίγο προληπτική και το να εκδοθούν όσα έγραψα είναι ό,τι σημαντικότερο για μένα, καλύτερα να μην πω περισσότερα…

Μια ευχή σας για το μέλλον;

Πάρα πολλά πράγματα έχω να ευχηθώ, αλλά ας αρκεστώ σε πράγματα που έχουν να κάνουν με το βιβλίο μου. Εύχομαι όλοι να σέβονται τα ζωάκια όπως τα σέβονται ο Κωνσταντής και η Χριστίνα, οι οποίοι σώζουν μαζί μια οικογένεια σκύλων που βρίσκουν ανυπεράσπιστη στον δρόμο, να μην υπάρχει αυτή η απονιά απέναντι στα ζώα, να αντιμετωπίζουμε τα σκυλάκια, που είναι οι καλύτεροί μας φίλοι, ισάξια. Εύχομαι επίσης, μια και μίλησα για καλύτερους φίλους, όλες οι φιλίες να είναι δυνατές όσο αυτή του Κωνσταντή και του Θανάση, τους οποίους έχω βάλει να αγαπιούνται σαν αδέρφια, να είναι πάντα εκεί ο ένας για τον άλλον και να είναι διατεθειμένοι να δώσουν τα πάντα ο ένας για τον άλλον αν χρειαστεί. Επίτηδες ενέταξα μια τόσο ισχυρή φιλία σε αυτό το μυθιστόρημα, παρόλο που ο έρωτας είναι το βασικό του θέμα, γιατί πιστεύω ότι η φιλία είναι ένας καθοριστικός παράγοντας για τη ζωή όλων μας και ότι μια βαθιά φιλία είναι ευτυχία για τους ανθρώπους, και μέσα από τη φιλία των δύο αντρών ήθελα να δείξω ακριβώς αυτό. Μακάρι λοιπόν όλοι να καταλάβουν την αξία της φιλίας και να δίνουν την πρέπουσα σημασία στους φίλους τους, να τους αγαπούν, να μην τους προδίδουν, ώστε κανείς να μην πληγωθεί, γιατί η προδοσία από φίλο πονάει πάρα πολύ. Τέλος, εύχομαι, με αφορμή το θέμα του βιβλίου μου, να μάθουμε να συνυπάρχουμε, να κάνουμε φιλίες και ίσως και ερωτικές σχέσεις με ανθρώπους με διαφορετικά πιστεύω από εμάς. Μέσα από τις αμοιβαίες υποχωρήσεις που κάνουν ο Κωνσταντής και η Χριστίνα ο ένας για τον άλλον, μέσα από την αποδοχή και τον σεβασμό που δείχνουν ο ένας στον άλλον, προσπαθώ να περάσω το μήνυμα ότι, αν υπάρχει πραγματική αγάπη, τα υπόλοιπα, όπως είναι οι ιδεολογικές διαφορές, έχουν μικρή σημασία. Δυστυχώς στην κοινωνία μας βασιλεύει η ανθρωποφαγία, η μισαλλοδοξία και ο ρατσισμός και μας είναι αφόρητα δύσκολο να κατανοήσουμε, να αποδεχτούμε ή έστω απλώς να σεβαστούμε τους συνανθρώπους μας που δε βλέπουνε τα πράγματα όπως εμείς, όχι μόνο στη διατροφή που είναι το θέμα του βιβλίου, αλλά πάνω σε αμέτρητα θέματα. Παραδείγματος χάρη, κρίνουμε το τι κάνει κάποιος στο κρεβάτι του, το τι ψηφίζει, ακόμα και το τι μουσική ακούει πολύ συχνά. Αναρωτιέμαι λοιπόν γιατί τόση διάθεση για επίκριση. Τι είναι αυτό που μας κάνει να θέλουμε να τους κάνουμε όλους σαν εμάς; Βάζω και τον εαυτό μου μέσα σε αυτό γιατί κι εγώ πολλές φορές θέλω να επιβάλλω τη δική μου γνώμη και πρέπει αυτό κάποτε όλοι να σταματήσουμε να το κάνουμε. Αυτά θα ευχόμουν για το μέλλον λοιπόν…

Πριν κλείσουμε τη συζήτηση θα ήθελα να μας παραθέσετε ένα μικρό απόσπασμα από το βιβλίο σας.

Σας παραθέτω την παράγραφο που περιγράφει τον λόγο που η Χριστίνα έγινε βίγκαν, μια παράγραφο που περιγράφει τα συναισθήματα που πλημμυρίζουν τον Κωνσταντή όταν βλέπει ξαφνικά τη Χριστίνα να μπαίνει στο μαγαζί του, καθώς και την παράγραφο που είναι πλέον μαζί και ζουν έναν παραμυθένιο έρωτα.

Το θέαμα αυτό πάγωσε όλο της το σώμα και την έκανε να φρίξει και να σιχαθεί. Τα μάτια του ζώου κοιτούσαν γουρλωμένα, το στόμα του ήταν ανοιχτό και φαίνονταν τα δόντια και η γλώσσα του. Η κοπέλα ένιωσε πως ήρθε στα μάτια της ολοζώντανη με όλα τα ηχητικά εφέ η εικόνα της σφαγής του. Το έβλεπε μπροστά της να έχει ακριβώς αυτήν την τρομοκρατημένη έκφραση που είχε και τώρα, καθώς έβλεπε το μαχαίρι να του επιτίθεται. Θα μπορούσε ακόμα η μητέρα του, η προβατίνα, να βλέπει το θέαμα αυτό και να σπαράζει για το παιδάκι της. Θα μπορούσε να είναι η ίδια στη θέση του αρνιού ή της προβατίνας. Θα μπορούσε κάποιος πιο ισχυρός από κείνη να τη σκοτώσει, για να χρησιμοποιήσει το σώμα της ως φαγητό ή κάτι άλλο. Το αγαπημένο της ζώο, το αρνάκι, είχε σφαχτεί και μαγειρευτεί. Μια φριχτή διαπίστωση την έκανε να ανατριχιάσει ακόμα πιο πολύ. Τώρα καταλάβαινε ότι τόσα χρόνια, τουλάχιστον μια φορά τη βδομάδα, έβαζε στο στόμα της κομμάτια από ζώα που λάτρευε. Δεν το είχε συνειδητοποιήσει, διότι κανείς δεν της έλεγε ότι της μαγείρεψε ένα κομμάτι ζώου με πατάτες, με ρύζι ή με μακαρόνια. Είτε το αποκαλούσαν μπριζόλα είτε πανσέτα είτε κεφτεδάκια είτε μακαρόνια με κιμά είτε σουτζουκάκια είτε μπιφτέκια είτε γιουβαρλάκια. Τώρα όμως καταλάβαινε τι αηδίες ήταν αυτά που τόσο καιρό απολάμβανε με την ψυχή της, πόσο πόνο έκρυβαν, πόση αιματοχυσία, πόσους φόνους. Ποτέ ξανά δε θα έβαζε στο στόμα της κάτι τέτοιο, ακόμα κι αν αυτό σήμαινε πως θα πέθαινε από ασιτία.

Η καρδιά του Κωνσταντή είχε ανέβει στο στόμα του και μια βαθιά συγκίνηση πλημμύριζε όλο του το κορμί, αλλά και ένας πρωτόγνωρος ενθουσιασμός ανακατεμένος με μια τρελή αλλά και κρυφή λαχτάρα και με μια γλυκιά αλλά και βασανιστική αγωνία. Και πάνω απ’ όλα, μια τεράστια επιθυμία και ένας διακαής πόθος είχαν ζωγραφιστεί στο βλέμμα του για την κοπέλα απέναντί του. Είχε κυριευτεί από τόσο δυνατά συναισθήματα, που πονούσε, έλιωνε και έτρεμε σύγκορμος. Δεν ήξερε τι να πει, τι να κάνει, πώς να αντιδράσει. Αλλά και να ήξερε, είχε παραλύσει από την ένταση και το στόμα του είχε στεγνώσει. Καλά το είχε πει στον φίλο του. Έφηβος είχε γίνει ξανά όσον αφορά τον έρωτα. Αυτός που ήταν πάντα θαρρετός και διεκδικητικός με τις γυναίκες που του άρεσαν. Μάλλον η Χριστίνα δεν του άρεσε απλώς. Ήταν ερωτευμένος κεραυνοβόλα, ήταν σίγουρος πλέον γι’ αυτό. Και ο έρωτας θολώνει εντελώς το μυαλό σου και ξεχνάς ό,τι ξέρεις, ξεχνάς ακόμα και το όνομά σου. Εκείνος όμως το μόνο που ήθελε να ξεχάσει έστω για λίγο ήταν το τι δουλειά κάνει, το τι μαγαζί έχει, το τι πουλάει. Ενώ όμως είχε ξεχάσει όλα τα άλλα, η καταραμένη αυτή πληροφορία είχε σφηνώσει μέσα στο μυαλό του να του θυμίζει ότι αποτελούσε ισχυρό εμπόδιο για τη σχέση τους. Ούτε δευτερόλεπτο δεν αποχωρούσε να τον αφήσει να ζήσει λιγάκι το παραμύθι του. Ήλπιζε τουλάχιστον να μπορεί αυτή η… ασήμαντη τόση δα μικρουουούλα λεπτομέρεια να απομακρυνθεί έστω για μια στιγμή από το μυαλό της Χριστίνας. Αρκούσε αυτό για να αγγίξουν και οι δύο για μια στιγμή τον ουρανό, το φεγγάρι κι όλα τα αστέρια μαζί.

Ένας χρόνος περίπου κύλησε με τη Χριστίνα και τον Κωνσταντή να είναι το πιο αγαπημένο, το πιο ενωμένο και το πιο ερωτευμένο ζευγάρι που συναντούσε κανείς. Είχαν φτάσει και οι δύο στον Παράδεισο. Έζησαν στιγμές ονειρεμένες. Έκαναν έρωτα κάθε βράδυ γεμάτοι πάθος και τρυφερότητα μαζί. Σχεδόν η Χριστίνα είχε εγκατασταθεί στο σπίτι του, χωρίς να το καταλάβουν. Μαζί με τη Λαίδη φυσικά, με αποτέλεσμα η Λούνα να ζει ξανά με το ένα από τα μικρά της. Όσο ήταν χώρια, εκείνος στο χασάπικο κι εκείνη στο φαρμακείο, στα μαθήματα γαλλικών που είχε ξεκινήσει ή στο μεταπτυχιακό-το οποίο ευτυχώς κάποια στιγμή το τελείωσε και έτσι απαλλάχθηκε από μια υποχρέωση-, τρελαίνονταν. Δεν έπαυαν να σκέφτονται ο ένας τον άλλον ούτε στιγμή. Ένιωθαν σαν παντρεμένοι, επειδή ήταν συνέχεια μαζί και μεγάλωναν κιόλας μαζί τρία πλάσματα που θεωρούσαν παιδιά τους, αλλά και σαν ερωτευμένοι έφηβοι που μόλις άρχισαν τη σχέση τους, επειδή ο έρωτάς τους ήταν σε άνθιση και κάθε μέρα άνθιζε όλο και περισσότερο και γινότανε ευωδιαστό περήφανο κατακόκκινο λουλούδι, ένα λουλούδι που άνθιζε στις καρδιές τους το οποίο είχαν απόλυτη ανάγκη οι χυμοί της νιότης τους και οι αγνές ψυχές τους. Μια ερωτική φωτιά είχε ανάψει μέσα τους, που ενώ άλλες φωτιές σαν κι αυτήν καταστρέφουν σπίτια, περιουσίες και ανθρώπινες ζωές, η φωτιά η δική τους ζέστανε τις ψυχές τους και τις γέμισε γαλήνη και χαρά. Δεν ήταν ένα ζευγάρι όπως και όλα τα άλλα οι δυο τους: ήταν ένα θαύμα που συνέβαινε μια φορά στα εκατό χρόνια.

Κυρία Τσιάλα, σας ευχαριστώ πολύ και πάλι για την όμορφη συζήτηση και σας εύχομαι καλή και δημιουργική συνέχεια σε ό,τι κι αν κάνετε.

Χίλια ευχαριστώ για τις ευχές σας. Να είστε καλά. Εγώ σας ευχαριστώ θερμά για το ενδιαφέρον σας!


Βιογραφικό:

Η Πηνελόπη Τσιάλα γεννήθηκε το 1998 στην Αθήνα. Έχει τελειώσει Φιλολογία-Γλωσσολογία και μιλάει αγγλικά. Γράφει από παιδί, από ανάγκη και όχι από επιλογή. Η συγγραφή είναι ό,τι αγαπά περισσότερο, η μόνη ασχολία που την ικανοποιεί απόλυτα, η καλύτερη παρηγοριά της για τις αντιξοότητες της ζωής, γιατί, όταν γράφει, φεύγει από τούτο τον κόσμο και μεταφέρεται στον κόσμο των ονείρων της, γι’ αυτό και πρώτα θα σταματήσει να αναπνέει και μετά να γράφει. Κατά την παιδική της ηλικία, έγραφε μικρές ιστοριούλες, ενώ στην εφηβεία έγραψε αρκετά διηγήματα, αλλά και ορισμένα στιχάκια και ποιήματα. Στην ηλικία των 21 εκδόθηκε η πρώτη της νουβέλα με τίτλο Αγγελική μορφή, ενώ στα 24 το πρώτο της μυθιστόρημα, Οι τέσσερις κοντεσίνες. Έναν χρόνο αργότερα, στα 25, εκδίδεται και το δεύτερο μυθιστόρημά της, το Έρωτας δίχως γέφυρα. Ασχολείται επίσης με την υποκριτική, το τραγούδι και τη ζωγραφική.

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια