Βιβλιοκριτική για το μυθιστόρημα "Φράνκενσταϊν" του Μέρι Σέλεϊ | Γράφει ο Κώστας Τραχανάς


ΦΡΑΝΚΕΝΣΤΑΪΝ - ΜΕΡΙ ΣΕΛΕΪ - Εκδόσεις Ψυχογιός
Συγγραφέας: Μέρι Σέλεϊ

Έτος έκδοσης: 2019
Σελ.: 352


Διακόσια ένα χρόνια έχουν περάσει από την έκδοση του βιβλίου αυτού, που το έγραψε η εικοσάχρονη Μέρι Σέλεϊ. Είναι σίγουρα ένα από τα πλέον μεταφρασμένα μυθιστορήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, που γέννησε κινηματογραφικές ταινίες, θεατρικά έργα, διασκευάστηκε, παρωδήθηκε, αναλύθηκε από κοινωνιολογική, ψυχαναλυτική, επιστημονική, ακόμη και πολιτική σκοπιά και εξακολουθεί να φλογίζει τη φαντασία των αναγνωστών ανά τον κόσμο.
Είναι μια ιστορία τρομερά πρωτότυπη για την εποχή της, θαρραλέα, βαθιά, οραματική. Είναι δομικά πολύπλοκη –αποτελείται από τρεις αλληλεπικαλυπτόμενες βιογραφίες (του θαλασσοπόρου Ρόμπερτ Γουόλτον, του επιστήμονα Βικτόρ Φράνκεσταϊν και του Πλάσματος), τρεις διακριτές αφηγηματικές φωνές που θηλυκώνουν θαυμάσια μεταξύ τους, λειτουργώντας, και οι τρεις μαζί, σαν ένα σχόλιο πάνω στη δυνατότητα να υπάρξει μία, «αντικειμενική» αλήθεια για τα πράγματα-και χαρακτηρίζεται από ειδολογική ανεξιθρησκία, αφού συνδυάζει το γοτθικό μελόδραμα, την ηθική παραβολή,τη ρομαντική φυσιολατρική περιπέτεια ,το μυθιστόρημα ιδεών, με κάποια ίχνη ανατολισμού, διάσπαρτα και στις τρεις αφηγήσεις.
Αντλεί από τον Μίλτον, τον Γκαίτε, τον Γουέρντσγουερθ, τον Σέλεϊ, τον Μπάιρον, στίχους ή κρυμμένες αναφορές σε έργα των οποίων απαντούν σε όλη την έκταση του βιβλίου. Η αναζήτηση από τους αλχημιστές του Μεσαίωνα της φιλοσοφικής λίθου, η παράτολμη περιφρόνηση των ανθρώπινων ορίων από τον Φάουστ και η προθυμία του να πουλήσει την ψυχή του για τη γνώση, η μοιραία προσπάθεια τραγικών μορφών, όπως ο Οιδίπους και ο Άμλετ να βρουν απαντήσεις στα μυστήρια της ζωής τους, αυτά είναι τα αρχετυπικά δράματα με τα οποία προφανώς συγγενεύει ο Φράνκεσταϊν.
 Διερευνά με διεισδυτικότητα τα όρια γνώσης και ύβρεως, φύσης και επιστήμης, φιλίας και προδοσίας, εξωτερικής και εσωτερικής ομορφιάς, ανάγκης του σχετίζεσθαι και μοναξιάς, ανθρώπου και ζώου. Θέτει με εξαιρετική λεπτότητα το θέμα της εξουσίας. Και, βεβαίως, μιλάει έξοχα για την πατρότητα, πέρα από τις προφανείς αναγωγές στη σχέση ανθρώπου με τον Θεό. Πολύ πριν αναδυθεί η ψυχανάλυση,  η Σέλεϊ διατρανώνει ότι πατέρας δεν είναι εκείνος που δημιουργεί το παιδί, αλλά εκείνος που το αναδέχεται, το αναγνωρίζει και φροντίζει για την ευτυχία του.
Πρόκειται για μια ιστορία που μιλάει για τους μυστηριώδεις φόβους του ανθρώπου, που προκαλεί συγκλονιστική φρίκη, μια ιστορία που κάνει τον αναγνώστη να φοβάται να κοιτάξει γύρω του, που του παγώνει το αίμα, που του επιταχύνει τους παλμούς της καρδιάς.
Ξαναζωντανεύει ένα πτώμα. Ο γαλβανισμός (πήρε το όνομά του από τον εφευρέτη του ηλεκτροχημικού στοιχείου Λουίτζι Γκαλβάνι 1737-1798 και αναφέρεται στη διοχέτευση ρεύματος σε νεκρούς ιστούς, με σκοπό αυτοί να επανέλθουν στη ζωή) είχε δώσει τέτοια δείγματα: ίσως ήταν δυνατόν τα συστατικά μέρη ενός πλάσματος, να κατασκευαστούν, να συναρμολογηθούν και να τους διοχετευθεί ζωτική θερμότητα. 
Το βιβλίο μιλάει για τον θάνατο του πλάσματος σαν «ολοκλήρωση». Ετοιμάζεται να αναλώσει το φθαρτό του σώμα σε μια νεκρική πυρά κάπου στην αχανή Αρκτική, αλλόκοτο , σίγουρα, μα ταιριαστό τέλος για μια ζωή που αναδύθηκε μέσα απ΄ την αστραπή και τον ηλεκτρισμό.
Ο Φράνκεσταϊν δεν είναι το τέρας, αλλά ο δημιουργός του, ούτε είναι τρελός, ιδιοφυής επιστήμονας. Στην πραγματικότητα  είναι ένας εξαιρετικά ιδεαλιστής και απλοϊκός νέος, που συμβαδίζει με τη συμβατική ρομαντική αντίληψη. Ο Φράνκεσταϊν έχει αγαθές προθέσεις , είναι ευγενής, καλός, δεν είναι σαδιστής και η αποστολή του είναι ανιδιοτελής, σχεδόν μεσσιανική .Καθώς το πλάσμα του Φράνκεσταϊν είναι κατασκευασμένο από μέρη τα οποία ο δημιουργός του έχει περισυλλέξει από οστεοφυλάκια και τάφους, αναγνωρίζοντας ότι παραβίαζε, «με βέβηλα δάχτυλα, τα τρομερά μυστικά του ανθρώπινου σώματος», είναι αναπόφευκτο το πλάσμα να είναι βέβηλο. Δεν μπορεί να είναι ευλογημένο, δεν μπορεί να αγαπηθεί: δεν πηγάζει από μια φυσική ένωση, αλλά έχει σφυρηλατηθεί μέσα σε ό,τι ο Φράνκεσταϊν ονομάζει «εργαστήριο μιαρής δημιουργίας». Μόνον όταν ο Φράνκεσταϊν εμφυσά ζωή στο τέρας του των δυόμισι μέτρων, προσέχει για πρώτη φορά τι έχει δημιουργήσει. Είναι προφανές ότι κάτι δεν πάει καλά. Σημαντικό είναι επίσης το γεγονός ότι ο Φράνκεσταϊν απομακρύνεται από το δημιούργημά του και πηγαίνει να κοιμηθεί, έτσι , ώστε, λίγο αργότερα να μπορέσει ο δαίμονας του να σηκώσει αυτόν από τον ύπνο: «Πετάχτηκα από τον ύπνο μου φρικιώντας, κρύος ιδρώτας κάλυπτε το μέτωπό μου, τα δόντια μου χτυπούσαν, έτρεμα σύγκορμος. Τότε, στο θολό, κίτρινο φως της σελήνης που περνούσε μέσα από τα παραθυρόφυλλα, είδα τον δύσμοιρο-το αξιοθρήνητο πλάσμα που είχα δημιουργήσει…». Κανείς θνητός δε θα μπορούσε να αντέξει τη φρίκη εκείνου του προσώπου. Ακόμα και μια μούμια, προικισμένη με ζωή, δε θα μπορούσε να είναι τόσο αποκρουστική όσο εκείνο το τέρας. Εκείνο το τέρας μεταμορφώθηκε σε ένα πράγμα, που ούτε η φαντασία του Δάντη δε θα μπορούσε να συλλάβει… 
Ο χημικός Βίκτορ Φράνκεσταϊν αποφασίζει να συναρμολογήσει από τα μέλη διαφόρων νεκρών ανθρώπων έναν νέο άνθρωπο, το «δημιούργημα», όπως το αποκαλεί. Και όχι μόνον το δημιουργεί, αλλά καταφέρνει με τον ηλεκτρισμό να το κάνει να ζωντανέψει. Δημιουργώντας ζωή από το μηδέν, ο δημιουργός ανοίγει το κουτί της Πανδώρας.  Βλέποντας το αποτέλεσμα των προσπαθειών του, τρομάζει και  εγκαταλείπει το πλάσμα του. Μόνο και αβοήθητο το δημιούργημα, με πολύ άσχημη όψη, για να  επιβιώσει καταφέρνει με τις δικές του δυνάμεις να μάθει να επικοινωνεί. Θα ζητήσει μάλιστα από τον Φράνκεσταϊν να φτιάξει και μια σύντροφο για να νιώσει πιο ζεστά μέσα στον παγωμένο και εχθρικό περίγυρο που ζει. Ο Φράνκεσταϊν αρνείται και  τότε το πλάσμα –γίγαντας αντιδρά πολύ βίαια και σπεύδει να εκδικηθεί  σκοτώνοντας  τρεις ανθρώπους. Η δράση του έργου τελικά μεταφέρεται από την Ελβετία στην αχανή Αρκτική.
Το βιβλίο «Φράνκεσταϊν ή Ο σύγχρονος Προμηθέας» είναι μια παραβολή για την εποχή μας, μια ανθεκτική προφητεία, μια αξιοσημείωτα οξυδερκής διάγνωση της θανάσιμης φύσης της άρνησης: άρνηση ευθύνης για τις πράξεις μας, άρνηση του σκιώδους εαυτού, που είναι κλειδωμένος μέσα στη συνείδηση. Ακόμη και με την ευτελισμένη, αλλά πάντα συναρπαστική μορφή με την οποία είναι γνωστό το τέρας Φράνκεσταϊν στους περισσότερους-σαν είδος καθυστερημένου γίγαντα, με ηλεκτρόδια στο λαιμό του -, η αρχέτυπη σημασία του ηχεί γνήσια και αληθινή. «Η δική μου μορφή», λέει με αξιοσημείωτη ευγλωττία,  «είναι σιχαμερό αντίγραφο της δικής σου».

ΜΕΡΙ ΣΕΛΕΪ (1797-1851). Αγγλίδα συγγραφέας, κόρη του προοδευτικού πολιτικού φιλοσόφου Γουίλιαμ Γκόντγουιν και της χειραφετημένης συγγραφέως Μέρι Γούλστονκραφτ, που αγωνίστηκε για τα δικαιώματα των γυναικών. Στα δεκαεπτά της ερωτεύτηκε τον ―παντρεμένο και πατέρα τότε― Πέρσι Σέλεϊ. Ο δεσμός αυτός έγινε αιτία να αποκληρώσει τον ποιητή ο πατέρας του, αλλά η Μέρι τού πρότεινε τη συγκατοίκηση με τη νόμιμη σύζυγό του και τα δυο τους παιδιά. Λίγο μετά την αυτοκτονία της πρώτης συζύγου του Σέλεϊ, οι δύο εραστές παντρεύτηκαν για να διεκδικήσουν την κηδεμονία των παιδιών από τον πρώτο του γάμο. Η Μέρι θα ζήσει δραματικές στιγμές αργότερα, με αποκορύφωμα τον πνιγμό του άνδρα της. Συγγραφέας με ατίθαση φαντασία, η Σέλεϊ υπήρξε ανήσυχο πνεύμα και ιδιαίτερα δεκτική απέναντι στις νέες επιστημονικές ανακαλύψεις, στοιχείο που δε συναντά κανείς συχνά στους κύκλους των Ρομαντικών συγγραφέων. Το έργο της ΦΡΑΝΚΕΝΣΤΑΪΝ γεννήθηκε μέσα από ένα παιχνίδι στο σπίτι του Λόρδου Μπάιρον και τράβηξε την προσοχή όλων, καθώς συνδύαζε την επιστημονική φαντασία με μια ιστορία τρόμου και περιβαλλόταν από μυστήριο σχετικά με την πραγματική ταυτότητα του συγγραφέα του.