Η σημερινή καλεσμένη των Τεχνών είναι η συγγραφέας και μεταφράστρια Μαρία Κούλη. Υπηρετώντας επί πολλά χρόνια την ποίηση και την πεζογραφία, παράλληλα με το μεταφραστικό της έργο, και μετά από μία περίοδο εκδοτικής σιωπής, επιστρέφει και πάλι στα γράμματα παρουσιάζοντάς μας την έκτη κατά σειρά έκδοσης ποιητική της συλλογή με τίτλο «Αν αλλάζαμε κουρτίνες…», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Βακχικόν». Θα μας μιλήσει γι' αυτήν αναλυτικά στη συνέντευξη που ακολουθεί.
Συνέντευξη στη Στέλλα Πετρίδου
Κυρία Κούλη, διαγράφετε εδώ και πολλά χρόνια μια αξιόλογη πορεία στα γράμματα ως υπηρέτρια της ποίησης αλλά και της πεζογραφίας. Παράλληλα, ασχολείστε και με τη μετάφραση. Τελικά, πώς θα παρουσιάζατε η ίδια τον εαυτό σας στο αναγνωστικό κοινό που σας γνωρίζει για πρώτη φορά;
Πέρασα σχεδόν τη μισή μου ζωή μη έχοντας καμία σχέση με τη λογοτεχνία, παρά μόνο ως αναγνώστρια. Από μικρή είχα βέβαια ευχέρεια στο γράψιμο, αλλά έκανα λάθος σπουδές (οικονομικά), δούλεψα χρόνια σε τράπεζα και άλλαξα προσανατολισμό. Αναζητώντας τον αληθινό μου εαυτό, μέσα από διαδικασία αναλυτικής δουλειάς, ανακάλυψα πως μπορώ να γράφω. Ο αείμνηστος Δάσκαλός μου, Ντίνος Σιδερίδης με προέτρεπε να γράφω κάθε πρωί «με την τσίμπλα στο μάτι» -όπως χαρακτηριστικά έλεγε- τρεις χειρόγραφες σελίδες. Το ίδιο προτείνει και η Julia Cameron στο βιβλίο της The miracle of morning pages. Πράγματι αυτές οι τρεις σελίδες ήταν μαγικές. Βοηθούν τη δημιουργικότητα. Στην αρχή έγραφα τετριμμένα πράγματα και, ξαφνικά, ξεπήδησαν κάποιες ιστορίες, στην αρχή μικρές, στη συνέχεια μεγαλύτερες. Ύστερα, μια μέρα, μου χτύπησε την πόρτα η Αγία Ποίηση. Της άνοιξα… Από τότε προσπαθώ να κρατώ ανοικτή αυτή την πόρτα. Από το 2006 που κυκλοφόρησε η πρώτη μου ποιητική συλλογή, ως σήμερα, έχουν εκδοθεί 5 ποιητικές συλλογές, ένα πεζογράφημα (μύθοι του Πλάτωνα) και ένα μυθιστόρημα. Δυστυχώς, λόγω του ότι ο εκδοτικός οίκος Γαβριηλίδη δεν υπάρχει πια, από όλα αυτά τα βιβλία κυκλοφορεί μονάχα το μυθιστόρημα «Βρε, άντε και σιχτιρ…» που επανεκδόθηκε από τον ΑΡΜΟ. Σε ό,τι αφορά τη μετάφραση, μετέφρασα από τα γαλλικά την αλληλογραφία Αβέρωφ-Τοσίτσα και τη μετέγραψα από το χειρόγραφο σε ηλεκτρονική μορφή πάλι στα γαλλικά για τις ανάγκες του σχετικού βιβλίου που εκδόθηκε από το Ίδρυμα της Βουλής. Πρόσφατα, μετά από μια περίοδο εκδοτικής σιωπής, κυκλοφόρησε η έκτη ποιητική μου συλλογή από τις φιλόξενες εκδόσεις Βακχικόν.
Τι είναι αυτό που συμβάλλει κυρίως στη μεγάλη αγάπη που τρέφετε για τη συγγραφή; Είναι απλά μια ανάγκη εξωτερίκευσης σκέψεων και συναισθημάτων ή και κάτι άλλο εξίσου σημαντικό;
Το γράψιμο είναι για μένα ανάγκη· ανάσα ζωής. Φυσικά έχω περάσει και περιόδους αμφισβήτησης του εαυτού μου και των όσων γράφω. Μπήκα στον πειρασμό να τα κλείσω όλα, να τα ξεχάσω και να ξεχαστώ. Ο Ρίλκε με έσωσε. Κάθε φορά που αμφιβάλλω, ξεφυλλίζω το βιβλίο του «Γράμματα σε ένα νέο ποιητή». Τον ακούω να μου ψιθυρίζει: «Θα πέθαινες αν δεν σε άφηναν να γράφεις;» Και τότε, συνέρχομαι. Συνεχίζω… Το γράψιμο, ιδιαίτερα η ποίηση είναι προϊόν «σκαψίματος» του εαυτού μου. Αντλώ από την εσωτερική πηγή που όλοι κρύβουμε μέσα μας και δυστυχώς αγνοούμε, την «αεί αναβλύζουσα» όπως λέει ο Μάρκος Αυρήλιος. Μέσα από χαλάρωση, ηρεμία, εσωτερική σιωπή, έρχομαι σε επαφή με τον βαθύτερο εαυτό μου, συγκινούμαι και γράφω…
Ποιο λογοτεχνικό είδος σας συναρπάζει περισσότερο ως αναγνώστρια και ποιο ως συγγραφέας;
Ως αναγνώστρια, μου αρέσει να διαβάζω βιβλία ψυχολογίας, αυτο-βελτίωσης, υπαρξιακού και φιλοσοφικού περιεχομένου· τα περισσότερα ξενόγλωσσα.
Ως συγγραφέας, διαβάζω κυρίως ποίηση. Συχνά επανέρχομαι στους ποιητές που αγαπώ. Ρίλκε, Έμιλυ Ντίκινσον, Ρουμί, Μανόλη Αναγνωστάκη, Καβάφη, Σεφέρη, Ελύτη και τόσους άλλους. Όταν θέλω να διαβάσω, συχνά τραβάω στην τύχη –με κλειστά μάτια- ένα βιβλίο από τα ράφια της βιβλιοθήκης. Έχω εμπιστοσύνη στη Φύση ότι θα με οδηγήσει σε αυτό που έχω ανάγκη τη συγκεκριμένη στιγμή. Όπερ και συμβαίνει. Φυσικά διαβάζω και πεζογραφία. Είμαι μέλος της Λέσχης Ανάγνωσης του Δήμου Νέας Σμύρνης που κάνει πολύ καλή δουλειά. Εκεί, έχω την ευκαιρία να διαβάσω και να συζητήσω ενδιαφέροντα βιβλία.
Τι σας εμπνέει συνήθως, ώστε να αποτελέσει κίνητρο δημιουργίας και έκφρασης;
Πέρα από τα εξωτερικά ερεθίσματα, τα οποία σαφώς υπάρχουν (μια ωραία εικόνα, ένας στίχος που μου «μιλάει», κάποιες νότες, η επαφή με τη φύση) εκείνο που για μένα αποτελεί το μεγαλύτερο κίνητρο είναι η εσωτερική μου φωνή. Όταν ακούω αυτό που λέει, τότε το γράψιμό μου είναι γνήσιο, προϊόν συναισθήματος και όχι εγκεφαλικής διεργασίας. Μου έχει τύχει να ξυπνήσω με ένα στίχο να «στάζει» από τα χείλη. Ή κρατώντας τη χειρολαβή στο λεωφορείο να ψιθυρίσω νοερά κάποιες λέξεις. Γι’ αυτό και ο Δάσκαλός μου πρότεινε να έχω πάντα στο κομοδίνο ή την τσάντα σημειωματάριο και στυλό. Επιτρέψτε μου να παραθέσω κάποιους στίχους από παλαιότερο ποίημά μου:
«Για ένα ποίημα χρειάζεται/αλεύρι εσωτερικής αλέσεως/δάκρυα αγγέλων/-ει δυνατόν φρεσκοστυμμένα-/μαγιά ανθρώπου· φύεται στο ηλιακό πλέγμα/ελάχιστο ξύσμα ψυχής/το περισσότερο πικρίζει/μέντα και λουΐζα/-ευδοκιμούν στον εξώστη του Ποιητή/προαιρετικό καταστάλαγμα όνειρα/Προσοχή στις γενικές πληθυντικού!/Ζυμώνετε με χάρη/αφήνετε να ξεκουραστεί σε τρυφερή αγκαλιά/εγκεφαλικές ζυμώσεις δεν συνιστώνται/ χρόνος προετοιμασίας, τι να σου πω/ενίοτε μια ζωή… (Αθώοι Αμνοί, Γαβριηλίδης 2014). Κάπως έτσι γεννιούνται οι στίχοι μου…
Μετά την ολοκλήρωση μιας δημιουργίας σας ακολουθεί απαραίτητα πάντοτε και η έκδοση; Ή μήπως υπάρχουν παράλληλα με τα ήδη εκδοθέντα βιβλία σας και πολλά άλλα ακόμα κλειδωμένα στο συρτάρι σας, ίσως σε κατάσταση αναμονής έκδοσης ίσως και όχι;
Φυσικά, δεν ακολουθεί πάντα έκδοση. Όταν γράφω κάτι, είτε ποίημα είτε πεζό κείμενο, ποτέ δεν το «βλέπω» τυπωμένο. Δουλειά μου είναι να το γράψω, να είμαι γνήσια. Από εκεί και πέρα, πιστεύω πως κάθε έργο έχει την τύχη του. Το λάπτοπ μου είναι γεμάτο αρχεία –παλαιά ή νεότερα- με κείμενα, μικρά ή μεγάλα και στίχους. Έχω «έτοιμα» ένα μυθιστόρημα για τα παιδικά μου χρόνια, ένα αστυνομικό, το κείμενο του βιβλίου «ο Παππούς Πλάτων» (δυστυχώς δεν κυκλοφορεί πια) ανανεωμένο και εμπλουτισμένο με δύο ακόμα μύθους, μια αντίστοιχη δουλειά για τον Αισχύλο… Στα χρόνια της εκδοτικής σιωπής (από το 2021 έως την κυκλοφορία της νέας ποιητικής συλλογής) δεν έπαψα, φυσικά να γράφω. Απλώς βρήκα έναν εναλλακτικό τρόπο επικοινωνίας με τον αναγνώστη. Αναρτώ στο προφίλ μου στο facebook μικρά κείμενα, της τάξης των δύο σελίδων Α4, με περιεχόμενο κυρίως εσωτερικής αναζήτησης. Έχω δει πως ενδιαφέρουν και συγκινούν. Ίσως κάποτε εκδοθούν μερικά από αυτά, ποιος ξέρει…
Πώς αισθάνεστε κάθε φορά όταν ολοκληρώνετε τη συγγραφή ενός έργου σας; Είναι ίδια πάντοτε η χαρά της επιτυχίας ή εξασθενεί αισθητά με τα χρόνια και με την ποσότητα παραγωγής;
Όταν ολοκληρώνω ένα έργο, νιώθω τη χαρά της «γέννας». Τα έργα μου είναι τα πνευματικά μου παιδιά. Τα αγαπώ όσο και τα δυο παιδιά μου. Δεν τα ξεχωρίζω, ούτε λιγοστεύει η αγάπη μου γι’ αυτά με το πέρασμα του χρόνου ή όταν δεν τα γεννώ σε τακτά χρονικά διαστήματα. Τα αγαπώ γιατί είναι κομμάτι του εαυτού μου. Τόσο απλά.
Ακολουθείτε τα πρότυπα κάποιου άλλου συγγραφέα στα γραπτά σας ή δε νιώσατε ποτέ κάποιου είδους επιρροή να δυναστεύει τον οίστρο σας;
Κανείς μας δεν προέρχεται από παρθενογένεση. Όλοι επηρεαζόμαστε από ακούσματα, διαβάσματα, από καταξιωμένους συγγραφείς και ποιητές που αγαπάμε και ερχόμαστε πιο κοντά τους. Θα μπορούσα να πω ότι έχω ως Οδηγό Ζωής τον Ρίλκε. Πέρα από την ποίησή του, επηρεάστηκα πολύ από το βιβλίο του «Γράμματα σε ένα νέο ποιητή». Νομίζω ότι πρέπει να το διαβάσουμε όλοι. Η ερώτηση που θέτει είναι κομβική: «βυθιστείτε στον εαυτό σας και αναρωτηθείτε, θα πεθαίνατε αν δε σας άφηναν να γράφετε;»
Αν λοιπόν, αφού βυθιστούμε στον εαυτό μας –απαραίτητη προϋπόθεση!- αντικαταστήσουμε το περί γραφής με κάτι άλλο… Για παράδειγμα: «θα πέθαινα αν δεν ήμουν με τον τάδε ή την τάδε;» «θα πέθαινα αν δεν έκανα αυτή τη δουλειά;» «θα πέθαινα αν άλλαζα πορεία στη ζωή;» «θα πέθαινα αν, αν, αν… Έτσι θα ξεχωρίσουμε τα σημαντικά από τα μη σημαντικά. Για σκεφτείτε το!
Ένας δεύτερος Οδηγός Ζωής υπήρξε και ο Δάσκαλός μου. Στάθηκε πλάι μου όταν έγραψα τους πρώτους μου άτεχνους στίχους λέγοντας: «Συνέχισε!» Ύστερα, «δουλειά, δουλειά, δουλειά!» Ακόμα θυμάμαι την προτροπή του: «αφαίρεσε, αφαίρεσε…» γιατί η τάση μου ήταν να προσθέτω, να θέλω να τα πω όλα, ενώ η ποίηση είναι αφαίρεση, όχι πρόσθεση… «Τέχνη» έλεγε, «είναι η ζωή χωρίς τα περιττά».
Πώς μπορώ λοιπόν να τους ξεχάσω; Τους ευγνωμονώ και τους δυο.
Ποιο βιβλίο σας θα συστήνατε να διαβάσουν οπωσδήποτε οι αναγνώστες σας και για ποιο λόγο;
Όπως σας είπα, αυτή τη στιγμή τα μόνα μου βιβλία που κυκλοφορούν είναι το μυθιστόρημα «Βρε, άντε και σιχτίρ!» σε επανέκδοση από τον ΑΡΜΟ και η πρόσφατη ποιητική συλλογή «Αν αλλάζαμε κουρτίνες…» Οπότε…
Να σας πω την αλήθεια, πολύ θα ήθελα να μπορούσε να διαβαστεί «Ο παππούς Πλάτων»… Γι’ αυτό ίσως έχω ξαναπροσεγγίσει το κείμενο, έκανα αλλαγές, προσέθεσα δύο ακόμα μύθους. Ίσως επανεκδοθεί, ποιος ξέρει… Είναι προϊόν ετών δουλειάς. Όταν άρχισα να γράφω, συνειδητοποίησα ότι μου έλειπε η βάση της γλώσσας: τα αρχαία ελληνικά. Έκανα λοιπόν για επτά χρόνια ιδιαίτερα μαθήματα αρχαίων και κατάφερα να διαβάσω διαλόγους του Πλάτωνα –που τόσο αγαπούσε ο πατέρας μου και μου μίλαγε γι’ αυτόν- στο πρωτότυπο κείμενο. Μαγεύτηκα από την ποιητικότητα της γραφής και τους μύθους του. Έτσι, είχα την ιδέα να τους συμπεριλάβω σε ένα κείμενο εύληπτο, (να μπορεί το διαβάσει ένας έφηβος αλλά και ένας ενήλικας) και μέσα από τους μύθους να κατανοήσει τα βασικά της πλατωνικής φιλοσοφίας.
Πείτε μας δυο λόγια και για το μεταφραστικό σας έργο. Είναι περισσότερο επίπονη η εργασία του μεταφραστή από εκείνη της δημιουργού; Τι πρέπει να προσέχει κυρίως και τι να αποφεύγει;
Από μικρή είχα ευχέρεια στο να μαθαίνω ξένες γλώσσες. Βλέπετε, με μεγάλωσε Γαλλίδα γιαγιά και, στα πρώτα μου χρόνια, μιλούσα εξίσου καλά ελληνικά και γαλλικά. Αργότερα, έμαθα καλά αγγλικά. Η επαφή μου με τις δυο γλώσσες ήταν αδιάλειπτη, τόσο γιατί τις χρησιμοποιούσα στη δουλειά όσο και γιατί διάβαζα συνεχώς ξενόγλωσσα βιβλία. Μου άρεσε πάντα η μετάφραση. Στην τράπεζα ήμουν έκτακτη συνεργάτιδα του Μεταφραστικού Τμήματος. Εκεί βέβαια τα κείμενα ήταν τραπεζικού, οικονομικού και νομικού περιεχομένου. Μόνη μου δοκίμασα να μεταφράσω βιβλία. Για παράδειγμα, μετέφρασα ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον βιβλίο «Le rêve éveillé libre” (Το συνειδητό, μη καθοδηγούμενο όνειρο) του Georges Romey το οποίο περιγράφει μια ενδιαφέρουσα και αποτελεσματική θεραπευτική μέθοδο –εργαλείο δουλειάς στην ψυχανάλυση. Δυστυχώς, όπου και αν απευθύνθηκα, δεν υπήρξε καμιά ανταπόκριση. Ίσως γιατί οι εκδοτικοί οίκοι δουλεύουν αλλιώς…
Είναι διαφορετική η δουλειά του συγγραφέα από εκείνη του μεταφραστή, αλλά εξίσου επίπονη. Ο πρώτος δημιουργεί, ο δεύτερος –για να κάνει σωστή δουλειά- πρέπει να «συνεννοηθεί» νοερά με τον δημιουργό και να κατανοήσει το «δημιούργημα». Χρειάζεται φυσικά καλή γνώση τόσο της ξένης γλώσσας όσο και της ελληνικής. Το κείμενο δε, πρέπει να αποδοθεί σε μια «γλώσσα» που να ταιριάζει με την εποχή και την ιδιοσυγκρασία του συγγραφέα. Εκείνο που είναι εξαιρετικά δύσκολο είναι η μετάφραση ποίησης. Το διαπίστωσα κάνοντας μια προσπάθεια να μεταφράσω δικούς μου στίχους στα γαλλικά ή τα αγγλικά. Γρήγορα σήκωσα τα χέρια ψηλά… Ίσως το ξαναδοκιμάσω. Λόγω του ότι η ποίηση είναι ελλειπτική, πρέπει να κατανοήσεις πολύ καλά τον ποιητή, να «συνεννοηθείς» μαζί του, να τον νιώσεις… Δύσκολο, αρκετά δύσκολο… Αλλά η πρόκληση μεγάλη!
Τον Μάιο του 2025, κυκλοφόρησε η έκτη ποιητική σας συλλογή με τίτλο «Αν αλλάζαμε κουρτίνες…» από τις εκδόσεις «Βακχικόν». Μιλήστε μας για το περιεχόμενό της περιληπτικά. Τι θα διαβάσει ο αναγνώστης πιάνοντας το βιβλίο σας στα χέρια του;
Θα διαβάσει για τις αναζητήσεις και τους υπαρξιακούς προβληματισμούς μου. Συχνά, μιλάω στον αναγνώστη σε πρώτο πρόσωπο. Τον προτρέπω να αναρωτηθεί μαζί μου: Τι είναι Έρωτας; Πτέρωτας μήπως (γιατί όπως λέει ο Πλάτωνας, ο έρωτας δίνει πίσω στην ψυχή τα σπασμένα της φτερά) ή μήπως Ανάγκη ή Συνήθεια; Εμείς τι είμαστε; «…δυο στάλες φως/στο άπειρο» ή μήπως «…παλιά πλεούμενα/ξασπρίζουμε τώρα/στον ήλιο του τίποτα…»; Τι ρόλους παίζουμε και γιατί; «…όμως, πέρασε να με δεις/απόψε παίζω τον εαυτό μου/ναι, τον αληθινό/…φάρσα τέλος, ξαναλέω/αρκεί να το πιστέψουμε» ή «…πάω, έρχομαι/κάνω το νούμερό μου,/όπως εσύ·/σταθεροί στο παιχνίδι/πασπαλισμένοι ροζ συνήθειες…» Και τα όνειρά μας; «…αταξίδευτοι/πλέουμε τώρα στη συνήθεια/άγκυρες τα όνειρά μας…» Οι φόβοι μας; «…Αν αφεθώ στα κύματά σου…/Πνίγει η αγάπη;» Και η ελπίδα; «…έρημος παντού/Όμως, δες, η θάλασσα/ανοίγει λευκά πανιά/μέσα μας/οι ορίζοντες περιμένουν…»
Σαν τον Κοντορεβυθούλη στο αντίστοιχο παραμύθι, αφήνω στίχους-βοτσαλάκια στον αναγνώστη για να βρει το δρόμο προς εμένα. Γιατί όχι και το δρόμο προς τον ίδιο του τον εαυτό;
Ο τίτλος της συλλογής σας παραπέμπει σε κάτι πιο ουσιαστικό από αυτό που υποδηλώνουν οι ίδιες οι λέξεις που τον απαρτίζουν. Το ενδεχόμενο μιας αλλαγής που θα σηματοδοτήσει τη διαφυγή από τη ρουτίνα, την αδράνεια και τη στασιμότητα της ζωής. Είναι όμως ο κόσμος διατεθειμένος να αλλάξει οπτική και νοοτροπία ή μήπως αντιλαμβάνεται λανθασμένα τον τρόπο που μπορεί να επιτευχθεί αυτή η αλλαγή εντός του, παρασυρμένος ίσως από τον αποπροσανατολισμό του και τον ναρκισσισμό της σύγχρονης εποχής;
Θα μου επιτρέψετε να παραθέσω το σχετικό ποίημα της συλλογής:
Χάπια/λιποαναρρόφηση/βλεφαροπλαστική,/πού και πού ένας έρωτας, βολικός/για το θεαθήναι, ξέρεις./Κάνε κάτι, λοιπόν/γερνάμε, δεν το βλέπεις;/Αν αλλάζαμε κουρτίνες…/Ίσως και χρώμα στην κρεβατοκάμαρα·/ένα πρωτότυπο ροζουλί/προς γαλάζιο,/μπας και διασωθούμε/έστω πρόσκαιρα…»
Το θέμα που με απασχολεί εδώ είναι η αλλαγή. Συχνά πέφτουμε στην παγίδα –όταν βρισκόμαστε σε αδιέξοδο, όταν δεν βλέπουμε φως πουθενά- αντί να κοιτάξουμε το πρόβλημα κατάματα και να δοκιμάσουμε να το λύσουμε, «βουλώνουμε τρύπες», κουκουλώνουμε τα κακώς κείμενα, κάνουμε δήθεν μια μικρή, εξωτερική αλλαγή για να κερδίσουμε χρόνο. Να κρυφτούμε καλύτερα… Γνωρίζω από προσωπική εμπειρία πως η ουσιαστική αλλαγή δεν είναι εύκολη. Χρειάζεται να «σπάσεις αυγά», ενίοτε και να ματώσεις, αλλιώς δεν γίνεται. Παραμένεις στα ίδια, ενώ ταυτόχρονα γαντζώνεσαι στα υλικά αγαθά για μια ψευδαίσθηση ευτυχίας. Τι κι αν αλλάξουμε κουρτίνες, αυτοκίνητο ή κινητό νέας τεχνολογίας. Παραμένουμε πάντα με τον ίδιο παλιό, χιλιομπαλωμένο εαυτό μας. Ίσως αν κάναμε μια προσπάθεια… Αν βλέπαμε τον εαυτό μας και τους άλλους με άλλα μάτια… Ο Gregg Braden στο βιβλίο του Divine Matrix λέει πως σε αυτό τον κόσμο είμαστε κάτι παραπάνω από απλοί παρατηρητές· όχι απλώς δημιουργήματα, αλλά και δημιουργοί, συνδεδεμένοι ο ένας με τον άλλον και με τη Θεϊκή Μήτρα. Δίνουμε και παίρνουμε… Άρα, αν αλλάζαμε εμάς τους ίδιους ουσιαστικά… Σίγουρα και ο κόσμος θα άλλαζε μαζί μας…
Μέσα από την αναλυτική δουλειά, έμαθα να παρατηρώ τον εαυτό μου. Να προσπαθώ να καταλάβω το γιατί και πώς ενεργώ με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Ποια είναι τα συνήθη μου πρότυπα, τα δοτά νοητικά μου μοντέλα. Με ενδιαφέρει να καταλαβαίνω τους φόβους μου, τον εσωτερικό μου κριτή που συνήθως με ψέγει και ποτέ δεν με επαινεί. Κατ’ επέκταση, το ίδιο κάνω και με τους άλλους. Όλη αυτή η διαδικασία λειτουργεί διαρκώς μέσα μου και αποτελεί πηγή έμπνευσης. Παρατηρώ λοιπόν και, μέσα από στίχους, κλαίω, γελάω, αυτοσαρκάζομαι, θλίβομαι, συγκινούμαι βαθιά, ματώνω… Κάπως έτσι βγήκαν και τα ποιήματα στη νέα μου ποιητική συλλογή.
Υπαρξιακού περιεχομένου τα ολιγόστιχα ποιήματα αυτής της συλλογής και άκρως συμβολικά. Εσείς πώς θα τα χαρακτηρίζατε και γιατί;
Θα τα χαρακτήριζα ως «προϊόντα αφύπνισης» όπως και κάθε ποίημα που γράφω.
Σαν την πεντάμορφη, στο γνωστό παραμύθι, κοιμήθηκα τη μισή μου ζωή. «Κοιμισμένη» σπούδασα, παντρεύτηκα, έκανα δυο παιδιά… Έφτιαξα το δικό μου παραμύθι στο οποίο έπαιξα όλους τους ρόλους. Και δράκος έγινα και κακιά μάγισσα, καμιά φορά νεράιδα –πιο σπάνια βέβαια- μπας και επιβιώσω. Βλέπεις, είναι πιο εύκολο να παριστάνεις μια άλλη, δεν παίρνεις την ευθύνη σου για τίποτα και, αν σε τσακώσουν, δεν έχεις παρά να πεις: «λάθος κάνετε, δεν είμαι εγώ που…». Περίμενα δήθεν το βασιλόπουλο να με διασώσει. Και, ξαφνικά, κατάλαβα… Τι κατάλαβα; Πως το βασιλόπουλο ήταν πάντα εδώ. Τώρα ξέρω… Κάθε φορά που βυθίζομαι στα συνήθη μου πρότυπα, ανεβαίνει στο άλογό του και εμφανίζεται. Με αφυπνίζει. Ναι, τώρα πια ξέρω πως το βασιλόπουλο είναι ο εσώτερος εαυτός μου. Ο πιο μεγάλος έρωτας, ο αληθινός, είναι ο δικός του. Αυτός και μόνο αυτός αφυπνίζει την Πεντάμορφη ψυχή μου όταν την τρυπάνε τα αδράχτια αυτού του κόσμου. Και, φυσικά, κάθε φορά που με τρυπάει το αδράχτι, ματώνω στίχους…
Ποια μηνύματα επιδιώκετε να περάσετε μέσα από τα ποιήματά σας;
Θα απαντήσω με μια ρήση του Μάρκου Αυρήλιου: «Ένδον σκάπτε· ένδον η πηγή του αγαθού και αεί αναβλύειν δυναμένη, εάν αεί σκάπτης» Να σκάβουμε δηλαδή το μέσα μας γιατί εκεί βρίσκεται η πηγή του καλού που μπορεί να αναβλύζει πάντα, αν διαρκώς σκάβουμε.
Με λίγα λόγια, να γνωρίσουμε τον εαυτό μας, να τον αποδεχτούμε και να τον αγαπήσουμε. Μόνο έτσι μπορούμε να αγαπήσουμε και τους άλλους. Η αληθινή αγάπη είναι η μεγαλύτερη δύναμη στον κόσμο. Μπορεί να αλλάξει τα πάντα. Μέσα από τη διαδικασία του σκαψίματος θα ανακαλύψουμε ότι οι φόβοι μας ήταν φτιαγμένοι από χαρτί, οι προσποιήσεις μας άχρηστες· το ίδιο και οι ανταγωνισμοί μεταξύ μας. Ίσως έτσι μάθουμε να επικοινωνούμε ψυχή με ψυχή. Να πάψουμε να είμαστε «…παλιά πλεούμενα/ξασπρίζουμε τώρα/στον ήλιο του τίποτα…/ και να γίνουμε «…δυο στάλες φως/στο άπειρο…»
Το βιβλίο σας απευθύνεται αποκλειστικά σε ενήλικες ή μπορεί να αποτελέσει ανάγνωσμα και για το εφηβικό κοινό;
Να κάτι που δεν είχα σκεφτεί και σας ευχαριστώ που με ρωτάτε. Θα έλεγα λοιπόν ότι τα θέματα που θίγω μέσα από τους στίχους μου αφορούν όλους. Μακάρι να τους διάβαζαν οι έφηβοι! Μακάρι να αποτελούσαν ερέθισμα για να δουν τη ζωή –που τώρα ξεκινούν- με άλλο μάτι. Να ψάξουν ποια είναι τα «θέλω» τους, να κυνηγήσουν τα όνειρά τους… Να είναι γνήσιοι σε ό,τι κάνουν. Και να εκφράζουν αβίαστα το συναίσθημά τους… Όχι όπως εγώ, παλιά…
Μιλήστε μας για τη μέχρι τώρα συνεργασία σας με το νέο σας εκδοτικό σπίτι, τις εκδόσεις «Βακχικόν». Είστε ευχαριστημένη από αυτήν;
Οι εκδόσεις Βακχικόν είναι πράγματι το νέο μου λογοτεχνικό «σπίτι». Η συνεργασία μας για την έκδοση του «Αν αλλάζαμε κουρτίνες…» υπήρξε άψογη· μια ευχάριστη έκπληξη για μένα. Κατά τη γνώμη πρόκειται για ένα δυναμικό και πολλά υποσχόμενο εκδοτικό οίκο. Μέσα από τις επαφές μου με όλους τους συνεργάτες τους διαπίστωσα πως προσεγγίζουν το εκδοτικό έργο με μεράκι και επαγγελματισμό. Αγαπούν το βιβλίο και τους συγγραφείς. Έχουν ωραίες ιδέες (ΑΚΟΥΣΤΕ ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ, στην πρώτη σελίδα του βιβλίου), είναι δραστήριοι. Τους εύχομαι τα καλύτερα! Επίσης εύχομαι να συνεργαστούμε και σε νέες εκδόσεις.
Επόμενα συγγραφικά σχέδια κάνετε; Αν ναι, ποια είναι αυτά;
Η επόμενη δουλειά μου ευελπιστώ να είναι η απόδοση στα ελληνικά ξενόγλωσσης ποίησης. Έχω έτοιμα δύο διαφορετικά έργα τα οποία έχω ήδη υποβάλει στο Βακχικόν. Επίσης θα ήθελα κάποια στιγμή να επανεκδώσω τα ποιήματα που αγαπώ από τις προηγούμενες ποιητικές μου συλλογές, που δεν κυκλοφορούν πια.
Μια ευχή σας για το μέλλον που θα θέλατε να πραγματοποιηθεί, είτε στο κοντινό είτε και στο πιο μακρινό μέλλον, ποια θα μπορούσε να είναι αυτή;
Σε ό,τι με αφορά θα ευχόμουν να είμαι δημιουργική· να γράφω μέχρι την τελευταία μου πνοή. «…λέξεις βελούδα/θα σου χαρίσω…/…μονάχα λέξεις/άλλο στον κόσμο δεν έχω…»
Γενικότερα, εύχομαι η Αγάπη να αγκαλιάσει τον κόσμο κι εμείς, επιτέλους, να επικοινωνούμε μεταξύ μας, ψυχή με ψυχή.
Πριν κλείσουμε τη συζήτηση θα ήθελα να μας παραθέσετε ένα μικρό απόσπασμα από το βιβλίο σας.
Δυο ποιήματα:
«Δέξου με
όπως η θάλασσα τα ποτάμια
μη ρωτάς από πώς ήρθα
από πού,
τι κουβαλάω μέσα μου.
Μονάχα δέξου με,
όπως εγώ
εσένα…»
«Αἰὼν παῖς ἐστι παίζων, πεσσεύων· παιδὸς ἡ βασιληίη» Ηράκλειτος
«Ο Χρόνος
παιδί που παίζει ζάρια,
εσύ εγώ
τυχαίες ζαριές.
Τον ακούς;
Δική μου είσαι, ψιθυρίζει
ό,τι κι αν κάνεις
όπου κι αν πας·
δική μου!
Τι λες, του ξεφεύγουμε;»
Κυρία Κούλη, σας ευχαριστώ πολύ για την αποδοχή της πρόσκλησης που προκάλεσε αυτή την πολύ ενδιαφέρουσα συζήτησή μας και σας εύχομαι κάθε καλό στη συγγραφική σας πορεία με πολλές εμπνεύσεις και ακόμα πιο πολλές δημιουργίες.
Κυρία Πετρίδου, ήταν χαρά και μεγάλη τιμή για μένα να συζητήσω μαζί σας και να απαντήσω στις τόσο ενδιαφέρουσες και διεισδυτικές ερωτήσεις σας. Με κάνατε να νιώσω πολύ άνετα και να μοιραστώ μαζί σας μύχιες σκέψεις και συναισθήματα. Σας ευχαριστώ πολύ και εύχομαι καλή επιτυχία στο έργο σας και στο περιοδικό texnesonline.gr. Καλό και ήρεμο καλοκαίρι!
Η Μαρία Κούλη είναι συγγραφέας και μεταφράστρια. Έχει σπουδάσει οικονομικά και στο παρελθόν εργάστηκε ως τραπεζικός. Έχει μεταφράσει από τα γαλλικά την αλληλογραφία Αβέρωφ - Τοσίτσα, Ευάγγελος Αβέρωφ: Επιστολές προς τον Μιχαήλ Τοσίτσα, 1938-1948 (εκδόσεις Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων 2022). Έχει γράψει πέντε ποιητικές συλλογές, ένα μυθιστόρημα και ένα πεζογράφημα.
Το Αν αλλάζαμε κουρτίνες… είναι η έκτη ποιητική συλλογή της
0 Σχόλια