"Κανένα πανεπιστήμιο δεν κάνει κάποιον συγγραφέα ή ποιητή, αν δεν γεννηθεί μαζί του και το ταλέντο"


Σήμερα οι Τέχνες φιλοξενούν τον πολυγραφότατο Ελληνοαλβανό ποιητή, συγγραφέα και δημοσιολόγο Εντμόντ-Ανδρέα Σαλβάρη. Αφορμή για τη συνέντευξη που ακολουθεί στάθηκε η έκδοση του νέου του βιβλίου με τίτλο «Έντεκα μέρες εξομολόγησης συν Μία» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Ελκυστής».


Συνέντευξη στη Στέλλα Πετρίδου


Κύριε Σαλβάρη, διαβάζοντας κανείς το βιογραφικό σας, εύλογα θα αναρωτηθεί: Γιατί ένας οικονομολόγος και δη δημοσιολόγος, θέλησε να ασχοληθεί και με τη λογοτεχνία; Τι ήταν αυτό που σας ώθησε στην πεζογραφία, αλλά και την ποίηση;

Η απάντηση είναι πολύ απλή. Κανένα πανεπιστήμιο, όσο άριστος φοιτητής και αν είναι κανείς, δεν κάνει κάποιον συγγραφέα ή ποιητή, αν δεν γεννηθεί μαζί του και το ταλέντο. Ό,τι πανεπιστημιακό προφίλ και αν είχα σπουδάσει, θα ήμουν και πάλι αυτός που είμαι στον τομέα της λογοτεχνικής τέχνης.


Θεωρείτε τη μετάβασή σας από την ποίηση στο μυθιστόρημα και το διήγημα και αντίστροφα ως μια ανάγκη στροφής του συγγραφικού σας ενδιαφέροντος ή μια πολύ καλή ευκαιρία να δοκιμαστείτε σε περισσότερα του ενός λογοτεχνικά είδη;

Το είδος του λογοτεχνικού έργου έρχεται σε μένα φυσικά, μαζί με τη μούσα. Η μούσα ήταν μαζί μου πιο ευνοϊκή, πιο ερωτευμένη, δίνοντάς μου τα πάντα από τον εαυτό της. Μεταφορικά μιλώντας, αν σε κάποιον χαρίζει μόνο ένα χαμόγελο, σε κάποιον άλλον μόνο ένα φιλί, σε μένα δίνει τα πάντα από το σώμα και την ψυχή της. Ανάλογα με τη φλερτ σχέση με τη μούσα, εξαρτάται αν θα γεννηθεί η ποίηση, το διήγημα ή το μυθιστόρημα.

Θυμάστε το πρώτο σας βιβλίο; Ποια ήταν η αντίδρασή σας όταν το κρατήσατε στα χέρια σας για πρώτη φορά;

Φυσικά και το θυμάμαι. Το βιβλίο έχει τίτλο "Κι όμως... ζούμε!". Είναι ένα βιβλίο με διάφορα κείμενα και αναμνήσεις από την προσωπική και κοινωνική μου ζωή στην Αλβανία και την Ελλάδα. 

Όταν το κράτησα για πρώτη φορά στα χέρια μου, ένιωσα σαν να γινόμουν πατέρας για πρώτη φορά ξανά. Ήμουν ήδη δύο φορές πατέρας με τους δύο γιους μου, με τη γυναίκα μου, τη Μιρέλα. Ας μάθει η γυναίκα μου την προδοσία μου.

Ο γάμος μου με τη Μούσα μου έδωσε το πρώτο μου παιδί, το πρώτο μου βιβλίο. Είναι μια χαρά, τόσο όμοια, όσο και διαφορετική από τη χαρά που νιώθεις για τη γέννηση ενός παιδιού. Όποιος το έχει ζήσει, πιστεύω ότι με καταλαβαίνει και μου δίνει δίκιο.


Εντοπίζετε κοινά στοιχεία ανάμεσα στο δοκιμιακό και το λογοτεχνικό κείμενο;

Κατά τη γνώμη μου, το δοκίμιο και η λογοτεχνία αλληλοσυμπληρώνονται. Εξαρτάται όχι μόνο από το λογοτεχνικό ταλέντο του συγγραφέα να ενσωματώνει ή να πλάθει μέσα στο λογοτεχνικό έργο την ομορφιά της δοκιμιακής σκέψης, χωρίς να υπερβαίνει τα όρια. Αυτό εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το γνωστικό του υπόβαθρο στη φιλοσοφία, τη λογοτεχνική τέχνη, τη λογοτεχνική κριτική, κ.λπ. Ένας δοκιμιογράφος δεν είναι απαραίτητο να είναι συγγραφέας, αλλά ένας συγγραφέας πρέπει να είναι, έστω και λίγο, δοκιμιογράφος.

Δέχεστε επιρροές από άλλους αγαπημένους σας συγγραφείς στα έργα σας;

Η επιρροή από τη δημιουργία άλλων συγγραφέων είναι η ίδια με την επιρροή και την έμπνευση που μου δίνουν η ζωή, η φύση, η αγάπη, η λογοτεχνική τέχνη, η μουσική, ο κινηματογράφος, τα γεγονότα, ο άνθρωπος, η κοινωνία, κ.λπ.

Τι μπορεί να αποτελέσει έμπνευση για εσάς;

Και αυτή η συνέντευξη είναι για μένα μία από τις πηγές έμπνευσης. Ένα φύλλο που αποσπάται από το δέντρο, μια πεταλούδα που θυσιάζεται χορεύοντας γύρω από το φως, ένα μαγικό δειλινό, η ομορφιά μιας γυναίκας, η μυθολογία, χαρούμενα και θλιβερά γεγονότα. Με μία λέξη, ό,τι αντιλαμβάνομαι μέσω των αισθήσεων και νιώθω βαθιά στην ψυχή.

Ποιος θεωρείτε ότι είναι ο σκοπός της λογοτεχνίας; Τι προσφέρει στον άνθρωπο;

Η λογοτεχνία φέρνει στον άνθρωπο την αντίληψη και τη βίωση της ζωής που του λείπει.

Πιστεύετε ότι οι άνθρωποι με την ολοένα και αυξανόμενη χρήση του διαδικτύου διαβάζουν βιβλία στις μέρες μας;

Το διάβασμα βιβλίων εξελίσσεται αντιστρόφως ανάλογα με την τεχνολογική ανάπτυξη του διαδικτύου. Ωστόσο, τα βιβλία διαβάζονται και θα συνεχίσουν να διαβάζονται περισσότερο στο μέλλον.

Είναι χρέος του κάθε δημιουργού να μοιράζεται το έργο του όταν το ολοκληρώσει; Εσείς στη προκειμένη περίπτωση, γιατί πήρατε την απόφαση να εκδώσετε το νέο σας βιβλίο;

Όχι, δεν είναι καθήκον. Είναι απλώς ένας από τους ιδιαίτερους τρόπους μαζικής επικοινωνίας του συγγραφέα με τους ανθρώπους. Πιστεύω ότι αυτή είναι και η απάντηση στο δεύτερο ερώτημα.


Ας αναφερθούμε σ’ αυτό. Πρόκειται για μυθιστόρημα, που φέρει τον τίτλο «Έντεκα μέρες εξομολόγησης συν Μία» και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Ελκυστής». Πείτε μας δυο λόγια για το περιεχόμενό του. Τι θα διαβάσει ο αναγνώστης πιάνοντας το βιβλίο αυτό στα χέρια του;

Στο κέντρο του μυθιστορήματος βρίσκεται ένας συγγραφέας, ένας κανονικός οικογενειάρχης. Ξαφνικά, μετά από πολλά χρόνια, εμφανίζεται η πρώην κοπέλα του, με την οποία χώρισε λόγω της πρώην δικτατορίας στην Αλβανία. Η συνάντηση τους επιστρέφει στο παρελθόν και σε μια στιγμή αδυναμίας, κάνουν έρωτα μαζί. Από την πρώην κοπέλα μαθαίνει ότι έχει μια κόρη μαζί της. Ο συγγραφέας αισθάνεται ένοχος απέναντι στη γυναίκα του και αποφασίζει να πάει σε μοναστήρι. Εκεί, εξομολογείται έντεκα ημέρες όλη την ιστορία της ζωής του. Ταυτόχρονα, γράφει σε φορητό υπολογιστή κάθε εξομολόγηση.

Για την "συν Μία" εξομολόγηση, πλέον δεν θέλω να μιλήσω, απλώς λέω ότι δεν είναι η εξομολόγηση του.   Στο τέλος, δημοσιεύει το βιβλίο από το μοναστήρι και ελπίζει ότι όταν το διαβάσει η γυναίκα του και οι δύο γιοί του, θα τον συγχωρήσουν. Διαφορετικά, θα παραμείνει μοναχός στο μοναστήρι.

Ποιο υπήρξε το κίνητρο για να γράψετε την ιστορία που αφηγείστε; Ποια η πηγή της έμπνευσής σας;

Δίνω την ίδια απάντηση που έχω δώσει σε μια άλλη συνέντευξη. Μπορεί να φαίνεται λίγο περίεργο αυτό που θα πω, αλλά είναι αλήθεια. Στην πραγματικότητα, υπήρχαν δύο πηγές, ίδιες στην ουσία, όπως μπορεί να συμβεί με το ίδιο υπόγειο ρεύμα νερού, που βγαίνει στην επιφάνεια από δύο πηγές. Η πρώτη πηγή ήταν η επιθυμία μου να έχω μια κόρη, η οποία όμως παρέμεινε απλώς επιθυμία, καθώς η συζυγική μου ζωή μου χάρισε δύο υπέροχους γιους. Παρ’ όλα αυτά, συχνά φανταζόμουν την υποθετική μου κόρη. Τυχαία συνέβη να δω το φανταστικό μου πρότυπο σε ένα καφέ, όπου καθόταν απέναντι μου με τη μητέρα της. Έτσι γεννήθηκε η πρώτη πηγή έμπνευσης, που πήρε τη μορφή μιας σύντομης ιστορίας. Αλλά αυτή η πηγή ικανοποίησε τη δίψα μου μόνο για λίγο. Άρχισα να αισθάνομαι ξανά δίψα, πολύ περισσότερο από την πρώτη φορά και η μόνη πιο πλούσια πηγή για μένα ήταν η γραπτή ιστορία, η οποία κατέληξε σε αυτό το μυθιστόρημα. Κατά τη διάρκεια της συγγραφής ήρθαν αυθόρμητα αναμνήσεις και γεγονότα από το παρελθόν μου, κατά τη διάρκεια της δικτατορίας και μετά την ανατροπή της.

Γιατί επιλέξατε τον συγκεκριμένο τίτλο για το βιβλίο σας;

Ο τίτλος ήρθε φυσικά στο τέλος της συγγραφής του βιβλίου. Εφόσον υπήρξαν έντεκα μέρες εξομολόγησης και μια επιπλέον, αποφάσισα να είναι αυτός ο τίτλος.

Υπάρχουν μηνύματα που θέλετε να περάσετε μέσω του βιβλίου σας αυτού και γιατί επιλέξατε να το πράξετε μέσω της συγκεκριμένης μυθοπλασίας;

Το μήνυμα είναι περισσότερο από ένα. Μήνυμα ηθικό, προς κάθε αμαρτωλό άνθρωπο, γιατί δεν υπάρχουν άνθρωποι χωρίς αμαρτίες. Μήνυμα κοινωνικό, προς κάθε κοινωνία σε δικτατορία, αλλά και στη δημοκρατία, γιατί δεν υπάρχει καθαρή δημοκρατία. Μήνυμα οικογενειακό, γιατί δεν υπάρχει ιδανική οικογένεια, χωρίς προβλήματα, τριβές, κλπ., αλλά που μπορούν να ξεπεραστούν με ψυχραιμία, κατανόηση, συγχώρεση και αφοσίωση.

Το βιβλίο σας απευθύνεται αποκλειστικά σε ενήλικες ή μπορεί να αποτελέσει ανάγνωσμα και για το εφηβικό κοινό;

Είναι για την επιτρεπόμενη ηλικία για τις ηλικίες που επιτρέπεται νομίμως να ερωτευτούν και να παντρευτούν.

Πολλά βιβλία σας κυκλοφορούν και στην Αλβανία. Σχεδιάζετε για το συγκεκριμένο την έκδοσή του και στην αλβανική γλώσσα;

Αυτό το βιβλίο έχει εκδοθεί προηγουμένως στην Αλβανία στη αλβανική γλώσσα.

Γιατί επιλέξατε τις εκδόσεις «Ελκυστής» ως εκδοτικό σας σπίτι; Είστε ευχαριστημένος με την μέχρι τώρα συνεργασία σας;

Ήταν μια αναγκαία σύμπτωση κατά την αναζήτησή μου στη Θεσσαλονίκη, για να εκδώσω το πρώτο μου βιβλίο με ποίηση στα ελληνικά. Είχα πετύχει τον στόχο όταν ο εκδότης Ελκυστής, αφού μελέτησε το βιβλίο, συμφώνησε να το εκδώσει.


Ετοιμάζετε κάτι νέο συγγραφικά ή είναι πολύ νωρίς ακόμα;

Ναι, έχω ολοκληρώσει και στείλει στον εκδότη το βιβλίο με διηγήματα και δοκίμια, "Ταξιδεύοντας με Θεούς και Ανθρώπους". Περιμένω την απάντησή του. Επίσης, βρίσκεται στη διαδικασία μετάφρασης στα ελληνικά το μυθιστόρημά μου, «Διαμαντένιο δαχτυλίδι». Εν τω μεταξύ, γράφω το μυθιστόρημα, «Η Μεγάλη Αδερφή».

Μια ευχή σας για το μέλλον;

Να έχουμε πάντα καλή σωματική και ψυχική υγεία, για να κάνουμε το καλύτερο δυνατό στη συνέχεια της ζωής μας!

Πριν κλείσουμε τη συζήτηση θα ήθελα να μας παραθέσετε ένα μικρό απόσπασμα από το βιβλίο σας. 

Και έξω η νύχτα του έμοιασε σαν να είχε ρίξει πάνω της το μαύρο ράσο του μοναχού. Δεν σκιαζόταν τη νύχτα, αντιθέτως, την διαπερνούσε μέσα από το ένδυμά της, έως το γυμνό μέρος του σώματος, ακόμη πιο πέρα στις μυστικές εσοχές του, και στο απαγορευμένο για τους μοναχούς σημείο από την στιγμή της ένδυσής τους με το μαύρο ράσο. Ταυτόχρονα με το μαύρο ράσο του σώματος, έπρεπε να ξεκινήσει ένδυση της ψυχής στα λευκά. Μαζί με την απομάκρυνση του απαγορευμένου από το σώμα, έπρεπε να λάβει χώρα και η απομάκρυνσή του από την ψυχή. Ενώ η απομάκρυνσή του από το σώμα δεν χρειαζόταν πειστικά παραδείγματα, αφού αρκεί να πει κανείς την λέξη μοναχός για να καταλάβει τον διαχωρισμό του σώματός του από την επαφή με το γυναικείο σώμα, η απομάκρυνση από την ψυχή παρέμενε το μεγαλύτερο μυστήριο προς κατανόηση, ακόμη κι από τον υψηλότερα σε ιεραρχία του μοναστηριού. Αυτό μπορούσε να το γνωρίζει μονάχα ο Θεός. Εκείνοι περπατούν όλοι τους με χαμηλωμένο το κεφάλι μπροστά στον Θεό στον δικό του ναό, μπροστά στις εικόνες του, του γιου του και των μαθητών του, της Μαρίας του. Έτσι, με σκυμμένο το κεφάλι του, όλοι δείχνουν εξίσου μετανιωμένοι, εξίσου εξαγνισμένοι από κάθε κακό στίγμα του αμαρτωλού ανθρώπου, εξίσου αγγελόμορφοι. Περνούσαν μπροστά από τα μάτια του Ανδρέα, ο οποίος μόλις είχε πάρει θέση σε μία από τις ψηλές πολυθρόνες κολλητά με τον τοίχο, κάνοντας το ίδιο σταυροκόπημα με τα χέρια, στις στιγμές που κορυφωνόταν η λειτουργία, χωρίς να τους διατάζει κανείς, εκτός από την άηχη φωνή του λειτουργικού κανόνα. Ένας από αυτούς κρατούσε άσβηστη την φλόγα των κεριών, ένας άλλος έπιανε χώρο εκεί όπου έπρεπε να επαναλαμβάνει τρεις φορές φωναχτά την μικρή προσευχή, σύμφωνα με την σειρά της ψαλμωδίας από τον μέγιστο της εκκλησίας, κάποιος άλλος έδινε και έπαιρνε τα ιερά βιβλία, τα άνοιγε και τα ξεφύλλιζε για να σταματήσει στα σημεία όπου συνέχιζε το τραγούδισμα των διδαγμάτων και των έργων του Θεού και των αποστόλων του. Ενώ οι περισσότεροι βρίσκονταν καθισμένοι στην σειρά των πολυθρόνων το ίδιο ψηλών με του Ανδρέα, με το κεφάλι χαμηλωμένο μέχρι σχεδόν το στήθος τους. Από αυτούς που βρίσκονταν πλησιέστερα σε αυτόν, κάθε τόσο έφθαναν πνιγμένες φωνές ψαλμωδίας. Για τον Ανδρέα, ασφαλώς εκείνοι θα ήταν οι παλαιότεροι του μοναστηριού, που γνώριζαν τόσο καλά κι απέξω τα τραγουδισμένα από τον ιερέα λόγια. Μέσα από το αμυδρό φως των κεριών, τα περίεργα μάτια του Ανδρέα σταμάτησαν ουκ ολίγες φορές, επάνω στα λευκά πρόσωπα, με σχεδόν ίδια χαρακτηριστικά, των καθισμένων δίπλα του μοναχών. Παρόλο που ήταν διαφορετικοί και ξεχώριζαν ο ένας από τον άλλον, ούτε ο ίδιος δεν μπορούσε να κατανοήσει το κοινό χαρακτηριστικό που αισθανόταν να έχουν μεταξύ τους. Ίσως το ίδιο χρώμα, ίσως … Του ήταν αδύνατο να έβρισκε κάτι που να μπορούσε να το εκφράσει με λόγια. Τερμάτισε αυτή την ανέκφραστη σκέψη, με μια αφελή αλλά πειστική για την ώρα ρήση: “Μοιάζουν έτσι, διότι είναι όλοι τους μοναχοί”

Κύριε Σαλβάρη, σας ευχαριστώ πολύ για την όμορφη συνέντευξη και σας εύχομαι να είστε πάντα δημιουργικός.

Αξίζετε τις ευχαριστίες και την εκτίμηση μου, που μου ανοίγετε ένα νέο παράθυρο επικοινωνίας με το κοινό των βιβλιόφιλων.


Βιογραφικό:

Ο Ελληνοαλβανός ποιητής, συγγραφέας και δημοσιολόγος Εντμόντ-Ανδρέας Σαλβάρης γεννήθηκε στις 30 Ιουλίου 1957 στην πόλη της Κορυτσάς. Αφού τελείωσε το λύκειο, συνέχισε τις πανεπιστημιακές σπουδές στην Οικονομική Σχολή των Τιράνων απ’ όπου και αποφοίτησε το 1982.

Με τα τραγικά γεγονότα και την πυραμιδική κατάρρευση του ’97 στη χώρα του, μεταναστεύει στη Θεσσαλονίκη, όπου διαβιεί μέχρι σήμερα με τη σύζυγό του και τα δυο του παιδιά.

Είναι μέλος της Ένωσης Αλβανών Συγγραφέων Dega e Blerte με έδρα τη Θεσσαλονίκη και της Ένωσης Αλβανών Συγγραφέων Λέσχη Ντρίτα, με έδρα την Αθήνα.

Άλλα πεζά έργα (στα αλβανικά, εκτός όπου αναφέρεται διαφορετικά. Η απόδοση των τίτλων στα ελληνικά είναι του συγγραφέα):

Το 2006 εκδίδει το πρώτο βιβλίο με βιώματα και μνήμες υπό τον τίτλο Παρ’ όλα αυτά… ζούμε!

Το 2012 εκδίδει το μυθιστόρημα Facebook – koobecaF για το οποίο την ίδια χρονιά η Λέσχη Ντρίτα, τον τιμά με το βραβείο Κανταρέ.

Το 2016 το μυθιστόρημα Facebook – koobecaF εκδόθηκε στα ελληνικά από τις εκδόσεις “ΜΟΛΥΒΙ” στη Θεσσαλονίκη με τίτλο Το κάστρο των σκιών.

Το μυθιστόρημα Ένδεκα μέρες της εξομολόγησης, συν μία εκδόθηκε το 2015.

Το 2015 έλαβε το βραβείο Frang Bardhi για το διήγημα Psikoanalitika e ecjes από τον σύλλογο Galaktika ATUNIS.

Το μυθιστόρημα με τίτλο Το διαμαντένιο δαχτυλίδι εκδόθηκε το 2016.

Το 2017 εκδόθηκαν δύο βιβλία: το μυθιστόρημα Εγώ και MY ALTER EGO και η συλλογή διηγημάτων Η άλλη ΕΔΕΜ.

Ποιητικές συλλογές (στα αλβανικά. Η απόδοση των τίτλων στα ελληνικά είναι του συγγραφέα):

Κάπου… Κάποιον… Κάποιος… (2008)

Πώς καταντήσαμε έτσι! (2008)

Μην ακολουθείτε τη σκιά! (2009)

Μου μίλησε η σιωπή (2010)

Ο παραλογισμός ή… (2014)

Η συλλογή Με το Βλέμμα του Ομήρου εκδόθηκε στα ελληνικά το 2018 από τις εκδόσεις ΕΛΚΥΣΤΗΣ στη Θεσσαλονίκη.

Το έτος 2019 εκδόθηκε το μυθιστόρημα “Το Αστικό των Φαντασιώσεων – Δανάη και Ορφέας” και το βιβλίο με ψυχαναλυτικές ιστορίες “Το μυστήριο μιας είδησης”.


Επικοινωνία:

@Έντμοντ-Ανδρέας Σαλβάρης

mondandresal@hotmail.com

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια