Ποιήτρια: Πόπη Κλειδαρά
Έτος έκδοσης: 2021
Σελ.: 120
Εκδόσεις: Πηγή
Γράφει η Στέλλα Πετρίδου
Καμιά φορά είναι δύσκολο να αποτυπώσει κανείς με λέξεις όλα αυτά που νιώθει πως κυριεύουν τον ψυχικό του κόσμο. Κι αρκεί ένα βλέμμα του, μια του κίνηση για να εκφράσει ό,τι οι λέξεις του απαγορεύουν, το συναίσθημα δηλαδή, το ευχάριστο και το δυσάρεστο, αυτό που άλλοτε χαρακτηρίζεται ευφορία, άλλοτε απόγνωση, θυμός και δυστυχία. Η σιωπή, που μοιάζει τιμωρός του, πολύ γρήγορα αντιλαμβάνεται πως δεν είναι, καθώς κρίνεται απαραίτητη οδός για να τον οδηγήσει στη λύτρωση, στον τελικό προορισμό που του υπόσχεται την ευτυχία.
Η ποιήτρια Πόπη Κλειδαρά, στην τρίτη κατά σειρά ποιητική της κατάθεση επιχειρεί να εξετάσει αυτή τη διαδικασία, που αποτελεί το κλειδί της ανθρώπινης ευτυχίας, τη σιωπή. Το βιβλίο της τιτλοφορείται «Ρέουσα σιωπή» και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Πηγή».
Έκπληκτος ο αναγνώστης από την αρχή της ανάγνωσης συνειδητοποιεί ότι δεν πρόκειται για μια κλασική περίπτωση αποτύπωσης των συναισθημάτων του γράφοντος. Ο λόγος της ποιήτριας, παρότι ελεύθερος και αρκετά πεζός στο μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου, καταλήγει να γίνεται συμβουλευτικός, παίρνοντας τη μορφή δοκιμίου. Ακριβώς αυτό είναι που κάνει το έργο της ξεχωριστό και αρκετά ενδιαφέρον.
Το περιεχόμενό του διακρίνεται σε τέσσερα μέρη.
Από το πρώτο κιόλας μέρος η ποιήτρια απευθύνεται στον αναγνώστη της γράφοντας σε δεύτερο πρόσωπο. Επιδίωξή της είναι να σπάσει τη μονοτονία της μοναξιάς που τον περιβάλει δίνοντάς του τη δική της εξήγηση για την σημαντικότητα της σιωπής που τη συνοδεύει. Αναφέρει, λοιπόν, πως κανείς στη ζωή του δεν είναι ολότελα μονάχος. Ακόμη κι ένα βιβλίο, σαν κι αυτό, μπορεί να σταθεί σημαντική συντροφιά, πηγή θετικής ενέργειας, αναζωογόνησης, ενθάρρυνσης και ενίσχυσης του εαυτού, καθώς οι λέξεις έχουν τη δύναμη να θεραπεύσουν τα κενά και να επουλώσουν τις όποιες πληγές προκαλούν στην ανθρώπινη ψυχή τα λάθη οδηγώντας την στην απομόνωση, στην απόγνωση, στην οδύνη.
Εμβαθύνοντας στα άδυτα της σιωπής περιγράφει με λεπτομέρεια όλη αυτή την επίπονη διαδικασία λύτρωσης του εαυτού, καθώς καθιστά σαφές πως κρίνεται άκρως απαραίτητη για να νικηθούν όλα τα στάδια του πόνου, για να επέλθει στο τέλος η κάθαρση. Η σιωπή τρέπεται σε μέσον επιβαλλόμενο για την επιτυχία της διαδικασίας αυτής.
«Αυτό που επιπλέει δεν είμαστε εμείς.
Δεν είναι η σορός του σκοτωμένου έρωτα,
ούτε η φυλακή της ψυχής των σωμάτων μας.
Είναι μια εκκεντρική κελαρυστή γαλήνη
που άνευρα παραδίδει τη σάρκα της
στο αμείλικτο ξέσπασμα του φωτεινού ορίζοντα.» (Σελ. 8)
Ξέσπασμα προκαλεί η αρχική αντίδραση του πονεμένου ανθρώπου, εκείνου που ερωτεύτηκε, ονειρεύτηκε, πάλεψε για να κατακτήσει τη ζωή και να διατηρήσει την ευτυχία που άξαφνα συνάντησε, όμως στο τέλος ατύχησε. Κι έτσι επέρχεται η περίοδος της οργής, της μετάνοιας της τόλμης για το ακατόρθωτο. Η σιωπή είναι εκείνη που φέρνει στη μνήμη ξανά και ξανά τις στιγμές της ήττας, τα λάθη που πλήγωσαν τις προσδοκίες, τις πράξεις που οδήγησαν στην απομόνωση. Η αποδοχή όλων αυτών κρίνεται απαραίτητη για την κατανόηση της συνθήκης. Κι αυτό προϋποθέτει ισχυρό σθένος. Η σιωπή συνίσταται σημαντική σύμβουλος για την αποφυγή έντονων και δυσάρεστων ξεσπασμάτων.
«Ξανα–ισιώνω τη σελίδα που τσαλάκωσα…
πονάνε ακόμη τα λόγια.» (Σελ. 16)
Η διαρκής πάλη με το παρελθόν, επισημαίνει η ποιήτρια, κρίνεται απαραίτητη. Σιωπή και μοναξιά ενώνονται και πάλι για τον κοινό σκοπό πολεμώντας με πάθος τις ενοχές.
«Βογγητά «ανέκραυγα»
πασπαλίζουν ενοχές το κορμί.» (Σελ. 19)
Όμως η σιωπή έχει και άλλο πρόσωπο, θα τονίσει προσεκτικά. Είναι εκείνο που, γεμάτο χρώματα, τρέπεται σε όμορφο περιβόλι για να ξαποστάσει η ερωτευμένη ψυχή, για να ανθίσει το ερωτικό κάλεσμα. Γίνεται, επομένως, η «ζωογόνος δύναμη που δεν μπορεί να υποταχθεί και να περιοριστεί» (Σελ. 24).
Ο έρωτας, όμως, δε ζει για πάντα, θα διαβάσει ο αναγνώστης, κι η σιωπή γρήγορα θα σκοτεινιάσει και πάλι, θα βυθιστεί στη μελαγχολία και στην απογοήτευση.
«Οι χειμώνες δακρύζουν στα καλοκαιρινά λιβάδια,
κρεμούν τις προσδοκίες στα υπόστεγα,
παύουν να είναι χειμώνες…» (Σελ. 28)
Ο αναγνώστης διαβάζει, επίσης, για τις διαρκείς εναλλαγές που προκαλεί στην ψυχική διάθεση η σιωπή, ο πιστός κι αχώριστος φίλος της μοναξιάς. Απαραίτητη, ωστόσο, καθίσταται η ύπαρξή της για την αντιμετώπιση του πόνου, για την αποδοχή της αλήθειας, για την ομολογία και παραδοχή της όποιας κατάστασης. Είναι εκείνη που επιφέρει την ισορροπία στην πληγωμένη ψυχή, ώστε να μπορεί πια να δει ξεκάθαρα τι είναι αυτό που, εν τέλει, τη φθείρει και τι την ομορφαίνει, για να καταφέρει έπειτα να ξεπεράσει τις ανασφάλειές της.
«Σ’ εκείνο το πλάτωμα,
με τύλιξαν τα πύρινα λόγια σου…
οι φλογίτσες τρεμόπαιζαν…
διηγούνταν απέλπιδες προσπάθειες
δικές μου.» (Σελ. 38)
Η επιτυχία όλης αυτής της δύσκολης διαδικασίας, εξηγεί η ποιήτρια, οδηγεί στη νίκη της ήττας και στην εκ νέου διεκδίκηση της ζωής.
«Ξεθάβω τη μελαγχολία μου,
μήπως ζήσω…» (Σελ. 45)
Τα ολιγόστιχα ποιήματα της συλλογής αποτελούν μικρά διαμάντια ποιητικής ευφράδειας. Συμπυκνωμένα και βαθιά νοήματα, εύστοχοι συμβολισμοί, επιτυχής εξωτερίκευση συναισθημάτων, γραφή άλλοτε λυρική κι άλλοτε περισσότερο ρεαλιστική και δωρική.
Στο δεύτερο μέρος της συλλογής η ποιήτρια αναλύει τα βήματα της σιωπής που όλα τους έχουν έναν κοινό στόχο, την κατάκτηση της ευτυχίας.
«Άσε πίσω ό,τι σε βαραίνει,
διώξε τις σκέψεις που σε πολιορκούν» (Σελ. 58)
Εμμένοντας στο συλλογισμό της θα τονίσει για ακόμη μια φορά στον αναγνώστη πως μόνο όταν ο άνθρωπος συγχωρέσει τον εαυτό του, γίνει φίλος μαζί του, μπορεί έπειτα να τον αγαπήσει, να γιατρέψει τις πληγές του, να χαμογελάσει άφοβα απέναντι στα όμορφα της ζωής και να νιώσει αισιοδοξία. Κι αυτό, γιατί ο καθρέφτης της ζωής του είναι ο ίδιος του ο εαυτός. Στη συνέχεια η αύρα του επεκτείνεται και στον περίγυρό του.
Ο αναγνώστης μέσα από αυτή την ποιητική προσέγγιση του φαινομένου της σιωπής θα νιώσει αγαλλίαση. Θα αισθανθεί πως οφείλει να αγαπήσει τον εαυτό του, καθώς μόνο τότε θα καταφέρει να αγαπήσει ειλικρινώς και τους γύρω του και να χτίσει τον κόσμο του από την αρχή, να ζήσει δυνατά κι έντονα. Και τότε θα νιώσει την έλξη των ανθρώπων ξανά. Τότε θα συμπληρωθεί και το παζλ της ευτυχίας του.
Στο τρίτο μέρος της συλλογής η ποιήτρια μας παραθέτει δώδεκα ποιήματα χαϊκού, στα οποία, ως προς το περιεχόμενο, εστιάζει και πάλι στη συνθήκη της σιωπής, σ’ εκείνη που προηγείται μιας κρίσιμης στιγμής και σ’ εκείνη που έπεται αυτής.
«Εγκλωβίστηκα,
αναμασώντας καπνούς
για μια φωτιά σου.» (Σελ. 103)
«Έβγαλα κραυγή…
να μην πονά η καρδιά
και προχώρησα.» (Σελ. 107)
Στο τέταρτο και τελευταίο μέρος της συλλογής η ποιήτρια αναφέρεται στο αίσθημα του φόβου, το οποίο και επιχειρεί να συντρίψει παραθέτοντας επιχειρήματα. Το νόημα της ζωής κατακτιέται με τη βοήθεια της σιωπής και μόνο με τη διαρκή πάλη του εαυτού απέναντι στους φόβους του.
«Κι αν ξαναχαθείς; Τότε… αρκεί να μείνεις λίγο ή πολύ…
Όσο χρειάζεται… μακριά από θορύβους, ώστε να βρεις τις
απαντήσεις σου και πάλι.» (Σελ. 112)
Αναμφισβήτητα, πρόκειται για ένα βιβλίο που στόχο έχει την ψυχική ημέρευση του αναγνώστη, όποιος κι αν είναι αυτός. Η συνειδητοποίηση της σημαντικότητας της ψυχικής του υγείας και η γνωριμία του με τα στάδια που πρέπει να διαβεί για την κατάκτησή της είναι αυτά που καθιστούν ακόμα πιο αξιόλογη τη συγγραφική προσπάθεια. Σε συνδυασμό με την καλλιεργημένη, ομολογουμένως, ποιητική έκφραση της ποιήτριας, επιτυγχάνεται η καλύτερη και αποδοτικότερη αφομοίωση του κειμένου, άρα ο σκοπός του, που είναι, προφανώς, και ο σκοπός του κάθε βιβλίου.
Ας είναι καλοτάξιδο!
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου:
Όταν η σιωπή διεκδικήσει χώρο στην πραγματικότητά σου, σημαίνει πως μίλησες πολύ, πως έδωσες πολλά, πως ένιωσες και πως δάκρυσες μες στη ζωή. Κι αν αυτή η στιγμή ήρθε τώρα; Πόσα στ’ αλήθεια μπορείς να μάθεις μέσα στη Σιωπή; Είσαι έτοιμος να αναμετρηθείς με τον εαυτό σου μα και με τους άλλους;
Ανάμεσα σ’ εσένα και σ’ εμένα
αχαρτογράφητο κομμάτι γης.
Ας περπατήσουμε πάνω του…
Προς μια νέα ζωή που χαράζει…
Λίγα λόγια για την ποιήτρια, Πόπη Κλειδαρά:
Η Πόπη Κλειδαρά γεννήθηκε το 1987 στη Μυτιλήνη. Είναι πτυχιούχος του τµήµατος Ιστορίας & Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστηµίου Κρήτης. Αγαπά να γράφει για τη ζωή, τις ανθρώπινες σχέσεις και τους δρόµους που ανοίγονται εκεί που κανείς δεν το περιµένει, γι’ αυτό άλλωστε έχει παρακολουθήσει σεµινάρια Συµβουλευτικής. Αυτό είναι το τρίτο της βιβλίο. Κατοικεί µε τον σύζυγό της και την κόρη τους στα Πάµφιλα Λέσβου.
0 Σχόλια