Τίνα Κουτσουμπού: "Η γραφή μας αντικατοπτρίζει λίγο - πολύ και τον χαρακτήρα μας"


Η συγγραφέας Τίνα Κουτσουμπού πέρα από πολυγραφότατη είναι και φανατική αναγνώστρια. Με αρκετά βιβλία στο βιογραφικό της, ομολογεί ότι η συγγραφή αποτελεί ανάγκη εσωτερική για την ίδια και καταφυγή. Το νέο της βιβλίο είναι το ιστορικό μυθιστόρημα με τίτλο «Χλομά βουνά στ' αχνάρια του Χρηστομάννου» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Αω». Σήμερα θα μας μιλήσει γι' αυτό στις Τέχνες στη συνέντευξη που ακολουθεί.

Συνέντευξη στη Στέλλα Πετρίδου


Κυρία Κουτσουμπού, τι είναι αυτό που σας συναρπάζει στη συγγραφή;

Για μένα η συγγραφή είναι καταφυγή. Είναι διέξοδος και χόμπι. Είναι η ώρα που οι λέξεις στο μυαλό μου ζητούν αποσυμφόρηση και ν’ απλωθούν στην οθόνη του υπολογιστή μου. Με ρωτάτε λοιπόν γιατί γράφω. Αποτελεί ανάγκη για μένα, είναι ο τρόπος να εκφράσω κρυμμένα συναισθήματα, να έλθω σε επαφή με τον άλλο μου εαυτό-ενώπιος ενωπίω. Με μεταφέρει σε κόσμους διαφορετικούς χαρίζοντάς μου μια δεύτερη ζωή, μέσα από τις ιστορίες των ηρώων μου. Με κάνει πιο δυνατή κι αισιόδοξη μέσα από τα δημιουργήματά μου.

Πείτε μας δυο λόγια για εσάς και τη συγγραφική σας πορεία.

Ξεκίνησα να γράφω στα ώριμά μου χρόνια. Πάντα ήμουν όμως φανατική αναγνώστρια. Μέσα από τους συγγραφείς που αγαπούσα λοιπόν συνειδητοποίησα πως μου άρεσε να δοκιμάσω τις ικανότητές μου και στο χαρτί. Άλλωστε από μικρή μου άρεσε να αφηγούμαι ιστορίες. Δημοσίευσα κάποιες διηγήσεις αρχικά στο Αθηναϊκό Ημερολόγιο του Στρατή Φιλιππότη κι έτσι ξεκίνησε το ταξίδι στον μαγικό κόσμο της συγγραφής με τις 4 συλλογές διηγημάτων και το πρόσφατο μυθιστόρημά μου. Στο μεταξύ συμμετείχα και σε αρκετούς λογοτεχνικούς διαγωνισμούς, σε κάποιους και με διακρίσεις, καθώς και σε συλλογικά αφιερώματα λογοτεχνικών ενώσεων. Αφέθηκα και σε ποιητικές αναζητήσεις δημοσιεύοντας σε συλλογικό τόμο με άλλους Μεσσήνιους ποιητές.

Εντοπίζετε κοινά στοιχεία ανάμεσα στο δοκιμιακό-ενημερωτικό και το λογοτεχνικό κείμενο;

Το δοκίμιο κινείται ανάμεσα στην επιστήμη ή τη φιλοσοφία και τη λογοτεχνία. Ενημερώνει και εξάγει συμπεράσματα. Χρησιμοποιεί γι’ αυτό λογοτεχνικό ύφος εξηγώντας κι αναλύοντας θέματα γενικού προβληματισμού. Ένα λογοτεχνικό κείμενο μπορεί να εμπεριέχει δοκιμιακά στοιχεία ανάλογα με το θέμα του.

Τι μπορεί να αποτελέσει έμπνευση για εσάς;

Οτιδήποτε από το περιβάλλον μου θα μπορούσε να με κινητοποιήσει και να εξιτάρει την φαντασία μου, οδηγώντας το μυαλό μου να φτιάξει τις εικόνες μιας ιστορίας, αρκεί να πιάσω τον άξονα για αυτά που θέλω να θίξω. Τα βιώματα, οι μνήμες, οι άνθρωποι που με σημάδεψαν και άφησαν στη ψυχή μου το αποτύπωμά τους σίγουρα κατέχουν θέση σε όσα υποσυνείδητα υπαγορεύει ο νους να καταγράψω στο χαρτί και καθορίζουν την συνέχεια. Τα σύγχρονα προβλήματα της εποχής μας επίσης δεν μ’ αφήνουν αδιάφορη. Αντίθετα με υποκινούν να εκφράσω τους φόβους και τις ανησυχίες μου μέσα από ήρωες ευάλωτους κι ανθρώπινους. Φυσικά εξυπακούεται πως γράφω αυτά που κι εμένα μ’ αρέσει να διαβάζω.

Είναι η φαντασία καθοριστικός παράγων για τη δημιουργία; Ποια η γνώμη σας;

Ο φανταστικός κόσμος που πλάθει το μυαλό μας είναι αναγκαίος παράγοντας για την εξέλιξη της δημιουργικότητάς μας σε κάθε μορφή τέχνης. Μόνο όμως αυτή δεν αρκεί. Αν η φαντασία μας είναι αποστερημένη από τη γνώση τότε το αποτέλεσμα, το έργο που δημιουργούμε δεν θα μας ικανοποιεί. Για να γίνω πιο σαφής, ένας ζωγράφος πρέπει να έχει φαντασία αλλά να γνωρίζει και τις τεχνικές της ζωγραφικής. Κατά συνέπεια κι ο συγγραφέας θα πρέπει να θέσει την φαντασία του στην υπηρεσία της συγγραφής του, φέρνοντας σε επαφή τα φανταστικά με τα πραγματικά στοιχεία μέσα από τις τεχνικές της γραφής. Άλλωστε με τη φαντασία σκεφτόμαστε πράγματα που δεν υπάρχουν για να δημιουργήσουμε κάτι το δυνητικά υπαρκτό κι αυτό που στοχεύουμε.

Τι παίζει σημαντικότερο ρόλο στην εμπορικότητα ενός βιβλίου, η θεματολογία του, το είδος του ή το όνομα του συγγραφέα που το συνοδεύει;

Δεν θα έπρεπε να παίζει ρόλο τίποτε απ’ όλα αυτά. Το ένα δεν πρέπει να αντικρούει το άλλο. Γιατί, πίσω από ένα γνωστό όνομα πρέπει πάντα να κρύβεται ένα best seller; Γιατί να στρεφόμαστε, κατά καιρούς, κυρίως στη «ροζ λογοτεχνία» και να την επιβάλλουμε στους αναγνώστες; Ο συγγραφέας δεν είναι καλό να ταυτίζεται με ένα μόνο είδος, πρέπει να επιδιώκει να πάει παρακάτω, να δοκιμάζει νέους δρόμους και προκλήσεις. Άλλωστε η έμπνευση είναι μια κυρία ενίοτε ακριβοθώρητη τόσο για νομπελίστες όσο και μη. Από την άλλη καλό θα ήταν και οι εκδοτικοί οίκοι να αναζητούν ανάμεσα στους συγγραφείς καινούρια ονόματα και να μην βασίζονται πάντα στα γνωστά προς χάριν των πωλήσεών τους. Όλοι μας, συγγραφείς, αναγνώστες κι εκδότες ανήκουμε στον κρίκο της ίδιας αλυσίδας, αυτή που αφορά το βιβλίο κι η αλληλεπίδραση είναι αμφίδρομη.

Τρέφετε αδυναμία σε κάποιο από τα βιβλία σας κι αν ναι, ποιο και γιατί;

Όλοι μας έχουμε τις αδυναμίες μας και τις προτιμήσεις μας. Στις προηγούμενες συλλογές διηγημάτων μου έχω κάποια διηγήματα στα οποία ανατρέχω κατά καιρούς. Ανάλογα με την ψυχική μου κατάσταση αντλώ απ’ αυτά διαφορετική ικανοποίηση και συγκίνηση. Γενικά όμως, δεν ξεχωρίζω κανένα βιβλίο μου, τα αγαπώ όλα το ίδιο. Είναι σαν παιδιά μου που πλέον πήραν το δρόμο τους και δεν μου ανήκουν.

Το ιστορικό μυθιστόρημα είναι ένας τρόπος να γνωρίσει ο αναγνώστης πρόσωπα και γεγονότα του παρελθόντος που αγνοεί;

Στο ιστορικό μυθιστόρημα μεταφερόμαστε σε κάποια προηγούμενη εποχή και αναπνέουμε μαζί με ιστορικά πρόσωπα για τα οποία δεν γνωρίζουμε ίσως πολλά. Τα βιβλία του είδους μάς βοηθούν κατά συνέπεια να θυμηθούμε προσθέτοντας πολλά στις γνώσεις μας.

Κινδυνεύει ο συγγραφέας να παραποιήσει την ιστορική αλήθεια και να κατηγορηθεί σκληρά γι’ αυτό του το εγχείρημα; Είναι σε θέση να αναλάβει ένα τέτοιο ρίσκο και να επωμιστεί τις ευθύνες που του αναλογούν στη σημερινή εποχή; Ή η εποχή μας δεν ενδιαφέρεται για την ορθότητα των πληροφοριών που εμμέσως διαρρέουν μέσα από τον λογοτεχνικό λόγο;

Κάθε συγγραφέας ιστορικών μυθιστορημάτων θα πρέπει να σέβεται πρώτα απ’ όλα τον αναγνώστη. Έτσι πρέπει να στηρίζει τα γραφόμενά του και να έχει ερευνήσει επαρκώς τα ιστορικά στοιχεία που παραθέτει. Στόχος των συγγραφέων του είδους αυτού δεν είναι εξάλλου η παράθεση ιστορικών γεγονότων αλλά η εξισορρόπηση του πραγματικού με το φανταστικό, η προσαρμογή της φαντασίας μας στην πραγματικότητα μέσω της αφήγησης. Άλλο η ιστορία κι άλλο η λογοτεχνία και πρέπει να μοιράζονται εξίσου στην αφήγηση χωρίς υπερβολές κι ανακρίβειες. Αυτό είναι ευθύνη του συγγραφέα. Το κατά πόσο ενδιαφερόμαστε ως αναγνώστες για την ορθότητα των πληροφοριών που μας περνά η λογοτεχνία είναι στην διακριτική μας ευχέρεια. Τα ερεθίσματα μάς έχουν ήδη δοθεί.

Το αναγνωστικό κοινό στην Ελλάδα στηρίζει τις προσπάθειες των συγγραφέων ιστορικών μυθιστορημάτων; Υπάρχει αυτό που ονομάζουμε ικανοποιητική «εμπορική κίνηση», ώστε να ενθαρρύνονται με τη σειρά τους και οι εκδοτικοί οίκοι για την έκδοση βιβλίων ανάλογου περιεχομένου;

Δεν έχω πρόσφατα στοιχεία για την εμπορική κίνηση στα βιβλιοπωλεία, όμως την εποχή της πανδημίας το αναγνωστικό κοινό αυξήθηκε και το βιβλίο είχε ας πούμε την τιμητική του. Η αγάπη μας για το ιστορικό μυθιστόρημα εξακολουθεί, όμως έχουν ζήτηση τελευταία και βιβλία αυτοβελτίωσης, επιστημονικής φαντασίας κ.α. Εξυπακούεται πως η αγοραστική ζήτηση καθορίζει και την ενθάρρυνση ή μη των εκδοτικών οίκων. Άλλωστε να μην ξεχνάμε πως και το βιβλίο είναι ένα προϊόν προς πώληση. Κάποιοι πρέπει να ζήσουν απ’ αυτό. Όμως, πώς αυξάνεις στην εποχή μας την αγοραστική κίνηση; Πώς ενθαρρύνεις την φιλαναγνωσία; Είναι μεγάλη η συζήτηση.


Το νέο σας βιβλίο είναι ιστορικό μυθιστόρημα, που φέρει τον τίτλο «Χλομά βουνά στ' αχνάρια του Χρηστομάννου» και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Αω». Πείτε μας δυο λόγια για το περιεχόμενό του. Τι θα διαβάσει ο αναγνώστης πιάνοντας το βιβλίο αυτό στα χέρια του;

Το βιβλίο μου Χλομά βουνά είναι ένα ιστορικό μυθιστόρημα κι η ιστορία που αφηγούμαι στις σελίδες του είναι ελεύθερα εμπνευσμένη, από την αληθινή ζωή και το έργο, του Έλληνα της διασποράς, Θέοντορ Χρηστομάννου (που έζησε από το1854-1911 και εκτυλίσσεται στην Μεσσηνία, στη Βιέννη και στο Τιρόλο), ξεκινώντας από τη δεκαετία του 1870 έως τις αρχές του Α΄ παγκοσμίου πολέμου. Δεν πρόκειται φυσικά για την βιογραφία του εμβληματικού αυτού ανθρώπου, ο οποίος, να πω εδώ πως είναι άγνωστος σε μας στην Ελλάδα, όσο κι η δράση του. Είναι όμως πολύ σημαντικός γιατί με τις ενέργειες και τις πράξεις του ευεργέτησε έναν ολόκληρο τόπο.

Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Η εξιστόρηση μοιράζεται ανάμεσα σε δυο τόπους. Αρχικά μάς ταξιδεύει αρχικά στη Μεσσηνία του 1870 και παράλληλα στην Αυστροουγγαρία της εποχής εκείνης, όπου βασιλεύει ο Φραντς Γιόσεφ κι η Ελισάβετ, η γνωστή σε μας Σίσσυ. Εστιάζει κυρίως στο δυτικό άκρο της αυτοκρατορίας, στην περιοχή των Δολομιτών, με τις βραχώδεις κορυφές και τα δυσπρόσιτα χωριά, η οποία μένει ακόμη απομονωμένη από τις μεγάλες πόλεις και είναι ξεχασμένη από την κεντρική διοίκηση. Εκεί, εγκαθίσταται από τη Βιέννη o ελληνικής καταγωγής, νομικός και πολιτικός, Θέοντορ Χρηστομάννος. Βαθιά γοητευμένος από την ομορφιά των δύσβατων βουνών, οπλισμένος με το ελληνικό δαιμόνιο της ευρηματικότητας και τη μεγάλη θέληση για δράση με τη βοήθεια μιας ομάδας ομοϊδεατών και επιχειρηματιών του τόπου θα προσπαθήσει να πραγματοποιήσει ένα εκπληκτικό εγχείρημα: να βγάλει την περιοχή από την αφάνεια με την κατασκευή μεγαλόπνοων έργων ανάπτυξης. Συνοδοιπόροι του το ζευγάρι Ελλήνων που έρχονται από την Μεσσηνία, ο Περικλής από την Καλαμάτα κι η Αρετή από την γραφική Κορώνη, οι οποίοι γίνονται μέλη της ελληνικής παροικίας και θα συνεργαστούν μαζί του για την υλοποίηση των πρωτοποριακών σχεδίων του. Είναι αποφασισμένοι να πετύχουν και δεν πτοούνται από τις φυσικές δυσκολίες, τη γραφειοκρατία και τις δολιοφθορές. Τα ανθρώπινα πάθη, η ζήλεια, ο φθόνος, η αγάπη, η φιλία, ο έρωτας, οι εγωισμοί κι η ματαιοδοξία, η πάλη του καλού με το κακό είναι εμφανή στις σελίδες του βιβλίου μου. Κατασκευάζονται ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΔΡΟΜΟΣ ΤΩΝ ΔΟΛΟΜΙΤΩΝ τα πρώτα ξενοδοχεία πολυτελείας, σιδηροδρομικές συνδέσεις, ορειβατικά καταφύγια τα οποία θα μεταμορφώσουν την περιοχή σε σημαντικό τουριστικό θέρετρο. Όλα αυτά υπό το άγρυπνο μάτι του Χρηστομάννου ο οποίος δεν ξεκουράζεται ποτέ. Σχεδιάζει, πείθει, εμψυχώνει, κινητοποιεί τα γρανάζια της κρατικής μηχανής και της Αυλής πετυχαίνοντας το ακατόρθωτο, τον μετασχηματισμό της περιοχής σε τουριστικό πόλο έλξης ατόμων υψηλού εισοδήματος. Το κοινωνικό όραμα του Χρηστομάννου δίνει στους ήρωές μου το κίνητρο, την κατεύθυνση που πρέπει να ακολουθήσουν.

Το βιβλίο, να προσθέσω πως, αποτελείται από 33 κεφάλαιο και θα μπορούσαμε να πούμε πως έχει 2 μέρη αφού ξεκινάμε την αφήγησή μας από την γη της Μεσσηνίας συγκεκριμένα από την Καλαμάτα όπου ζει ο ήρωάς μας ο Περικλής Μαντούδης γόνος εμπόρων της πόλης. Θα μεταναστεύσει στη Βιεννη στον δικηγόρο θείο, σημαντικό μέλος της ελληνικής παροικίας. Εκεί, θα γνωριστεί με τον Χρηστομάννο, απόγονο της οικογένειας των Χριστομαννέων, με καταγωγή από τη Μακεδονία και θα επηρεαστεί πολύ από τις απόψεις του και τα σχέδια του. Έπειτα η αφήγηση μετακινείται στη περιοχή του Μεράνο και της Βιέννης με την ανθηρή ελληνική παροικία και την ζωή της. Δεν ακολουθώ την γραμμική αφήγηση αλλά μετακινώ τον φακό από τον ένα στον άλλο τόπο συνδυάζοντας το πραγματικό με το φανταστικό, τα ιστορικά στοιχεία με την μυθοπλαστία για τις ανάγκες της εξέλιξης της ιστορίας μας. Την ιστορία μας αφηγείται ο δισέγγονος του κεντρικού μου ήρωα Περικλή, ο οποίος μέσα από οικογενειακές επιστολές και φωτογραφίες των χαρακτήρων του βιβλίου, ανακαλύπτει τις συγκλονιστική ιστορία τους και ανασυνθέτει με την πένα του τις περιπέτειές τους.

Γιατί επιλέξατε τον συγκεκριμένο τίτλο για να κοσμήσει το εξώφυλλό του βιβλίου σας; Τελικά, μήπως πρόκειται για βιογραφία του Θέοντορ Χρηστομάννου και όχι για ιστορικό μυθιστόρημα, έναν φόρο τιμής στο πρόσωπό του πρωτοπόρου του τουρισμού που έφερε την ανάπτυξη σε μια πολύ ορεινή και αποκομμένη περιοχή της Βόρειας Ιταλίας, το Νότιο Τιρόλο;

Ο τίτλος του βιβλίου παίζει σημαντικό ρόλο. Είναι ας πούμε η ταυτότητά του. Λίγες φράσεις μόνο συνοψίζουν το περιεχόμενό του, προιδεάζουν για το τι θα διαβάσει ο αναγνώστης. Η ιστορία μου εκτυλίσσεται κυρίως στις Δολομιτικές Άλπεις τις οποίες και συστήνω με πολλές περιγραφές. Όμως ο ίδιος ο Χρηστομάννος που με ενέπνευσε με καλούσε να βαδίσω στ’ αχνάρια του για να τον ανακαλύψω, να τον ανασύρω από την αφάνεια και τη λήθη του χρόνου και να τον προβάλλω ως παράδειγμα προσφοράς και τόλμης σε μια πολύ δύσκολη εποχή. Έτσι λοιπόν προέκυψε ο τίτλος Χλομά Βουνά- στ’ αχνάρια του Χρηστομάννου.

Το βιβλίο φυσικά και δεν αποτελεί βιογραφία του Θέοντορ Χρηστομάννου. Στηρίζεται στα παραγματικά γεγονότα που σηματοδότησαν την δράση του στο Τιρόλο, όμως είναι ελεύθερα εμπνευσμένο από τη ζωή του, με πολλά στοιχεία μυθοπλασίας και φανταστικά πρόσωπα που έχουν παράλληλο πρωταγωνιστικό ρόλο με τον ίδιο ή είναι δευτεραγωνιστές.


Γιατί θελήσατε να ξεκινήσετε τη συγγραφή αυτού του δύσκολου κι επίπονου θεματολογικά έργου; Τι σας ενέπνευσε;

Πηγή της έμπνευσής μου ήταν η χαρισματική προσωπικότητα του σπουδαίου αυτού ανθρώπου που πιστεύω πως ενσαρκώνει το ιδεότυπο του Έλληνα της διασποράς. Η ανιδιοτέλειά του, ο αλτρουισμός η ευρηματικότητά του, το δαιμόνιο μυαλό του και το sui generiς επιχειρηματικό του πνεύμα με συγκίνησαν. Μένει προσηλωμένος στα πιστεύω του και πρεσβεύει το: «όλα για τους άλλους», σαν στάση ζωής, χωρίς να ζητά, για την προσφορά του στο κοινωνικό σύνολο καμία ανταμοιβή. Πολυπράγμων και ευφυής, κοινωνικός και αποφασιστικός υλοποιεί το όραμά του να μετασχηματίσει μια ολόκληρη περιοχή μέσω σημαντικών έργων υποδομής φέρνοντας την τουριστική ανάπτυξη και την ευημερία στους κατοίκους της.

Υπάρχουν μηνύματα που θέλετε να περάσετε μέσα από την ιστορία σας αυτή; 

Γνωρίζοντάς τον μέσα από τα στοιχεία που συνέλεξα από τις πηγές μου, θέλησα να τον προβάλλω και ως πρότυπο κοινωνικής προσφοράς και ήθους. Σε μια εποχή όπου λείπουν τα πρότυπα νομίζω πως το έχουμε ανάγκη.

Θα εντοπίσει ο αναγνώστης στους ήρωές σας στοιχεία της δικής σας προσωπικότητας;

Η γραφή μας αντικατοπτρίζει λίγο-πολύ και τον χαρακτήρα μας. Οι επιρροές μας και τα βιώματά μας αποτυπώνονται λοιπόν και στα όσα παραθέτουμε στο χαρτί. Χωρίς να το αντιλαμβανόμαστε κάποιες στάσεις και συμπεριφορές των ηρώων που πλάθουμε μας ακολουθούν και ακούσια αναπαράγουμε ή διορθώνουμε μέσω αυτών και δικές μας στάσεις. Κάποια φίλη μου κι αναγνώστρια παρατήρησε πως οι ήρωές μου έχουν τόλμη κι ευαισθησία και πως αυτό με χαρακτηρίζει. Είναι λοιπόν πιθανό.

Το βιβλίο σας απευθύνεται αποκλειστικά σε ενήλικες ή μπορεί να αποτελέσει ανάγνωσμα και για το εφηβικό κοινό;

Θα μπορούσε κάλλιστα να διαβαστεί κι από έναν έφηβο που του αρέσει η ιστορία και σκαλίζει το παρελθόν.

Είστε ευχαριστημένη από τη συνεργασία σας με τις εκδόσεις «Αω»;

Μέχρι στιγμής ναι. Και σε αυτό αλλά και στο προηγούμενο βιβλίο μου με διηγήσεις η έκδοση ήταν άρτια επιμελημένη ξεκινώντας από το κείμενο και το χαρτί ως το εξώφυλλο και την προβολή του βιβλίου.

Μια ευχή σας για το μέλλον;

Η φιλαναγνωσία κι η αγάπη για τη λογοτεχνία και το βιβλίο να μη χαθεί στον χρόνο.

Πριν κλείσουμε τη συζήτηση θα ήθελα να μας παραθέσετε ένα μικρό απόσπασμα από το βιβλίο σας. 


Κυρία Κουτσουμπού, σας ευχαριστώ πολύ για την όμορφη συνέντευξη. Καλοτάξιδο το βιβλίο σας και να αγαπηθεί.


Βιογραφικό


Η Τίνα Κουτσουμπού γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Εργάσθηκε στην ΕΡΤ και στην Εμπορική Τράπεζα. Ζει στην Καλαμάτα από το 1996. Είναι μέλος της Π.Ε.Λ., της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών και διετέλεσε γενική γραμματέας της Ένωσης Μεσσηνίων Συγγραφέων και υπεύθυνη δημοσίων σχέσεων.

Διηγήματά της  βραβεύτηκαν σε πολλούς λογοτεχνικούς διαγωνισμούς στην Ελλάδα και στην Κύπρο. Συμμετέχει στα συλλογικά έργα: «Αθηναϊκό ημερολόγιο» (εκδ. Φιλιππότη, 2012, 2013, 2014, 2018, 2019), «Ημερολόγιο του Αρχιπελάγους» (εκδ. Φιλιππότη, 2014, 2015), «Ο Ξένος» (εκδ. OpenBooks, 2016), «Κυπριακή Φιλολογική Πρωτοχρονιά 2018» (Ε.Π.Ο.Κ), «Λαθρόψυχοι» (εκδ. 24 γράμματα, 2018), «Το σχολείο» (εκδ. OpenBooks, 2018), «Μεσσηνιακές Δημιουργίες» (2012, 2014, 2016, 2018, 2020), Επετειακοί τόμοι της Ένωσης Μεσσηνίων Συγγραφέων: για το 1821 (εκδ. Καλλίεργον, 2021) και για τη Μικρασιατική καταστροφή και τον προσφυγικό ελληνισμό (εκδ. 24 γράμματα, 2022), «Ποιήματα 10 σύγχρονων Μεσσήνιων ποιητών» (εκδ. 24 γράμματα, 2022).

Άρθρα της δημοσιεύθηκαν στην εφημερίδα «Βήμα των Συντακτών» της ΕΣΜΗΕ, στον ημερήσιο και περιοδικό Τύπο Καλαμάτας και Κορώνης, σε λογοτεχνικά περιοδικά έντυπης και ηλεκτρονικής μορφής καθώς και σε λογοτεχνικά blogs. Έχει παρακολουθήσει σεμινάρια ιστορικού μυθιστορήματος, δημιουργικής γραφής και διόρθωσης και επιμέλειας κειμένων. Είναι μέλος σε πολλές πολιτιστικές ενώσεις.

Έχει εκδώσει τα βιβλία: «Ο καινούργιος κι επτά ακόμη διηγήματα» (εκδ. Γαβριηλίδης, 2015), «Του καιρού γυρίσματα» (εκδ. Διάνυσμα, 2016), «Ιστορίες του Νότου» (εκδ. Μικρές εκδόσεις, 2018), «Η Καλαμάτα στην τσέπη, τουριστικός οδηγός στα ελληνικά και στα αγγλικά (Kalamata a pocket guide)» (εκδ. 24 γράμματα, 2020), «Το νερό που μ’ εκδικήθηκε» (εκδ. ΑΩ, 2021), «Χλομά βουνά - στ’ αχνάρια του Χρηστομάννου» (εκδ. ΑΩ, 2023).


Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια