Ο Νίκος Τσουρλάκης είναι νέος και πολλά υποσχόμενος συγγραφέας. Το πρώτο του βιβλίο κυκλοφόρησε αρκετά πρόσφατα από τις τις εκδόσεις «Ελκυστής» και φέρει τον τίτλο «Η ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ». Σήμερα έχουμε τη χαρά να τον φιλοξενούμε στις Τέχνες, σε μία άκρως ενδιαφέρουσα συζήτηση.
Συνέντευξη στη Στέλλα Πετρίδου
Είμαι ένας άνθρωπος με έντονη φαντασία. Κάποιος, που πριν λίγα χρόνια, ανακάλυψε πως δε θα ήταν άσχημη ιδέα να αφήσει για λίγο τους χάρτες και τα βιβλία για να κάτσει μπροστά στο πληκτρολόγιο.
Για ποιο λόγο αποφασίσατε να ασχοληθείτε με τη συγγραφή;
Κάποια στιγμή, στην μακρόχρονη πορεία μου ως βιβλιόφιλος, ένιωσα την ανάγκη να παρέμβω και να αλλάξω την πλοκή ή το φινάλε κάποιον βιβλίων που είχα διαβάσει. Όμορφα έργα, που μου είχαν χαρίσει απλόχερα την απόλαυση της ανάγνωσης, όμως στο τέλος με απογοήτευσαν. Ίσως το πρόβλημα να ήμουν εγώ. Ίσως να είχα μετατραπεί σε έναν πολύ δύσκολο αναγνώστη. Σκέφτηκα, λοιπόν, πως η μόνη λύση θα ήταν να δημιουργήσω τη δική μου πλοκή με τους δικούς μου χαρακτήρες και φυσικά, το δικό μου τέλος.
Θυμάστε πότε ήταν η πρώτη φορά που γράψατε το πρώτο σας κείμενο; Ποια ήταν η κατάληξή του; Τυπώθηκε ή έμεινε στο συρτάρι και γιατί;
Είμαι νέος συγγραφέας. Το πρώτο μου κείμενο ήταν ένα από τα δεκαεπτά κεφάλαια του πρώτο μου μυθιστορήματος και το έγραψα πριν από τρεισήμισι χρόνια. Δυστυχώς, αυτό το έργο είναι ακόμη ανέκδοτο.
Υπήρξε κάποιο γεγονός στη ζωή σας που νιώσατε την ανάγκη να το μεταφέρετε αυτούσιο στο χαρτί;
Πράγματι, υπάρχει ένα συμβάν από την ιστορία της οικογένειας μου, το οποίο αποτυπώνονται στο πρώτο μου, ανέκδοτο βιβλίο, στο οποίο αναφέρθηκα νωρίτερα.
Τι μπορεί να αποτελέσει έμπνευση για εσάς;
Τα πάντα. Οι ειδήσεις που ακούω, τα βιβλία που διαβάζω, μια ταινία, ένα περιοδικό, μια συζήτηση με κάποιο φίλο. Όμως, περισσότερο με εμπνέει η παρατήρηση. Πολλές φορές κάθομαι σε μια καφετέρια και παρατηρώ τους ανθρώπους γύρω μου. Προσπαθώ να φανταστώ τι μπορεί να σκέφτονται όταν στέκουν ακίνητοι και αμίλητοι, πως μπορεί να νιώθουν όταν γελούν δυνατά ή όταν κοιτούν γύρω τους συνοφρυωμένοι. Και τότε, η αχαλίνωτη φαντασία μου φτιάχνει μικρά σενάρια όπου πρωταγωνιστής θα είναι κάποιος ή κάποια που έτυχε να κάτσει απέναντι μου για δέκα λεπτά, για έναν καφέ, ή απλά, θα με προσπεράσει για μια στιγμή, όμως το πρόσωπο και οι εκφράσεις του/της θα χαραχτούν στο μυαλό μου για να ‘’παίξουν’’ το ρόλο τους στη μικρή φανταστική ιστορία που έχω πλάσει γι’ αυτούς.
Είναι η φαντασία καθοριστικός παράγων για τη δημιουργία; Τι πιστεύετε;
Απόλυτα! Αν από τη τέχνη αφαιρέσουμε τη φαντασία, τότε μάλλον μιλάμε για μανιερισμό ή πολύ απλά, για αντιγραφή. Κάπου στο βιβλίο μου ένας από τους χαρακτήρες μου, λέει, «…όπως θα γνωρίζετε δεν υπάρχει παρθενογένεση στην Τέχνη». Η γνωστή φράση χρησιμοποιείτε στο βιβλίο χάριν της ιδιαιτερότητας του συγκεκριμένου ήρωα, παρόλα αυτά, είναι μια διατύπωση που με βρίσκει απόλυτα αντίθετο. Φυσικά και υπάρχει παρθενογένεση. Λέγετε Τέχνη.
Έχετε πρότυπα ως συγγραφέας; Στα γραπτά σας θα διαπιστώσει ο αναγνώστης επιρροές από άλλους αγαπημένους σας συγγραφείς;
Πιστεύω, πως ένας έμπειρος αναγνώστης θα βρει πολλές επιρροές στη γραφή μου. Διαφορετικές μεταξύ τους, καθώς προέρχονται από συγγραφείς που διαφέρουν κατά πολύ, λογοτεχνικά. Δε νοιώθω άσχημα για αυτές τις επιρροές, καθώς τις βλέπω ως τα δάνεια ενός μαθητή τα οποία αποσπάει από τους δασκάλους του. Θα ήθελα στο μέλλον, να μπορέσω να εξελιχθώ ως συγγραφικά και να εκφράζομαι με ένα δικό μου, μοναδικό ύφος. Καταλαβαίνω, φυσικά, πως κάτι τέτοιο απαιτεί μεγάλη εμπειρία και μακρόχρονη συγγραφή. Παρόλα αυτά, έχω αρκετή υπομονή και πολύ θέληση.
Θεωρείτε πως είναι χρέος του κάθε δημιουργού να μοιράζεται το έργο του όταν το ολοκληρώσει; Εσείς, στην προκειμένη περίπτωση, γιατί πήρατε την απόφαση να εκδώσετε το πρώτο σας βιβλίο;
Δε γνωρίζω αν υπάρχει χρέος προς τον αναγνώστη. Σίγουρα όμως, υπάρχει η ανάγκη να επικοινωνήσουμε μέσω της γραφής. Πολύ συνάνθρωποι μας γράφουν και επικοινωνούν μαζί μας. Εμείς, ως αναγνώστες, αποδεχόμαστε αυτό τον τρόπο επικοινωνίας γιατί μας αρέσει. Τον απολαμβάνουμε. Αυτό θέλησα να κάνω και εγώ, εκδίδοντας. Να επικοινωνήσω μια ιστορία. Μια πλοκή που δεν εμπεριέχει ήρωες, πρωταγωνιστές η κομπάρσους. Ήθελα να αποτυπώσω μια εναλλακτική οπτική της πραγματικότητας, όπου ο ίδιος ο αναγνώστης αποφασίζει με ποιόν από τους χαρακτήρες θα συνδεθεί, χωρίς να χρειάζεται τη δική μου καθοδήγηση. Ο κάθε αναγνώστης θα σχετιστεί με το χαρακτήρα του μυθιστορήματος που του ταιριάζει.
Ας μιλήσουμε γι’ αυτό. Κυκλοφόρησε αρκετά πρόσφατα από τις εκδόσεις «Ελκυστής» και φέρει τον τίτλο «Η ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ». Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα αρκετά συναρπαστικό και ενδιαφέρον, καλογραμμένο και ευκολοδιάβαστο, με έξυπνη πλοκή, που κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη από την αρχή ως το τέλος της ανάγνωσης. Πείτε μας δυο λόγια για το περιεχόμενό του. Τι θα διαβάσει ο αναγνώστης πιάνοντας το βιβλίο αυτό στα χέρια του;
Η «Ανταλλαγή» κινείται στο χώρο της κατασκοπείας, χωρίς, όμως, να περιορίζεται στη ‘’δράση’’ ανάμεσα σε κατάσκοπους και ανταγωνιστές. Πρόκειται, στην ουσία, για την εξιστόρηση γεγονότων που λαμβάνουν χώρα σε δύο διαφορετικές χρονικές περιόδους. Σε παρελθόντα χρόνο μια τρομοκρατική επίθεση εμπλέκει όλους, σχεδόν, τους χαρακτήρες του έργου. Ο κάθε ένας από αυτούς, βιώνει την πραγματικότητα της βίαιης επίθεσης μέσα από τη δική του οπτική. Κάποιοι από τους χαρακτήρες συμμετέχουν ενεργά, ως νικητές του παιχνιδιού ή ως χαμένοι. Υπάρχουν, όμως, και οι χαρακτήρες που βρίσκονται στο χώρο της επίθεσης από σύμπτωση. Κάποιοι από αυτούς θα επιζήσουν, κάποιοι άλλοι θα πεθάνουν. Κατά τη δεύτερη χρονική περίοδο, η οποία λαμβάνει χώρα στο παρόν, τα πράγματα είναι λιγότερο περίπλοκα. Πρόκειται για ένα παιχνίδι ανάμεσα στους κατασκόπους το οποίο έχει έναν και μοναδικό σκοπό. Την απόδοση δικαιοσύνης και την εκδίκηση, χωρίς να υπάρχει κάποια ξεκάθαρη γραμμή ανάμεσα σε αυτά τα δύο.
Ποιο υπήρξε το βασικό σας ερέθισμα για να ξεκινήσετε τη συγγραφή του συγκεκριμένου έργου;
Με γοητεύουν οι ιστορίες κατασκοπίας. Θα μπορούσα να πω πως είναι από τα αγαπημένα μου αναγνώσματα. Ωστόσο, ο κύριος λόγος συγγραφής της «Ανταλλαγής» είναι το φαινόμενο της τρομοκρατίας και οι άπειρες πιθανότητες που υπάρχουν για όλους εμάς, να συναντήσουμε κάποια μέρα το πεπρωμένο μας, σε ένα αεροδρόμιο, σε μια στάση του μετρό ή σε κάποια καφετέρια όπου απολαμβάνουμε ένα ήρεμο κυριακάτικο καφέ. Αποφάσισα, λοιπόν, να δέσω σπονδυλωτά έξι τυχαίες ιστορίες ανθρώπων, που βρέθηκαν στο λάθος τόπο τη λάθος στιγμή και να τις τοποθετήσω μέσα σε μια κατασκοπική πλοκή.
Η πραγματικότητα καμιά φορά ξεπερνά τα όρια της λογικής του ανθρώπου. Επομένως, κάθε είδους φαντασία που επιχειρεί να απεικονίσει την πραγματικότητα με το δικό της τρόπο δε μπορεί να θεωρηθεί υπερβολική. Για το λόγο αυτό, ενώ μερικές ιστορίες βιβλίων μοιάζουν εκ πρώτης όψεως εξωπραγματικές και παράλογες, στην ουσία καθρεφτίζουν την κατάντια και την παρακμή της υπαρκτής κοινωνίας μας, η οποία φυσικά προκύπτει από τις λάθος επιλογές και την παραφροσύνη των μελών της. Έτσι λοιπόν, ενώ κι εσείς ως συγγραφέας στην παρούσα περίπτωση φροντίζετε από την αρχή του βιβλίου σας να ξεκαθαρίσετε στον αναγνώστη που μόλις ξεκινά να το διαβάζει πως η ιστορία που φιλοξενείτε σ’ αυτό είναι φανταστική, το περιεχόμενό της και η αληθοφάνεια που το χαρακτηρίζει οδηγούν χωρίς να το επιδιώκετε ιδιαίτερα στο ίδιο αποτέλεσμα. Καθρεφτίζεται η επικρατούσα πραγματικότητα με το δικό σας τρόπο. Πώς νιώθετε που τα καταφέρατε;
Η ερώτηση η οποία μου θέτετε είναι εξαιρετική, καθώς το πρώτο μέρος της προσεγγίζει φιλοσοφικά την παράλογη πραγματικότητα στην οποία ζούμε. Πράγματι, η αλληλοεπιδράσεις μέσα σε μια παρηκμασμένη κοινωνία, οδηγούν κάποιες φορές τους δρώντες σε απάνθρωπες πράξεις. Γινόμαστε, παθητικά, μάρτυρες απρόσωπων επιθέσεων κατά συνανθρώπων μας, οι οποίες δικαιολογούνται και εξωραΐζονται μέσα από κοσμοθεωρίες ή πολιτικές ιδεολογίες. Όλοι μας, ως παρατηρητές αυτών των παράλογων επιθέσεων, προσπαθούμε να αντιληφθούμε τους λόγους που οδηγούν τους θύτες σε τέτοιες αδικαιολόγητες επιθέσεις, οι οποίες πολλές φορές, στοχεύουν ανύποπτους και αθώους περαστικούς. Οι περισσότεροι από εμάς, αντιλαμβανόμαστε και προσπαθούμε να εξηγήσουμε τους λόγους που οδηγούν σε τέτοιες ακρότητες, μέσω της δικής μας ιδεολογίας και κοσμοθεωρίας.
Όντως, η πλοκή και οι χαρακτήρες του μυθιστορήματος ανήκουν στο χώρο της φαντασίας, όπως ενημερώνω τον αναγνώστη στην αρχή του βιβλίου. Ωστόσο, τα συναισθήματα που νιώθουν και βιώνουν αυτοί οι χαρακτήρες είναι καθόλα αληθινά. Πρόκειται για καθημερινές ανθρώπινες ιστορίες. Άνθρωποι που ζούνε τη ζωή τους, βιώνουν την πραγματικότητα ο καθένας μέσα από τη δική του οπτική, μοιράζονται στιγμές, αγαπάνε. Όλες οι σκέψεις, τα συναισθήματα, οι ανάγκες, οι φόβοι και οι χαρές που χάθηκαν τη μέρα που σκοτώθηκε ένας Αμερικάνος στους Δίδυμους Πύργους το 2001, είναι όμοια με αυτά που χάθηκαν με το θάνατο ενός Ισπανού σε κάποιο τρένο στη Μαδρίτη το 2004 ή ένας Άγγλου σ’ ένα λονδρέζικο λεωφορείο το 2005.
Περιγράφοντας συναισθήματα που νιώθουμε ή θα νιώσουμε όλοι μας σε κάποια στιγμή της ζωής μας, θεωρώ, πως δημιουργείτε ένας συνδετικός κρίκος ανάμεσα στα θύματα του μυθιστορήματος και τον αναγνώστη. Εάν, το βιβλίο μου καταφέρνει να δημιουργήσει αυτή τη συναισθηματική σύνδεση, τότε αυτό μου δίνει μεγάλη ικανοποίηση.
Η τιμωρία είναι αναπόφευκτη για τον άνθρωπο που έχει προκαλέσει το κακό; Το κακό μπορεί να υποχωρήσει όταν πλέον έχει εκδηλωθεί; Η εκδίκηση έχει τη δύναμη να το σταματήσει;
Δυστυχώς, το κακό μένει πάντα ατιμώρητο. Απλά ξεχνιέται, εξανεμίζεται μέσα στο χρόνο και στο τέλος, το μόνο που μένει από αυτό είναι η πικρή ανάμνηση του. Οι μηχανισμοί απόδοσης της δικαιοσύνης, στον κόσμο μας, τιμωρούν την πράξη και όχι το ίδιο το κακό. Από την άλλην, η εκδίκηση ως μορφή τιμωρίας έχει ως σκοπό να τιμωρήσει το κακό ανταποδοτικά. Με το ίδιο νόμισμα. Να πληρώσει το κακό, με το κακό.
Κατά την προσωπική μου άποψη, το κακό νικιέται μόνον από τα αντίθετα του. Το καλό και τη συγχώρεση.
Ποια μηνύματα θέλετε οπωσδήποτε να περάσετε στον αναγνώστη μέσα από το βιβλίο σας αυτό;
Πιστέψτε με κυρία Πετρίδου, δεν έχω σκοπό να περάσω κάποιο μήνυμα στον αναγνώστη. Το μόνο που επιδιώκω είναι να τον εξιτάρω, να τον κάνω να σκεφτεί μόνος του, να του χαρίσω μια στιγμή απόλαυσης ή ακόμη και να το στεναχωρήσω, αν θέλετε. Θα ήθελα, ο αναγνώστης μου να συνδεθεί με κάποιον από τους πολλούς χαρακτήρες της «Ανταλλαγής». Το ποιος θα είναι αυτός ο χαρακτήρας, είναι κάτι το οποίο θα επιλέξει μόνος του ο κάθε αναγνώστης.
Θα εντοπίσει ο αναγνώστης στους ήρωές σας στοιχεία της δικής σας προσωπικότητας;
Ίσως ενδόμυχα, ανεπαίσθητα, μέσω της γραφή μου, να έχω περάσει χαρακτηριστικά της προσωπικότητας μου σε κάποιον από τους χαρακτήρες του βιβλίου. Όμως, ακόμη και αυτό αφήνω να το αποφασίσει ο αναγνώστης. Αυτός ή αυτή θα αποφασίσουν εάν ο συγγραφέας παίρνει το μέρος ενός από τους χαρακτήρες της πλοκής. Θεωρώ, πως όταν δανείζουμε στοιχεία του χαρακτήρα μας σε κάποιον από του ήρωες μας, τότε ως δημιουργοί, συντασσόμαστε μαζί του, στεκόμαστε δίπλα του.
Σε ποιες ηλικίες απευθύνεται το βιβλίο σας;
Απευθύνεται μόνο σε ενήλικες.
Μιλήστε μας για το πρώτο σας εκδοτικό σπίτι. Είστε ευχαριστημένος από τη συνεργασία σας με τις εκδόσεις «Ελκυστής»;
Χαίρομαι που μου δίνεται η ευκαιρία να αναφερθώ στις εκδόσεις Ελκυστής. Από την πρώτη μας επικοινωνία η ομάδα του Ελκυστή με κέρδισε με τον επαγγελματισμό και την απλόχερη στήριξη της. Για ένα νέο συγγραφέα, όπως εγώ, η σωστή καθοδήγηση στο χώρο των εκδόσεων είναι το Α και το Ω στην προώθηση του έργου. Δεν το κρύβω, πως παλιότερα είχα μια πολύ άσχημη συνεργασία με έναν άλλον εκδοτικό οίκο, για το πρώτο μου, ανέκδοτο μυθιστόρημα. Πιστεύω πως είμαι τυχερός, που η εκδοτική ομάδα του Ελκυστή αποφάσισε να εκδώσει και να προωθήσει την «Ανταλλαγή». Αυτή η εμπιστοσύνη προς το δεύτερο μυθιστόρημα μου, με έχει εμψυχώσει και πλέον συγγράφω το τρίτο μου βιβλίο.
Σχεδιάζετε κάποια παρουσίαση του βιβλίου σας το προσεχές διάστημα;
Θα ήθελα στο κοντινό μέλλον να οργανώσω κάποια παρουσίαση. Ωστόσο, θα προτιμούσα να περιμένω τις κριτικές των αναγνωστών μου, θετικές ή αρνητικές. Όταν θα έχω την ανατροφοδότηση από την υποδοχή του μυθιστορήματος, θα είμαι σε θέση να συναντήσω το αναγνωστικό κοινό. Θεωρώ, πως κάτι τέτοιο θα είναι πιο αυθεντικό, πιο αληθινό αν θέλετε.
Μια ευχή σας για το μέλλον;
Να μπορέσουμε να ξαναγυρίσουμε στην εποχή της ελευθερίας μας. Με λύπη μου, συλλαμβάνω ακόμη και τον εαυτό μου, δέσμιο κάποιας οθόνης. Θα ήθελα στο μέλλον, να μάθουμε να χρησιμοποιούμε την τεχνολογία χωρίς να χάνουμε την ανθρώπινη επαφή.
Πριν κλείσουμε τη συζήτηση θα ήθελα να μας παραθέσετε ένα μικρό απόσπασμα από το βιβλίο σας.
Το απόσπασμα που διάλεξα, για εσάς, είναι ένα από αυτά τα κομμάτια του βιβλίου που, αν μου επιτρέπετε την έκφραση, με παίδεψαν περισσότερο. Καθώς πρόκειται για την αφήγηση μια μάχης, κάθε φορά που την τελείωνα έμενα απογοητευμένος από το αποτέλεσμα. Τέλος, όταν πλέον κατάφερα να το ολοκληρώσω, συνειδητοποίησα πως οι μαχητές θα μπορούσαν, κάλλιστα, να είναι γυναίκες, αν σκεφτεί κανείς πως η συγκεκριμένη σκηνή λαμβάνει χώρα στη Βόρεια Συρία. Πιστεύω, πως το δυναμικό αποτέλεσμα δικαίωσε απόλυτα την πρόσθετη προσπάθεια.
«Τέσσερεις γυναίκες κατέβαιναν το μικρό λόφο, τρέχοντας με απίστευτη ταχύτητα προς το μισό-κατεστραμμένο ελικόπτερο. Τα δυνατά και γυμνασμένα πόδια τους βύθιζαν τις αρβύλες μέσα στα οργωμένα χώματα, μειώνοντας ταχύτατα της απόσταση από το σημείο της σύγκρουσης. Πλησίαζαν το ελικόπτερο από τα δυτικά. Μόλις έφτασαν σε απόσταση εβδομήντα μέτρων, η πρώτη απ’ αυτές, μια ψηλή μαυρομάλλα, τέντωσε το αριστερό της χέρι δείχνοντας μια γέρικη ελιά που στεκόταν μονάχη στη μέση ενός χέρσου χωραφιού.
«Κάλυψε μας από δω Ζέρια», έδωσε εντολή φωνάζοντας στην τελευταία της ομάδας. Η Ζέρια, μια κοντή και παχουλή αντάρτισσα, έστησε ανάμεσα στα ξερά κλαδιά της ελιάς ένα ρωσικό τυφέκιο Dragunov, όπλισε τραβώντας το κλείστρο προς τα πίσω και σκόπευσε σταθερά προς το ελικόπτερο μέσα από τη διόπτρα του όπλου. Η επικεφαλής της ομάδας των πολεμιστών σήκωσε ψηλά ένα τυφέκιο εφόδου Kalashnikov και σημαδεύοντας προς το ελικόπτερο, άρχισε να κάνει μικρά γρήγορα βήματα. Με τους ώμους ανασηκωμένους και τα μάτια της ευθυγραμμισμένα με τα σκοπευτικά του όπλου, περπατούσε προς το ελικόπτερο με όλες τις αισθήσεις της σε εγρήγορση. Στο ίδιο μοτίβο, την ακολουθούσαν ακροβολισμένες και οι άλλες δύο συμπολεμίστριες της.
Ξαφνικά, οι τρείς γυναίκες έπεσαν πρηνηδόν στο έδαφος. Δύο πυροβολισμοί ακούστηκαν από το πιλοτήριο του ελικοπτέρου. Ο πιλότος, κρεμασμένος ανάποδα από τη ζώνη ασφαλείας, είχε γυρίσει το κεφάλι του προς αυτές και πυροβολούσε με το ατομικό του πιστόλι μέσα από το μισάνοικτο παράθυρο του. Η απόσταση που τους χώριζε πρέπει να ήταν γύρω στα τριάντα μέτρα. Αρκετά μακριά για να μπορέσει να σκοπεύσει απ’ αυτήν την άβολη στάση, όμως σε ικανοποιητική απόσταση βολής για να καταφέρει ένα θανάσιμο πλήγμα. Τη στιγμή που οι γυναίκες άρχισαν να ανταποδίδουν τα πυρά, μια σφαίρα από το Dragunov της Ζέρια πέρασε από το μικρό παράθυρο και του διέλυσε το κρανίο. Το αίμα και τα μυαλά του έβαψαν το μισάνοικτο παράθυρο της καμπίνας. Αυτό ήταν το σημάδι που περίμεναν οι γυναίκες για να σηκωθούν και να συνεχίσουν την ασταμάτητη προέλαση τους.»
Κύριε Τσουρλάκη, σας ευχαριστώ πολύ για τη συζήτησή μας και σας εύχομαι καλή, δημιουργική και συναρπαστική συνέχεια.
Εγώ σας ευχαριστώ κυρία Πετρίδου, για την ευκαιρία που μου δώσατε. Οι ερωτήσεις σας μου επέτρεψαν να εκφράσω σκέψεις, τις οποίες δύσκολα ένας δημιουργός μπορεί να μεταφέρει μέσα από το έργο του.
Βιογραφικό:
Ο Νίκος Τσουρλάκης είναι ένας νέος συγγραφέας και Η Ανταλλαγή είναι το πρώτο του μυθιστόρημα. Γεννήθηκε το 1970 στη Γερμανία και μεγάλωσε σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Τα τελευταία δεκαέξι χρόνια ζει στο εξωτερικό.
Διαθέτει πτυχίο στον Ευρωπαϊκό πολιτισμό από το Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο και ήταν πάντα ερωτευμένος με την Ιστορία, την ελληνική και την παγκόσμια.
0 Σχόλια