Γιάννης Δίγκας: "Το βιβλίο έχει και θα έχει πάντα σημαντική θέση στη ζωή μας ως πολιτιστικό αγαθό"



Τον καθηγητή, διδάκτορα της Κοινωνιολογίας του Δικαίου της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ και συγγραφέα Γιάννη Δίγκα φιλοξενούμε σήμερα στις Τέχνες με αφορμή την έκδοση της συλλογής διηγημάτων του με τίτλο «Παρασπόρος και άλλες ιστορίες» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Ελκυστής».


Συνέντευξη στη Στέλλα Πετρίδου


Κύριε Δίγκα, πώς θα συστήνατε τον εαυτό σας στο αναγνωστικό κοινό;

Είμαι εκπαιδευτικός-κοινωνιολόγος, ζω στις Σέρρες με τη σύζυγο και τις δυο μικρές κόρες μου και αγαπώ πολύ την επιστήμη μου και τη λογοτεχνία.

Γιατί γράφετε; Θεωρείτε ότι η συγγραφή απελευθερώνει τον εσωτερικό σας κόσμο;

Ακριβώς όπως τόσο εύστοχα το διατυπώνετε και σας ευχαριστώ.

Ποιος είναι ο αγαπημένος σας συγγραφέας και ποιο το αγαπημένο σας βιβλίο;

Ο Γκυ Ντε Μοπασάν και όλα τα διηγήματά του.

Τι μπορεί να αποτελέσει έμπνευση για εσάς;

Η καθημερινότητα με τα παράδοξά της.

Υπήρξε κάποιο γεγονός στη ζωή σας που νιώσατε την ανάγκη να το μεταφέρετε αυτούσιο στο χαρτί;

Όλες μου σχεδόν οι ιστορίες έχουν πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία.


Ποιος θεωρείτε ότι, τελικά, είναι ο σκοπός της λογοτεχνίας; Τι έχει να προσφέρει στον σύγχρονο άνθρωπο;

Απόλαυση, συγκίνηση, ενσυναίσθηση και αυτοβελτίωση.

Πιστεύετε ότι οι άνθρωποι με την ολοένα και αυξανόμενη χρήση του διαδικτύου διαβάζουν βιβλία στις μέρες μας;

Πιστεύω πως παρά την επικράτηση των Νέων Τεχνολογιών στη σύγχρονη εποχή, το βιβλίο έχει και θα έχει πάντα σημαντική θέση στη ζωή μας ως πολιτιστικό αγαθό.

Έχετε πρότυπα ως συγγραφέας; Στα γραπτά σας θα διαπιστώσει ο αναγνώστης επιρροές από άλλους αγαπημένους σας συγγραφείς;

Αναμφίβολα με έχουν επηρεάσει πολλοί σημαντικοί συγγραφείς που θαυμάζω και αν ο αναγνώστης των διηγημάτων μου διαπιστώσει επιρροές από αυτούς θα το θεωρήσω τιμή μου καθώς θεωρώ πως στην Τέχνη, όπως και στη ζωή γενικότερα, δεν υπάρχει «παρθενογένεση».

Φοβάστε την κακή κριτική; Την κριτική γενικότερα;

Μάλιστα. Την φοβάμαι.


Ας μιλήσουμε τώρα για το βιβλίο σας, που κυκλοφόρησε αρκετά πρόσφατα από τις εκδόσεις «Ελκυστής», και φέρει τον τίτλο «Παρασπόρος και άλλες ιστορίες». Πρόκειται για μία συλλογή διηγημάτων, δεκαέξι μικροδιηγημάτων για την ακρίβεια, που οι ιστορίες τους αν και διαφορετικές μεταξύ τους, βρίσκονται όλες τους εγκλωβισμένες στο αιώνιο δίπολο χαράς και οδύνης, όπως ακριβώς ορίζει η ίδια η ζωή τη σκληρή της πραγματικότητα. Πείτε μας δυο λόγια γι’ αυτές.

Είναι μικρά σε έκταση διηγήματα με θεματογραφία που αφορά σε πολλές σφαίρες του ανθρώπινου βίου, οι ήρωές μου είναι καθημερινοί άνθρωποι που βασανίζονται από τα αδιέξοδα και τις διαψεύσεις που αντιμετωπίζουμε όλοι μας στη ζωή με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Τολμώ να πω πως θα μπορούσε πρωταγωνιστής της κάθε ιστορίας που περιλαμβάνεται στη συλλογή να είναι ο καθένας απο μας.

Μιλάμε, επομένως, για ένα βιβλίο που προβληματίζει και προκαλεί ποικίλα συναισθήματα στον αναγνώστη του. Επάξια δε, κερδίζει το ενδιαφέρον του από την πρώτη στιγμή της ανάγνωσης. Ήταν συνειδητή εξαρχής η επιλογή της μικρής φόρμας που τα χαρακτηρίζει ή προέκυψε τυχαία κατά τη διάρκεια της συγγραφής του;

Ήταν εξ αρχής συνειδητή επιλογή μου, προς το παρόν τουλάχιστον σκοπεύω να επιμείνω σε αυτό το λογοτεχνικό είδος, στα μικρά διηγήματα.

Τι σας ενέπνευσε για να προβείτε στη συγγραφή του συγκεκριμένου βιβλίου;

Αρχικά, η ψυχολογική πίεση που ακόμη και σήμερα δέχονται πολλές γυναίκες κυρίως από το οικογενειακό τους περιβάλλον προκειμένου να παντρευτούν. Έχω συναίσθηση του πόσο αναχρονιστικό ακούγεται αυτό αλλά επιμένω πως συμβαίνει ακόμη στις μέρες μας.

Υπάρχει κάποια ιστορία στο βιβλίο σας, της οποίας πρωταγωνιστής υπήρξατε εσείς ο ίδιος;

Ναι, υπάρχει.

Υπάρχουν κάποια μηνύματα που οπωσδήποτε θέλετε να περάσετε μέσα από το βιβλίο σας στον αναγνώστη;

Συνειδητά τουλάχιστον, απολύτως κανένα ή μάλλον, τώρα που το ξανασκέφτομαι, μόνο ένα. Πως η μεγαλύτερη, η μοναδική θα πω δύναμη στη ζωή μας είναι η αγάπη σε όλες της τις μορφές.

Το βιβλίο σας απευθύνεται αποκλειστικά σε ενήλικες ή μπορεί να αποτελέσει ανάγνωσμα και για το εφηβικό κοινό;

Νομίζω πως θα μπορούσε να διαβαστεί από ανθρώπους κατά την τελευταία φάση της εφηβείας τους και μεγαλύτερους.


Είστε ευχαριστημένος από τη συνεργασία σας με το εκδοτικό σας σπίτι; Θεωρείτε πως ένας καλός εκδοτικός οίκος συμβάλει σημαντικά για την καλύτερη και επιτυχέστερη προώθηση ενός βιβλίου;

Είμαι απόλυτα ικανοποιημένος από τη συνεργασία μου με τον εκδοτικό μου οίκο, τον θεωρώ πια δεύτερη οικογένειά μου, «σπίτι μου», όπως τόσο ωραία το διατυπώσατε και δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πως η συμβολή του εκδοτικού οίκου στην προώθηση ενός βιβλίου είναι καθοριστική.

Επόμενα συγγραφικά σχέδια κάνετε ή είναι πολύ νωρίς ακόμα;

Στο μέλλον θα ήθελα να «δοκιμαστώ» στη νουβέλα ή το μυθιστόρημα, υπάρχουν στο μυαλό μου κάποιες ιδέες ως πιθανά θέματα ωστόσο δεν έχουν ακόμη πάρει οριστική μορφή.

Μια ευχή σας για το μέλλον;

Να σταματήσουν οι πόλεμοι όπου γης και να επικρατήσει κοινωνική δικαιοσύνη.

Πριν κλείσουμε τη συζήτηση θα ήθελα να μας παραθέσετε ένα μικρό απόσπασμα από το βιβλίο σας. 

Ευχαρίστως. Σας παραθέτω ένα απόσπασμα από το διήγημα με τίτλο «Η καρέκλα που κλαίει»:

Του αγοριού η μάνα πέθανε χθες βράδυ κι έτσι το αγόρι δεν ήρθε στο σχολείο.

Μόλις μπήκε η τάξη στην αίθουσα, σαν πολύβουο μελίσσι, άρχισαν αγόρια και κορίτσια με ξαναμμένα απ’ τον φθινοπωρινό ήλιο πρόσωπα, να τακτοποιούν τις καρέκλες στη θέση τους. Γιατί, αυτό ήταν το σύστημα του σχολείου στο οποίο μόλις είχα διοριστεί, καθηγητής φιλόλογος, νέος και διψασμένος να προσφέρω ότι μπορούσα στη μόρφωση τούτων των παιδιών του γυμνασίου. Αναποδογύριζαν ο καθένας την καρέκλα του επάνω στο θρανίο σαν χτύπαγε το κουδούνι της λήξης των μαθημάτων το μεσημέρι και το επόμενο πρωινό, με το που έμπαιναν στην αίθουσα, την τοποθετούσαν ξανά στη θέση της και κάθονταν να ξεκινήσουν τα μαθήματα. Τούτο γινόταν γιατί οι δυο ηλικιωμένες καθαρίστριες θα ταν αδύνατο να καθαρίσουν όπως έπρεπε όλες τις αίθουσες αν είχαν και την καθημερινή έγνοια να τακτοποιούν τις καρέκλες στις δεκαπέντε μεγάλες αίθουσες του παλαιού νεοκλασικού κτηρίου που στέγαζε εδώ και αιώνες το ιστορικό σχολείο.

Κύριε Δίγκα, σας ευχαριστώ πολύ για την όμορφη συζήτηση και σας εύχομαι κάθε επιτυχία προσωπική και συγγραφική.

Εγώ σας ευχαριστώ θερμότατα για την πολύ ενδιαφέρουσα «συζήτηση» καθώς και τους φίλους αναγνώστες για την εξαιρετική τιμή της ανάγνωσης, να είστε καλά.


Βιογραφικό:

O Γιάννης Δίγκας γεννήθηκε το 1968 και μεγάλωσε στις Σέρρες. Σπούδασε Παιδαγωγικά στη Θεσσαλονίκη και Κοινωνιολογία στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Είναι διδάκτορας της Κοινωνιολογίας του Δικαίου της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ.

Η διδακτορική του διατριβή εκδόθηκε από τις εκδόσεις Σάκκουλα με τίτλο Ο Νομικός Ρεαλισμός στο έργο του Roscoe Pound (2012). Από τις εκδόσεις Ελκυστής εκδόθηκε η συλλογή διηγημάτων του με τίτλο Ο Μπίλλυ και η Αμαλία στο νησί (2020). Διηγήματά του έχουν βραβευτεί σε διαγωνισμούς και περιλαμβάνονται σε λογοτεχνικά περιοδικά και συλλογικά έργα.

Μετά από πολλά χρόνια διαμονής στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, επέστρεψε στις Σέρρες, όπου ζει. Είναι καθηγητής κοινωνικών επιστημών στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και τα ειδικότερα ερευνητικά του ενδιαφέροντα αφορούν στην Αμερικανική Κοινωνιολογία του Δικαίου και την Κοινωνιολογία της Λογοτεχνίας. Είναι παντρεμένος με τη Δικηγόρο Σερρών Νατάσα Πεταλά και πατέρας δύο κοριτσιών, της Μαρίας και της Κατερίνας.

Αγαπάει πολύ τη λογοτεχνία και τη γυμναστική.

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια