Μαρία Σταυροπούλου: "Όσοι γράφουμε υποσυνείδητα έχουμε επηρεαστεί από τα διαβάσματά μας"


Σήμερα οι Τέχνες φιλοξενούν τη Μαρία Σταυροπούλου. Έχοντας ήδη δοκιμαστεί στην πεζογραφία, η συγγραφέας τολμά ένα βήμα παρακάτω παρουσιάζοντας στους αναγνώστες της άλλη μια πτυχή της συγγραφικής της δραστηριότητας, την ποιητική. Το νέο της βιβλίο είναι η ποιητική της συλλογή με τίτλο «παρΑνοϊκός δολοφόνος λέξεων» και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Βακχικόν». 

Συνέντευξη στη Στέλλα Πετρίδου


Κυρία Σταυροπούλου, πώς θα συστήνατε τον εαυτό σας στο αναγνωστικό κοινό;

Σπούδασα, συνειδητά, Κοινωνική Λειτουργός μιας και από μικρή μου άρεσε να βοηθάω τους ανθρώπους και να τους ακούω. Έχω πίστη στον άνθρωπο και στη δύναμη που κρύβει μέσα του έτσι ώστε να μετουσιωθεί σε Άνθρωπο. Μου αρέσει το διάβασμα, οι τέχνες και τα ταξίδια. Αγαπώ πολύ τα ζώα και τη φύση, ηρεμώ στη φύση. Μου αρέσει να σκέφτομαι και αγαπάω την ηρεμία και την αταξία του μυαλού μου, είναι δημιουργικά και τα δύο. Νιώθω παιδί και θα ήθελα να συνεχιστεί αυτό για πάντα. Προτιμώ την δια ζώσης επικοινωνία από την απρόσωπη ηλεκτρονική. Απεχθάνομαι το ψέμα και την αδικία και είμαι πάντα δίπλα στους αδύναμους, τους διαφορετικούς και τους κατατρεγμένους τούτου του κόσμου. Δεν ανήκω πουθενά και παλεύω καθημερινά με τον εαυτό μου.

Γιατί γράφετε; Τι ήταν αυτό που σας παρακίνησε, ώστε να κάνετε αυτό το βήμα προς τη λογοτεχνία;

Γράφω γιατί με αυτόν τον τρόπο αναπνέω και εκφράζομαι. Γράφω από όταν θυμάμαι τον εαυτό μου και τον θυμάμαι από πολύ μικρή ηλικία. Δεν μπορώ να πω με σιγουριά τι ήταν αυτό που με παρακίνησε αλλά θαρρώ ότι το έκανα για να αποφορτίζομαι, για να λυτρώνω τον εαυτό μου από τις σκέψεις μου και τα πνιγμένα μου συναισθήματα. Σκέψεις και συναισθήματα, ειδικά τα πιο "σκοτεινά", που μου ήταν πολύ δύσκολο να μοιραστώ με τους άλλους ανθρώπους στην καθημερινότητά μου.

Δεδομένου ότι το ενδιαφέρον σας στρέφεται και προς την πεζογραφία, αλλά και προς την ποίηση, ποιο είναι το αγαπημένο σας λογοτεχνικό είδος και γιατί;

Δεν μπορώ να τα ξεχωρίσω αλλά αφού χρειάζεται να επιλέξω θεωρώ ότι στρέφομαι πιο πολύ προς την λογοτεχνία. Ο λόγος είναι ότι εκεί υπάρχουν πιο πολλές εικόνες και έντονη σκιαγράφηση των χαρακτήρων, γεγονός που με ελκύει πάρα πολύ. Η ποίηση είναι πιο συμπυκνωμένη και δεν είναι τόσο εύκολο να συμβεί αυτό, υπάρχουν και εξαιρέσεις βέβαια.

Δέχεστε επιρροές από άλλους αγαπημένους σας συγγραφείς ή ποιητές στα έργα σας;

Θεωρώ ότι όλοι όσοι γράφουμε υποσυνείδητα έχουμε επηρεαστεί από τα διαβάσματά μας. Έχω το δικό μου προσωπικό στυλ βέβαια μα ναι, πάντα υπάρχουν επιρροές. Καταλυτικό ρόλο για εμένα έπαιξε ο Ντοστογιέφσκι και ο Καζαντζάκης, τους οποίους διάβασα στην παιδική μου ηλικία, με μάγευε ο τρόπος που σκιαγραφούσαν τους χαρακτήρες τους. Βέβαια έχω επηρεαστεί κατά πολύ και από τους αγαπημένους μου σκηνοθέτες μα και από χορογράφους. Είμαι οπτικός τύπος οπότε μου μένουν πιο εύκολα στο μυαλό οι εικόνες.

Τι μπορεί να αποτελέσει έμπνευση για εσάς;

Τα πάντα, ακόμη και τα πιο ασήμαντα για τους υπόλοιπους ανθρώπους. Εμπνέομαι από τον αγώνα που κάνω με τον εαυτό μου, από τους άλλους ανθρώπους, από όσα συμβαίνουν στην κοινωνία, από μία εικόνα που θα βρεθεί μπροστά μου, από μία φωτογραφία, από μία μυρωδιά, από έναν ήχο, από τη φύση, από μία ταινία, από ένα θεατρικό, από έναν πίνακα ζωγραφικής, από μία κίνηση. Κοντολογίς, οτιδήποτε υπάρχει και συμβαίνει γύρω μου αποτελεί τόπο έμπνευσης.

Θεωρείτε ότι υπάρχει συνταγή για τη συγγραφή ενός καλού βιβλίου;

Δεν ξέρω, μπορεί και να υπάρχει. Εξάλλου ποιος είναι ο ορισμός του καλού βιβλίου; Η τέχνη κατ’ εμέ είναι υποκειμενική οπότε όλα είναι σχετικά. Κάτι που αρέσει πολύ σε εμένα, που μου βγάζει συναίσθημα και με βάζει σε διαδικασία έντονης σκέψης, δεν αρέσει σε κάποιους άλλους και τούμπαλιν. Κατ’ εμέ δεν υπάρχει εγχειρίδιο γραφής, γράφω όσα σκέφτομαι, όσα βιώνω προσωπικά και ως μέλος της κοινωνίας και όσα αισθάνομαι. Κάποιοι άλλοι λειτουργούν με "κανόνες" που με δυσκολεύουν γενικώς στα πάντα.

Εντοπίζετε κοινά στοιχεία ανάμεσα στο δοκιμιακό και το λογοτεχνικό κείμενο; Εσείς ως άνθρωπος που ασχολείστε παράλληλα και με την αρθρογραφία, πέρα από την λογοτεχνία, δυσκολευτήκατε ποτέ να προσαρμόσετε το ύφος της γραφής σας ανάλογα με την περίσταση, προκειμένου να γίνετε περισσότερο αποδεκτή στο αναγνωστικό κοινό που απευθύνεστε;

Ξεκινώ λέγοντάς σας ότι ποτέ δεν γράφω για να γίνω αποδεκτή και αρεστή. Εξάλλου κάτι τέτοιο, κατά τη γνώμη μου, αποτελεί μεγάλη παγίδα και μπορεί πολλάκις να αποβεί μοιραίο για το όποιο κείμενο. Προσωπικά έχω πολύ συγκεκριμένο τρόπο γραφής οπότε και στις δύο περιπτώσεις κινούμαι πάνω σε αυτόν, πράγμα που σημαίνει ότι δεν με δυσκολεύει καθόλου. Υπάρχει ευελιξία σαφώς μα υπάρχουν πολλά κοινά σε αυτά τα δύο είδη κειμένων.

Το αναγνωστικό κοινό στην Ελλάδα στηρίζει τις προσπάθειες των νέων συγγραφέων και ποιητών; Τι πιστεύετε;

Όσον αφορά στην ποίηση πιστεύω ότι δεν τις στηρίζει. Το γιατί δεν το γνωρίζω επακριβώς μα θεωρώ ότι έχει να κάνει με το ότι οι άνθρωποι δεν έχουν μάθει να διαβάζουν ποίηση, την θεωρούν δυσνόητη μάλλον και ίσως σε κάποιες περιπτώσεις να είναι μα όχι στο σύνολό της. Με την λογοτεχνία είναι κάπως καλύτερα τα πράγματα, είναι πιο εύπεπτο ένα τέτοιου είδους κείμενο που έχει πλοκή και αρκετούς ήρωες που αλληλεπιδρούν.

Είναι χρέος του κάθε δημιουργού να μοιράζεται το έργο του όταν το ολοκληρώσει; Εσείς στη προκειμένη περίπτωση, γιατί πήρατε την απόφαση να εκδώσετε το νέο σας βιβλίο;

Πολύ βαριά, άσχημη και περιοριστική λέξη το χρέος και δεν μπορώ να τη δεχτώ. Οπότε όχι, δεν αποτελεί χρέος και είμαι σίγουρη ότι υπάρχουν πάρα πολλά έργα που δεν θα βγουν ποτέ από το συρτάρι κάποιων δημιουργών. Εσωτερική επιθυμία είναι, ανάγκη έκφρασης, όνειρο, ευτυχία, χαρά και πολλά άλλα.

Όσον αφορά εμένα προχώρησα σε αυτήν την έκδοση γιατί ένιωσα την ανάγκη μοιράσματος συναισθημάτων και εμπειριών με τους άλλους ανθρώπους. Μα και την επιθυμία για κοινούς εσωτερικούς τόπους συνάντησης.


Ας αναφερθούμε σ’ αυτό. Πρόκειται για την πρώτη σας ποιητική συλλογή, που φέρει τον τίτλο «παρΑνοϊκός δολοφόνος λέξεων» και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Βακχικόν». Πείτε μας δυο λόγια για το περιεχόμενό της. Τι θα διαβάσει ο αναγνώστης πιάνοντας το βιβλίο αυτό στα χέρια του;

Αποτελείται από 54 ποιήματα, που εγώ τα ονομάζω ιστορίες μικρού μήκους μιας και δεν αυτοαποκαλούμαι ποιήτρια, τον θεωρώ βαρύ τίτλο. Πρόκειται για τις κραυγές ενός ανθρώπου απέναντι σε μία καταπιεστική και διόλου φιλική κοινωνία. Για τον επίπονο αγώνα που κάνει να γνωρίσει τον εαυτό του, ακροβατώντας μεταξύ λογικής και παράνοιας, και να φιλιώσει μαζί του βουτώντας στα σκοτάδια του με σκοπό να βγει στο φως. Για το πώς βιώνει τις σχέσεις του ή μη με τους άλλους ανθρώπους και την κοινωνία. Πρόκειται για την πραγματικότητα, για όσα συμβαίνουν γύρω μας και μέσα μας καθημερινά, που πολλάκις δεν μας επιτρέπουμε να τα αντιμετωπίσουμε και βαδίζουμε άβουλοι και "ξένοι" προς εμάς και προς τους άλλους. Για τις μάσκες που φοράμε καθημερινά, με σκοπό να καταφέρουμε να ανταπεξέλθουμε στα πάντα, χάνοντας την ουσιαστική μας ταυτότητα και ζωή.

Γιατί επιλέξατε τον συγκεκριμένο τίτλο για να κοσμήσει το εξώφυλλο του βιβλίου σας; Τελικά, μήπως οι λέξεις δε δολοφονούνται όταν εκφράζουν τον συναισθηματικό κόσμο του γράφοντος, ακόμα κι αν ο κόσμος αυτός κρύβει μέσα του τόσες πολλές σκέψεις που τρομάζουν όταν απογυμνωθούν κι άφοβα καταγραφούν;

Ο τίτλος προϋπήρχε στο μυαλό μου αρκετά χρόνια, με ιντρίγκαρε και ήθελα να τον αξιοποιήσω. «παρΑνοϊκός δολοφόνος λέξεων» λοιπόν μιας και ζούμε σε μία κοινωνία που η παράνοια, σε όλες της τις μορφές, δυστυχώς, κατέχει εξέχουσα θέση. Η άνοια επίσης, και όχι με την αμιγώς ιατρική έννοια του όρου, μας διακατέχει. Ξεχνάμε εύκολα τα κακώς κείμενα, ανεχόμαστε τα όσα μας επιβάλλουν οι όποιες κυβερνήσεις μην αντιδρώντας πια ή αντιδρώντας σε πολύ μικρό βαθμό. Έχουμε αποκτήσει μνήμη χρυσόψαρου στα σημαντικά θέματα που μας αφορούν, στην απαξίωση της καθημερινότητάς μας, στο βούρκο που μας έχουν ρίξει και τον ανεχόμαστε. Δολοφόνος, όρος που πέρα από την πραγματική του έννοια τον πάω παραπέρα. Δολοφονούμε τον εαυτό μας, τις σχέσεις μας με τους άλλους ανθρώπους, τον πλανήτη που μας φιλοξενεί, τη ζωή μας κοντολογίς. Λέξεων, γιατί οι λέξεις μας ορίζουν, με αυτές εκφραζόμαστε και επικοινωνούμε. Οι λέξεις έχουν απίστευτη δύναμη και μπορούν να ανοίξουν αγιάτρευτες, πολλές φορές, πληγές στις ψυχές των άλλων ανθρώπων και γι’ αυτό χρειάζεται να προσέχουμε πώς τις χρησιμοποιούμε. Αποτελούν όμως και ενδιαφέρον, αγάπη, γιατρικό. Κάπως έτσι ένωσα αυτές τις τρεις λέξεις οι οποίες όσο άσχετες, ενδεχομένως, ακούγονται μεταξύ τους εν τέλει έχουν μεγάλη συνάφεια με το περιεχόμενο του βιβλίου.

Όσον αφορά στο δεύτερο σκέλος της ερώτησής σας σε αυτή την περίπτωση σαφώς και δεν δολοφονούνται, αντιθέτως αποτελούν λύτρωση. Είναι πολύ σημαντικό να καταφέρνουμε να χρησιμοποιούμε λέξεις, που γίνονται προτάσεις, οι οποίες ενδεχομένως μας τρομάζουν ακόμη και όταν τις σκεφτόμαστε πόσο μάλλον όταν τις εκφράζουμε. Δυσκολεύονται πολύ οι άνθρωποι να εκφράσουν τις σκοτεινές και παρανοϊκές τους σκέψεις μιας και θεωρούν ότι δεν θα γίνουν αποδεκτοί ή θα τους θεωρήσουν τρελούς. Εμένα δεν με φοβίζει να εκτεθώ, να γράψω στο χαρτί όσα δεν θέλω να μοιραστώ με τους άλλους ή όσα αποκομίζω από την κοινωνία. Δεν γίνεται να τα κρατάμε όλα μέσα μας αυτό τρελαίνει - αρρωσταίνει, όχι η έκφρασή τους.

Πρόκειται για μια ποιητική συλλογή βαθιάς εξομολογητικής διάθεσης, υπαρξιακού περιεχομένου, στην οποία κυριαρχεί το πρώτο πρόσωπο. Αυτή ήταν η επιδίωξή σας; Να καταθέσετε αυτούσια την ψυχή σας στο χαρτί κι όχι απλά να φωτογραφίσετε τη σκέψη σας;

Κατά βάση ναι αυτό ήθελα να κάνω, να καταθέσω την ψυχή μου, μα υπάρχουν και πολλές σκέψεις μου οι οποίες έχουν να κάνουν με κάποια κοινωνικά θέματα (πόλεμοι, ενδοοικογενειακή βία, κοινωνική ανισότητα, προσωπικές σχέσεις κτλ).

Η αλήθεια είναι ότι τα τελευταία οκτώ χρόνια είμαι αντιμέτωπη με ένα αυτοάνοσο νόσημα το οποίο με ταλαιπωρεί πάρα πολύ και οικειοποιείται με το έτσι θέλω στιγμές από τη ζωή μου. Δυσκολεύομαι πολύ στην καθημερινότητά μου, περνάω πολλές ώρες στο σπίτι και δεν συναναστρέφομαι συχνά με ανθρώπους. Αυτή την περίοδο γράφτηκε τούτο το βιβλίο το οποίο μόλις ολοκληρώθηκε, το 2022, ένιωσα να λυτρώνομαι. Δεν άντεχα να κρατάω μέσα μου τα όσα βίωνα και ένιωθα, τα οποία δεν μπορούν να κατανοήσουν οι άνθρωποι στο σύνολό τους και το σέβομαι μέχρι ένα σημείο. Όπως επίσης και τα ερεθίσματα που προσλάμβανα από τις κοινωνικές καταστάσεις στα οποία πια είναι δύσκολο να αντιδράσω με την παρουσία μου.

Κακά τα ψέματα όσοι βιώνουμε ένα χρόνιο νόσημα είμαστε μόνοι μας άσχετα με τους πόσους ανθρώπους έχουμε γύρω μας, δεν είναι εύκολο να αλλάζει η ζωή σου μέσα σε μία στιγμή. Ισορροπούμε διαρκώς μεταξύ λογικής και παράνοιας, φόβων, διαφορετικότητας, μη αποδοχής, θέλω, δίψα για ζωή (εγώ τουλάχιστον) και δεν ξέρουμε πολλάκις πώς να τα συνταιριάξουμε όλα αυτά. Προσωπικά νιώθω τυχερή από την άποψη ότι μπορώ να τα γράφω. Εκφράζομαι, φωνάζω, ουρλιάζω γράφοντας διασφαλίζοντας έτσι την ψυχική μου υγεία. Κι όπως προείπα, δεν με μέλλει αν τσαλακώνομαι και εκτίθεμαι και δεν με ενδιαφέρει τι θα πουν ή πώς θα με κρίνουν οι άλλοι. Οι άλλοι είναι οι άλλοι, δεν είναι εγώ, δεν φοράνε τα παπούτσια μου.

Πέραν αυτού θεωρώ ότι και πολλοί άλλοι άνθρωποι, που δεν βρίσκονται στην ίδια κατάσταση με εμένα, μπορούν να ταυτιστούν με τα γραφόμενά μου μιας και βρίσκονται διαρκώς σε μία υπαρξιακή αναζήτηση και βιώνουν έντονα την αδικία τούτου του κόσμου. Προσπαθούν να γνωρίσουν τον εαυτό τους, ο οποίος αποτελεί τον μέγα άγνωστο, μα και να κατανοήσουν για ποιον λόγο συμβαίνουν τα παράλογα των κοινωνιών.


Γιατί επιλέξατε την ελεύθερη ποίηση ως τρόπο έκφρασης;

Αυτός είναι ο τρόπος γραφής μου γενικά. Εξάλλου μην ξεχνάτε ότι το πρώτο μου βιβλίο, το "ψάχνοντας ανθρώπους", είναι ένας εσωτερικός μονόλογος και το δεύτερο, "Η πολυθρόνα", ένα ψυχογράφημα ενός ανθρώπου που από θύμα έγινε θύτης. Μπορεί να ξεκίνησα από μικρή γράφοντας ποίηση, η οποία ήταν έμμετρη κατά βάση, αλλά αργότερα μπήκε στη ζωή μου ο πιο ελεύθερος – πεζός λόγος και θαρρώ ότι μου ταιριάζει πιότερο αυτός ο τρόπος γραφής. Είναι πιο χειμαρρώδης στην έκφραση συναισθημάτων μα και "άτακτος".

Υπάρχουν μηνύματα που θέλετε να περάσετε μέσα από τις σελίδες του βιβλίου σας αυτού;

Είμαι της άποψης ότι από τη στιγμή που ένα βιβλίο φεύγει από εμένα δεν μου ανήκει και έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον το τι αποκομίζει και που στέκεται ο κάθε άνθρωπος που το διαβάζει, κάτι που έχει να κάνει με τον χαρακτήρα του, τα συνολικά του βιώματά μα και με την κατάσταση που βρίσκεται εκείνη τη στιγμή. Δεν θέλω να προκαταβάλλω τους αναγνώστες μου γενικά, προτιμώ να τους αφήνω ελεύθερους και με ενδιαφέρει πολύ το πώς ένιωσαν διαβάζοντάς το και που βρήκαν τον εαυτό τους μέσα σε αυτό.

Πέραν αυτού αν χρειάζεται να σταθούμε σε κάτι αυτό είναι η γνωριμία με τον εαυτό μας, σε όλες του τις εκφάνσεις. Τους προτρέπω να μην φοβούνται να βουτάνε μέσα τους, όσο και αν τους τρομάζει αυτό, να μην μένουν στην επιφάνεια, ως είθισται, γιατί μόνον έτσι θα καταφέρουν να αγαπήσουν τον εαυτό τους και ως εκ τούτου και τους άλλους. Όλα από εμάς ξεκινάνε, μην το ξεχνάμε αυτό, και ένα υγιές εγώ μπορεί να οδηγήσει σε πολλά υγιή εμείς. Αν δεν περάσουμε από το σκοτάδι δεν θα βγούμε στο φως που είναι και ο σκοπός του βιβλίου.

Το βιβλίο σας απευθύνεται αποκλειστικά σε ενήλικες ή μπορεί να αποτελέσει ανάγνωσμα και για το εφηβικό κοινό;

Θα μπορούσε να διαβαστεί και από το εφηβικό κοινό μα θαρρώ ότι ίσως είναι λίγο "βαρύ" γι’ αυτές τις ηλικίες. Βέβαια αυτό έχει να κάνει με τα αναγνώσματα και τις ανησυχίες του κάθε εφήβου. Εγώ για παράδειγμα από μικρή καταπιανόμουν με τα δύσκολα μα δεν είναι όλοι έτσι και δεν το αντέχουν αυτό, έχουν ανάγκη από πιο ανάλαφρα αναγνώσματα.

Είστε ευχαριστημένη από τη συνεργασία σας με τις εκδόσεις «Βακχικόν»; Θεωρείτε πως ένας καλός εκδοτικός οίκος συμβάλει σημαντικά για την περαιτέρω προώθηση του έργου ενός συγγραφέα;

Είναι η πρώτη μας συνεργασία και ομολογώ ότι την επεδίωξα κατά κάποιον τρόπο. Είχα ακούσει θετικά σχόλια από ανθρώπους που συνεργάζονται μαζί τους και θεωρώ ότι ταιριάζει η γραφή μου με το στυλ του εκδοτικού. Είμαι πολύ ευχαριστημένη σε όλα, από την επιμέλεια, τον τρόπο που φτιάχτηκε το εξώφυλλο, το στήσιμο του βιβλίου, την προώθηση.

Σαφώς και η συμβολή ενός καλού εκδοτικού είναι σημαντική και στην παρούσα συνεργασία βλέπω ότι ενδιαφέρονται για το έργο μου και κάνουν φιλότιμες προσπάθειες για την στήριξη και την προώθησή του, όπως και με όλα τα βιβλία που εκδίδουν. Επίσης, είναι πάντα εκεί όταν χρειάζομαι κάτι και αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό.

Επόμενα συγγραφικά βήματα κάνετε ή είναι πολύ νωρίς ακόμα;

Είναι νωρίς θαρρώ παρότι υπάρχει έτοιμο υλικό και συνεχίζω να γράφω. Το πότε θα προχωρήσω σε έκδοση θα εξαρτηθεί από πολλούς παράγοντες μα και από την διάθεσή μου. Θα το κάνω μόλις νιώσω έτοιμη.

Μια ευχή σας για το μέλλον;

Να καταφέρουμε να ζούμε όλοι μας αξιοπρεπώς σε μία κοινωνία χωρίς πολέμους, συμφέροντα, κοινωνικές ανισότητες, ένδεια, πόνο, παραλογισμό. Να υπάρχει σεβασμός μεταξύ των ανθρώπων, σεβασμός απέναντι στους ανθρώπους από τους κυβερνώντες, σεβασμός στον πλανήτη που μας φιλοξενεί, στη διαφορετικότητα, ενσυναίσθηση, Ανθρωπιά.

Πριν κλείσουμε τη συζήτηση θα ήθελα να μας παραθέσετε ένα ποίημα από το βιβλίο σας.

Αιώνια πάλη

Η κοινωνία σας μου προκαλεί ασφυξία
Η λογική σας τρέλα
Τα λόγια σας πονάνε ερχόμενα στα αυτιά μου
Κρατώ τα χείλη μου κλειστά
Χαμογελώ πονηρά ρίχνοντας κλεφτές ματιές στο χάος
Ο τελευταίος μου χορός μαζί σας πριν δέκα μήνες
Τώρα οραματίζομαι
Χορεύω καθημερινά στο φως
Γιγαντώνω το είναι μου
Είμαι πολεμιστής
Πολεμάω το βολικό σας σκοτάδι
Την αδράνεια
Την έπαρση
Την αδιαφορία

Την αδικία
Εσάς, μέχρι τέλους
Δεν υπάρχει τέλος
Μόνο η αρχέγονη γέννησή μας
Αιώνια πάλη


Κυρία Σταυροπούλου, σας ευχαριστώ πολύ για την όμορφη συζήτηση και σας εύχομαι κάθε επιτυχία προσωπική και συγγραφική.

Σας ευχαριστώ πάρα πολύ κι εγώ με τη σειρά μου για την τόση όμορφη και ουσιαστική κουβέντα μας. Να είσαστε πάντα υγιής και καλά σε όλα σας.


Βιογραφικό:

Η Μαρία Σταυροπούλου, με καταγωγή από τα Λαγκάδια Αρκαδίας, γεννήθηκε και ζει στην Αθήνα. Σπούδασε Κοινωνική Λειτουργός. Έχει πίστη στον άνθρωπο και στη δύναμη που κρύβει μέσα του έτσι ώστε να μετουσιωθεί σε Άνθρωπο. Πιστεύει ότι η ζωή είναι μια παράσταση κι εμείς οφείλουμε να ανταπεξέλθουμε επάξια στον πρωταγωνιστικό ρόλο. Πιστοί σύντροφοι της ζωής της ήταν πάντα ένα χαρτί κι ένα μολύβι.

Της αρέσει να μένει μόνη, να διαβάζει και να σκέφτεται. Θεωρεί ότι η σκέψη δεν είναι τεμπελιά. Αγαπά τη ζωή, τη φύση, τα ζώα, τις τέχνες, τα ταξίδια, την ηρεμία και την αταξία, και έχει υποσχεθεί στον εαυτό της να μείνει για πάντα παιδί.

Από το 2016 έως το 2018 αρθρογραφούσε για το Νόστιμον Ήμαρ. Έχει γράψει τον μονόλογο Ψάχνοντας ανθρώπους (εκδόσεις Λυκόφως 2015) και το ψυχογράφημα - μυθιστόρημα Η Πολυθρόνα (εκδόσεις Λυκόφως 2018). Το βιβλίο παρΑνοϊκός δολοφόνος λέξεων είναι η πρώτη της ποιητική συλλογή.

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια