Κύριε Μόσχου, πώς θα συστήνατε τον εαυτό σας στο αναγνωστικό κοινό;
Τίποτα το ιδιαίτερο. Είμαι απλά ένας περιστασιακός αναγνώστης, που κάποια στιγμή αποφάσισε να περάσει στην άλλη πλευρά και το έκανε γράφοντας ένα σκοτεινό παραμύθι.
Γιατί γράφετε;
Δεν το έχω σκεφθεί. Απλά συμβαίνει. Πιθανόν όμως και να είναι ένα είδος ήπιας τρέλας, αναμεμειγμένης με εμμονή και, βέβαια, προσδοκία. Κάποιες φορές λειτουργεί και σαν καταπραϋντικό. Γαλήνη στον νου, τίποτα άλλο.
Τι μπορεί να αποτελέσει έμπνευση για εσάς;
Για τη βασική πλοκή της ιστορίας χρειάζομαι κάτι το –κατά την κρίση μου– ιδιαίτερο. Το εφευρίσκω. Καθημερινά γεγονότα, διαπροσωπικές σχέσεις φιλικές ή ερωτικές κ.λπ ίσως να μπορούν να δώσουν κάτι όμως στην ουσία τα αποφεύγω γιατί άλλος ο κόσμος του βιβλίου, άλλος, εντελώς άλλος αυτός γύρω μου. Δεν υπάρχει όσμωση και δεν πρέπει να υπάρχει. Αν έγγραφα διαφορετικό είδος, ίσως.
Έχετε πρότυπα ως συγγραφέας; Στα γραπτά σας θα διαπιστώσει ο αναγνώστης επιρροές από άλλους αγαπημένους σας συγγραφείς;
Δε θα έλεγα ότι έχω πρότυπα. Συμπαθώ, βέβαια, κάποιους συγγραφείς (Στάινμπεκ/ Κινγκ/Χάξλεϋ) και πολύ πιθανόν, ίχνη τους, να βρείτε και στο δικό μου έργο. Εάν όμως ο αναγνώστης διαπιστώσει εκτεταμένη επιρροή από κάποιον/κάποιους συγγραφείς, τότε αυτό σημαίνει ότι δεν έχω απλά επιρροές αλλά ότι τους αντιγράφω κατά κάποιον τρόπο. Κι αν έτσι έχουν τα πράγματα, τότε ζητώ προκαταβολικά συγγνώμη.
Ποίηση ή πεζογραφία; Προς τα πού κλίνετε περισσότερο και γιατί;
Ποίηση: όταν με συγκινήσει ένα βλέμμα, ένα άγγιγμα ή κάτι το μοιραία κακό και αναπόφευκτο. Το δύσκολο εδώ είναι πως πρέπει να πεις πολλά με λίγες λέξεις και, αν υποτεθεί ότι τα ποιήματα είναι μικρές αλλά πολύ πυκνές ιστορίες, τότε χρειάζεσαι πολλές τέτοιες. Πεζογραφία, λοιπόν, γιατί το ταξίδι είναι μακρύτερο, η θεματολογία ενιαία, και ο χώρος στον οποίο κινούμαι όχι τόσο δραματικά περιορισμένος/συμπυκνωμένος όσο αυτός ενός ποιήματος.
Τι πρέπει να προσέχει οπωσδήποτε ένας δημιουργός όταν γράφει ιστορίες που επιδιώκει να φαίνονται αληθοφανείς και ρεαλιστικές στο κοινό;
Το ότι θα μπορούσαν αυτές οι ιστορίες, υπό κάποιες μικρές ή λίγο μεγαλύτερες προϋποθέσεις, στα αλήθεια να συμβούν.
Φοβάστε την κακή κριτική; Την κριτική γενικότερα;
Όχι. Η ικανότητα –και υποχρέωση συγχρόνως– του να κρίνει κανείς, είναι ένα από αυτά που σήκωσαν τον άνθρωπο όρθιο. Άλλωστε, όλοι κρίνουμε σχεδόν οτιδήποτε γύρω μας. Βέβαια, υπάρχουν και περιπτώσεις στοχευμένα κακόβουλης κριτικής, μα αυτό είναι κάτι άλλο.
Θεωρείτε ότι υπάρχει συγκεκριμένη συνταγή για τη συγγραφή ενός best seller;
Νομίζω πως αν απαιτείται κάποια συνταγή, τότε κάθε είδος απαιτεί τη δική του. Οπότε πολλές και οι συνταγές. Αλλά κάποια –βασικά βήματα– λογικά θα πρέπει να ακολουθηθούν. Αυτό όσον αφορά την ίδια τη συγγραφή, από εκεί και πέρα πολλά άλλα θα παίξουν σημαντικό ρόλο, πχ ένα βιβλίο, όσο καλό και αν είναι, δεν υπάρχει περίπτωση να προχωρήσει και να γίνει best seller εάν δεν υπάρχει σωστό δίκτυο διανομής που να το υποστηρίξει. Στην αντίθετη περίπτωση, ένα μέτριο, ωστόσο σχετικά καλογραμμένο βιβλίο εφόσον έχει ικανό δίκτυο διανομής, ανάλογες προωθητικές κινήσεις, διαφήμιση κ.λπ τότε μπορεί να πατήσει κορυφή. Αλλά το σημαντικότερο εδώ, νομίζω πως είναι το ίδιο το αναγνωστικό κοινό στο οποίο απευθύνεσαι. Το μέγεθος του κοινού που διαβάζει το είδος στο οποίο γράφεις. Και το είδος: Fantasy/ Δυστοπία/Τρόμος δεν είναι ιδιαίτερα δημοφιλές στην Ελλάδα.
Είναι χρέος του κάθε συγγραφέα να μοιράζεται το έργο του όταν το ολοκληρώσει; Εσείς στην προκειμένη περίπτωση, γιατί πήρατε την απόφαση να εκδώσετε το τελευταίο σας βιβλίο;
Πρώτα, είναι επιθυμία. Μετά, μπορεί να είναι και χρέος. Τώρα αν κάποιος έχει ολοκληρώσει κάτι και για τους χ δικούς του λόγους θέλει να το κρατά στο συρτάρι, είναι δικό του θέμα. Πήρα την απόφαση να το εκδώσω γιατί μου στοίχισε κόπο και χρόνο και, εκτός από αυτό, είχα και έχω ακόμα και κάποιες (μεγάλες) προσδοκίες που σίγουρα είναι φρούδες, αλλά έστω κι έτσι έπρεπε να το προσπαθήσω.
Ας μιλήσουμε γι’ αυτό. Κυκλοφόρησε το 2023 από τις εκδόσεις «Ελκυστής» και φέρει τον τίτλο «Absence area, Περιοχή απουσίας». Πρόκειται για ένα αρκετά πολυσέλιδο βιβλίο φαντασίας και θρίλερ (σελίδες 628), για απαιτητικούς αναγνώστες ομολογουμένως. Πώς αισθάνεστε που το πρώτο σας εκδοθέν βιβλίο είναι πλέον πραγματικότητα;
Στην αρχή σχετική, μικρή ικανοποίηση ανάμικτη με περιέργεια, τώρα ένα είδος παράξενης αναμονής. Το αν είναι για απαιτητικούς αναγνώστες δεν μπορώ να το ξέρω. Αλλά σε κάθε περίπτωση, όταν κάποτε επανακυκλοφορήσει θα γίνουν μερικές διορθώσεις.
Πείτε μας δυο λόγια για το περιεχόμενό του.
Η ιστορία είναι φανταστική σε όλη της την έκταση. Μπορεί, χρόνος και τόπος να είναι πραγματικοί, αλλά πρόσωπα και γεγονότα όχι. Μια μίξη λελογισμένης δυστοπίας, μυστηρίου, τρόμου και επιστημονικής φαντασίας. Το ζώο. Ο άνθρωπος. Ο άνθρωπος ζώο. Ένα αρκετά δυνατό θρίλερ και ταυτοχρόνως, ένα μακρύ και σκληρό ταξίδι σε ένα κοντινό, κάπως διαφορετικό αύριο.
Ποιο υπήρξε το βασικό ερέθισμά σας για να ξεκινήσετε τη συγγραφή του συγκεκριμένου έργου;
Κάποτε, νεαρός, στον τόπο καταγωγής μου είχα πάει για να μαζέψω σαλιγκάρια. Πήγα σε μια ρεματιά που είχε πάντα αρκετό νερό. Σε κάποιο σημείο υπήρχε μια εκτεταμένη λωρίδα ξερότοπου στη μέση της ρεματιάς. Εκεί βρήκα τα ίδια σαλιγκάρια με αυτά που εύρισκα στις όχθες, αλλά, αν και ήταν τα ίδια, ωστόσο δεν ήταν ακριβώς τα ίδια.
Γιατί επιλέξατε τον συγκεκριμένο τίτλο για να κοσμήσει το εξώφυλλο του βιβλίου σας και γιατί αυτή τη σκοτεινή εικόνα; Προϊδεάζετε μήπως τον αναγνώστη γι’ αυτό που πρόκειται να ακολουθήσει στις εσωτερικές του σελίδες, δηλαδή τη φανταστική μεταφορά του σ’ έναν τόπο επίσης σκοτεινό, φοβίσιμο κι αποκρουστικό;
Ο τίτλος περιγράφει το νόημα της ιστορίας στην ολότητα της. Το εξώφυλλο, σαν εικόνα παραμυθιού, σε προσκαλεί να περάσεις και εσύ ο αναγνώστης, απέναντι. Αν μπορείς να περάσεις. Εάν όχι, σταμάτα στη σελίδα 100. Λυπάμαι, αλλά δεν ήταν για σένα. Ο τόπος είναι αυτός που λέτε. Σκοτεινός, αποκρουστικός, φαινομενικά φανταστικός, όμως κανείς δεν μπορεί να είναι βέβαιος ότι ποτέ δεν υπήρξε ή, ίσως, μπορεί κάπου εκεί έξω να υπάρχει ακόμη.
Υπάρχουν μηνύματα που θέλετε να περάσετε μέσα από το βιβλίο σας αυτό η προορίζεται καθαρά για ψυχαγωγία;
Κάποια μηνύματα, τυχαία ή λόγο πλοκής/ροής, ίσως και να περνούν από τις σελίδες. Αλλά δεν το επεδίωξα. Δεν είμαι αυτός που θα περάσει μηνύματα. Αυτό μπορούν να το κάνουν άλλοι, πολύ καλύτερα από εμένα. Το βιβλίο είναι για ψυχαγωγία.
Το βιβλίο σας απευθύνεται αποκλειστικά σε ενήλικες ή μπορεί να αποτελέσει ανάγνωσμα και για το εφηβικό κοινό;
Αποκλειστικά σε ενήλικες.
Είστε ευχαριστημένος από τη συνεργασία σας με το εκδοτικό σας σπίτι; Θεωρείτε πως ένας καλός εκδοτικός οίκος συμβάλει σημαντικά για την καλύτερη και επιτυχέστερη προώθηση ενός βιβλίου;
Η συνεργασία μου με τον εκδοτικό ξεκίνησε πρόσφατα και σε γενικές γραμμές, έως τώρα τουλάχιστον, δείχνει να κυλάει ομαλά. Δεν έχω βέβαια άλλη εμπειρία για να συγκρίνω. Και όσο για το δεύτερο σκέλος της ερώτησης, ένας καλός εκδοτικός, σίγουρα συμβάλει σημαντικά στην επιτυχέστερη προώθηση ενός βιβλίου από έναν (κακό). Ανάποδα δε θα μπορούσα να το φαντασθώ. Ούτε και κανείς άλλος νομίζω θα μπορούσε.
Επόμενα συγγραφικά σχέδια κάνετε ή είναι πολύ νωρίς ακόμα;
Absence Area II ( Περιοχή Απουσίας II). Έχω γράψει πέντε βασικά πράγματα, έναν υποτυπώδη σκελετό δηλαδή.
Μια ευχή σας για το μέλλον;
Υγεία. Για όλα τα υπόλοιπα, όπως λέει και μια παροιμία, βάλε εσύ τον περιστερώνα και τα περιστέρια θα έρθουν.
Πριν κλείσουμε τη συζήτηση θα ήθελα να μας παραθέσετε ένα μικρό απόσπασμα από το βιβλίο σας.
… Η χθεσινή νύχτα ήταν δύσκολη. Όταν κάποτε κατάφερε να αποκοιμηθεί, άρχισε να ουρλιάζει στον ύπνο της. Στριφογυρνούσε στο κρεβάτι και τίναζε σπασμωδικά πέρα δώθε το σώμα της, σαν αγρίμι πιασμένο σε παγίδα. Δεκάδες σκιές την καταδίωκαν στο όνειρό της. Τις άκουγε καθώς την πλησίαζαν, βγάζοντας βραχνούς μακρόσυρτους ήχους από τα λαρύγγια τους. Ύστερα μια απόκοσμη, ξαφνική ησυχία έπεφτε από παντού και σκέπαζε το όνειρο. Δεν κινούταν τίποτα. Απολύτως τίποτα, λες και είχε σταματήσει ο χρόνος. Μέχρι που να φανούν ξανά οι σκιές. Καθώς κατέβαιναν τρέχοντας, κοπάδια ολόκληρα, από τους πράσινους λόφους, από τα σκοτεινά δύσβατα ρουμάνια και γέμιζαν το μονοπάτι πίσω της. Τότε έτρεχε με τα πόδια της ξυπόλυτα και την ψυχή στο στόμα. Τα νύχια της ήταν γεμάτα αίμα. Μυτερές πέτρες και αγκάθια καρφώνονταν στα πέλματα, ξεσχίζοντας κομμάτια από το δέρμα της. Ήξερε πού έπρεπε να πάει. Όμως έπρεπε να πάει γρήγορα. Αν αργούσε, το μονοπάτι δε θα είχε επιστροφή.
Κύριε Μόσχου, σας ευχαριστώ πολύ για την όμορφη συζήτηση και σας εύχομαι κάθε επιτυχία προσωπική και συγγραφική.
Και εγώ σας ευχαριστώ. Καλή συνέχεια.
Βιογραφικό:
Ο συγγραφέας Σάββας Γ. Μόσχου γεννήθηκε το 1968. Τα τελευταία δεκαεννέα χρόνια κατοικεί και εργάζεται στο Μόναχο της Γερμανίας.
Στο παρελθόν δεν είχε εκδώσει κάτι. Συστήνεται στο αναγνωστικό κοινό με το μυθιστόρημα ABSENCE AREA (Περιοχή Απουσίας), την πρώτη του απόπειρα.
Στον ελεύθερό του χρόνο διαβάζει αλλά και γράφει· αραιά και πού, και λίγη ποίηση.
Στοιχεία επικοινωνίας:
Facebook: Savvas Moschou
Instagram: @savvasmoschou
Website: www.absencearea.com
0 Σχόλια