Βιβλιοκριτική: "Ο Μαγιακόφσκι - Τα εύκολα και τα δύσκολα" του Μήτσου Αλεξανδρόπουλου | Γράφει ο Κώστας Τραχανάς

 


ISBN13 9789604461615
Εκδότης: ΓΚΟΒΟΣΤΗΣ
Χρονολογία Έκδοσης: Δεκέμβριος 2011
Αριθμός σελίδων: 304

Συγγραφέας: Μήτσος Αλεξανδρόπουλος


Δεν είναι αλήθεια ότι ο Μαγιακόφσκι ξεκίνησε από την ποιητική ανταρσία για να καταλήξει με την πολιτική επανάσταση. Ο Μαγιακόφσκι είναι ως το τέλος ποιητικό φαινόμενο, μια φωνή σαν τη δική του η ρωσική ποίηση εκείνης της εποχής θα την έβγαζε. Θα απορούσαμε, αν δεν ξέραμε την ατμόσφαιρα τότε στη Ρωσία ,ατμόσφαιρα ενός γενικού παροξυσμού που εξέθρεψε τα ποιο ακραία όνειρα ταυτίζοντας αισιοδοξίες και ουτοπίες. Αυτά στη γενική ιστορία περνάνε και φεύγουνε, αφήνοντας πίσω ό,τι μένει σε ζημιές και κέρδη.  Στην τέχνη μένουν και διαιωνίζονται κι αυτή είναι η αθανασία του Μαγιακόφσκι.  Πρέπει να αντέξει κανείς την ποιητική του διάνοια με όλες τις υπερβολές της, αλλιώς δεν επικοινωνούμε μ΄ αυτόν τον ποιητή και θα συνεχίζουμε σήμερα να τον ανεβάζουμε κι αύριο να τον κατεβάζουμε. Θα μένουμε με την αντίληψη ότι συνόδεψε με το έργο του μια ορισμένη ιστορική περιπέτεια που άλλους κάνει να χαίρονται κι άλλους ενοχλεί και πεισμώνει. Και θ΄ αφήνεται να διαφεύγει ότι με τον Μαγιακόφσκι έχουμε σε ασυνήθιστα δυναμική έκφραση μια σκληρή - σκληρότατη ανθρώπινη δοκιμασία και μέσα σ΄ αυτήν σπάνια ανθρώπινη έξαρση, διαποτισμένη από καταλυτικό χιούμορ.

Να σημειώσουμε ακόμα ότι το ποιητικό φαινόμενο Μαγιακόφσκι δεν ολοκληρώθηκε. Έμεινε κραυγή κομμένη στη μέση. Ίσως, αν προσεχτούν καλύτερα, μερικές λεπτομέρειες από τις τελευταίες μέρες της ζωής του κι από τους τελευταίους του στίχους, μπορεί να συλλάβουμε κάποιους έστω τόνους δημιουργικού αδιέξοδου, αυτό μάλλον συσπείρωσε ένα σωρό περιστατικά που εκείνες τις μέρες του 1930 έρχονταν το ένα πάνω στ΄ άλλο και τον έκαναν να λάβει τη μοιραία απόφαση που δεν τη σκέφτηκε για πρώτη φορά.

Τώρα για τον Μαγιακόφσκι δεν μιλούν και είναι πολύ φυσικό για τις μέρες που ζούμε.

Δύσκολος, κακοτράχαλος, θα λέγαμε ακόμα, ποιητής. Με δικά του αυτοσχέδια υλικά κι εργαλεία έφτιαχνε έναν κόσμο που βρισκόταν σε ασυμβίβαστη αντιπαράθεση με όλη την ποίηση, όπως άλλωστε και με τις κοινωνίες, τις κοινωνικές συμβάσεις που υπήρξαν πριν από κείνον κι εξακολουθούσαν να υπάρχουν γύρω του, γι΄ αυτό και μ΄ όλη του την ψυχή τις πολέμησε. Αν δεχτούμε και για την ποίηση πως υπάρχουν εκείνοι που τη διαχειρίζονται κι οι άλλοι που ξεριζώνουν και ξαναφυτεύουν, ο Μαγιακόφσκι, μπορούμε να πούμε, ότι είναι από τις πιο ακέραιες μορφές ριζοσπάστη ποιητή στην τέχνη και στη ζωή. Δεν ήταν μόνο ζήτημα μια αισθητικής επιδίωξης ή ακόμα και πολιτικής, τέτοια ήταν η φύση του ανθρώπου, ο τρόπος του, ριζωμένος στην αίσθηση της ζωής:

Μπουνταλά Κολόμβε
εγώ στη θέση σου
την Αμερική
θα την κουκούλωνα
κι έπειτα
αφού της τράβαγα
καλά-καλά ένα καθάρισμα
θα΄ βγαινα
δεύτερη φορά
να την ανακαλύψω.

Κάθε φορά που σκεπτόμαστε τον Μαγιακόφσκι, αυτά σαν για πρώτη φορά τ΄ vανακαλύπτουμε κι εμείς. Και σήμερα κάτι τέτοια φέρνουν ζαλάδες-;αυτές είναι και οι δυσκολίες και οι βαθύτεροι λόγοι της σημερινής σιωπής γύρω απ΄ τ΄ όνομά του και το έργο του. Ποιος τώρα κάθεται ν΄ ακούει, και μάλιστα με ποιητική ευχαρίστηση, όσα έγραφε για το λογοτεχνικό σινάφι από τη δεκαετία του 1910 ακόμα :

Όπως σας βλέπω και με βλέπετε-
εγώ ποτέ δεν θα καθήσω στο «Μπριστόλ»
να παίρνω το τσαγάκι μου
και να αραδιάζω στα χαρτιά ψευτιές .
Θα δώσω μια στα φλιτζανάκια σας
κι ολόρθο θα με δείτε πάνω στο τραπέζι.
Ακούστε με,
μακαντάσηδες της λογοτεχνίας!
…Στρείδια
κολλημένα
στους τοίχους
στις ταπετσαρίες
καλοί μου άνθρωποι
εσείς
με τη γλώσσα
τι δουλειά έχετε;
Δεν το ξέρετε;
Αν δεν έκανε ποίηση,
με τις ληστείες
θα καταγινόταν
ο Φρανσουά Βιγιόν.
…Κύριοι ποιητές!
Ακόμα δεν τους βαρεθήκατε
τους ευέλπιδες
τ΄ ανάκτορα
τον έρωτα
τις πασχαλιές;
Αν
σαν κι εσάς
είναι οι δημιουργοί
να φτύσω μου ΄ρχεται
κάθε τέχνη.
Να πάω καλύτερα ν΄ ανοίξω κάνα μαγαζάκι.
Θα μπω και στο χρηματιστήριο.
Τίγκα τα πορτοφόλια να φουσκώνουνε τις τσέπες μου.
Κρασωμένος
θα βγάνω τα σωθικά μου
χλιμιντρίζοντας τα τραγούδια μου
στων καπηλειών τα ιδιαίτερα.

Άλλη χώρα στην υδρόγειο της ποίησης. Άλλος στίχος, οι λέξεις του, σύνταξη, ρίμες, μεταφορές πριν από κείνον αμεταχείριστες κι άγνωστες. Μόνος του τις σφυρηλατούσε με τη βαριά στο αμόνι.

Κατασκευαστής καινούργιων ποιητικών λέξεων που με το ποίημα γίνονται κοινό απόχτημα, αυτός θα ήταν ο δικός του ορισμός της ποίησης.

Το έργο του το έχει όλο αφιερώσει στις ανατρεπτικές αντιδράσεις του απέναντι στην παλιότερη ποίηση και στον παλιό κόσμο, στις απάνθρωπες σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων. Γι αυτό και είναι εξαιρετικά δύσκολο να ανιχνεύσουμε δρόμους που να τον συνδέουν με άλλους , κυρίως δρόμους προς τον Μαγιακόφσκι, μια αίσθηση πως όλα στο δικό του κόσμο μόλις γεννιούνται, τώρα για πρώτη φορά ονομάζονται, συχνά πιάνουμε στιγμές στα ποιήματά του που θυμίζουν τα πρώτα βήματα στη γένεση της ποίησης και μάλιστα της τραγωδίας.

Ο Μαγιακόφσκι θέλει να είσαι θερμός για να τον διαβάζεις και μετά χρειάζεται να ψυχραίνεις και να τον σκέφτεσαι. Στις πρώτες ιδιαίτερα γνωριμίες με ποιητές σαν αυτόν δεν πάνε τα ημίμετρα.  Αν αμέσως δεν ενεργοποιηθεί το αίσθημα, τη σχέση μαζί του θα τη μονοπωλήσει η λογική και θα προκύψει Καραμπτσιέφσκι, ένα στενόκαρδο, ψειρίσιο και, όπως συχνά σ΄ αυτές τις περιπτώσεις, ευφυέστατο διάβασμα. Έτσι έγινε μ΄  όλους τους επικριτές του.

Καλύτερα να αρχίσει κανείς σαν παιδί, να έχει μέσα του όσο μπορεί πολύ Παιδί και να΄ ναι έτοιμος για τ΄ απροσδόκητα.

Αυτό το βιβλίο οι επιμελητές το επισκευάσανε, το ταξινομήσανε σε τρία στάδια: Η Μόσχα και η Αρχή - Η Πετρούπολη - Η Μόσχα και το Τέλος.

Γεννήθηκε σ΄ ένα χωριό της Γεωργίας που λέγεται Μπαγντάντι, σε μια ποταμιά, ο πατέρας του υπηρετούσε δασικός υπάλληλος. Πιο πέρα είναι ένα κάστρο και πιο πίσω τα βουνά της Κολχίδας. Η μεγάλη πόλη της περιοχής λέγεται Κουταΐς, πρωτεύουσα της περιφέρειας που τότε ήταν ρωσικό κυβερνείο. Είναι μια όμορφη περιοχή, όπως όλα τα μέρη, όπου τα βουνά απολήγουν σε λόφους κι οι λόφοι φεύγουν κάτω χαμηλά για την εύφορη πεδιάδα που με τη σειρά της βγαίνει στη θάλασσα. Εκεί είναι το επίνειο η Κολχίδα, μεγάλο λιμάνι. Τα μέρη αυτά τα διαβήκαμε κάποτε κι εμείς οδεύοντας για την Άνω Βακτριανή, το Ουζμπεκιστάν.  Πολύ πριν από μας είχαν διαβεί αποδώ ο Ιάσονας με τη Μήδεια πηγαίνοντας για τη θάλασσα. Πάνω από την Κουταΐδα είναι κι η « σπηλιά του Ιάσονα». Αλλά μ΄ αυτά ο Μαγιακόφσκι δεν ασχολήθηκε – είχε ήδη από τότε αρχίσει να μισεί τα αρχαία κι «ελεύθερα να κολυμπά στις χρονολογίες»…

Η Μόσχα στη βιογραφία του Μαγιακόφσκι έχει δύο εποχές. Μία από το 1906 ως το 1915 και η δεύτερη από το 1919 ως το τέλος. Στο ενδιάμεσο είναι η Πετρούπολη, πρωτεύουσα τότε της αυτοκρατορίας.

Στην πρώτη περίοδο της Μόσχας τρεις χάριτες τον διεκδικούν διαχρονικά, η μια μετά την άλλη. Η επαναστατική παρανομία, η ζωγραφική και η ποίηση. Θα τον κερδίσει η τελευταία…

Τα τέσσερα χρόνια που έμεινε στην Πετρούπολη τα χωρίζει στη μέση το 1917.Στο πρώτο ήμισι, ως το 1917,γεγονότα από εκείνα που ο ίδιος διάλεγε να καταγράψει στο χρονικό της ζωής του ήταν η συνάντησή του με το ζεύγος Μπρικ και το αίσθημά του για τη Λίλη Μπρικ.

Μα μπορεί ποτέ για μίζες να
γράφουν οι ποιητές!
Αγαπητοί μου ,χρόνο δεν έχουμε.
…δε μας φτάνει.
Κύριοι μιζαδόροι
έστω και μόνο γι΄ αυτό
κόψτε τη συνήθεια…

Τι τόλμη να λέγεσαι ποιητής
Και-τιποτένιος-να τιτιβίζεις σαν ορτύκι!
Σήμερα
πρέπει
με τη σιδερογροθιά
να μπαίνεις στο κρανίο του κόσμου!
«Ιούλιος του 1915.Γνωρίζομαι με τους Μπρικ, τη Λ.Γ. και τον Ο.Μ.»

Ανοίγεται μεγάλη ιστορία. Πρόκειται για το ζεύγος Μπρικ, με το οποίο θα συνδέσει όλη έκτοτε τη ζωή του , τη Λίλια Γιούρεβνα και τον Όσιπ Μαξίμοβιτς, δύο εκείνοι κι ένας ο Βλαδίμηρος τρεις στα ίδια σπίτια, στο ίδιο διαμέρισμα, από την Πετρούπολη στη Μόσχα, από το 1915 στο 1930.

Ο μεγάλος του έρωτας. Σχέση, θα έλεγε κανείς, μπαλζακική. Μεγαλύτερή του κατά τρία -τέσσερα χρόνια, αλλά η επιβολή που ασκούσε πάνω του παραπέμπει σε ακόμα μεγαλύτερη διαφορά κι εμπειρία ζωής σ΄ αυτόν ακριβώς τον χώρο που κινούνταν κι οι δυο τους - κι οι τρεις τους…

Σίγουρα η σχέση τους στάθηκε για αυτόν μοιραία. Του έδωσε πολλά, συγκαταλέγεται όμως κι αυτή στις πάρα πολλές και περίπλοκες αιτίες και αφορμές που τον φέρανε ως την αυτοκτονία. Που δεν έπαψε και να την υπαινίσσεται κι άλλοτε απερίφραστα να μνημονεύει σ΄ όλα τα ερωτικά του ποιήματα, αρχίζοντας από τότε ακόμα.

Συχνά-πυκνά το σκέφτομαι:
καλύτερα δε θα΄ ναι
να σημάνω το τέλος μου
με τη βούλα της σφαίρας;
Όπως και να΄χει
σήμερα
δίνω το αποχαιρετιστήριο κονσέρτο μου.

Χτυπηθήκανε
κάποτε
οι τριακόσιοι των Ελλήνων
μ΄ όλο μαζί των Περσών το στράτευμα.
Έτσι κι εμείς.
Αλλά εμείς.
Όλοι κι όλοι οι φουτουριστές
είμαστε δεν είμαστε εφτά νομίζω…

Ένας γνωστός του συγγραφέας έλεγε πως ανάμεσα στους άλλους ο Μαγιακόφσκι είναι πολεμιστής με τη χειροβομβίδα στο χέρι. Κι έτσι ήταν. Εδώ όλα είναι στη θέση τους. Γίνεται όμως έτσι ποίηση;

Για να είναι κανείς δίκαιος με τον Μαγιακόφσκι πρέπει να μπορεί να δει το έργο του ελευθερωμένος από άλλες ποιητικές συνήθειες που του έχουν με άλλους τρόπους, σ΄ άλλα καλλιτεχνικά και πνευματικά περιβάλλοντα, διαμορφώσει τις αισθητικές προτιμήσεις του.

Του Μαγιακόφσκι το έργο είναι ο πλησιέστερος ποιητικός πίνακας μιας εποχής που εξαπέστειλε στους αιώνες ανθρώπινα σήματα με υπεράνθρωπη ένταση και στα καλά και στ΄ άσχημα. Ασφαλώς ήταν ο ποιητής που φλογερότερα από άλλους δόξασε τον ενθουσιασμό και το μεγαλείο που ξεχωρίζει τέτοιες εποχές, την ίδια στιγμή όμως έχει υποβάλει σ΄ εξονυχιστική σάτιρα τη σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού. Μπορεί κανείς να πάρει από τα ποιήματά του όλα τ΄ απαραίτητα για να καταρτίσει έναν κατάλογο με όλους τους τύπους της ανθρώπινης ηθικής καχεξίας και ασχήμιας που ανέδειξε η ίδια εκείνη εποχή, οι ίδιες βρύσες της ιστορίας…

Ο Μαγιακόφσκι αυτοκτόνησε στις 14 Απριλίου του 1930, 37 χρονών. Συμμερίστηκε την τύχη κι άλλων προικισμένων ποιητών, παλιότερων και συγχρόνων του. Ο Πούσκιν, ο Λερμοντώφ, ο Γκριμπογέντωφ πήγαν σ΄ αυτή περίπου την ηλικία. Τα ίδια κι ο Γκουμιλιώφ κι ο Εσένιν, αυτός ακόμα πιο νέος, στα τριάντα.

Είναι πολύ γνωστό το τελευταίο του γράμμα, η διαθήκη του, όπως το λένε. Πραγματικά μιλάει για κάποιες τελευταίες επιθυμίες του σαν αυτές που περιέχουν οι διαθήκες. Ωστόσο η ποιητική διαθήκη του είναι το τελευταίο του ποίημα «Μ΄ όλη μου τη φωνή», το έγραψε μόλις δυο-τρεις μήνες πριν το θάνατό του.

Είναι διαφανής στο ποίημα η αίσθηση αν όχι του θανάτου, αλλά οπωσδήποτε ενός τέλους, μιας στροφής…

«Σ΄ όλους.

Για το θάνατό μου μην κατηγορήσετε κανέναν και παρακαλώ όχι κουτσομπολιά. Ο μακαρίτης τα σιχαινότανε….»

Αλλά στο ερώτημα «γιατί αυτοκτόνησε ο Μαγιακόφσκι ακόμα δεν έχει δοθεί η απάντηση κι ούτε θα δοθεί, γιατί δεν υπάρχει μία μόνο, είναι πάρα πολλές οι απαντήσεις και συχνά αλληλοσυγκρούονται. Μία από τις απαντήσεις είναι η αντιδικία με το σινάφι, η εχθρότητα που δεν έπαψαν να του προβάλλουν αντί ενός δημιουργικού ανταγωνισμού. Εχθρότητα και πλεκτάνες που από χρόνια είχαν δρομολογηθεί και συνεχίζονταν σαν το πιο αυτονόητο πράγμα. Ο ρόλος του σιναφιού ,αυτός που οδήγησε στα δικά του μαρτύρια και τον άμοιρο Μαντελστάμ. Το σινάφι διαθέτει δικούς του μοναδικούς τρόπους να δημιουργεί ατμόσφαιρα κι όταν είναι εχθρικό να θάφτει ζωντανό έναν που δεν τον θέλει, οπότε κι ο φυσικός θάνατος ελάχιστα μετράει…

Αξιοσέβαστοι απόγονοι
του μέλλοντος συντρόφοι
καθώς θ΄ ανασκαλεύετε
τα πεπρωμένα πια
σημερινά κουράδια,
τα σκοτάδια
των δικών μας ημερών
αναξετάζοντας
ίσως
σας έρθει και για μένα να ρωτήσετε.
Και ίσως
ο σοφός της εποχής,
της φιλομάθειάς σας
αντικρούοντας το χείμαρρο
με την πολλή του γνώση,
σας πει
πως ναι
υπήρξε κι ένας τέτοιος βάρδος
του βραστού νερού
και τ΄ άβραστου εχθρός αμείλικτος.
Προφέσορα
βγάλε
το ποδηλατάκι των γυαλιών σου!
Εγώ ο ίδιος θα μιλήσω
για τον καιρό μου
και για μένα.
Είμαι λοιπόν
ένας βοθροκαθαριστής
και νερουλάς
εκεί
η επανάσταση με έταξε
και η συνείδησή μου
στο μέτωπο
επήγα να καταταχτώ
-την υψηλή αφήνοντας
ανθοκομία της ποίησης,
κυράς στριμμένης,
άλλο δεν ξέρει
παρά τον κήπο της να χαίρεται
και την κορούλα της
και τη βιλίτσα
και τη λιμνίτσα
και τις πρασιές:
«Μόνη μου τα φύτεψα
μόνη τα ποτίζω.»
Κι άλλος με το ποτιστήρι
βρέχει στίχους
άλλος
το νερό στο στόμα
και στιχομπουχίζοντας
Κατσαρομητραίοι
Μητροκατσαραίοι
ποιος είν΄ ποιος
ένας διάολος τους ξέρει!...

…Εγώ
τους στίχους
δεν τους είχα
αυτιά να κανακεύω,
με στιχοσαλιαρίσματα
να κοκκινίζουνε
μεσ΄ στους βοστρύχους των μαλλιών
τ΄ αυτάκια των παρθένων.
Τις σελίδες μου, στρατιές ολόκληρες
θα παρατάξω σε παρέλαση
κι ό ίδιος
θα βγω μπροστά
να επιθεωρήσω
το μέτωπο των γραμμών.
Ολόρθοι οι στίχοι μου
βαρύ μολύβι
για θάνατο έτοιμοι
κι έτοιμοι
για την αθανασία.
Τα ποιήματά μου
σε στάση προσοχής
μπούκα με μπούκα
ίσια στο στόχο
σημαδεμένον από τους τίτλους.
Τ΄ όπλο μου,
το αγαπημένο μου όπλο,
το ιππικό της σάτιράς μου
έτοιμο
ψηλά κρατώντας
τα τροχισμένα ακόντια
Της ρίμας….

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια