Ο συγγραφέας Στέφανος Παπαδημητρίου με αφορμή την έκδοση του νέου του μυθιστορήματος που κυκλοφόρησε μόλις τον προηγούμενο μήνα από τις εκδόσεις «Ψυχογιός», με τίτλο «Η σφαγή των αθώων», φιλοξενείται σήμερα στις Τέχνες σε μία άκρως ενδιαφέρουσα συζήτηση εφ' όλης της ύλης.
Ας δούμε τι έχει να μας πει.
Συνέντευξη στη Στέλλα Πετρίδου
Κύριε Παπαδημητρίου, είστε αρχιτέκτονας στο επάγγελμα, ενώ παράλληλα αρθρογραφείτε και διδάσκετε ιστορία και θεωρία της τέχνης. Πώς προέκυψε το ενδιαφέρον σας για τη λογοτεχνία; Τι σας ώθησε και προς αυτή την κατεύθυνση;
Από πάντα είχα αγάπη για τα βιβλία και ειδικά για την λογοτεχνία. Αυτή μου η αγάπη με ακολούθησε και στις σπουδές μου και εν μέρει τις διαμόρφωσε. Άλλωστε, μου αρέσει να βλέπω τις τέχνες ως αλληλένδετα σχήματα.
Εντοπίζετε στοιχεία που συνδέουν τις τέχνες μεταξύ τους;
Οπωσδήποτε! Όλες οι τέχνες είναι τελικά αφηγηματικά μέσα. Ακόμα και η μουσική, ή η αρχιτεκτονική, που την έχουμε συνδέσει αν θέλετε με την επίλυση πιο πρακτικών ζητημάτων, είναι μια τέχνη που οφείλει να έχει μια αφήγηση. Τα πάντα άλλωστε είναι λόγος.
Τι είναι αυτό που σας εμπνέει κάθε φορά και σας παρακινεί στη συγγραφή;
Δε μου αρέσει η λέξη έμπνευση όσον αφορά τη γραφή. Όταν έχω κάτι να πω, όταν κάτι με «τρώει», αρχίζω να σκέφτομαι συνεχώς για μια ιστορία, για έναν χαρακτήρα. Μετά προκύπτει η γραφή.
Γιατί από όλα τα είδη της λογοτεχνίας δείχνετε αποκλειστικό ενδιαφέρον στο μυθιστόρημα;
Πιστεύω πως το μυθιστόρημα και το διήγημα προσφέρουν για εμένα τον κατάλληλο χώρο να δουλέψω τις ιδέες μου. Έχω κάνει απόπειρες και με άλλες μορφές χωρίς όμως να είναι ικανοποιητικές για τα δικά μου δεδομένα. Μπορεί στο μέλλον να είναι διαφορετικά.
Έχετε πρότυπα ως συγγραφέας; Στα γραπτά σας θα διαπιστώσει ο αναγνώστης επιρροές από άλλους αγαπημένους σας συγγραφείς;
Λατρεύω την κλασσική λογοτεχνία. Μου αρέσει να ανακαλύπτω ξανά τον κόσμο μέσα από τα μάτια και το μυαλό ενός καλλιτέχνη που μπορεί να έζησε σε τελείως διαφορετικό πλαίσιο από το δικό μας. Για τη ‘Σφαγή των Αθώων’ μπορεί να μην είναι ευδιάκριτο, αλλά με επηρέασε πολύ ο Ντενί Ντιντερό (στον οποίο έχω μεγάλη λατρεία) με μια εκπληκτική σειρά από κείμενα που είχε γράψει μιλώντας για πίνακες.
Ποια χαρακτηριστικά πρέπει να έχει ένας καλός συγγραφέας, κατά τη γνώμη σας, ώστε να αποκτήσει αναγνωσιμότητα και δημοφιλία στο αναγνωστικό κοινό;
Χρειάζεται υπομονή. Επίσης, η αναγνωσιμότητα και η δημοφιλία είναι δυο πολύ διαφορετικά πράγματα. Το να αποζητά κανείς την αναγνωσιμότητα είναι απόλυτα θεμιτό, γιατί όλοι θέλουμε η δουλειά μας να διαβαστεί από το κοινό. Η δημοφιλία όμως θεωρώ πως δεν πρέπει να είναι αυτοσκοπός.
Το αναγνωστικό κοινό στην Ελλάδα στηρίζει τις προσπάθειες των συγγραφέων που επιθυμούν να μιλήσουν για σύγχρονα κοινωνικά θέματα, με τα οποία καταπιάνεστε κι εσείς στα βιβλία σας; Υπάρχει αυτό που ονομάζουμε ικανοποιητική «εμπορική κίνηση», ώστε να ενθαρρύνονται με τη σειρά τους και οι εκδοτικοί οίκοι για την έκδοση μυθιστορημάτων ανάλογου περιεχομένου;
Αυτό για να είμαι ειλικρινής δεν το γνωρίζω. Δεν ήταν ποτέ γνώμονας για εμένα η εμπορικότητα μιας ιδέας εμένα (και δεν το λέω απαραίτητα ως θετικό). Πιστεύω όμως πως δεν υπάρχουν μαγικές συνταγές για τα βιβλία. Βλέπουμε συχνά πως το αναγνωστικό κοινό εκτιμά την αυθεντικότητα.
Υπάρχουν στιγμές ή γεγονότα που συμβαίνουν γύρω σας και που νιώθετε την ανάγκη να τα μεταφέρετε στο χαρτί;
Ζούμε σε μια εποχή που τα πάντα μεταφέρονται και αποτυπώνονται μέσα από την άμεση καταγραφή τους με τα κινητά. Το «χαρτί» πιστεύω πως πρέπει να έχει έναν άλλο ρόλο σε αυτή την εποχή. Πρέπει να πηγαίνει βαθύτερα από την απλή μεταφορά των γεγονότων.
Ποιος ο ρόλος της τέχνης στα πονήματά σας;
Γενικά μου αρέσει να μπλέκω τις τέχνες στο μυαλό μου όταν δουλεύω μια ιδέα. Το έχω κάνει και σε προηγούμενες δουλειές μου. Στη ‘Σφαγή των Αθώων’ η τέχνη έχει πολύ σημαντικό ρόλο. Οι δυο βασικοί χαρακτήρες, ο Ερμής και ο Αφηγητής, ασχολούνται με την τέχνη, ο ένας ως καλλιτέχνης και ο άλλος ως ιστορικός. Η τέχνη είναι ένα συνδετικό στοιχείο τόσο για τους χαρακτήρες και τις ιστορίες τους, όσο και για τη δομή του βιβλίου.
Το τελευταίο σας βιβλίο κυκλοφόρησε πριν έναν μήνα περίπου από τις εκδόσεις «Ψυχογιός» και φέρει τον τίτλο «Η σφαγή των αθώων». Τι σας ενέπνευσε για να προβείτε στη συγγραφή του;
Υπάρχουν πολλά πράγματα που δεν λειτουργούν σωστά στην ελληνική κοινωνία αναφορικά με τα παιδιά και τους εφήβους. Ήθελα να γράψω μια ιστορία που όλες αυτές οι δυσλειτουργίες, του εκπαιδευτικού συστήματος, της οικογένειας, κλπ. θα συσσωρεύονταν προκαλώντας ένα καταστροφικό αποτέλεσμα. Σίγουρα όμως καταλυτικό ρόλο για να καταπιαστώ με αυτό το βιβλίο είναι και η δικιά μου εμπειρία στο σχολείο καθώς γινόμουν συχνά στόχος bullying.
Ας αναφερθούμε σ’ αυτό. Πρόκειται για μία νουβέλα κοινωνικού περιεχομένου που, όπως διαβάζουμε στο οπισθόφυλλό της, εστιάζει σε θέματα της παιδικής κακοποίησης, του bullying και της εφηβικής παραβατικότητας. Μιλήστε μας περισσότερο γι’ αυτό.
Ο σχολικός εκφοβισμός και η εφηβική παραβατικότητα δεν είναι φαινόμενα μεμονωμένα, ούτε καινούργια. Μας τρομάζουν γιατί αφορούν τα παιδιά και τους εφήβους που τους έχουμε συνδέσει με μια εποχή «αθωότητας». Αυτή η «αθωότητα» όμως είναι μια επιθυμία, μια προβολή των ενηλίκων που δε μας αφήνει να δούμε πως ο κόσμος του σχολείου είναι μια μικρογραφία της κοινωνίας. Αν το δούμε ως τέτοια, ίσως διακρίνουμε και τι πρέπει να αλλάξουμε γενικότερα στο τρόπο που αντιμετωπίζουμε τους άλλους.
Ο τίτλος του βιβλίου σας παραπέμπει στον ομότιτλο πίνακα του Ιταλού ζωγράφου Γκουίντο Ρένι, έργο του 1611, που απεικονίζει τη δολοφονία των νεαρών αρσενικών παιδιών που διέταξε ο βασιλιάς Ηρώδης. Γιατί επιλέξατε να αντιγράψετε κι εσείς τον συγκεκριμένο τίτλο, δεδομένου ότι η ιστορίας σας κάνει μεν λόγο για μαζική δολοφονία παιδιών, αλλά για διαφορετικά αίτια;
Η ’Σφαγή των Αθώων’ ήταν ένα εικαστικό θέμα ιδιαίτερα δημοφιλές στην Δυτική τέχνη. Πολύ σωστά, ο Γκουίντο Ρένι είχε δημιουργίσει έναν πίνακα με αυτό το θέμα, όπως είχε κάνει και ο Ρούμπενς, ο Πουσέν και ο Μπρίγκελ. Ο λόγος που το θέμα αυτό ήταν τόσο δημοφιλές ήταν γιατί έδινε μια ευκαιρία στους καλλιτέχνες να μιλήσουν για την βία και μάλιστα για την αλόγιστη βία, πχ προς τους άμαχους. Βρήκα και εγώ αυτό το θέμα ως ένα μέσο για να μιλήσω για τον παραλογισμό της βίας που υπάρχει στα σχολεία.
Γράφετε στο βιβλίο σας, «Είναι κοινώς αποδεκτό πως το έγκλημα και η τιμωρία είναι δυο έννοιες αλληλένδετες. Η μια δεν υπάρχει δίχως την άλλη. Η τιμωρία έπεται του εγκλήματος σαν κάτι λογικό, σαν μια φυσική συνέχεια, που όταν δε συμβαίνει, τότε αναφερόμαστε σε αδικία. Όταν όμως η τιμωρία προκαταβάλλεται, και μάλιστα χωρίς καμία αιτιολογία και με τον σκληρότερο τρόπο, τότε το έγκλημα εκκρεμεί.» Αυτό είναι το ηθικό δίδαγμα της ιστορίας που αφηγείστε;
Είναι μια σκέψη που ήθελα να είναι ξεκάθαρη στον/στην αναγνώστη γιατί είναι πολύ σημαντική για το βιβλίο. Θα έλεγα πως περιέχει την «ουσία» που τροφοδοτεί τις πράξεις των χαρακτήρων του βιβλίου.
Ποια άλλα μηνύματα περνάτε μέσα από την ιστορία σας αυτή;
Περισσότερο από το να περάσω μηνύματα, θα έλεγα πως ήθελα να θέσω ερωτήματα στους αναγνώστες. Πως φτάνει κανείς στο έγκλημα; Πως αντιλαμβανόμαστε και τοποθετούμε το διαφορετικό στις κοινωνίες μας; Πως διαχειριζόμαστε το τραύμα; Γιατί παράγουμε συνεχώς συνθήκες κακοποίησης;
Θα εντοπίσει ο αναγνώστης στους ήρωες σας στοιχεία της δικής σας προσωπικότητας;
Ελπίζω πως όχι! (γέλιο) Η ιστορία του Ερμή είναι μια ακραία περίπτωση. Σίγουρα υπάρχουν στοιχεία τόσο στον Ερμή όσο και στον Αφηγητή που βασίζονται σε δικές μου εμπειρίες. Για παράδειγμα, σπούδασα στην Ολλανδία όπως και ο Αφηγητής και ήμουν κάπως παραγκωνισμένος και κλειστός στο σχολείο όπως και ο Ερμής. Όμως οι ομοιότητες σταματούν εκεί.
Το βιβλίο σας απευθύνεται αποκλειστικά σε ενήλικες ή μπορεί να αποτελέσει ανάγνωσμα και για το εφηβικό κοινό;
Πιστεύω πως θα μπορούσε να διαβαστεί από το εφηβικό κοινό και ίσως να βοηθούσε πολύ τα άτομα αυτής της ηλικίας. Υπάρχουν σημεία στο βιβλίο που είναι ιδιαίτερα σκληρά και ωμά. Οι έφηβοι όμως έρχονται σε επαφή με μια τρομερή σκληρότητα τόσο σε αυτά που καταναλώνουν, όσο και σε αυτά που βιώνουν. Το βιβλίο θα τους έφερνε μπροστά σε ερωτήματα που όσο νωρίτερα τα θέσουν τόσο το καλύτερο.
Είστε ευχαριστημένος από τη συνεργασία σας με το εκδοτικό σας σπίτι; Θεωρείτε πως ένας καλός εκδοτικός οίκος συμβάλει σημαντικά για την καλύτερη και επιτυχέστερη προώθηση ενός βιβλίου;
Δεν είμαστε τίποτα χωρίς το περιβάλλον που μας πλαισιώνει. Ένας καλός εκδοτικός οίκος είναι απαραίτητο στοιχείο για να ευδοκιμήσει ένα βιβλίο. Θεωρώ τον εαυτό μου ιδιαίτερα τυχερό που συνεργάζομαι με τις Εκδόσεις Ψυχογιός. Οι άνθρωποι του είναι πραγματικά υπέροχοι και έχουν αγκαλιάσει το βιβλίο.
Μια ευχή σας για το μέλλον;
Εύχομαι να βρίσκουμε πάντα το φως μέσα στο σκοτάδι.
Πριν κλείσουμε τη συζήτηση θα ήθελα να μας παραθέσετε ένα μικρό απόσπασμα από το βιβλίο σας.
Θα ήθελα να παραθέσω μια μικρή ιστορία που παρεμβάλλεται μέσα στην μεγαλύτερη αφήγηση της κεντρικής ιστορίας. Πιστεύω πως ταιριάζει με τα θέματα που συζητήσαμε.
«Πολλοί είναι εκείνοι που πιστεύουν πως το ταλέντο είναι κάτι με το οποίο γεννιέται κανείς. Άλλοι πιστεύουν πως το ταλέντο αναπτύσσεται μέσα από σκληρή δουλειά. Η αλήθεια όμως είναι πως, όπως συμβαίνει και με όλα τα πνεύματα, έχει να κάνει περισσότερο με την πίστη. Αν δεν πιστέψει κανείς σε ένα ταλέντο, τότε εκείνο βυθίζεται στα έγκατα της σπηλιάς του. Μόνο όταν βρεθούν άνθρωποι να το πιστέψουν, τότε μόνο μπορεί να πάρει λίγο φως και να ευδοκιμήσει.
Όπως μας αφηγείται άλλωστε και ο Τζόρτζο Βαζάρι, μια όμορφη μέρα ο περίφημος ζωγράφος Τσιμαμπούε ταξίδευε από τη Φλωρεντία προς το Βεσπινιάνο, όταν στον δρόμο του είδε ένα αγόρι που πρόσεχε πρόβατα. Παρατήρησε πως το αγόρι χάραζε κάτι παράξενο πάνω σε μια στοίβα με γυαλιστερές πέτρες, χρησιμοποιώντας κάτι μυτερά ξύλα που είχε βρει πεταμένα στο χώμα. Από περιέργεια και μόνο πλησίασε και είδε πως τα σχέδια του αγοριού πάνω στις πέτρες ήταν τέλειες και άψογες αναπαραστάσεις όλων αυτών που το αγόρι έβλεπε γύρω του. Πρόβατα και δέντρα. Κανένα φοβερό θέμα, όμως ο Τσιμαμπούε πίστεψε στο ταλέντο του αγοριού και του πρότεινε να έρθει μαζί του ώστε να του μάθει να ζωγραφίζει. Το αγόρι, που και αυτό πίστευε στον εαυτό του, δέχτηκε, και ευτυχώς δέχτηκαν και οι γονείς του.
Ο μικρός αυτός βοσκός αργότερα έγινε γνωστός με το όνομα Τζότο και ξεπέρασε σε φήμη πολλούς άλλους ζωγράφους, ακόμη και τον ίδιο τον δάσκαλό του. Αν δεν τύχαινε να τον πιστέψει ο Τσιμαμπούε, θα πέθαινε καθισμένος στο χώμα να φυλάει τα πρόβατα του πατέρα του, σκαλίζοντας πέτρες που δεν ανήκαν σε κανέναν.»
Κύριε Παπαδημητρίου, σας ευχαριστώ πολύ για την όμορφη συζήτηση και σας εύχομαι κάθε επιτυχία προσωπική και συγγραφική.
Εγώ σας ευχαριστώ κυρία Πετρίδου, για την πολύ ωραία κουβέντα που κάναμε.
Βιογραφικό:
Ο ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ γεννήθηκε το 1983 στην Αθήνα. Σπούδασε Αρχιτεκτονική Εσωτερικών Χώρων στο Μιλάνο και, το 2015, απέσπασε το Μάστερ του στην Ιστορία της Τέχνης από το Πανεπιστήμιο του Λέιντεν. Έχει εργαστεί στην Ελλάδα και στο εξωτερικό ως designer αλλά και ως συντάκτης αρχιτεκτονικής, ενώ διδάσκει ιστορία και θεωρία της τέχνης. Η ΣΦΑΓΗ ΤΩΝ ΑΘΩΩΝ είναι το τρίτο του βιβλίο. Έχει επίσης εκδώσει τα βιβλία Η Μαϊμού και Δυσλεκτικό Στόμα Δίγλωσσων Τεράτων, για το οποίο, το 2011, ήταν υποψήφιος για το Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας Πρωτοεμφανιζόμενου Συγγραφέα.
0 Σχόλια