Η Νικολέτα Κριαρά είναι πρωτοεμφανιζόμενη συγγραφέας και μαμά. Η ανάγκη της να μοιραστεί δημόσια τις εσωτερικές της σκέψεις την οδήγησε αρκετά πρόσφατα στην έκδοση του πρώτου της βιβλίου. Αναφερόμαστε στη συλλογή διηγημάτων της με τίτλο «Δεκατρία φορέματα», που κυκλοφόρησε τον Οκτώβριο του 2025 από τις εκδόσεις «Γλαρόλυκοι» για την οποία θα μας μιλήσει σχετικά σήμερα στις Τέχνες, στη συνέντευξη που ακολουθεί.
Συνέντευξη στη Στέλλα Πετρίδου
Κυρία Κριαρά, είστε πρωτοεμφανιζόμενη συγγραφέας. Πώς αισθάνεστε που αποκτήσατε αυτή τη νέα σας ιδιότητα;
Σε καμία περίπτωση δεν αισθάνομαι συγγραφέας επειδή εκδόθηκε κάποιο έργο μου. Γράφω και εκφράζομαι από όταν θυμάμαι τον εαυτό μου και μεγαλώνοντας αντιλαμβάνομαι όλο και περισσότερο πως σημασία δεν έχει να κουβαλήσω κάποια ταμπέλα, αλλά να μοιραστώ, ό,τι και αν με κάνει αυτό.
Πείτε μας δυο λόγια για εσάς. Ποια είναι η συγγραφέας Νικολέτα Κριαρά που φιλοξενούμε σήμερα στις Τέχνες;
Είμαι ακριβώς αυτό που θα έβλεπε κάποιος γνωρίζοντάς με, μια μαμά γεμάτη άγχη για το αύριο.
Πού οφείλεται η μεγάλη αγάπη σας για τη συγγραφή; Ποια συγκεκριμένη ανάγκη σας ωθεί στη δημιουργική απασχόληση;
Ένα μεγάλο κομμάτι της ανάγκης μου να γράψω υπήρξαν τα βιώματα και η επαφή με καταστάσεις που δεν ήξερα μάλλον να αντιμετωπίσω διαφορετικά. Η ανάγκη αυτή μετουσιώθηκε σε αγάπη όταν ξεκίνησα να μοιράζομαι κομμάτια όσων έγραφα με άλλους και άρχισα να αισθάνομαι πως τα γραπτά έχουν ένα κοινό βίωμα που, σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορεί να γίνει πολύ δυνατό.
Σας γνωρίσαμε ως συγγραφέα μικρών ιστοριών. Είναι το διήγημα το λογοτεχνικό είδος που σας ενδιαφέρει περισσότερο ως δημιουργός ή σχεδιάζετε να δοκιμαστείτε στο μέλλον και με άλλα είδη του λόγου, εξίσου όμορφα και συναρπαστικά, όπως λόγου χάρη το μυθιστόρημα;
Νομίζω πως πλέον γράφω εκείνο το είδος που κι εμένα ως αναγνώστη με τραβάει περισσότερο. Αγαπάω τα διηγήματα. Στο μυαλό μου λειτουργούν κάπως σαν ταινίες μικρού μήκους όπου μέσα σε λίγα λεπτά πρέπει να παρουσιάσεις κάτι με αρχή, μέση και τέλος κι αυτό να βγάζει νόημα. Ωστόσο, δεν μπορώ να παραβλέψω πως τα τελευταία χρόνια, εκεί που καταλήγω και υπάρχω περισσότερο, είναι η ποίηση.
Δεδομένου ότι η μυθοπλασία πρωταγωνιστεί στα λογοτεχνικά κείμενα και φυσικά στα δικά σας πονήματα, τι είναι αυτό που διεγείρει τη δική σας φαντασία και σας ωθεί στην έκφραση και τη δημιουργία; Πώς προκύπτει με δυο λόγια η έμπνευση σε εσάς και από πού πηγάζει;
Έμπνευση μπορεί να αποτελέσουν τα πάντα. Μια λέξη, μια εικόνα, μια αίσθηση. Όλα προκύπτουν μέσα από την παρατήρηση και τον τρόπο που βιώνει κάθε άνθρωπος την καθημερινότητα, που προσωπικά, αποτελεί το βασικό ερέθισμα για να αποτυπώσω κάτι με λέξεις.
Ποιοι συγγραφείς έχουν σημαδέψει τον εσωτερικό σας κόσμο μέχρι σήμερα και ποιων επιρροές θα διαπιστώσει ο αναγνώστης στο δικό σας έργο;
Δεν ξέρω αν κάποιος θα διαπιστώσει επιρροές και με ποιον τρόπο. Έχω την αίσθηση πάντως, πως κάθε γραπτό στην ουσία είναι ένα ψηφιδωτό γεμάτο λέξεις από ανθρώπους που μας έχουν αγγίξει. Εκείνος που προσωπικά με έβαλε και σε μια πιο ενεργή διαδικασία να ασχοληθώ με το γράψιμο, υπήρξε ο Γελωτοποιός, κατά κόσμον Παύλος Θωμόπουλος, όπου πριν λίγα χρόνια συμμετείχα σε συνεργεία δημιουργικής γραφής που πραγματοποιούσε. Για εμένα, ήταν η απόδειξη πως ορισμένοι άνθρωποι έχουν γεννηθεί για να λένε ιστορίες.
Πιστεύετε ότι οι άνθρωποι στις μέρες μας διαβάζουν λογοτεχνικά βιβλία; Ποιο είδος κατά τη γνώμη σας είναι το δημοφιλέστερο εμπορικά και γιατί;
Δημοφιλές θα έλεγα πως είναι οτιδήποτε εμπεριέχει το ρομαντικό στοιχείο σε οποιοδήποτε είδος, μιας και μοιραία αποτελεί κοινό τόπο των περισσοτέρων. Τώρα όσον αφορά το αν οι άνθρωποι στις μέρες μας διαβάζουν λογοτεχνικά βιβλία, θα αρκεστώ να πω πως δεν θα ήθελα να πιστέψω πως δεν το κάνουν.
Τι προσδοκάτε εισερχόμενη πρόσφατα στον λογοτεχνικό χώρο, την αναγνωρισιμότητα, την καταξίωση, την επιβράβευση, την προσφορά σας στον πολιτισμό ή την εσωτερική απελευθέρωση και τη φυγή σας εκεί που η ψυχή λαχταρά να ταξιδέψει;
Δεν προσδοκώ απολύτως τίποτα. Αν κάτι θα ήθελα να αποκομίσω, είναι η χαρά που σου δίνει το μοίρασμα με ανθρώπους που μπορεί να νιώσουν τις λέξεις σου.
Το πρώτο σας βιβλίο κυκλοφόρησε τον Οκτώβριο του 2025 από τις εκδόσεις «Γλαρόλυκοι». Είναι συλλογή διηγημάτων και φέρει τον τίτλο «Δεκατρία φορέματα». Μιλήστε μας γι’ αυτή τη συλλογή. Τι περιλαμβάνει, πόσες ιστορίες και πώς συνδέονται αυτές μεταξύ τους;
Η συλλογή αφορά μια σειρά διηγημάτων, κάθε ένα από τα οποία βασίζεται σε μια διαφορετική ψυχική διαταραχή. Το βιβλίο χωρίζεται ουσιαστικά σε τρία μέρη. Αντί προλόγου, έχει ένα Σβάιτσερ με σκέψεις ενός κοινωνικά λογικού ανθρώπου σχετικά με την τρέλα, στο κύριο μέρος υπάρχουν τα δεκατρία φορέματα, ενώ κλείνει με ένα διήγημα ως απάντηση, με τις σκέψεις ενός "τρελού", άρρηκτα συνδεδεμένες με το ποίημα που ανοίγει το βιβλίο.
Ο τίτλος του βιβλίου σας παραπέμπει στις δεκατρείς ιστορίες που φιλοξενούνται σε αυτό, ιστορίες που αφορούν, όπως διαβάζουμε στο οπισθόφυλλό του, ιστορίες ψυχικών διαταραχών ανθρώπων που αντιπροσωπεύουν έναν ολόκληρο κόσμο, έναν κόσμο που είναι γεμάτος θραύσματα που κρύβονται εντός του. Προφανώς και τα φορέματα δεν παραπέμπουν στα ρούχα που φοριούνται στο σώμα, αλλά στα ρούχα που φοριούνται στην ψυχή. Τι είδους ρούχα είναι αυτά, ποιος και πώς τα επιλέγει για να τα φορέσει;
Κάθε φόρεμα - τίτλος είναι ο τρόπος που αποτυπώθηκαν οι ιστορίες και οι χαρακτήρες αυτών, σε εμένα την ίδια. Παρόλο που μέσα τους μπορούμε να συναντήσουμε κομμάτια και χαρακτηριστικά μας, τα φορέματα είναι εμπνευσμένα από ψυχικές διαταραχές και στην ολότητά τους, σίγουρα δεν θα μπορούσα να πω πως με κάποιο τρόπο θα τα επέλεγε κάποιος συνειδητά.
Τι ήταν αυτό που παρακίνησε την πένα σας στη συγγραφή αυτού του βιβλίου;
Ένα σύνολο πραγμάτων μα κυρίως η ανάγκη που μάλλον προϋπάρχει της εκτέλεσης, να θέλω και να προσπαθώ να καταλάβω όλα εκείνα που συνήθως από φόβο κρατάμε σε απόσταση.
Τι σκοπό έχει το βιβλίο σας; Καθαρά ψυχαγωγικό ή μέσω αυτού επιδιώκετε να περάσετε τα δικά σας σημαντικά μηνύματα στον αναγνώστη; Ποια είναι αυτά αν όντως υπάρχουν;
Βασική ανάγκη μου, όταν έγραψα το βιβλίο, ήταν να πω πως ο κάθε ένας από εμάς είναι αυτό που είναι και - τελικά - είναι εντάξει αυτό. Οι άνθρωποι λαμβάνουν διαφορετικά μηνύματα από το ίδιο ανάγνωσμα, ωστόσο αν θα ήθελα κάτι να μείνει ως δικό μου αποτύπωμα, θα αρκούσε αυτή η σκέψη.
Πόσος χρόνος απαιτήθηκε για τη συγγραφή αυτού του βιβλίου και ποια συναισθήματα σας κατέκλυσαν όταν πλέον πιάσατε το βιβλίο στα χέρια σας;
Το βιβλίο γράφτηκε σχεδόν με μια ανάσα. Χρειάστηκε περίπου τόσες μέρες όσα είναι και τα διηγήματα σε αυτό. Τώρα σχετικά με την έκδοση, σίγουρα αισθάνθηκα χαρά, όμως αν θέλω να είμαι απολύτως ειλικρινής, η πραγματική χαρά ήρθε κυρίως τη στιγμή που έγραφα τις σελίδες τους.
Το βιβλίο σας απευθύνεται σε ενήλικες. Μπορεί όμως να αποτελέσει ανάγνωσμα και για το εφηβικό κοινό;
Δύσκολο να απαντήσω και λόγω της θεματολογίας. Πάντα εξαρτάται από τον άνθρωπο και την ιδιοσυγκρασία του, καθώς αν ανατρέξω κι εγώ στη δική μου νεανική ηλικία, τα αναγνώσματα δεν περιορίζονταν καθαρά στην εφηβική λογοτεχνία. Σε κάθε περίπτωση βέβαια, ας αρκεστούμε στο κοινό που απευθύνεται, ώστε να υπάρχει και ένα πιο ασφαλές πλαίσιο.
Μιλήστε μας για το εκδοτικό σας σπίτι. Είστε ευχαριστημένη από τη συνεργασία σας με το πρώτο εκδοτικό σας σπίτι, τις εκδόσεις «Γλαρόλυκοι»;
Στον συγκεκριμένο εκδοτικό εκτιμώ ιδιαίτερα τον τρόπο και την τρυφερότητα με την οποία αγγίζουν το βιβλίο, αποτελεί ένα σίγουρα ασφαλές μέρος να ακουμπήσεις τις λέξεις σου.
Ετοιμάζετε κάτι νέο συγγραφικά αυτή την περίοδο; Αν ναι, μπορείτε να μας το αποκαλύψετε;
Πρόκειται να κυκλοφορήσει κάτι στο οποίο συμμετέχω και θα ανακοινωθεί σύντομα.
Μια ευχή σας για το μέλλον που θα θέλατε να πραγματοποιηθεί;
Να αντιστεκόμαστε σε όσα μας κρατάνε πίσω και να αγωνιζόμαστε για όσα αγαπάμε!
Πριν κλείσουμε τη συζήτηση θα ήθελα να μας παραθέσετε ένα μικρό απόσπασμα από το βιβλίο σας.
Από το τελευταίο διήγημα με τίτλο “Τρικυμία εν κρανίω” :
Κάπου, κάποτε, διάβασα πως οι άνθρωποι είναι σαν τις πέτρες. Πέτρες, ναι. Σου κάνει εντύπωση; Περίμενες κάτι πιο έξυπνο; Φταίει που έχεις συνηθίσει να τις αγνοείς; Σε ενοχλεί ο ήχος που κάνουν όταν πέφτουν; Πονάνε αν σε χτυπήσουν; Όλα μαζί; Κατρακυλάνε στη θάλασσα, γίνονται θρύψαλα, κάποιες, πλάι σε άλλες, όμοιες μα τόσο διαφορετικές, πέτρες κι αυτές, χτίζουν μονοπάτια. Πότε κακοτράχαλα, πότε ομοιόμορφα. Πέτρες. Λείες, κοφτερές, τσαλακωμένες απ’ τον χρόνο. Άλλες σπάνιες και άλλες τόσο, μα τόσο συνηθισμένες. Πέτρες, σαν αυτές που πατάμε, όπως εκείνες που πετάμε αδιάφορα εδώ κι εκεί. Λες και δεν μας ενδιαφέρουν οι άνθρωποι. Συνεχίζουμε να τους πατάμε, τους προσπερνάμε αδιάφορα με προσποιητό ενδιαφέρον. Έχουμε μια πέτρα στο χέρι και νομίζουμε πως είναι δική μας. Ήταν ποτέ;
Κυρία Κριαρά, σας ευχαριστώ πολύ που ανταποκριθήκατε στο κάλεσμά μας. Ευχόμαστε και στο μέλλον να έχουμε τη χαρά να σας υποδεχτούμε και πάλι. Καλοτάξιδο το βιβλίο σας και καλοδιάβαστο!
Ευχαριστώ από καρδιάς! Να είστε καλά!




0 Σχόλια