Η Άννα Εμμανουήλ είναι παιδαγωγός ειδικής αγωγής, συγγραφέας και εικαστικός. Δείχνοντας ιδιαίτερη αδυναμία στην ποίηση με την οποία καταπιάνεται από μικρή ηλικία για να δώσει φωνή σε όσα δεν μπορεί ή δεν αντέχει να εκφράσει δυνατά, προχωρά πλέον δυναμικά στο πρώτο μεγάλο και τολμηρό συγγραφικό της βήμα και αυτοσυστήνεται. Το πρώτο της βιβλίο είναι ποιητική συλλογή, φέρει τον τίτλο «Εστί Ηδονή» και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «ΑΩ». Περισσότερα, όμως, για την ίδια και το έργο της θα έχουμε τη χαρά να γνωρίσουμε σήμερα στις Τέχνες στη συνέντευξη που ακολουθεί.
Συνέντευξη στη Στέλλα Πετρίδου
Κυρία Εμμανουήλ, παρότι νέα ηλικιακά, δείχνετε ιδιαίτερο ενδιαφέρον στα γράμματα. Πείτε μας δυο λόγια για εσάς προκειμένου να σας γνωρίσει το αναγνωστικό κοινό στο οποίο και απευθύνεστε με την ιδιότητα του συγγραφέα.
Ονομάζομαι Άννα. Κι όταν άρχιζα να μεγαλώνω, έβλεπα την ποίηση να περιφέρεται γύρω μου και μέσα μου. Δεν μετρούν τα χρόνια όταν οι λέξεις φωλιάζουν από νωρίς στην καρδιά σου. Από μικρή είχα μέσα μου αυτή την επιθυμία να παρατηρώ — όχι επιφανειακά, αλλά με βλέμμα που σκάβει, που ψάχνει πίσω από τα πράγματα. Γεννήθηκα με μια έμφυτη ανάγκη να μετατρέπω την εμπειρία, τη σκέψη, τη μνήμη, ακόμη και τον πόνο, σε κάτι δημιουργικό, σε κάτι που να μπορεί να μιλήσει όχι μόνο για μένα, αλλά και για τους άλλους. Η γραφή ήρθε φυσικά, σχεδόν αθόρυβα, όπως έρχεται ο έρωτας όταν είναι βαθύς: δεν τον καταλαβαίνεις στην αρχή, απλώς αρχίζεις να ζεις μέσα από αυτόν. Είμαι ένας άνθρωπος που ανασαίνει μέσα από τα γράμματα, που βρίσκει ελευθερία εκεί που άλλοι βρίσκουν όρια. Η συγγραφή δεν είναι για μένα επιλογή· είναι τρόπος ύπαρξης.
Γιατί σας αρέσει να γράφετε; Ποια είναι η κινητήρια δύναμη που ωθεί την πένα σας να αποτυπώσει τα όσα κατακλύζουν τη σκέψη σας στο χαρτί; Είναι η ανάγκη απελευθέρωσης βαθύτερων συναισθημάτων, είναι ένας ιδανικός τρόπος φυγής από την πραγματικότητα ή και κάτι άλλο;
Η γραφή είναι ένας τρόπος να δίνω φωνή σε όσα δεν μπορώ ή δεν αντέχω να πω δυνατά. Είναι μια βαθιά υπαρξιακή ανάγκη, όχι απλώς δημιουργική έκφραση. Είναι ο τρόπος μου να με βλέπω καθαρά και, ταυτόχρονα, να βλέπω τον κόσμο. Δεν πρόκειται ούτε για φυγή ούτε για λογοτεχνική πολυτέλεια· είναι μια προσπάθεια να τακτοποιήσω το χάος που με περιβάλλει και με διαπερνά. Κάθε φορά που γράφω, είναι σαν να μαζεύω τα θραύσματα μου και να τα μετατρέπω σε ένα απέραντο νήμα αυτό έκφρασης. Γνέθω την μοίρα της γραφής μου. Δεν γράφω επειδή έχω κάτι απλώς να πω· γράφω επειδή κάτι μέσα μου επιμένει να ειπωθεί. Είναι μια ανάγκη ελευθερίας, μια μορφή εσωτερικής αλήθειας, ένας τρόπος να ψηλαφώ το άγνωστο με την τρυφερότητα της γλώσσας.
Οι ακαδημαϊκές σας σπουδές και το ερευνητικό ενδιαφέρον σας στον κλάδο της ειδικής αγωγής επηρεάζουν, θεωρείτε, τον τρόπο σκέψης και γραφής σας; Τι έχει αποδείξει η πορεία που έχετε μέχρι τώρα διανύσει στον χώρο των γραμμάτων αλλά και της τέχνης γενικότερα;
Σαφώς και με έχουν επηρεάσει. Η ειδική αγωγή μου έδωσε ένα πολύτιμο εργαλείο: την ικανότητα να βλέπω πέρα από το φανερό, να αφουγκράζομαι την ανθρώπινη εμπειρία με ευαισθησία και ενσυναίσθηση. Έμαθα να σέβομαι το διαφορετικό, να αναγνωρίζω πως κάθε άνθρωπος έχει τον δικό του μοναδικό τρόπο να εκφράζεται, να επικοινωνεί, να υπάρχει. Αυτό πέρασε και στη γραφή μου. Δεν με ενδιαφέρει η επιτήδευση, αλλά η αλήθεια — και πολλές φορές, η αλήθεια έρχεται από εκεί που κανείς δεν κοιτά. Η τέχνη, για μένα, δεν είναι απλώς μορφή. Είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της ζωής. Και σε αυτή την πορεία στον χώρο των γραμμάτων, εκείνο που έχω μάθει είναι πως το σημαντικότερο που μπορεί να κάνει ένας καλλιτέχνης είναι να παραμένει ακέραιος, καθάριος και αυθεντικός. Να γράφει, δηλαδή αυτό η καρδιά του φωνάζει…
Πώς συνδυάζονται οι τέχνες με τα γράμματα στη δική σας περίπτωση;
Δεν τις βλέπω ποτέ ως ξεχωριστές οντότητες. Για μένα, η λέξη είναι εικόνα και η εικόνα, λέξη. Η ζωγραφική μου δεν είναι "διακοσμητική" της ποίησης — είναι κομμάτι της. Όπως ένα βλέμμα μπορεί να γεννήσει έναν στίχο, έτσι κι ένας στίχος μπορεί να γεννήσει ένα σχήμα ή ένα χρώμα. Οπτικοποιώ τα συναισθήματά μου και ταυτόχρονα τα γράφω. Οι τέχνες είναι τρόποι έκφρασης του ίδιου βιώματος — σαν να κοιτάς τον εαυτό σου από διαφορετικούς καθρέφτες. Και όλοι τους, κατοπτρίζουν την αλήθεια, απλώς με άλλη φωνή.
Τι μπορεί να αποτελέσει έμπνευση για εσάς συνήθως ώστε να σας παρακινήσει, είτε συνειδητά είτε αυθόρμητα, στη συγγραφή;
Έμπνευση μπορεί να είναι οτιδήποτε: μια λεπτομέρεια που άλλος θα προσπεράσει, ένας ήχος στο βάθος της σιωπής, μια φράση που ειπώθηκε μισή, ένα βλέμμα στον δρόμο. Τίποτα δεν είναι μικρό όταν έχεις μάθει να παρατηρείς. Ο πόνος, η απώλεια, ο έρωτας. Έμπνευση είναι η ίδια η ζωή όπως είναι: το καθημερινό, το φθαρτό, το ασήμαντο. Εκεί κρύβεται η πιο μεγάλη ομορφιά. Δεν γράφω για να περιγράψω το εντυπωσιακό. Γράφω για να ανασύρω το θαυμαστό από το απλό.
Ποιο λογοτεχνικό είδος σας ελκύει περισσότερο και γιατί; Είναι το διήγημα, είναι η ποίηση ή κάποιο άλλο είδος με το οποίο ενδεχομένως προσδοκάτε να καταπιαστείτε στο μέλλον;
Η ποίηση με ελκύει όπως το φως έλκει το βλέμμα. Είναι το είδος εκείνο που χωρά μέσα του τη σιγή, την παύση, το βλέμμα, την ανάσα. Δεν χρειάζεται εξηγήσεις, αφήνεται. Μπορεί να είναι ένα ψίθυρο ή μια κραυγή — και τα δύο το ίδιο δυνατά. Όμως δεν απορρίπτω καμιά μορφή λόγου. Το διήγημα με συγκινεί επίσης, γιατί σε λίγο χώρο μπορεί να γεννήσει έναν ολόκληρο κόσμο. Ίσως κάποτε στραφώ και εκεί — όταν οι σκέψεις μου θελήσουν περισσότερο χώρο για να ταξιδέψουν.
Γιατί επιλέξατε να κάνετε το λογοτεχνικό σας ντεμπούτο με ποίηση και όχι με πεζογραφία, δεδομένου ότι ελάχιστοι στις μέρες μας διαβάζουν ποιητικές συλλογές;
Ήταν μια επιλογή που δεν έγινε με βάση τη λογική, αλλά την εσωτερική παρόρμηση. Δεν σκέφτηκα τι διαβάζεται, αλλά τι με διαπερνά. Η ποίηση ήταν πάντα η φυσική μου έκφραση. Κι αν η εποχή διαβάζει λιγότερη ποίηση, ίσως αυτό να σημαίνει πως τη χρειάζεται περισσότερο. Δεν γράφω για το κοινό — γράφω για την ανάγκη. Γράφω για την ατομική μου έκφραση για να γίνει μέρος του όλου. Αφήνω το δακτυλικό μου αποτύπωμα -όσο πιο έντονα μπορώ- πάνω στην απέραντη μετριότητα και υλικότητα της σύγχρονης κοινωνίας. Κι αν κάτι γραμμένο με αλήθεια βρει έναν μόνο άνθρωπο και τον αγγίξει, τότε αυτό αρκεί. Η ποίηση, ακόμη και όταν διαβάζεται από λίγους, έχει την ισχύ να μιλήσει για πολλούς.
Ποια η αξία των λογοτεχνικών βραβείων για έναν δημιουργό; Είναι σημαντική και απαραίτητη για τη μετέπειτα εξέλιξή του; Δεδομένου ότι και το δικό σας έργο έχει πρόσφατα βραβευθεί, πείτε μας πώς νιώσατε γι’ αυτό. Είναι κατά κάποιον τρόπο μια ηθική ανταμοιβή η αναγνώριση, μια ένδειξη ότι προσφέρετε κι εσείς στον ελληνικό πολιτισμό ή και κάτι άλλο;
Τα βραβεία είναι σαν τον προβολέα που πέφτει για λίγο πάνω σου — δεν σε ορίζει, μα σε φωτίζει για μια στιγμή. Είναι μια όμορφη επιβεβαίωση πως κάποιος σε είδε, κάποιος σε άκουσε, κάποιος σε ένιωσε. Για έναν δημιουργό, που συνήθως δουλεύει στη σιωπή και την αμφιβολία, αυτό είναι σημαντικό. Ναι, είναι μια ηθική επιβράβευση, ένα χτύπημα στην πόρτα σου. Κι όταν την ανοίγεις σου λέει κάποιος «συνέχισε». Μα δεν πρέπει να γίνεται αυτοσκοπός. Η αξία του έργου δεν εξαρτάται από τις διακρίσεις — αλλά η αναγνώριση είναι μια θέρμη, ένας διάλογος. Χρειάζεται να στέκεσαι ταυτόχρονα ξυπόλυτος στο χώμα αλλά και να αντικρύζεις τον ήλιο που σε λούζει. Ένιωσα, πάνω απ’ όλα, ευγνωμοσύνη. Για όλους όσους στάθηκαν σιωπηλοί αναγνώστες, για όσους δέχτηκαν τη γραφή μου σαν καθρέφτη ή σαν χέρι. Ένιωσα πως ίσως, μέσα από αυτές τις λέξεις, προσφέρω κι εγώ κάτι στο κορμί του ελληνικού λόγου. Μικρό ή μεγάλο δεν έχει σημασία — αρκεί που είναι μια δική μου ταπεινή απόχρωση.
Ποια είναι η προσδοκία σας ως δημιουργός;
«Δεν ελπίζω τίποτα, δεν φοβάμαι τίποτα, είμαι λεύτερος». Αν κάτι προσδοκώ, είναι να γράφω για πάντα με τον χτύπο της καρδιάς μου και να παραμένω πιστή σ’ αυτό που με συγκινεί. Θέλω τα κείμενά μου να κουβαλούν εσωτερικό παλμό, να μη γίνονται σχήματα, αλλά αισθήματα. Κι αν ένας αναγνώστης σταθεί για λίγο σε έναν στίχο, αν του γεννηθεί μια σκέψη, μια ερώτηση, ένα δάκρυ — τότε αυτό είναι η μεγαλύτερη απόλαυση.
Τον Μάιο του 2024 κυκλοφόρησε η πρώτη σας ποιητική συλλογή από τις εκδόσεις «ΑΩ» που φέρει τον τίτλο «Εστί Ηδονή». Μιλήστε μας για το περιεχόμενό της με δυο λόγια. Τι θα διαβάσει ο αναγνώστης πιάνοντας το βιβλίο σας στα χέρια του;
Το «Εστί Ηδονή» είναι ένας προσωπικός χάρτης επιθυμίας, απώλειας, αναγέννησης. Μια ποιητική διαδρομή που μιλά για το σώμα, τον έρωτα, την ανάγκη, τον πόνο και τη μνήμη. Δεν είναι μόνο σωματική η ηδονή που περιγράφεται — είναι και ψυχική, υπαρξιακή. Ο αναγνώστης θα βρει αλήθεια, εξομολόγηση, αλλά και εικόνες που μπορεί να μοιάζουν με δικές του. Είναι ένα βιβλίο που δεν ψιθυρίζει — αλλά δεν κραυγάζει. Μιλάει απαλά, μα βαθιά. Είναι ένας βαθύς στοχασμός ανάμεσα στο θεϊκό και το ανθρώπινο. Μια διευρυμένη και στοχαστική προσέγγιση πάνω στον έρωτα.
Γιατί επιλέξατε αυτόν τον τίτλο ως αντιπροσωπευτικό του βιβλίου σας και γιατί το συνοδεύσατε με το συγκεκριμένο εικαστικό έργο που και αυτό αποτελεί δική σας δημιουργία;
Ο τίτλος «Εστί Ηδονή» δεν είναι πρόκληση, είναι διαπίστωση. Ήθελα να δώσω έμφαση στην ηδονή ως βίωμα υπαρξιακό — όχι απλώς σαρκικό, αλλά ολικό. Η ηδονή του βλέμματος, της ανάμνησης, της απώλειας, ακόμη και της σιωπής. Το εικαστικό έργο που το συνοδεύει γεννήθηκε ταυτόχρονα με τα ποιήματα. Είναι σαν να απέκτησαν εικόνα όσα γράφτηκαν. Ήταν αδιανόητο να μην τα ενώσω — είναι δύο όψεις της ίδιας ψυχικής κατάθεσης.
Τα ποιήματα της συλλογής σας είναι διάχυτα από λυρισμό και βαθιά εξομολογητική διάθεση. Όλα τους είναι γραμμένα σε ελεύθερο στίχο και πρώτο πρόσωπο, ώστε να ξεχειλίζουν αμεσότητα, ζωή, αλήθεια, έρωτα και ηδονή. Ο ξεχωριστός κι αυθεντικός τρόπος γραφής σας, η σωστή χρήση της ελληνικής γλώσσας, το πλούσιο λεξιλόγιό σας και οι γλαφυρές εικόνες που το αναδεικνύουν περισσότερο σας καθιστούν μια άξια και πολλά υποσχόμενη δημιουργό, με δυνατή χαρακτηριστική πένα και άποψη, η οποία ήρθε για να μείνει στα γράμματα και να διαπρέψει. Πώς νιώθετε γι’ αυτό;
Τα λόγια που ακούω για τη γραφή μου μοιάζουν με ανέμου ψίθυρους, που ανησυχούν και χαϊδεύουν την ψυχή. Όταν κάποιος λέει πως οι λέξεις μου είναι αυθεντικές, πως η πένα μου έχει δύναμη, εκείνη την στιγμή, για μια αιωνιότητα, παγώνει ο χρόνος. Δε μετράω τις λέξεις, δεν μετράω την αναγνώριση — μετράω την αλήθεια που κρύβεται πίσω από κάθε λέξη που γράφτηκε, πίσω από κάθε στίχο που ανασαίνει πάνω στο χαρτί. Όταν το έργο μου βρίσκει τον αναγνώστη του, όχι απλώς ως λέξη αλλά ως αίσθημα, τότε νιώθω πως τα λόγια μου δεν είναι πια μόνο δικά μου, αλλά ανήκουν σε κάθε ψυχή που τα συναντά.
Η γραφή μου είναι ένα ταξίδι σε σκοτεινές θάλασσες και φωτεινές ακτές, και όταν βλέπω πως κάποιος τη διαβάζει και βρίσκει σε αυτήν το δικό του νόημα, είναι σαν να μου λέει πως η θάλασσα που έφτιαξα με τις λέξεις μου, άγγιξε και τον δικό του ουρανό. Δεν υπάρχουν μεγαλύτερες ευχαριστίες από αυτές που έρχονται σιωπηλά, από την καρδιά εκείνου που καταλαβαίνει χωρίς να χρειάζεται να μιλήσει. Όταν ο αναγνώστης μου λέει πως ένιωσε το βίωμα των λέξεών μου, πως τα έζησε και τα δικά του όνειρα μέσα από την ποίηση, τότε νιώθω πως η πένα μου δεν υπήρξε μια φευγαλέα κίνηση, αλλά ένας ψίθυρος που άφησε το σημάδι του στην αθανασία του χρόνου.
Και ναι, η ευθύνη είναι μεγάλη — όταν οι λέξεις σου, τόσο αθώες και ταυτόχρονα τόσο γεμάτες πόνο, αλήθεια και φως, φτάνουν στην καρδιά του άλλου. Αν το έργο μου είναι μικρό, αν δεν είναι αποδεκτό από όλους, δεν με φοβίζει η σιωπή. Όμως όταν εκείνος που διαβάζει νιώσει πως βρήκε κάτι, πως αναγνώρισε ένα κομμάτι του μέσα στο ποίημα, τότε η μεγαλύτερη ανταμοιβή είναι η ίδια η αλήθεια του αναγνώστη. Είναι το μικρό, το σιωπηλό βήμα που κάνει η ψυχή του προς τη δική μου. Κι αυτό είναι η μόνη ανταμοιβή που αναζητώ — να δημιουργώ, όχι για το βραβείο, αλλά για την αλήθεια που κρύβεται στον κόσμο μας, και για την αίσθηση πως το έργο μου αφήνει μια μικρή σπιθαμή φωτός σε έναν κόσμο που το έχει ανάγκη.
Ποια στάθηκε η αφορμή για να γράψετε το βιβλίο σας αυτό και να το κοσμήσετε με τα πολύ ενδιαφέροντα ομολογουμένως εικαστικά σας έργα; Τι σας ενέπνευσε και γιατί;
Η αφορμή για τη συγγραφή αυτού του βιβλίου ήταν μια ερωτική πλημμύρα, ένα κύμα που με κατέκλυσε, και δεν μπορούσα να το αποτρέψω. Είχα ανάγκη να αποτυπώσω όσα ζούσα, όσα ένιωθα, να βρω τον τρόπο να μετατρέψω τη δίνη των σκέψεων και συναισθημάτων σε λέξεις. Ήταν μια ανάγκη να απελευθερωθώ από τον εσωτερικό μου κόσμο, να μοιραστώ τις αλήθειες που κρύβονται πίσω από τη σιωπή, πίσω από τις ανομολόγητες επιθυμίες. Η εικαστική διάσταση ήρθε φυσικά ως συνέχεια της γραφής. Τα σχέδια μου είναι μια αντανάκλαση των ίδιων αυτών συναισθημάτων. Όταν η γραφή με άφηνε κάποιες φορές αβοήθητη να εκφράσω το άρρητο, η εικόνα έδινε φωνή στη σιωπή. Δεν υπήρξε ποτέ διαχωρισμός μεταξύ λέξεων και εικόνας· είναι αλληλένδετες, όπως οι ανάσες μας.
Υπάρχουν μηνύματα που θέλετε να περάσετε μέσα από τα ποιήματά σας στον αναγνώστη;
Μέσα από τα ποιήματά μου, θέλω να περάσω ένα μήνυμα ελευθερίας — την ελευθερία να αγαπάς και να ζεις χωρίς περιορισμούς, χωρίς φόβο, χωρίς επιφυλάξεις. Θέλω να θυμίσω στους αναγνώστες ότι οι βαθύτερες αλήθειες δεν λέγονται με φωνή, αλλά με σιωπή, με τη σιωπηλή μας κατανόηση του κόσμου γύρω μας. Θέλω να ξυπνήσουν τα όνειρα, να αναδυθούν τα κρυμμένα συναισθήματα, να κοιτάξουμε κατάματα τον πόνο και την ηδονή της ύπαρξής μας. Το μήνυμα είναι απλό, αλλά πανίσχυρο: η ζωή είναι η ίδια η ποίηση, και η ποίηση είναι η ζωή μας που αγγίζει το αληθινό της νόημα.
Το βιβλίο σας απευθύνεται αποκλειστικά σε ενήλικες ή μπορεί να αποτελέσει ανάγνωσμα και για το εφηβικό κοινό;
Ο αναγνώστης μου δεν έχει όρια ηλικίας. Ο κόσμος των συναισθημάτων και των ιδεών που εξετάζω είναι πανανθρώπινος, χωρίς να περιορίζεται από φύλο, ηλικία ή κοινωνικό στάτους. Η ποίησή μου απευθύνεται στους ενήλικες, γιατί αυτή η περίοδος της ζωής φέρνει τη συνειδητοποίηση της αλήθειας και της απώλειας, της αναζήτησης και της αποδοχής. Αλλά ταυτόχρονα, πιστεύω ότι θα μπορούσε να συγκινήσει και το εφηβικό κοινό, που βρίσκεται σε εκείνη τη μεταβατική και ριζοσπαστική θα έλεγα περίοδο, ανάμεσα στη σιωπή και στη φωνή, ανάμεσα στον κόσμο των ονείρων και του ρεαλισμού. Η ποίηση είναι μια γλώσσα που μιλά σε όλους, όσο αθώοι ή πληγωμένοι κι αν είναι.
Είστε ευχαριστημένη από τη μέχρι τώρα συνεργασία σας με το πρώτο σας εκδοτικό σπίτι, τις εκδόσεις «ΑΩ»;
Η συνεργασία μου με τις εκδόσεις «ΑΩ» ήταν μια ανακάλυψη, ένα ταξίδι μαζί τους που με βοήθησε να ολοκληρώσω το όραμά μου. Από την πρώτη στιγμή, ένιωσα πως βρήκα μια ομάδα που κατανοεί τον πνευματικό μου κόσμο και με στήριξε να εκφραστώ πλήρως. Είμαι ευγνώμων για την υποστήριξή τους, για τη σοβαρότητα με την οποία αντιμετώπισαν το έργο μου και για την αγάπη με την οποία το έφεραν στον κόσμο. Κάθε βιβλίο έχει μια ιστορία πίσω του, και η δική μου ιστορία έτυχε να έχει αυτούς τους ανθρώπους δίπλα μου, για να το βοηθήσουν να βγει στον κόσμο. Η συνεργασία μας είναι για μένα πολύτιμη και η εκτίμησή μου για αυτούς είναι αμέριστη.
Επόμενα συγγραφικά σχέδια κάνετε ή είναι πολύ νωρίς ακόμα γι’ αυτό;
Δεν θα ήθελα να δηλώσω κάτι. Αλλά και η σιωπή είναι μια μορφή ομιλίας. Γράφω σιωπηλά, παρατηρώντας τον κόσμο γύρω μου, για να βρω τη στιγμή που θα γεννηθούν οι νέες μου σκέψεις. Όμως, κάτι μέσα μου με προειδοποιεί: το έργο του δημιουργού δεν τελειώνει ποτέ. Είναι μια αέναη πορεία, μια αδιάκοπη ροή. Δεν είναι το τέλος που με απασχολεί, αλλά το σαν πας στο πηγαιμό για την Ιθάκη!
Μια ευχή σας για το μέλλον που θα θέλατε να πραγματοποιηθεί;
Η ευχή μου είναι απλή και βαθιά. Ευχή μου είναι να συνεχίσω να γράφω με την ίδια αφοσίωση, με την ίδια ανάγκη να μοιραστώ το είναι μου. Ευχή μου είναι η ποίηση να μην είναι μόνο για εκείνους που έχουν τον χρόνο και την υπομονή να τη διαβάσουν, αλλά να γίνει μια γλώσσα που θα μιλιέται από όλους μας στην καθημερινότητα. Η ποίηση πρέπει να βγει από τα βιβλία και να πάρει τη θέση που της ανήκει — εκείνη του θρόισμα του ανέμου, της αίσθησης του νερού πάνω στο δέρμα, του ψιθύρου που γίνεται κραυγή. Και η ευχή μου για το μέλλον είναι να έχω τη δύναμη να συνεχίσω να την υπηρετώ μέχρι το τέλος.
Πριν κλείσουμε τη συζήτηση θα ήθελα να μας παραθέσετε ένα ποίημα από το βιβλίο σας.
Ύμνος
«Αι Γενεαί Πάσαι»
Υμνούν την ταφή μας.
Των ερώτων μας το τραύλισμα.
Προσφέρουν
Το Ύδωρ.
Το Αίμα.
Νυν.
Αεί του αιώνιου πόθου.
Νυν η άγρια η επιθυμία.
Αεί η αέναη ένωση.
Νυν η παραίσθηση.
Αεί το φιλί του απείρου.
Ω, εγώ το Γλυκύ Έαρ.
Ω, εσύ το οφθάλμιο φως.
Νυν η ταπείνωση.
Αεί της οδύνης το κάλεσμα.
Κυρία Εμμανουήλ, σας ευχαριστώ πολύ για την όμορφη συζήτηση και σας εύχομαι κάθε επιτυχία προσωπική, επαγγελματική και συγγραφική. Καλοτάξιδο το βιβλίο σας και καλοδιάβαστο!
Βιογραφικό:
Η Άννα Εμμανουήλ γεννήθηκε το 2002 στον Βόλο. Είναι απόφοιτος του Παιδαγωγικού Τμήματος Ειδικής Αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. Ιδιαίτερο ερευνητικό ενδιαφέρον στον κλάδο της αποτελεί η ενασχόληση με την τέχνη και η προσβασιμότητα αυτής σε σχέση με τα άτομα με αναπηρία όρασης. Συγκεκριμένα, ιδιαίτερο ερευνητικό και ακαδημαϊκό επίτευγμα υπήρξε η μετατροπή της Γκουέρνικα σε ανάγλυφη μορφή για άτομα με αναπηρία όρασης, μέσα από την συνεργασία με το Εργαστήριο Πρόσβασης στην τυπική- μη τυπική εκπαίδευση ατόμων με πολλαπλές αναπηρίες (ΠΘ). Ακόμα, έχει ως ενασχοληθεί ερευνητικά (εκπόνηση ερευνητικών εργασιών) με την ανάγλυφη και τρισδιάστατη απόδοση παραμυθιών σε απτική μορφή για άτομα με ΑΟ. Αγαπημένα της καθημερινά ενδιαφέροντα αποτελούν η συγγραφή ποίησης, διηγημάτων αλλά και η δημιουργία έργων τέχνης σε ψηφιακή μορφή (digital art), όπου και έχει αποσπάσει το Α’ Βραβείο του Πανελλήνιου Διαγωνισμού Digital Art by Kefalos (2024). Το «Εστί Ηδονή» είναι η πρώτη της ποιητική συλλογή από τις ΑΩ Εκδόσεις. Τέλος, απέσπασε το Βραβείο Ερατούς- Βραβείο Ερωτικής-Λυρικής Ποίησης και το 1ο Βραβείο Ερωτικής Ποίησης στον Παγκόσμιο Διαγωνισμό Καβάφη για την πρώτη της ποιητική συλλογή «Εστί Ηδονή» ΑΩ Εκδόσεις (2024).
0 Σχόλια