Συγγραφέας: Βούλα Ηλιάδου
Σελ.: 554
Εκδόσεις: Βακχικόν
Ο Αλέξανδρος Νοταράς
αντιμετωπίζει στο σχολείο άσχημη
συμπεριφορά, μπούλινγκ και εκβιασμό από
τον μεγαλόσωμο Λάζαρο Κουλακιώτη. Όταν όμως, στο σχολείο έρχεται με μεταγραφή ο
ευκατάστατος Μάξιμος Καντακουζηνός σταματούν πλέον το βρόμικο παιχνίδι και οι
εκβιασμοί του Κουλακιώτη, στον Αλέξανδρο και έρχεται η πραγματική λύτρωση.
Ο Αλέξανδρος θαύμαζε και
ευγνωμονούσε τον συμμαθητή του τον Μάξιμο, που μπήκε ανεπάντεχα στη ζωή του και
αφού γνωριστήκανε πραγματικά και καλά, συνδέονται φιλικά και οικογενειακά.
Ο Αλέξανδρος με την
βοήθεια του Μάξιμου θα βρει τον δύσκολο δρόμο της μετάβασης στην ωριμότητα ,την
ενηλικίωση και την ανδρική ηλικία. Η εξάρτησή του από τον νοσταλγικό κόσμο της
αθωότητας και τον χαμένο παράδεισο της παιδικότητας του είχε συντελεστεί ήδη
οδυνηρά και θα ήταν μάταιο για τον ίδιο να μένει γαντζωμένος στα χαλάσματα του
αγύριστου παρελθόντος.
Ο Μάξιμος άρχισε να μιλάει στον Αλέξανδρο, για τη δική του ζωή,
ότι πήγε να αυτοκτονήσει, διότι ένα κορίτσι, η Λίζα, που ήταν ερωτευμένη μαζί
του, ένα αίσθημα που θα έμενε χωρίς ανταπόκριση και χωρίς να το γνωρίζει ο ίδιος, αυτοκτόνησε,
οπότε ο Μάξιμος είχε τύψεις ότι χάθηκε μια ζωή για χάρη του.
Ο Μάξιμος ήταν μια
ευγενική φυσιογνωμία, ευγενής ,έκρυβε μια παράξενη δύναμη μέσα του, είχε ένα
πάθος, είχε θαυμαστή ενόραση, ήταν διαβολικά έξυπνος και επικίνδυνα ονειροπόλος.
Δεν διεκδικούσε κάτι για τον εαυτό του, αλλά διεκδικούσε την πατρίδα του και τα
ιδανικά της.
Ο Μάξιμος (Μαξ) έβλεπε στους λαβύρινθους της μνήμης και της
φαντασίας του, να ξετυλίγονται μπροστά του κοσμογονικά γεγονότα κι άκουγε από
μέσα του μυστικές, ανάερες φωνές, συνθήματα και ονόματα ανθρώπων αλλοτινών
εποχών, που χάθηκαν στο διάβα των χρόνων. Ο Αλέξανδρος του υποδεικνύει δεν ωφελεί
να παιδεύεται με το παρελθόν, διότι ο χρόνος τα σαρώνει όλα στο πέρασμά του. Ο
Μαξ όμως έχει αντιρρήσεις, ότι τίποτα δεν περνά στη σφαίρα της λήθης, αν δεν το
αφήσουμε πρώτα εμείς να χαθεί. Η διάσωση της ιστορικής μνήμης είναι υπόθεση του
καθενός μας, τονίζει. Μόνο η αφύπνιση της ιστορικής συνείδησης μπορεί να μας
δώσει πίσω αυτά που χάθηκαν και να σταματήσει τις βλάβες του χρόνου, που
κινδυνεύουν να μας οδηγήσουν σε αφανισμό. Όσο κρατάμε ανοιχτά τα μάτια της
ψυχής μας κι έχουμε ξύπνια την ιστορική μας συνείδηση, μπορούμε να τα
ονειρευόμαστε όλα, είπε με ένα αινιγματικό χαμόγελο ο Μάξιμος.
Η συζήτηση συνεχίστηκε για
πολλές μέρες, με τις έμψυχες σκιές των προγόνων, τις επικλήσεις των αρχαίων
προγόνων, τους κρυφούς τους πόθους και τις ευχές τους, το χαμένο και κερδισμένο
αίμα τους, τις θυσίες τους, τις περιπέτειες τους, τα πάθη τους, τα λάθη
τους, τις προδοσίες, τις νίκες, τις
ήττες τους, τις σημαίες θριάμβου ή συμφοράς και ταπείνωσης, σχισμένες και
λερωμένες, τις επώδυνες αναδρομές, το Βυζάντιο, τον δικέφαλο αετό, τον
βυζαντινό θυρεό, τον τελευταίο Βυζαντινό αυτοκράτορα, τον μαρμαρωμένο βασιλιά, την
τραγική πυλίδα Ξυλόκερκο,την «Κερκόπορτα» των βυζαντινών χρόνων, την Ελληνική
Επανάσταση, τον Ρήγα Φεραίο, την Φιλική Εταιρεία, την καταστροφή της Σμύρνης,
την μικρασιατική καταστροφή, τις χαμένες πατρίδες του Ελληνισμού, τους ξεριζωμένους
πρόσφυγες, τους ξεστρατισμένους, τον
Μακεδονικό αγώνα, τους ήρωες των Βαλκανικών πολέμων, του πολεμιστές του΄40, τον
Ζέρβα και τον Άρη, την Λέλα Καραγιάννη, την Ηρώ Κωνσταντοπούλου, την Ηλέκτρα
Αποστόλου, την Όλγα Μπακόλα, την
εξελικτική πορεία του ανθρώπινου είδους, τους φιλοσόφους και στρατηγούς στην
Αρχαία Ελλάδα, την « μαιευτική» μέθοδο του Σωκράτη, το « δαιμόνιο» του Σωκράτη,
το «Συμπόσιο» του Πλάτωνα, την αινιγματική Σφίγγα, τη σημαντικότερη εντολή όλων
των εποχών: γνώθι σ΄ αυτόν, το δελφικό «Φ», την «πύρρειο νίκη», τον Διγενή
Ακρίτα, την αναζήτηση της αλήθειας μέσα από τη σοφία και την αρετή, την
πνευματική τελείωση, τα όνειρα, τα αμαρτωλά όνειρα, τον Έρωτα, τον νοσηρό
έρωτα, τις ιδέες, το αγαθό, την
ελευθερία, την δικαιοσύνη, την απόλυτη αγάπη, την υπαρξιακή μοναξιά, την
λογική, την κριτική σκέψη, το παράλογο, την κάθοδο προς το «σπήλαιο» της
αποκάλυψης, το (πλατωνικό) σπήλαιο του «μαύρου
πλανήτη», τον «πλανήτη των ψυχών», τον μαύρο κόσμο του Άδη, την Αχερουσία, τον
Αχέροντα ποταμό, τον Οδυσσέα στον Άδη, τον άυλο κόσμο , το ακατάληπτο και το
μυστηριώδες, τις οπτασίες, την χίμαιρα της αιωνιότητας, το ταξίδι στην άλλη
διάσταση, την Βαβέλ των ψυχών, τις χλωμές οπτασίες πεθαμένων σκιών, την
Ειμαρμένη των ενσαρκωμένων ψυχών, το ότι
η ψυχή έχει μνήμη και στο πέρασμα του χρόνου ψάχνει να βρει την αδελφή της
ψυχή, την πορεία της ψυχής στο επέκεινα,
την αθανασία της ψυχής, τον «αιώνιο γυρισμό» των ψυχών, την επιστροφή στην
αιωνιότητα, τον απροσδιόριστο χώρο αναμονής των ψυχών, που είχε σχέση με ένα
πλανήτη μακρινό κι αφανέρωτο, στον
«πλανήτη των ψυχών», που σίγουρα θα υπήρχε σε ένα παράλληλο σύμπαν, όπου ζουν
απελευθερωμένες οι ψυχές των ανθρώπων περιμένοντας τη νεκρανάστασή τους ως
έμπρακτη απόδειξη της αθανασία τους, το αναπόφευκτο του θανάτου, τον φόβο του
θανάτου, τα βασανιστικά ερωτήματα: Από
που ερχόμαστε; Που πηγαίνουμε; Τι νόημα έχει αυτή η ζωή; και πολλά άλλα θέματα
…
Ο καθαρός τρόπος γραφής, η
γλωσσική αρτιότητα, η κριτική στάση απέναντι σε πρόσωπα και σε καταστάσεις και
η διεισδυτική ματιά στα γεγονότα είναι χαρακτηριστικά αυτού του έργου της Βούλα Ηλιάδου. Η γραφή της, στοχαστική και στιβαρή, άμεση και
τρυφερή μας χάρισε ένα κείμενο σπάνιας δύναμης και ομορφιάς.
Λόγια που συγκινούν και
αγγίζουν τις καρδιές. Μια ιστορία δύο παιδιών, που γίνεται αφορμή για να
αναδειχθούν ιδέες, πατρογονικές αξίες, η διάσωση της ιστορικής μνήμης, η
αφύπνιση της ιστορικής συνείδησης και
ολόκληρη η Ιστορία της Ελλάδας, όχι με διάθεση διδακτική αλλά με ένα σπάνιο
τρόπο που αναδεικνύει καίρια όλα εκείνα τα οποία αξίζει να παλεύει κανείς στη ζωή. Κι όπως λέει ο Κώστας Ταχτσής
«Η ζωή είναι στρόβιλος. Ευτυχία είναι να αγαπάς τον στρόβιλο».
Ένα κείμενο γραμμένο με
τόση συγγραφική τέχνη και ωριμότητα, που παρά το θέμα του δεν προκαλεί θλίψη, παρά
μόνο μια ζεστασιά και μια γλυκιά μελαγχολία.
Ιδιόμορφο, ιδιαίτερο,
σίγουρα ασυνήθιστο μυθιστόρημα. Με ανατροπές σε δεδομένες παραδοχές, βαθιές
τομές που αιμορραγούν πάνω σε συναισθήματα, που άλλοτε παρηγορούν κι άλλοτε
απελπίζουν.
Σε ταξιδεύει, σε
αιχμαλωτίζει, σε κάνει να αισθάνεσαι αυτή την παρηγορητική συντροφιά που μόνο
ένα καλό βιβλίο μπορεί να σου προσφέρει.
Η Βούλα Ηλιάδου γεννήθηκε στο Κιλκίς και έζησε τα πρώτα της χρόνια στο χωριό «Αντώνιος
Καμπάνης», όπου υπηρετούσαν ως δάσκαλοι οι γονείς της. Μετά τη μετάθεση και
μόνιμη εγκατάστασή τους στη Θεσσαλονίκη, ολοκλήρωσε τις γυμνασιακές της σπουδές
εκεί και φοίτησε στη Φιλοσοφική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου
Θεσσαλονίκης (τμήμα Βυζαντινών & Νεοελληνικών Σπουδών), με πανεπιστημιακούς
δασκάλους τους Γ. Σαββίδη, Δ. Μαρωνίτη, Μαν. Ανδρόνικο, Ι. Καραγιαννόπουλο και
Απ. Σαχίνη. Το 1982 διορίστηκε στη Μέση Εκπαίδευση. Εργάστηκε οχτώ χρόνια ως
καθηγήτρια σε σχολεία της Θεσσαλονίκης και το 1990 μετατέθηκε στην Αθήνα, όπου
υπηρέτησε σε λύκεια. Παράλληλα έγραφε μικρά και μεγάλα αφηγήματα, ενασχόληση
που τη συντρόφευε απ’ τα μαθητικά και φοιτητικά της χρόνια. Το 1997 γνωρίστηκε
με τον Αντώνη Σαμαράκη, ο οποίος την προέτρεψε να εκδώσει αυτά που έγραφε.
Έκανε την πρώτη της εμφάνιση στην πεζογραφία το 2006 με το μυθιστόρημα Βαθύ κόκκινο σε γαλάζιο φόντο
(εκδόσεις Μ. Σιδέρης). Ακολούθησαν: Μην ξεχάσεις τη φωνή μου
(μυθιστόρημα, εκδόσεις Μ. Σιδέρης 2007), Κάτω απ’ τον ίδιο ουρανό
(αλληγορικές ιστορίες και παραμύθια, εκδόσεις Μ. Σιδέρης 2008), Ματωμένη πορφύρα (ιστορικό
μυθιστόρημα, εκδόσεις Γκοβόστης 2009), Καλπάζοντας στον άνεμο
(ιστορικό μυθιστόρημα, εκδόσεις Λιβάνης 2013). Απ’ το 2018 αρθρογραφεί στον
ηλεκτρονικό Τύπο με το φιλολογικό ψευδώνυμο Κρινιώ Καλογερίδου.
0 Σχόλια