Θέμης Παναγιώτου: "Πρώτα είμαι αναγνώστης και μετά συγγραφέας"



Σημερινός καλεσμένος των Τεχνών είναι ο ιατρός και συγγραφέας Θέμης Παναγιώτου. Συνταξιούχος πλέον και με περισσότερο ελεύθερο χρόνο στη διάθεσή του, αφιερώνεται αποκλειστικά στη συγγραφή και μας παρουσιάζει το πρώτο του βιβλίο με τίτλο «Αφασία εκπομπής» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Αρμός». Θα μας μιλήσει γι' αυτό, καθώς και για τη συγγραφική του δραστηριότητα γενικότερα στη συνέντευξη που ακολουθεί.

Συνέντευξη στη Στέλλα Πετρίδου


Κύριε Παναγιώτου, τι είναι αυτό που σας προτρέπει στη συγγραφή συνήθως; Θα το ονοματίζατε ως μια εσωτερική ανάγκη απελευθέρωσης των όσων κατακλύζουν τον ψυχικό σας κόσμο, ως έναν ευχάριστο τρόπο έκφρασης και δημιουργίας, ως μια εύκαιρη διαδικασία εξωτερίκευσης και φυγής σε έναν κόσμο διαφορετικό από τον συνηθισμένο, απλά ως μια συνήθεια χρόνων ή κάτι άλλο;

Η προτροπή για συγγραφή δεν είναι πάντα ίδια. Μπορεί να είναι η εσωτερική ανάγκη απελευθέρωσης από ένα φορτίο ψυχικό. Η Τόνι Μόρισον έγραφε παραστατικά κάπου: «η γραφή είναι η λύτρωση μου. Μέσα στη γραφή κανείς δεν μου υποδεικνύει τι να σκεφτώ ή τι να κάνω. Είμαι ελεύθερη και φέρω την ευθύνη. Ακόμα κι αν κανένας δεν ενδιαφερόταν να εκδώσει το έργο μου, εγώ θα έγραφα ούτως ή άλλως». Φαίνεται,  λοιπόν, από τα παραπάνω ότι η γραφή μπορεί να είναι απελευθέρωση, σαν τον ατμό που απελευθερώνεται όταν η θερμοκρασία του νερού ξεπερνά το όριο του βρασμού.

Αντίθετα, μπορεί να προκύψει από ένα περιβάλλον όπου η ηρεμία και η ομορφιά είναι τα κυρίαρχα στοιχεία. Δεν είναι πάντα εύκολο να γράψεις. Μπορεί να μένεις με την πρόθεση μπροστά σε μια λευκή σελίδα για μέρες. Είναι φοβερό να μην έχεις τίποτα καινούργιο να πεις. Ακόμα πιο φοβερό είναι να έχεις αλλά να μη μπορείς να το πεις. Αυτό μοιάζει με την αφασία εκπομπής.

Πώς θα συστήνατε τον εαυτό σας με δυο λόγια στο αναγνωστικό κοινό;

Θα έλεγα ότι πρώτα είμαι αναγνώστης και μετά συγγραφέας. Πολλές φορές η ανάγνωση προάγει τη διάθεση, που γίνεται ανάγκη, να γράψω. Δεν είναι βέβαια το μόνο ερέθισμα. Παλαιότερα, σαν εργαζόμενος, δεν είχα αρκετό χρόνο για ανάγνωση και γραφή. Η Ιατρική, ξέρετε, είναι ζηλιάρα ως σύζυγος και ακόμα πιο ζηλιάρα ως ερωμένη. Τώρα η σχέση έχει αναστραφεί.

Είναι η έμπνευση ο κινητήριος μοχλός για τη δημιουργία ή δεν είναι πάντα απαραίτητα αναγκαία η παρουσία της;

Η έμπνευση είναι σαφώς κινητήρια δύναμη της γραφής. Δεν είναι βέβαια η μόνη. Συνδυάζεται πολύ καλά με την ανάγκη να γράψεις για πράγματα από τη ζωή, το περιβάλλον, κοινωνικό ή πολιτικό, ή την ανάγκη να εκτονωθείς από τον θυμό που σου προκαλούν άνθρωποι και καταστάσεις. Αυτό που λέμε κινητήριο μοχλό είναι συνδυασμός παραγόντων που την κατάλληλη στιγμή δρουν συνεργατικά και σε ωθούν να γράψεις.

Ποια συναισθήματα σας κατακλύζουν κάθε φορά που βλέπετε ένα έργο σας να ολοκληρώνεται;

Χαρά μαζί και ανακούφιση. Χαρά γιατί ολοκληρώνεις το έργο, ανακούφιση γιατί θα σταματήσεις να το επεξεργάζεσαι πάλι και πάλι, ώσπου να το έχεις μάθει απ’ έξω. Η παραμονή του σε κάποιο συρτάρι για κάποιο καιρό βοηθά στο να το ξαναδιαβάσεις πάλι με ενδιαφέρον.

Έχετε πρότυπα ως συγγραφέας; Στα γραπτά σας θα διαπιστώσει ο αναγνώστης επιρροές από άλλους αγαπημένους σας συγγραφείς;

Επιρροές μπορεί να υπάρχουν, όχι όμως σε βαθμό που να είμαι ένα μικρό αντίγραφο του προτύπου. Αυτό συμβαίνει άθελα, υποσυνείδητα, όταν διαβάζεις άλλους συγγραφείς. Κάτι από αυτούς περνάει μέσα μου και αν μου αρέσει παραμένει σαν κεκτημένο. Δεν καθορίζουν όμως τη δική μου γραφή. Η μίμηση στη γραφή είναι καταδικασμένη σε αποτυχία γιατί είναι ξένη.

Από την προσωπική σας εμπειρία θεωρείτε ότι υπάρχει συγκεκριμένη συνταγή για τη συγγραφή ενός βιβλίου; Ποιο βιβλίο χαρακτηρίζεται ποιοτικά καλό και τι είναι αυτό που συμβάλει κυρίως στην επιτυχία του;

Δεν νομίζω ότι υπάρχει συγκεκριμένη συνταγή για τη συγγραφή ενός βιβλίου εκτός αν θεωρήσουμε ότι ο κόσμος του συγγραφέα είναι μια συνταγή. Το κάθε πόνημα έχει την ιδιαιτερότητα, το ύφος, τον τρόπο γραφής του συγκεκριμένου λογοτέχνη.

Υπάρχει, όμως, ο κίνδυνος να δούμε προγράμματα υπολογιστών με τα οποία θα μπορείς να διαμορφώνεις ένα κείμενο ρυθμίζοντας τα ποσοστά του σεξ, του μυστηρίου, της βίας, παράγοντας έτσι, ένα κατά παραγγελία βιβλίο. Αλλά δεν θα έχει σχέση με τη λογοτεχνία.

Δεν είναι εύκολο να ορίσεις το «ποιοτικά καλό». Θεωρώ ότι αν ένα βιβλίο βοηθήσει, έστω κι έναν άνθρωπο, να βγει από τη σισύφεια καθημερινότητα, να ταξιδέψει, να χαμογελάσει, να γίνει πιο ανεκτικός με τους ανθρώπους, τότε, αυτό είναι ένα ποιοτικά καλό βιβλίο. Όσον αφορά την επιτυχία του, αυτή εξαρτάται και από άλλους παράγοντες που έχουν σχέση με το εμπορικό κύκλωμα.

Θεωρείτε ότι το αναγνωστικό κοινό στη χώρα μας είναι μεγάλο σε αναλογία με την ολοένα και αυξανόμενη εκδοτική παραγωγή του τόπου μας;

Αντίθετα, πιστεύω ότι το αναγνωστικό κοινό είναι μικρό και η εκδοτική παραγωγή μεγάλη και αυτό είναι πρόβλημα για το χώρο του βιβλίου.

Μετά τη δημιουργία προκύπτει οπωσδήποτε η έκδοση ή δεν είναι απαραίτητο πάντοτε αυτό; Στη δική σας περίπτωση για παράδειγμα, πώς πήρατε την απόφαση να εκδώσετε το πρώτο βιβλίο σας;

Μετά την δημιουργία δεν είναι απαραίτητη η έκδοση. Μπορεί να μην είναι και εφικτή. Συχνά, για ένα διάστημα, μικρό ή μεγάλο, το βιβλίο μπαίνει στο βάθος ενός συρταριού και ακολουθεί μια περίοδος ωρίμανσης, σαν τα καλά τυριά. Αυτό βοηθάει και τον συγγραφέα να αποδεσμευτεί από τη συνεχή ενασχόληση μ’ αυτό και να το δει αργότερα με πιο κρύα ματιά. Έτσι έγινε και με τα δικά μου διηγήματα που γράφτηκαν σε ένα μεγάλο διάστημα. Δεν είχα σκοπό να προχωρήσω σε έκδοση. Μου έφτανε η χαρά της συγγραφής. Αυτό προέκυψε όταν κάποιοι φίλοι τα διάβασαν και με έπεισαν να τα εκδώσω. Τους ευχαριστώ γι' αυτό. Ήταν μια ευχάριστη εμπειρία.


Τον Μάρτιο του 2025, κυκλοφόρησε η συλλογή διηγημάτων σας με τίτλο «Αφασία εκπομπής» από τις εκδόσεις «Αρμός». Περιλαμβάνει τριάντα διηγήματα και μία νουβέλα. Μιλήστε μας για το περιεχόμενό αυτών περιληπτικά. Τι θα διαβάσει ο αναγνώστης πιάνοντας το βιβλίο σας στα χέρια του;

Η συλλογή των διηγημάτων μου είναι ένα μωσαϊκό από καθημερινές ιστορίες δοσμένες με χιούμορ και κριτική ματιά. Οι ανατροπές που υπάρχουν στα περισσότερα λειτουργούν διασκεδαστικά και συχνά προκλητικά δημιουργώντας ευκαιρίες για στοχασμό. Θέματα που αναδύονται, όπως η μοναξιά μέσα στην απέραντη πόλη, η αδυναμία επικοινωνίας με τον άλλο που μπορεί να είναι ο ίδιος ο εαυτός του, η αλλοτρίωση της καθημερινότητας, η φαιδρότητα καταστάσεων που καλύπτει τη σοβαρότητα τους ή ακόμη και την επικινδυνότητα τους.

Γιατί επιλέξατε τον συγκεκριμένο τίτλο για το βιβλίο σας; Τι υποδηλώνει;

Η Αφασία Εκπομπής είναι ο τίτλος ενός διηγήματος όπου ένας παλιός αντάρτης την υφίσταται λόγω εγκεφαλικού επεισοδίου. Ο πάσχων αντιλαμβάνεται αλλά δεν μπορεί να μιλήσει. Έτσι, απελευθερώνεται και κριτικάρει χωρίς φόβο το παρελθόν, πράγμα που δεν μπορούσε παλιότερα να κάνει. Αναρωτιέμαι πόσοι από εμάς δεν έχουμε καταφύγει, κάποτε, σε μια ηθελημένη «αφασία εκπομπής» σαν άμυνα στις δυσκολίες της ζωής.

Ποιος συνδετικός κρίκος ενώνει τις ιστορίες που φιλοξενούνται στο βιβλίο σας αυτό; Υπάρχει;

Οι ιστορίες του βιβλίου είναι ανεξάρτητες. Εξαίρεση αποτελούν τα μικρά σε έκταση διηγήματα υπό τον τίτλο «η επιστροφή του κότσυφα», όπου ο συγγραφέας και το alter ego του, ο κότσυφας, συναγωνίζονται με χιούμορ και αυτοσαρκασμό απαντώντας σε ερωτήματα που θέτει ο ένας στον άλλο.

Τι σας ενέπνευσε περισσότερο για να προβείτε στη συγγραφή των ιστοριών που αφηγείστε;

Η έμπνευση σαν όρος είναι λίγο αόριστος γιατί μπορεί να προκύπτει από μια σειρά καταστάσεων και συναισθημάτων. Χαρά και λύπη, συμβάντα ευτράπελα ή σοβαρά, η ραστώνη μιας καλοκαιρινής μέρας, το χαμόγελο ενός παιδιού, τα μάτια μιας γυναίκας, όλα αυτά και άλλα πολλά μπορούν να λειτουργήσουν σαν ερεθίσματα με τρόπο άμεσο ή και «βραδυφλεγή» για συγγραφή.

Οι ιστορίες σας είναι προϊόντα μυθοπλασίας αποκλειστικά ή στηρίζονται και σε αληθινά γεγονότα και πρόσωπα;

Οι περισσότερες είναι προϊόντα μυθοπλασίας. Αρκετές όμως, στηρίζονται σε πραγματικές καταστάσεις και πρόσωπα.

Περνάτε μηνύματα μέσα από τα διηγήματά σας και τη νουβέλα σας ή το βιβλίο σας προορίζεται καθαρά και μόνο για την ψυχαγωγία του αναγνώστη;

Τα διηγήματα και η νουβέλα περιέχουν μηνύματα τα οποία μπορεί να ανακαλύψει ο αναγνώστης μέσα από υπαινικτικά σχόλια, κοινωνικά ή πολιτικά. Η γραφή είναι σφιχτή, δεν πλατειάζει, έχει ανατροπές και λογοπαίγνια. Μπορεί να λειτουργήσει διασκεδαστικά όσο και προκλητικά για τη σκέψη.

Σε ποιες ηλικίες απευθύνεται το βιβλίο σας; Μπορεί εκτός από τους ενήλικες να αποτελέσει ανάγνωσμα και για το εφηβικό κοινό;

Πιστεύω ότι το βιβλίο απευθύνεται στους ενήλικες. Θα ήμουν ευτυχής αν συγκινούσε, σαν θεματολογία και γραφή, όσο το δυνατόν πιο νέους ανθρώπους. Για το εφηβικό κοινό είμαι μάλλον επιφυλακτικός.

Μιλήστε μας για τη μέχρι τώρα συνεργασία σας με το εκδοτικό σας σπίτι, τις εκδόσεις «Αρμός». Θεωρείτε σημαντική και καθοριστικής σημασίας τη συμβολή του εκδοτικού σας οίκου για την καλύτερη και επιτυχέστερη προώθηση του βιβλίου σας;

Είναι ευκαιρία, και ευχαριστώ για την ερώτηση, να επισημάνω τη συμβολή του εκδοτικού οίκου στην καλαίσθητη έκδοση του βιβλίου μου. Οι αδελφοί Χατζηïακώβου, οι εκδότες του Αρμού, έκαναν το καλύτερο δυνατόν για να προκύψει το αποτέλεσμα αυτό.


Επόμενα συγγραφικά σχέδια κάνετε; Αν ναι, είναι ανακοινώσιμα; Να περιμένουμε κάποιο νέο βιβλίο σας προσεχώς;

Είναι νωρίς ακόμη για συγκεκριμένα σχέδια. Σίγουρα θα υπάρξουν αφού καταλαγιάσει η ενασχόληση με την Αφασία Εκπομπής. Ελπίζω το επόμενο βιβλίο να μην είναι η Αφασία Πρόσληψης γιατί αυτό θα σήμαινε πολύ βαρύτερο εγκεφαλικό επεισόδιο.

Μια ευχή σας για το μέλλον που θα θέλατε να πραγματοποιηθεί, είτε στο κοντινό είτε και στο πιο μακρινό μέλλον, ποια θα μπορούσε να είναι αυτή;

Δεν πολύ πιστεύω στις ευχές. Μάλλον επαναπαυόμαστε σ΄ αυτές προσβλέποντας σε ένα καλό. Θα ευχόμουν ένα παραπάνω χαμόγελο στις επαφές μας με τον «άλλον».

Ίσως βρούμε κάτι από τη χαμένη εγκαρδιότητα των ανθρώπων.

Πριν κλείσουμε τη συζήτηση θα ήθελα να μας παραθέσετε ένα μικρό απόσπασμα από το βιβλίο σας.

Απόσπασμα από το διήγημα «Η δεύτερη ευκαιρία»

Κατέβηκε στον κήπο. Το χιόνι έτριξε κάτω από το βήμα του. Περπάτησε μέχρι την άκρη του φράχτη, για να δει εκεί, απέναντι, το ερειπωμένο σπίτι του παππού του, με τους χοντρούς τοίχους και τα ανοίγματα, να χάσκουν στον χρόνο. Εγκαταλελειμμένο και νεκρό. Τη ζωή άλλωστε τη δίνουν στα σπίτια οι κάτοικοί τους, τα γέλια τους, τα πάθη τους. Μικρός, όταν το επισκεπτόταν, ήταν γεμάτος περιέργεια να ανακαλύψει κάτι από τα παλιά. Τον μάγευε η ιδέα της ζωής που είχε περάσει από εκεί και δεν υπήρχε πια. Περιφερόταν στα άδεια δωμάτια, άκουγε τα μισόλογα και τις σιωπές των απόντων, περνούσε μέσα από τις σκιές που και­ροφυλακτούσαν, ψηλάφιζε τους τοίχους. Αυτούς που έκλειναν μέσα τους τα μυστικά των ανθρώπων, που κατάπιναν τον πόνο τους και έκρυβαν αυτά που ήταν γνωστά πριν ακόμα συμβούν. Ένιωθε τις πέτρες αυτές σαν γενέθλιο τόπο του. Τα τελευταία χρόνια όμως δεν μπορούσε να επισκεφτεί το σπίτι. Ήταν απρο­σπέλαστο, τυλιγμένο σε πυκνό υφάδι, που η φύση είχε πλέξει γύρω του. Βλάστηση άναρχη ζηλότυπα το είχε αγκαλιάσει, αφή­νοντας γυμνά μόνο κάποια κομμάτια τοίχων του. Το σκηνικό πα­ρέπεμπε σε αργό ενταφιασμό σε χρόνο ανεπίστρεπτο.

Κύριε Παναγιώτου, σας ευχαριστώ πολύ για την όμορφη και πολύ ενδιαφέρουσα συζήτησή μας και σας εύχομαι κάθε επιτυχία στην επαγγελματική και συγγραφική σας δραστηριότητα. Καλοτάξιδο το βιβλίο σας και καλοτάξιδο! Να αγαπηθεί και να εμπνεύσει!

Κυρία Πετρίδου, κι εγώ ευχαριστώ για την ενδιαφέρουσα συζήτηση. Οι ευχές σας θερμές, εύχομαι να πραγματοποιηθούν. Θα είναι λόγος να αλλάξω τη γνώμη μου γι’ αυτές.


Βιογραφικό:

Ο Θέμης Παναγιώτου γεννήθηκε στα Τρίκαλα. Μεγάλωσε και ζει στην Αθήνα, όπου και σπούδασε στην Ιατρική Σχολή. Ειδικεύτηκε στην Παθολογία και εξειδικεύτηκε στη Διαβητολογία. Έχει εργαστεί σε μεγάλα νοσοκομεία. Διηγήματά του έχουν δημοσιευτεί σε λογοτεχνικά περιοδικά.

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια