Βιβλιοκριτική για το μυθιστόρημα "Η ξεχασμένη δολοφονία" της Άγκαθα Κρίστι | Γράφει ο Κώστας Τραχανάς


Συγγραφέας: Άγκαθα Κρίστι
Έτος έκδοσης: 2020
Σελ.: 248
Εκδόσεις: Ψυχογιός


Η εικοσάχρονη Γκουέντα Ριντ κατάγεται από τη Νέα Ζηλανδία και φθάνει στην Αγγλία, χώρα καταγωγής του νεκρού πατέρα της, ταγματάρχη Κέλβιν Χάλιντεϊ. Έχει παντρευτεί πριν τρεις μήνες στην Ινδία τον Ζιλ Ριντ και τώρα η Γκουέντα ήρθε για να αναζητήσει και να αγοράσει ένα δικό τους σπίτι. Αποφασίζει να πάει στο Ντίλμουθ ένα γοητευτικό παραθαλάσσιο θέρετρο. Βρίσκει τελικά μια παλιά, μικρή, λευκή βικτωριανή βίλα, με έξι κρεβατοκάμαρες. Της αρέσει τόσο πολύ, που αμέσως το αγοράζει και αρχίζει να κάνει κάποιες επιδιορθώσεις και ανακαινίσεις.
Κατεβαίνοντας τις σκάλες του σπιτιού η Γκουέντα νιώθει να τη λούζει ένα κύμα παράλογου τρόμου. Μια αίσθηση αποτρόπαια. Δεν μπορεί να καταλάβει τι της συμβαίνει. Μήπως η βίλα έχει φαντάσματα και  είναι στοιχειωμένη;  Με τις εργασίες του σπιτιού, το Χίλσαϊντ ξεχνιέται και έτσι περνάει ο πρώτος μήνας. Όμως κατά την διάρκεια των εργασιών ανακαίνισης βρίσκουν μια κτισμένη πόρτα σε ένα  τοίχο του σπιτιού, την οποία είχε μαντέψει η Γκουέντα. Επίσης ανακαλύπτει, σαν να είναι ενορατική, ένα μονοπάτι έξω, που κατεβαίνει από τη βεράντα στο γρασίδι μέσα από τους θάμνους. Επίσης ανοίγει ένα κολλημένο ντουλάπι, αλλά από πριν  ξέρει τι ταπετσαρία έχει μέσα!
Βρίσκεται σε ένα σπίτι στο οποίο δεν είχε ξαναμπεί ποτέ, σε μια χώρα που πρώτη φορά επισκεπτόταν , και μόλις πριν από δυο μέρες ήταν ξαπλωμένη στο κρεβάτι και φανταζόταν την ταπετσαρία ακριβώς αυτού του δωματίου και του ντουλαπιού και που η ταπετσαρία που είχε φανταστεί ήταν ίδια και απαράλλακτη με εκείνη που κάλυπτε κάποτε τους τοίχους.
Το μονοπάτι στον κήπο και την πόρτα που συνέδεε τα δυο δωμάτια μπορεί να τα εξηγήσει ως σύμπτωση. Εδώ, όμως, με την ταπετσαρία δεν υπάρχει καμία σύμπτωση. Υπάρχει κάποια εξήγηση που της διαφεύγει και, ναι, την τρομάζει. Κάπου κάπου δεν βλέπει μπρός, αλλά πίσω -πίσω σε κάποια αλλοτινή κατάσταση του σπιτιού. Από στιγμή σε στιγμή θα μπορούσε να δει κάτι περισσότερο-κάτι που δεν ήθελε να δει. Το σπίτι την τρομάζει Μα είναι το σπίτι ή η ίδια;
Στο Ντίλμουθ φθάνει και η μις Μαρπλ, μια γλυκύτατη, ηλικιωμένη, ψηλόλιγνη, με ροδαλά μάγουλα και γαλάζια μάτια, για να ξεκουραστεί .Γνωρίζεται με την Γκουέντα, όταν ο  Ρέιμοντ Γουέστ, ανιψιός  της μις Μαρπλ και  φίλος του Ζιλ Ριντ, βάζει τα δυνατά του να περάσει καλά και να είναι ευπρόσδεκτη η κυρία Γκουέντα Ριντ. Πηγαίνουν όλοι μαζί στο θέατρο. Προς το τέλος της παράστασης του θεάτρου, όταν η φωνή του ηθοποιού λέει τα εξής λόγια:  « Σκέπασε το πρόσωπό της.  Θάμπωσε τα μάτια μου, πέθανε τόσο νέα…», η Γκουάντα ουρλιάζει, πετάγεται από το κάθισμα και φεύγει τροχάδην για το σπίτι που την φιλοξενεί. Και ο Ρέιμοντ και η μις Μπαρπλ δεν μπορούν να καταλάβουν τι τρόμαξε αυτή τη νέα κοπέλα.
Η Γκουέντα αρχίζει πλέον να πιστεύει ότι τρελαίνεται. Αναφέρει στον οικοδεσπότη και στην μις Μαρπλ ότι την ώρα που είπε αυτά τα λόγια ο ηθοποιός, αυτή βρέθηκε νοερά στο σπίτι που αγόρασε, εκεί στα σκαλιά, κοιτούσε το χολ πιο κάτω, πίσω από τα κάγκελα της σκάλας και είδε να κείτεται εκεί. Σωριασμένη, νεκρή. Είχε ολόχρυσα μαλλιά και το πρόσωπό της ήταν …μπλαβό! Ήταν νεκρή. Ττην είχαν στραγγαλίσει και κάποιος έλεγε εκείνα τα λόγια με τον ίδιο φρικτό, χαιρέκακο τρόπο. Είδε τα χέρια του, γκρίζα, ρυτιδιασμένα. Δεν ήταν ανθρώπινα, ήταν πιθηκίσια, ...ήταν φρικτό. Ήταν νεκρή…
Η μις Μαρπλ ρώτησε μαλακά: «Ποια ήταν η νεκρή; »
-Η Έλεν…
Τότε η Γκουέντα αναρωτιέται: «Γιατί το είπα αυτό;»,  «Γιατί είπα «Έλεν»; «Δεν ξέρω καμία Έλεν!», «Είδατε;», είπε, «Είμαι τρελή! Φαντάζομαι πράγματα! Βλέπω συνεχώς πράγματα που δεν υπάρχουν. Στην αρχή ήταν η ταπετσαρία, τώρα βλέπω πτώματα. Άρα χειροτερεύω.».
«Έλα καλή μου, μη βγάζεις βεβιασμένα συμπεράσματα», της είπε η Μις Μαρπλ.
«Τότε είναι το σπίτι. Είναι στοιχειωμένο, μαγεμένο», λέει η Γκουέντα, «Βλέπω πράγματα που έχουν συμβεί εκεί, εκτός κι αν βλέπω πράγματα που πρόκειται να συμβούν εκεί. Καλά θα κάνω να πάω σε ψυχίατρο».
Η Μις Μαρπλ της απαντάει: «Έχουμε τρία συγκεκριμένα συμβάντα που σε τάραξαν. Η πιο φυσική εξήγηση θα ήταν πως τα έχεις ξαναδεί. Ίσως είναι αναμνήσεις».
«Μα δεν έχω ξαναέρθει στην Αγγλία», λέει η Γκουέντα.
«Εμένα μου φαίνεται πιθανόν », είπε η μις Μαρπλ, « να σε έφερε ο πατέρας σου πρώτα στην Αγγλία όταν πέθανε η μητέρα σου και να έζησες πραγματικά σε αυτό το σπίτι, το Χίλσαϊντ. Μου είπες ότι ένιωσες οικεία αμέσως μόλις μπήκες στο σπίτι. Και διάλεξες να κοιμηθείς στο δωμάτιο που μάλλον ήταν το παιδικό σου δωμάτιο…»
«Μα δεν είναι παράξενο να έρθω στην Αγγλία και  να αγόρασω το ίδιο σπίτι, στο οποίο είχα ζήσει με τον πατέρα μου, τον  Κέλβιν Χάλιντεϊ και την μητριά μου, την Έλεν Χάλιντεϊ ( που πριν δεκαοκτώ χρόνια είχε εξαφανιστεί ξαφνικά),  πριν από τόσα χρόνια ;»
«Σίγουρα πέρασες από ένα σπίτι που σου ξύπνησε μνήμες. Οι αναμνήσεις είναι ακόμα εκεί , βαθιά μέσα. Δεν πρόκειται για κάτι υπερφυσικό. Ίσως σε αυτό το σπίτι έγινε μία δολοφονία» .
Όταν επιστρέφει ο σύζυγός της Γκουέντα, του αναφέρει όλα τα συμβάντα. Ψάχνουν και οι δύο να ανακαλύψουν, αν πριν δεκαοκτώ χρόνια η Γκουέντα ,βρισκόταν σε αυτή την πόλη και σε αυτό το σπίτι με τον πατέρα της και την μητριά της.
Η μις Μαρπλ τους συμβουλεύει ότι αν υποθέσουμε ότι σε αυτό το σπίτι έζησε τριών χρονών η Γκουέντα και εκεί έγινε μία δολοφονία, να αφήσουν τα πράγματα όπως έχουν και να μην τα σκαλίζουν.  Μπορεί να πρόκειται για ένα φόνο από το παρελθόν. Μια ξεχασμένη δολοφονία. Είναι επικίνδυνο να ανακατεύεται κανείς με τους φόνους .
Ο Ζιλ Ριντ δεν ακούει τίποτα. Είναι ένας θαρραλέος και ευθύς άντρας και, παρά τις συμβουλές  της μις Μαρπλ, αποφασίζει να διερευνήσει το θέμα των αναμνήσεων της γυναίκας του και το μυστήριο στο οικογενειακό της περιβάλλον.
Θα βρεθούν, όμως, και η Γκουέντα και ο Ζιλ αναπόφευκτα αντιμέτωποι σε δυσάρεστε αλήθειες.
Το μυθιστόρημα αυτό συνδυάζει τον αστυνομικό γρίφο με την ένταση του ψυχολογικού θρίλερ. Ένα βιβλίο ύμνο στη δύναμη της ανάγνωσης.
Ένα καθηλωτικό αστυνομικό μυθιστόρημα.
Ίσως ένα από τα καλύτερα μυθιστορήματα  της Αγκάθα Κρίστι.


Η Άγκαθα Κρίστι γεννήθηκε στην Αγγλία, στο Τορκί, το 1890. Είναι γνωστή κυρίως για τα αστυνομικά έργα της –εξήντα έξι μυθιστορήματα και δεκατέσσερις συλλογές διηγημάτων–, πολλά από τα οποία έχουν κεντρικό χαρακτήρα τον θρυλικό ντετέκτιβ Πουαρό ή την απαράμιλλη μις Μαρπλ. Έγραψε επίσης δύο αυτοβιογραφικά έργα, αισθηματικά μυθιστορήματα αλλά και θεατρικά, μεταξύ των οποίων το μακροβιότερο έργο στην ιστορία του σύγχρονου θεάτρου, την Ποντικοπαγίδα

Η Άγκαθα Κρίστι, που έχει τιμηθεί από τη Βασίλισσα του Ηνωμένου Βασιλείου με τον τίτλο της Dame για τη συνεισφορά της στη λογοτεχνία, ανήκει στους δημιουργούς που διαμόρφωσαν καταλυτικά την εξέλιξη του αστυνομικού μυθιστορήματος. Παράλληλα, είναι η δημοφιλέστερη συγγραφέας όλων των εποχών, καθώς οι πωλήσεις των έργων της έχουν ξεπεράσει το ένα δισεκατομμύριο αντίτυπα στην αγγλική γλώσσα και άλλο ένα δισεκατομμύριο σε μεταφράσεις. Πέθανε το 1976.