Ο διδάκτορας Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης Γρηγόρης Ε. Παντελόγλου φιλοξενείται σήμερα στις Τέχνες σε μία εκ βαθέων συζήτηση, με αφορμή το νέο βιβλίο του με τίτλο «Η μαθητεία των Προέδρων» που κυκλοφόρησε πριν λίγους μήνες από τις εκδόσεις «Οσελότος».
Συνέντευξη στη Στέλλα Πετρίδου
Κύριε Παντελόγλου, πώς θα συστήνατε τον εαυτό σας στο αναγνωστικό κοινό;
Γεννήθηκα στη Σάμο το 1963 και μεγάλωσα στο Καρλόβασι, όπου έζησα εκεί τη πρώτη δεκαετία της ζωής μου. Τα χρόνια πέρασαν και βρέθηκα μέσα από περιπλανήσεις (Κοκκινιά-Κορυδαλλός-Παγκράτι) να αποφοιτώ από το 7ο Λύκειο Αθηνών το 1980. Αναγορεύτηκα διδάκτορας Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης από το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών το 1992. Έχω δημοσιεύσει μελέτες που άπτονται του επιστημονικού μου ενδιαφέροντος και επιπλέον έχω μελετήσει την ιστορία του μαζικού κινήματος ανάμεσα στους δύο πολέμους, στην Κατοχή και στον Ελληνικό Εμφύλιο. Τον Δεκέμβριο του 2020 κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Οσελότος το βιβλίο μου με τίτλο: «Το ελληνικό συνδικαλιστικό κίνημα στην Κατοχή και στον Εμφύλιο – Οι παραμορφωτικές συλλογικές συνειδήσεις της κοινωνικής μας ιστορίας στη δεκαετία του 1940». Το πρώτο λογοτεχνικό μου βιβλίο με τίτλο: « Ζήσε ΤΩΡΑ! Γλυκό μου… ΡΕ!» κυκλοφόρησε τον Νοέμβριο του 2019 από τις εκδόσεις Οσελότος.
Είστε διδάκτορας Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης , ενώ παράλληλα δημοσιεύετε μελέτες που άπτονται του επιστημονικού σας ενδιαφέροντος. Πώς προέκυψε με όλα τα παραπάνω που αναφέρθηκαν και το ενδιαφέρον σας για τη λογοτεχνία; Τι σας ώθησε και προς αυτή την κατεύθυνση;
Θυμάμαι τον εαυτό μου από παιδί να συλλαβίζει τις πρώτες λέξεις του φορτισμένες από τη σαμιώτικη διάλεκτο ή λίγο αργότερα να παίζει το παιχνίδι του μαζί τους, μέσα από τον «φωτεινό παντογνώστη». Τα χρόνια πέρασαν και κατάλαβα τη γλώσσα. Άρχισα να βλέπω μέσα της ψυχή. Ψυχή σαν αισθητή αναπνοή. Ανακάλυψα ότι κάθε λέξη κρύβει μια ιστορία. Μια ιστορία των ανθρώπων και των τόπων, που μπορεί να φαίνεται ότι απλά περιγράφουν καταστάσεις και αφηρημένες έννοιες, αλλά στη πραγματικότητα σε κάνουν να σκάψεις αρκετά βαθιά τον εαυτό σου. Οι λέξεις , η γλώσσα έχουν ζωντανό συναίσθημα, ακόμη και στις μέρες μας που η έκφραση ψυχορραγεί. Γαντζώνομαι πάνω τους, αναζητώ τις όποιες μπλεγμένες εκδοχές τους, σαν το παιδί που μάθαινε γράμματα και τραγουδούσε φεγγαράκι μου λαμπρό. Τώρα που γράφω, αισθάνομαι ακόμη παιδί, που μαθαίνει δειλά –δειλά τα πρώτα του γράμματα, αλλά αυτή τη φορά στο λαμπερόχρωμο φεγγαράκι της λογοτεχνίας. Και τώρα πάλι ανακαλύπτω ότι έχω επίγνωση των ορίων μου. Έχω επίγνωση των αναλογιών μου. Με απόλυτα μετρημένη φιλοδοξία γράφω λοιπόν την ώρα της εκκωφαντικής σιωπής, την ώρα των σκιών και των απρόβλεπτων σκιαμαχιών. Σκέφτομαι γιατί να στερήσω από τον ορίζοντα της σκέψης μου και της ψυχής μου το ενδεχόμενο μιας τόσο δα μικρής κι ανεπαίσθητης χαραμάδας που θα επιτρέψει να περάσει φως; Να περάσουν χρώματα και νοήματα τρυφερά και ονειρικά; Δεν υπάρχει άλλος δρόμος από τον ίδιο μας τον εαυτό, που είναι ριζωμένος στο φως, που αποκάλυψε στα μάτια μας τον κόσμο, όταν ήμασταν μικροί. Τα βιβλία γράφονται για το σήμερα, το αύριο, το «ύστερα από χρόνια», αλλά και για πάντα, για να διηγηθούν με εικόνες και χειρονομίες τις ιστορίες των ανθρώπων, να τιθασεύσουν την ανισορροπία των εμπειριών τους και να προσεγγίσουν αργόσυρτα τη λήθη.
Εντοπίζετε στοιχεία που συνδέουν τα επαγγελματικά και ερευνητικά σας ενδιαφέροντα με τη συγγραφική σας απασχόληση; Ποια είναι αυτά;
Εύχομαι ο αναγνώστης να κρίνει ότι κατάφερα να ισορροπήσω στις κοινωνικές, πολιτικές και ηθικές διαστάσεις της ανθρώπινης εμπειρίας. Τα κοινωνικά γεγονότα δεν συμβαίνουν σε ένα «κενό», αλλά εντάσσονται σε ένα πλαίσιο πολιτικών και πολιτισμικών διεργασιών που αλληλεπιδρούν και εξελίσσονται μαζί.
Ποιος ο ρόλος του αντικειμένου των σπουδών σας στα λογοτεχνικά σας πονήματα;
Δεν το έχω σκεφτεί. Πάντως θυμάμαι ακόμη -από το πρώτο κιόλας έτος Σπουδών- στο μάθημα «Εισαγωγή στη Πολιτική Επιστήμη» τον επιφανή δάσκαλο Γιάννη Μεταξά να μας τονίζει ότι «κάθε γεγονός ατομικό, είναι και κοινωνικό, είναι και οικονομικό, είναι και πολιτικό, είναι και πολιτισμικό». Η διαδρομή από το άτομο στον πολιτισμό ονομάζεται κουλτούρα.
Τι είναι αυτό που σας εμπνέει γενικότερα και σας παρακινεί δημιουργικά στη συγγραφή;
Διαχρονικά παραμένω ανοικτός στην παρατήρηση και στο άνοιγμα στις εμπειρίες. Αναγνωρίζω σπόρους γεγονότων μέσα στην καθημερινότητα μου την προσωπική, την συλλογική και επαγγελματική που εσωτερικά με σπρώχνουν να τους κωδικοποιήσω και να τους εξηγήσω, δηλωτικό και στη περίπτωση μου, ότι η έμπνευση και η έκφραση είναι μια διαδικασία όπου μετέχουν και άλλοι παράγοντες πιο σύνθετοι.
Γιατί από όλα τα είδη της λογοτεχνίας δείχνετε ιδιαίτερο ενδιαφέρον στο μυθιστόρημα;
Δεν είναι ζήτημα ποιο λογοτεχνικό είδος με εκφράζει. Πρέπει να το παραδεχτώ ότι για το βιβλίο «Η Μαθητεία των Προέδρων» πηγαίναμε γυρεύοντας και εγώ και το μυθιστόρημα. Αυτό το τελευταίο προφανώς επηρεάστηκε από τις κοινωνικές διεργασίες, τις πολιτικές πρακτικές και τις μεταξύ τους συναρπαστικές σχέσεις που μου έδωσαν αμέτρητες δυνατότητες για να ξεδιπλωθεί σε βάθος και σε πλάτος αυθεντικά η ιστορία και να εξελιχθεί σε μυθιστόρημα.
Έχετε πρότυπα ως συγγραφέας; Στα γραπτά σας θα διαπιστώσει ο αναγνώστης επιρροές από άλλους αγαπημένους σας συγγραφείς;
Αποφεύγω να μιλώ για συγγραφείς και τίτλους βιβλίων. Κρατήστε μόνο ότι οι κλασσικοί συγγραφείς από παιδί μου έμαθαν πως η γλώσσα έχει ψυχή. Ψυχή σαν αισθητή αναπνοή. Η κληρονομιά των σύγχρονων και κλασικών συγγραφέων επηρεάζουν και τιθασεύουν την ανισορροπία των εμπειριών όλων μας.
Ποια χαρακτηριστικά πρέπει να έχει ένας καλός συγγραφέας, κατά τη γνώμη σας, ώστε να αποκτήσει αναγνωσιμότητα και δημοφιλία στο αναγνωστικό κοινό;
Δεν είμαι σίγουρος ότι η αναγνωσιμότητα και δημοφιλία ενός συγγραφέα στο αναγνωστικό κοινό ταυτίζεται ή πηγαίνει παράλληλα με την ποιότητα του. Όσο για τα χαρακτηριστικά του καλού συγγραφέα έχουν γραφεί πολλά από τους ειδικούς της δημιουργικής γραφής. Η λογοτεχνία παραμένει αντικείμενο της κριτικής του αναγνώστη. Ως αναγνώστης διαθέτω το δικό μου αισθητικό κριτήριο που πιθανά να συμφωνεί ή και να διαφωνεί με το αισθητικό κριτήριο των άλλων, ακόμη και των ειδικών. Παρόλα αυτά οφείλουμε να αποδεχτούμε ότι με κάποιο μαρκετίστικο τρόπο εισάγονται αβίαστα και ανώδυνα στον προθάλαμο των media της εποχικότητας και της αγοράς των μπεστ σέλερς «στοχευμένες επιλογές» συγγραφέων. Η αισθητική κρίση μοιάζει με κινουμένη άμμο και αυτό το καταλαβαίνουμε καλά όταν ανύποπτα ανακαλύπτουμε μικρά λογοτεχνικά κομψοτεχνήματα που δεν είχαν την τύχη να τα καθιερώσουν οι ειδικοί και βέβαια ούτε τα μίντια να τα δικαιώσουν. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αυτά τα δουλεμένα με ιδιαίτερη τέχνη έργα, έχουν δημιουργήσει νέο φως, μια νέα ορμητική σπίθα στο περιβάλλον της λογοτεχνίας.
Το αναγνωστικό κοινό στην Ελλάδα στηρίζει τις προσπάθειες των συγγραφέων που επιθυμούν να μιλήσουν για σύγχρονα θέματα, όπως αυτό της Δημόσιας Διοίκησης, με το οποίο καταπιαστήκατε κι εσείς στο τελευταίο σας βιβλίο; Υπάρχει αυτό που ονομάζουμε ικανοποιητική «εμπορική κίνηση», ώστε να ενθαρρύνονται με τη σειρά τους και οι εκδοτικοί οίκοι για την έκδοση μυθιστορημάτων ανάλογου περιεχομένου;
Οι εκδόσεις βιβλίων και αφιερωμάτων για το Κράτος και τους Θεσμούς στην Μεταπολίτευση το έχουν αποδείξει αυτό. «Η Μαθητεία των Προέδρων» πραγματεύεται όψεις Θεσμών και Κράτους τα τελευταία πενήντα χρόνια, όπως θα δείτε στη συνέχεια.
Το τελευταίο σας βιβλίο, είναι μυθιστόρημα, κυκλοφόρησε τον Δεκέμβριο του 2024 από τις εκδόσεις «Οσελότος» και φέρει τον τίτλο «Η μαθητεία των Προέδρων». Τι σας ενέπνευσε για να προβείτε στη συγγραφή του;
Φαίνεται ότι είχε φτάσει η ώρα την καταγεγραμμένη μου επαγγελματική εμπειρία στην δημόσια διοίκηση να την μεταφέρω στον κόσμο της μυθοπλασίας και να ξεδιπλώσω την πλοκή της μέσα από αφηγηματικούς και λοιπούς αυτοσχεδιασμούς. Το θέμα του όμως είναι πιο πλατύ από όλες τις απόψεις ως συνδυασμός ανθρωπίνων σχέσεων στην εργασία, ψυχολογίας διοικούντων και διοικούμενων, management και πολιτικής ανάλυσης στα χρόνια της μεταπολίτευσης.
Πείτε μας δυο λόγια για το περιεχόμενο της ιστορίας που αφηγείστε. Τι θα διαβάσει ο αναγνώστης πιάνοντας το βιβλίο σας στα χέρια του;
Το βιβλίο μας μεταφέρει σε έναν μυθιστορηματικό Οργανισμό της ελληνικής Δημόσιας Διοίκησης στα χρόνια της μεταπολίτευσης. Πρόκειται για ένα επινοημένο μυθιστόρημα, τα κυριότερα στοιχεία του οποίου κατακτούνται μέσα από την ίδια την αφήγηση και τους διαλόγους των ηρώων του. Μέσα από τη μυθοπλασία προσεγγίζω τις μεταπολιτευτικές πρακτικές στη δημόσια διοίκηση. Γράφω για τη μαθητεία στο κομματικό , τις ανεξιχνίαστες προθέσεις, αλλά και την προσωπική ευθύνη. Ουσιαστικά, πρόκειται για μια ηθογραφία της ελληνικής δημόσιας διοίκησης , που παρακολουθεί ταυτόχρονα τη μεταπολιτευτική Ελλάδα.
Ποια είναι η Μαθητεία των Προέδρων για την οποία κάνετε λόγο και γιατί επιλέχθηκε να αποτελέσει τον κεντρικό τίτλο του βιβλίου σας;
Επεξηγώντας τον τίτλο θα πούμε ότι ο Οργανισμός αποτελούσε ένα πολύχρωμο ψηφιδωτό τοπόσημο των κομμάτων εξουσίας. Ένας «Οργανισμός εναλλασσόμενης μαθητείας κομματικών και συμπαθούντων στελεχών, που ως δημιούργημα του κομματικού κράτους, αποτελούσε έναν μόνιμο θρόνο για την ενθρόνιση των κομματικών στελεχών του. Σαν μια μορφή κληρονομικού κομματικού αξιώματος που λαμβάνεται δικαιωματικά και με σκοπό την απόκτηση εμπειρίας, που θα τη μετέφεραν «ανδρωμένοι», στη συνέχεια, στα υπόλοιπα πεδία εξουσίας. Όφειλαν να περάσουν από εκεί για να νιώσουν στο πετσί τους το κουστούμι του ρόλου τους. Έβρισκες εκεί ικανούς και ανίκανους , πετυχημένους και αποτυχημένους, διεφθαρμένους και ενάρετους, έμπειρους και άπειρους, απρόβλεπτους και ασταθείς, με βιτρίνα πάντα την αθωότητα που εξέπεμπε το ίδιο το επαγγελματικό αντικείμενο του Οργανισμού στη λογική του κοινού καλού και της κοινωνικής προσφοράς. Σ’ αυτό συνέβαλλαν και οι επιλογές προσώπων ως προέδρων του Οργανισμού, και μάλιστα με εισήγηση του αρμόδιου υπουργού και με κακοποίηση των αρχών της αξιοκρατίας. Πιθανά όνειρο όλων τους να ήταν μια «ανύπαρκτη κατεύθυνση μέσα σε μια φανταστική κοινωνία», μαζί με τις κενολογίες της πληθωρικής και πολύχρωμης κομματικής γλώσσας τους, που τελικά διέλυαν την αλυσίδα και τις βασικές αρχές της δημόσιας διοίκησης.
Η ιστορία σας παρόλο που αποτελεί προϊόν μυθοπλασίας, δανείζεται πολλά στοιχεία από την πραγματική ζωή. Τι επιχειρείτε να καταδείξετε με αυτή σας τη διευκρίνηση;
Υιοθετώ απόλυτα την άποψη του φιλοσόφου(Τζον Ντιούι, «Μια κοινή πίστη») ότι «οι στόχοι και τα ιδανικά που μας παρακινούν γεννιούνται από τη φαντασία μας. Δεν έχουν φτιαχτεί όμως από φανταστικά συστατικά. Αποτελούνται από τα σκληρά συστατικά του κόσμου των εμπειριών της φύσης και της κοινωνίας».
Ποια μηνύματα περνάτε μέσα από την ιστορία του βιβλίου σας «Η μαθητεία των Προέδρων»; Μπορείτε να μας τα περιγράψετε με λίγες λέξεις;
Ας κρατήσουμε απλά ότι το βιβλίο αφηγείται τις σχέσεις ανθρώπων και Θεσμών στη δημόσια σφαίρα, ιδιαίτερα τις σχέσεις των ανθρώπων του δημόσιου management που επιβλήθηκαν, υποστηρίχτηκαν, αναδείχθηκαν και αλληλοϋποστηρίχτηκαν από τους Θεσμούς σαν «κόρακες και παγίδες που προστατεύουν τα μεν , τα δε». Στον πυρήνα της αφήγησης είναι οι σχέσεις ανθρώπων και Θεσμών στη δημόσια σφαίρα από τα χρόνια της μεταπολίτευσης και μετά που αντανακλούν την πραγματική ζωή. Αυτό αποτελεί το πλέον ηθικό και ουσιαστικό υποκείμενο του έργου.
Θα εντοπίσει ο αναγνώστης στους ήρωες σας στοιχεία της δικής σας προσωπικότητας; Ποια είναι αυτά αν όντως υπάρχουν;
Ο συγγραφέας όταν γράφει, κουβαλά μέσα του τις προμήθειες της ζωής του, τα «στολίδια» του, τις μάχες του, τις πρόσκαιρες νίκες του, τις ήττες του, τις ματαιώσεις του. Αν όντως υπάρχει αυτό το προσωπικό βλέμμα ζητώ την επιείκεια του αναγνώστη. Βεβαιώνω ότι σε καμιά περίπτωση δεν επιθυμούσα να ανταγωνιστώ τον μυθοποιό.
Το βιβλίο σας απευθύνεται αποκλειστικά σε ενήλικες ή μπορεί να αποτελέσει ανάγνωσμα και για το εφηβικό κοινό; Ποια η γνώμη σας ως δημιουργός του;
Είναι παράξενο πως έχουν αλλάξει οι εποχές. Λένε πως οι νέοι αγνοούν την ανάγνωση βιβλίων και πολύ περισσότερο «γράφουν» επιδεικτικά την πολιτική. Πιο σωστά οι έφηβοι περιφρονούν εντελώς την πολιτική και τους πολιτικούς με το επιχείρημα ότι λένε ψέματα, είναι κλέφτες . Εκτιμούν ότι οι απλοί άνθρωποι δεν μπορούν να κάνουν τίποτα για να αλλάξουν τα πράγματα και επομένως καλύτερα να κυνηγάμε τα χρήματα και να μην ασχολούμαστε κατά τα λεγόμενα τους με κουραφέξαλα. Στον δικό μας πολιτικό καταμερισμό το φοβερό είναι ότι τις ίδιες σκέψεις ενστερνίζονται και οι ενήλικες. Βρίσκω αυτή την αντίληψη όχι μόνο ανησυχητική, αλλά ούτε και πολύ έξυπνη. Επιμένω να πιστεύω ότι η κοινωνία μας υπηρετεί, αλλά πρέπει να την υπηρετούμε και εμείς. Οι αποφάσεις μας ασκούν αποφασιστική επίδραση στη ζωή μας. Εξακολουθούν να είναι ζητούμενο οι κατεστημένες εξουσίες, οι σχέσεις των ατόμων με την εξουσία, του ατόμου με τη κοινωνία , η ισότητα των ευκαιριών και η ισότητα εν γένει, η αλληλεγγύη, η πολιτική διαφθορά, η επισφάλεια, ο φανατισμός κ.α. Η απόκτηση πολιτικής παιδείας από τους νέους θα τους επιτρέψει να μην είναι αντικείμενο μόνο ψηφοθηρίας και το κυριότερο και απευκταίο, αναλώσιμο υλικό για πολέμους. Τα συγκλονιστικά και σκληρά γεγονότα στην ευρύτερη γειτονιά μας και στον παγκόσμιο χάρτη μας ανατριχιάζουν. Όλοι μας ενήλικες και νέοι δεν πρέπει να ξεχνάμε «ότι η πολιτική δεν είναι παρά το σύνολο των αιτιών για τις οποίες υπακούμε και των αιτιών για τις οποίες εξεγειρόμαστε». Κατά τη γνώμη μου η πιο καλή προοπτική είναι αυτή που διευρύνει περισσότερο τους ορίζοντες μας και όχι αυτή που μας συρρικνώνει και επομένως το βιβλίο μου απευθύνεται σε ενήλικες και εφήβους.
Είστε ευχαριστημένος από τη συνεργασία σας με το εκδοτικό σας σπίτι, τις εκδόσεις «Οσελότος»; Θεωρείτε πως ένας καλός εκδοτικός οίκος συμβάλει σημαντικά για την καλύτερη και επιτυχέστερη προώθηση ενός βιβλίου;
Η έκδοση και των τριών βιβλίων μου εκεί το αποδεικνύει! Ο «Οσελότος» εκδίδει βιβλία με ποιότητα, μοναδική απλότητα επικοινωνίας και συγκινησιακή φροντίδα! Η προώθηση ενός βιβλίου παραμένει ζητούμενο στο χώρο της αυτοέκδοσης και σε σχέση με τα προωθητικά εργαλεία του μάρκετινγκ των μεγάλων εκδοτικών οίκων.
Μια ευχή σας για το μέλλον που θα θέλατε να πραγματοποιηθεί, είτε στο κοντινό είτε και στο πιο μακρινό μέλλον;
Εύχομαι να επιβιώσει η ανθρωπότητα χωρίς άλλες συλλογικές ανθρωποθυσίες.
Πριν κλείσουμε τη συζήτηση θα ήθελα να μας παραθέσετε ένα μικρό απόσπασμα από το βιβλίο σας.
[από το Κεφάλαιο 1]
«Κύριε πρόεδρε, ο Οργανισμός φλέγεται! Ο Οργανισμός φλέγεται! Ο Οργανισμός φλέγεται! Καιγόμαστε εε!» Τα λόγια της, με αληθή δραματικότητα, ήχησαν στ’ αυτιά του προέδρου όχι σαν μια αόριστη απειλή, ούτε σαν μια ύπουλη και μπαμπέσικη ακαθοριστία, αλλά σαν μια συμφορά άμεσα γενόμενη, όπως ακριβώς το αστραπόβροντο που ξεσπά. Ένα ήταν το μόνο σίγουρο. Η φωνή της Δανάης είχε κατορθώσει να τον βγάλει από τη συνήθη πρωινή πλαδαρή του ανία και την άγαρμπη απάθειά του, στην οποία ήταν συνήθως βουλιαγμένος, και να τον φέρει σε κατάσταση ιδιαίτερης διέγερσης και επαφής με την πραγματικότητα. «Την Πυροσβεστική γρήγορα, το 199, το 199», επαναλάμβανε ο πρόεδρος μηχανικά, μέχρι η μηχανική επανάληψη αυτών των λέξεων να παραμείνει άηχη και εντελώς ανούσια λεπτομέρεια, μιας και από την άλλη πλευρά δεν υπήρχε πλέον καμιά απόκριση. Η φωτιά εξελίχτηκε γρήγορα ως ένα αστραπιαίο και εκθαμβωτικό γεγονός. Κόκκινες φλόγες κατάτρωγαν ολόκληρο το σώμα του Οργανισμού, μέσα από το αργό και ρυθμικό λίκνισμα των αδιάκοπων και «σιωπηλά» άναρθρων κινήσεων της φωτεινής χορογραφίας τους, που ακροβατούσαν άλλοτε ευρείες και διάχυτες, και άλλοτε παλλόμενες ακαριαία. Γυάλιζαν και θάμπωναν, πλάγιαζαν και σηκωνόντουσαν μετά τη μάχη με το νερό που έριχναν οι πυροσβέστες και με τον αέρα που δεν έλεγε να κοπάσει. Μανιασμένος ο αέρας, σφυροκοπούσε τη φωτιά, που ενωνόταν και σπάραζε με το νερό και την έκανε να ανακινείται, άλλοτε σαν ένας αργοκίνητος κυματισμός και άλλοτε σαν μια μακρόσυρτη παλίρροια που ρουφούσε ατελείωτα ό,τι έβρισκε στο διάβα της. Η φωτιά καίει, η φωτιά δεν νικιέται, με παλινωδίες μονάχα αναρριχάται αδιάκοπα, και με ένα απερίγραπτο και βοερό τράνταγμα τη στέλνει μακριά στο ανώμαλο πλέον τοπίο. Μακριά και ευθεία, μακριά και με καμπύλες. Με τρέμουλο, άλλοτε συνεχές, άλλοτε με ασυνέχεια , σαν μια αγωνία που κάνει τους απελπισμένους πυροσβέστες να παλινδρομούν, να προχωρούν μπροστά, να υποχωρούν, να κατασταλάζουν, για να πάρουν δύναμη, να σηκώνονται, να θέλουν να ξαναορμήσουν για να τη σβήσουν με έναν μάταιο ενθουσιασμό, και στο τέλος να ακολουθούν τις βαθιά κόκκινες γιγάντιες τιμωρητικές και εκδικητικές πατημασιές της. Μαζί με το λαμπάδιασμα των υλικών έπεφταν κατακόρυφα και οι δικές τους δυνάμεις. Την παρακολουθούσαν πια με μια στωική υπομονή και καρτερία, σαν άλλες ασάλευτες, «παγωμένες» και εξαθλιωμένες από την προσπάθεια μορφές. Αλλά και με μια απελπισμένη ετοιμότητα και προθυμία σαν η φωτιά να τους προκαλούσε ακατάπαυστα και να τους ερέθιζε. Έσχατες όμως προσπάθειες των ανθρώπων, που γυρνούσαν πίσω για να πάρουν δυνάμεις, μ’ έναν κενόδοξο τελικά εκστατικό ενθουσιασμό. Ήταν οι τελευταίες καταδικασμένες προσπάθειές τους. Με ένα απότομο τίναγμα σαν στρόβιλος, η φωτιά είχε αποκτήσει την πατροπαράδοτη επιβλητική κυριαρχία της. Με έναν ύπουλο ίλιγγο και στάζοντας από το στόμα της ένα πορφυρό φως, καταστρέφει ολοκληρωτικά στο διάβα της ό,τι βρίσκει. Σαν ένας άλλος άγριος παφλασμός αεροκυμάτων βυθίζει οριστικά μέσα στο κόκκινο πλέον σώμα της την ιστορία των ανθρώπων. Τα καυτερά της χνότα τη σκεπάζουν οριστικά. Χωρίς άλλη προσπάθεια, αχνός υγρός καπνός αναδίνεται από το καταλαγιασμένο κουφάρι του Οργανισμού και εγκαταλείπει πίσω της πολτοποιημένα, βουβά και άμορφα πλέον βιομηχανικά υλικά. Άθλια απομεινάρια ενός μεταλλικού σκελετού με σπασμένες πανοπλίες, που λίγο πριν έτρεμε. Με αργή πια ανάσα, η φωτιά έγειρε και έσβησε, αφήνοντας τον Οργανισμό κατεστραμμένο και εντελώς ισοπεδωμένο. Διάσπαρτοι και τυχάρπαστοι φανοί με τη φωτιά της κόλασης ξεπρόβαλλαν πού και πού, σαν άλλες επίμονες και υπερβολικά χυδαίες προκλήσεις, πριν περάσουν με στωική αταραξία στην αιωνιότητα για να θυμίζουν το φθαρτό του πράγματος. Έμεινε καμένο πια σώμα, που χτυπήθηκε από την ανώφελη, μάταιη και τραγικά φαντασμαγορική –εκείνη τουλάχιστον τη στιγμή– μοίρα της ιστορίας του.
Κύριε Παντελόγλου, σας ευχαριστώ πολύ για την όμορφη συζήτηση και σας εύχομαι από καρδιάς κάθε επιτυχία, προσωπική και συγγραφική.
Σας ευχαριστώ!
Βιογραφικό
Ο Γρηγόρης Ε. Παντελόγλου γεννήθηκε στη Σάμο το 1963. Αναγορεύτηκε διδάκτορας Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης το 1992. Έχει δημοσιεύσει μελέτες που άπτονται του επιστημονικού του ενδιαφέροντος και επιπλέον έχει μελετήσει την ιστορία του μαζικού κινήματος ανάμεσα στους δύο πολέμους, στην Κατοχή και στον Ελληνικό Εμφύλιο. Το πρώτο λογοτεχνικό του βιβλίο «Ζήσε ΤΩΡΑ! Γλυκό μου… ΡΕ!», κυκλοφόρησε τον Νοέμβριο του 2019 από τις εκδόσεις Οσελότος και τον Δεκέμβριο του 2020 κυκλοφόρησε, επίσης, από τις εκδόσεις Οσελότος το βιβλίο του «Το ελληνικό συνδικαλιστικό κίνημα στην Κατοχή και στον Εμφύλιο – Οι παραμορφωτικές συλλογικές συνειδήσεις της κοινωνικής μας ιστορίας στη δεκαετία του 1940». Τέλος, έχει συγγράψει μικρές ιστορίες για την ψυχή και τα όνειρά της, για να ομορφαίνει πού και πού μια μικρή γωνιά της «φυλακής» του και να σκανδαλίζει με αυτόν τον τρόπο τη φαντασία του.
0 Σχόλια