Γράφει βιβλία γιατί µόνο έτσι κρατά ανοικτή την πόρτα ανάµεσα στους κόσµους. Αυτό διαβάζουμε στο βιογραφικό της συγγραφέως Μαρία Κωλέττα που σήμερα έχουμε τη χαρά να φιλοξενούμε στις Τέχνες, με αφορμή το πολύ πρόσφατο μυθιστόρημά της με τίτλο «Εκεί που σμίγουν οι κόσμοι», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Πηγή».
Συνέντευξη στη Στέλλα Πετρίδου
Κυρία Κωλέττα, τι ήταν αυτό που σας ώθησε να εκφραστείτε μέσω της συγγραφής;
Καλησπέρα και σας ευχαριστώ πολύ για τη φιλοξενία. Αυτό που με ώθησε στη συγγραφή ήταν μια βαθιά ανάγκη να εκφράσω τις ιστορίες που υπάρχουν μέσα μου και ψάχνουν διέξοδο για ν’ ακουστούν. Αυτό με έκανε αρχικά να τις σημειώνω σε τετράδια και ύστερα ν’ αποφασίσω να τις γράψω ολοκληρωμένα.
Πώς θα συστήνατε τον εαυτό σας στο αναγνωστικό κοινό;
Θα με παρουσίαζα σαν έναν άνθρωπο γεμάτο εικόνες, τόσο από τα πολλά βιβλία που έχω διαβάσει από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, όσο και από τα ερεθίσματα που είχα στην πορεία της ζωής μου. Νιώθω ότι κάθε τι που υπάρχει γύρω μου θα μπορούσε να κρύβει μια ιστορία, ένα μυστικό που περιμένει ν’ αποκαλυφθεί.
Οι πολύ αξιόλογες σπουδές σας έχουν επηρεάσει, θεωρείτε, τον τρόπο σκέψης και γραφής σας;
Αδιαμφισβήτητα, οι σπουδές μου ως μηχανικός και η αγάπη μου για τις φυσικές επιστήμες επηρέασαν τον τρόπο που αντιλαμβάνομαι τα πράγματα. Η μαθηματική σκέψη, η οργάνωση και η τάξη που απέκτησα, με έκαναν να διακρίνω πιο ξεκάθαρα τις συνδέσεις ανάμεσα στις καταστάσεις, να κατανοώ καλύτερα τον κόσμο γύρω μου και τους δεσμούς που κρατούν ενωμένα τα πάντα στη φύση.
Τι μπορεί να αποτελέσει έμπνευση για εσάς;
Έμπνευση μπορεί να αποτελέσει οτιδήποτε πέφτει στην αντίληψή μου, ένας λόγος, μια εικόνα, μια μυρωδιά. Ιδιαίτερα με εμπνέουν οι παλιές ιστορίες, κάτι που συνέβη στο παρελθόν κι έχει αφήσει ένα σημάδι για μένα για να το φέρω στο φως. Αλλά ακόμα κι ένα δέντρο μπορεί να με κάνει να σκεφτώ σε ποιους ταξιδιώτες, άραγε, να έχει προσφέρει τη σκιά του, πόσα παιδιά να έχουν κάνει κούνια στα κλαδιά του; Τι να σκέφτονταν; Πώς ένιωθαν; Ποιον κόσμο αντίκρυζαν όταν κοιτούσαν γύρω τους;
Υπήρξε κάποιο γεγονός στη ζωή σας που νιώσατε την ανάγκη να το μεταφέρετε αυτούσιο στο χαρτί;
Η στιγμή που έγινα μητέρα ήταν ένα γεγονός που επηρέασε για πάντα τον τρόπο που αντιλαμβάνομαι τον κόσμο γύρω μου. Από τότε, κάθε άνθρωπος είναι πλέον το παιδί μιας μητέρας, κάποια μητέρα πονάει γι’ αυτόν. Αυτό, αναμφίβολα, επηρέασε και τον τρόπο που γράφω.
Ποιος θεωρείτε ότι, τελικά, είναι ο σκοπός της λογοτεχνίας; Τι έχει να προσφέρει στον σύγχρονο άνθρωπο;
Για μένα, η λογοτεχνία είναι ένα καταφύγιο, μια ανακούφιση από τις ευθύνες και τις υποχρεώσεις της καθημερινότητας, ένα απίστευτο ταξίδι στο παρελθόν, όπου, όσες διαφορετικές ιστορίες κι αν διαβάσω, πάντα μέσα τους συναντώ τον εαυτό μου. Για τα παιδιά, θεωρώ ότι ο σκοπός της λογοτεχνίας θα πρέπει να είναι καθαρά παιδαγωγικός με ουμανιστική κατεύθυνση, ιδιαίτερα λόγω της ανεξέλεγκτης ανάπτυξης και χρήσης των εφαρμογών των νέων τεχνολογιών.
Οι άνθρωποι με την ολοένα και αυξανόμενη χρήση του διαδικτύου διαβάζουν βιβλία στις μέρες μας;
Οι άνθρωποι σήμερα διαβάζουν αλλά όχι όσο κατά την γνώμη μου, θα μπορούσαν. Αν, δε, λάβουμε υπόψη μας, τις νέες εφαρμογές ανάγνωσης, η ζήτηση των βιβλίων θα έπρεπε να βρίσκεται σε υψηλότερα επίπεδα. Ωστόσο, πιστεύω πως υπάρχει μια μεγάλη ομάδα ανθρώπων για τους οποίους η ανάγνωση βιβλίων είναι μια εσωτερική ανάγκη, που διαβάζουν ζώντας τις ιστορίες και που περιμένουν με ανυπομονησία το επόμενο βιβλίο που θα φτάσει στα χέρια τους!
Έχετε πρότυπα ως συγγραφέας; Στα γραπτά σας θα διαπιστώσει ο αναγνώστης επιρροές από άλλους αγαπημένους σας συγγραφείς;
Από τους κλασικούς συγγραφείς, ξεχωρίζω τον Ονορέ ντε Μπαλζάκ, τον Βίκτωρα Ουγκό και την Τζέην Ώστεν ενώ από τους πιο καινούργιους, τη Ρόζαμουλντ Πίλτσερ, την Πωλλίνα Σίμονς και την Κέιτ Μόρτον. Σίγουρα με έχουν επηρεάσει ως προς τις εικόνες που δημιουργούν στους αναγνώστες τους. Σε ό,τι αφορά τη γραφή μου, πάντως, προσπαθώ να εκφράζομαι σύμφωνα με το προσωπικό μου γλωσσικό και γνωστικό δυναμικό.
Αρκετά πρόσφατα, τον Σεπτέμβριο του 2023, κυκλοφόρησε το μυθιστόρημά σας με τίτλο «Εκεί που σμίγουν οι κόσμοι», από τις εκδόσεις «Πηγή». Όπως διαβάζουμε και στο οπισθόφυλλό του, πρόκειται για «μια συγκινητική ιστορία για την απώλεια, τον έρωτα και τη λυτρωτική δύναμη της συγχώρεσης, στα δυσκολότερα χρόνια της Κρήτης». Πείτε μας περισσότερα πράγματα γι’ αυτήν.
Η ιστορία που περιγράφει το βιβλίο διαδραματίζεται τόσο στην Κρήτη της Κατοχής (την περίοδο της μάχης της Κρήτης, των γεγονότων αντίστασης των Κρητών και της φυγάδευσης των συμμαχικών στρατευμάτων) όσο και στην Αυστραλία (την περίοδο του μεταναστευτικού ρεύματος που ακολούθησε τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο). Πρωταγωνίστρια είναι η Φωτεινή, μια νεαρή δασκάλα που βρέθηκε να ζει στο Σίδνεϋ η οποία, στην αρχή του βιβλίου, παραλαμβάνει τα κλειδιά του σπιτιού που έχει κληρονομήσει η μητέρα της, Ελπίδα από κληρονομιά από την θεία της η οποία και την είχε μεγαλώσει καθόσον η γιαγιά της Ζωή είχε πεθάνει αρκετά νέα. Παρόλο που το σπίτι αυτό ήταν κλειστό για χρόνια, κάτι τραβάει την Φωτεινή να ανοίξει το μικρό δωμάτιο στη σοφίτα. Στο δωμάτιο αυτό, η γιαγιά της είχε κρύψει έναν «θησαυρό» που προοριζόταν για τη κόρη της, την Ελπίδα, ένα χειρόγραφο βιβλίο με την ιστορία της. Όμως οι καταστάσεις που ακολούθησαν τα έφεραν έτσι που το βιβλίο αυτό κατέληξε στα χέρια της Φωτεινής. Με οδηγό λοιπόν αυτό το βιβλίο, έρχεται για πρώτη φορά σε επαφή με τις ρίζες της, την ιστορία των προγόνων της. Έτσι, οδηγείται στην Κρήτη προκειμένου να μάθει τι απέγινε ο παππούς της.
Πρόκειται για μια ιστορία για τον ανεκπλήρωτο έρωτα, για την αγάπη που υπερβαίνει τους κόσμους, για τις πράξεις εκείνες που βλάπτουν τους άλλους ανθρώπους και για τις ενοχές που μπορούν να μετασχηματιστούν σε προσωπική αλλαγή και να οδηγήσουν στην ωριμότητα.
Είναι όμως κυρίως ένα βιβλίο για τη δύναμη της συγχώρεσης. Και όπως αναφέρεται και μέσα, η συγχώρεση, σαν απαλή βροχή, πέφτει από τους ουρανούς στη γη κι ευλογεί διπλά, αυτόν που την δίνει κι αυτόν που την δέχεται.
Γιατί επιλέξατε τον συγκεκριμένο τίτλο για να κοσμήσει το εξώφυλλό του βιβλίου σας;
Ονόμασα το βιβλίο «Εκεί όπου σμίγουν οι κόσμοι» γιατί αναφέρεται σε εκείνες τις αγάπες που υπερβαίνουν τις έννοιες του χρόνου και του χώρου φτιάχνοντας το δικό τους σύμπαν και σ’ εκείνους τους έρωτες που, ξεπερνώντας εγωισμούς και πάθη, μεταμορφώνονται οι ίδιοι σε εικόνες γεμάτες χρώματα. Οι πρωταγωνιστές, σε όλη την ιστορία, ζουν εκεί όπου σμίγουν οι κόσμοι, μακριά από όλους αυτούς που επηρέασαν την πορεία τους.
Τι σας ενέπνευσε για να προβείτε στη συγγραφή του βιβλίου;
Αφορμή για τη συγγραφή του βιβλίου αυτού ήταν η βαθιά μου ανάγκη να εξωτερικεύσω μια παρόμοια ιστορία που υπήρχε μέσα μου για χρόνια, ίσως και από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. Η πρωταγωνίστρια ήταν πάντα εκεί, άκουγα τη φωνή της στα κενά ανάμεσα στις σκέψεις, μου ψιθύριζε την ιστορία της ακολουθώντας με στο σκοτάδι, ένιωθα πως την έβλεπα να κρύβεται στις φυλλωσιές των δέντρων και να καρτεράει για ένα βλέμμα μου. Αλλά με φόβιζε. Με φόβιζε η δύναμη της φωνής της, η σχέση που ίσως εγώ είχα μαζί της. Ώσπου, αντί να προσπαθώ να κρυφτώ από εκείνη, αποφάσισα να την αγκαλιάσω και να την ακούσω. Και μου χάρισε την ιστορία της, μια ιστορία που νιώθω πως, μαζί της, την έχω βιώσει κι εγώ.
Ποια είναι τα μηνύματα που θέλετε να περάσετε μέσα από την ιστορία που αφηγείστε;
Στο βιβλίο αυτό, η ιστορία των πρωταγωνιστών καθορίζεται από αποφάσεις, αδιαμφισβήτητα αρνητικές, τις οποίες πήραν άλλοι για αυτούς, προκαλώντας τους απεριόριστο πόνο. Ωστόσο, το μήνυμά του είναι ότι η συγχώρεση απαλλάσσει τελικά όλους τους πρωταγωνιστές από τις ενοχές που σαν ορμητικό ποτάμι τους πνίγουν και μας δείχνει ότι οι ιστορίες καθορίζονται και θεριεύουν, όχι μόνο από τα γεγονότα αλλά και από τις ευκαιρίες που χάθηκαν.
Θα εντοπίσει ο αναγνώστης στους ήρωες σας στοιχεία της δικής σας προσωπικότητας;
Αν και προσπάθησα να αφήσω τους ήρωες του βιβλίου να μου πουν, με τον δικό τους τρόπο, την ιστορία τους, νομίζω πως σίγουρα υπάρχουν και αρκετά στοιχεία της δικής μου προσωπικότητας.
Το βιβλίο σας απευθύνεται αποκλειστικά σε ενήλικες ή μπορεί να αποτελέσει ανάγνωσμα και για το εφηβικό κοινό;
Απευθύνεται σε ολόκληρο το φάσμα του αναγνωστικού κοινού και κυρίως στους νέους, ακριβώς επειδή αυτά που διαπραγματεύεται είναι ο έρωτας, η αγάπη, η συγχώρεση και τα διλήμματα μπροστά στα πρέπει της κοινωνίας.
Μιλήστε μας για το εκδοτικό σας σπίτι. Είστε ευχαριστημένη από τη συνεργασία σας με τις εκδόσεις «Πηγή»;
Η μέχρι τώρα συνεργασία μου με τις Πρότυπες Εκδόσεις Πηγή μου έχει αφήσει άριστες εντυπώσεις. Αγκάλιασαν το έργο μου με προσοχή και το μεταμόρφωσαν σε βιβλίο με επαγγελματισμό και συνέπεια.
Πώς σκοπεύετε να προωθήσετε το βιβλίο σας; Με κάποια παρουσίασή του ίσως το προσεχές διάστημα;
Μια παρουσίαση είναι στα μελλοντικά σχέδια μου. Κυρίως, όμως, προσπαθώ το βιβλίο μου να φτάσει στα χέρια ανθρώπων που θα το απολαύσουν, θα το εκτιμήσουν και θα το ζήσουν. Για το μέλλον, υπάρχουν και σκέψεις για την έκδοσή του στην Γαλλική και Αγγλική γλώσσα και προώθησή του μέσω on line διαδικασιών.
Επόμενα συγγραφικά σχέδια κάνετε ή είναι πολύ νωρίς ακόμα;
Αν και το βιβλίο «Εκεί όπου σμίγουν οι κόσμοι» εκδόθηκε μόλις πριν ένα μήνα, ήδη δουλεύω το επόμενο μυθιστόρημα.
Μια ευχή σας για το μέλλον;
Εύχομαι με όλη μου την καρδιά υγεία, ειρήνη και αγάπη για μένα, την οικογένειά μου και όλο τον κόσμο.
Πριν κλείσουμε τη συζήτηση θα ήθελα να μας παραθέσετε ένα μικρό απόσπασμα από το βιβλίο σας.
Σας παραθέτω ένα απόσπασμά από το χειρόγραφο βιβλίο που η Φωτεινή βρήκε κρυμμένο στη σοφίτα. Ήταν ένα κείμενο γραμμένο από τη γιαγιά της στο οποίο απευθύνεται στην κόρη της, την Ελπίδα, όταν ήταν δέκα χρονών.
«Σήμερα τελειώνει το παιχνίδι μας. Για τα υπόλοιπα βιβλία δεν με χρειάζεσαι πια, κοριτσάκι μου. Είσαι πλέον αρκετά μεγάλη για να έχεις δική σου άποψη για τον κόσμο που σε περιβάλλει. Ξέρεις πια πως για να δούμε τα αόρατα, τα κρυφά, πρέπει να τα ποθήσουμε, να βουτήξουμε, να τα αγγίξουμε με τις άκρες των δαχτύλων μας και να τα κρατήσουμε για πάντα στην καρδιά μας. Για να δούμε τη μαγεία πρέπει, μ’ ανοιχτή την καρδιά μας, να πιστέψουμε σ’ αυτήν.
Και είμαι σίγουρη πως έχεις καταλάβει ότι ζούμε σ’ έναν κόσμο θαυμαστό, απροσδόκητο, όπου όλα συνδέονται μεταξύ τους με ιερούς δεσμούς. Στον κόσμο αυτόν ερχόμαστε σαν δροσοσταλίδες σ’ ένα πράσινο φύλλο ένα ανοιξιάτικο πρωί, συναντιόμαστε για μερικές ανεκτίμητες στιγμές σαν ταξιδιώτες σ’ ένα κοσμικό ταξίδι και μετά πάλι εξαφανιζόμαστε, γινόμαστε φως. Έτσι συναντηθήκαμε κι εμείς, Ελπίδα, εσύ κι εγώ, μόνο για λίγες ανεκτίμητες στιγμές. Για ακόμα λιγότερες στιγμές, συναντήθηκα και με τον μπαμπά σου. Τις κρατάω όμως στην καρδιά μου όλες αυτές τις στιγμές σαν θησαυρό, γιατί αυτές με διαμόρφωσαν και με καθόρισαν ως άνθρωπο. Τις στιγμές αυτές ήταν που βουτούσα το κεφάλι μου μέσα στη δική μου θάλασσα».
Κυρία Κωλέττα, σας ευχαριστώ πολύ για την όμορφη συζήτηση και σας εύχομαι κάθε επιτυχία στο συγγραφικό σας έργο.
Κι εγώ, σας ευχαριστώ πολύ!
Βιογραφικό:
Η Μαρία Κωλέττα γεννήθηκε το 1978 και µεγάλωσε στο Ηράκλειο της Κρήτης. Το 2001 αποφοίτησε από τη Σχολή Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Υπολογιστών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, ενώ το 2005 ανακηρύχθηκε διδάκτορας του ίδιου ιδρύµατος στον τοµέα των Ραδιοεπικοινωνιών. Από το 2007 έως σήµερα, εργάζεται ως ειδικός επιστήµονας στην Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδροµείων.
Ζει στην Αγία Παρασκευή Αττικής, µε τον σύζυγο και τις κόρες της. Της αρέσει να διαβάζει, να ταξιδεύει σε απάτητα δάση κι ερηµικές παραλίες και να παίζει επιτραπέζια µε τους αγαπηµένους της. Γράφει βιβλία γιατί µόνο έτσι κρατά ανοικτή την πόρτα ανάµεσα στους κόσµους.
0 Σχόλια