Ο Θεόδωρος Χήρας είναι ιατρός και συγγραφέας. Όπως δηλώνει η συγγραφή λειτουργεί για τον ίδιο σαν εσωτερικός παρατηρητής. Το νέο του βιβλίο κυκλοφόρησε πριν λίγους μήνες από τις εκδόσεις «24 Γράμματα» και φέρει τον τίτλο «Ο Μεγάλος Υπερσιβηρικός». Σήμερα φιλοξενείται στις Τέχνες για να μας μιλήσει γι' αυτό στη συνέντευξη που ακολουθεί.
Συνέντευξη στη Στέλλα Πετρίδου
Κύριε Χήρα, πέρα από την επαγγελματική σας ιδιότητα ως ιατρός, ασχολείστε τα τελευταία χρόνια και με τη συγγραφή λογοτεχνικών κειμένων. Τι σας ωθεί προς αυτή την κατεύθυνση;
Κυριολεκτικά γλίστρησα στην συγγραφή βιβλίων. Η συγγραφή για μένα λειτουργεί σαν εσωτερικός παρατηρητής. Δίνει νόημα στο συγκρουσιακό μου γίγνεσθαι, το υπαρξιακό μου άγχος. Αναπόφευκτα κάτι θα αναδυόταν από τα βάθη μου για να ανακουφίσει την ένταση και τον αόρατο εχθρό μου. Το άγνωστο είναι αγχωτικό, η ένταση χρήζει νοηματοδότηση για να ελευθερωθεί η ψυχή. Παρότι η συγγραφή βιβλίων αποτελεί από τις πιο δύσκολες διεξόδους για να εμβαθύνει κανείς στην εσωτερική του ζωή, σε μένα αυτό λειτούργησε λυτρωτικά.
Τι μπορεί να αποτελέσει έμπνευση για εσάς;
Οι εκφοβισμένοι, οι λεηλατημένοι, οι κατατρεγμένοι, οι φιμωμένοι από την μόδα της πολιτικής ορθότητας και οι όπου γης νοσούντες από τα νοσήματα του σαρκίου.
Μυθιστόρημα, διήγημα, θεατρικό ή παραμύθι; Δεδομένου ότι έχετε ασχοληθεί με όλα αυτά τα λογοτεχνικά είδη μέχρι τώρα, ποιο σας ελκύει περισσότερο και γιατί;
Οι “μονόλογοι” είναι το απωθημένο και η ανεκπλήρωτη αγάπη μου. Σαν όνειρο στο κύμα τούς προσεγγίζω και μου φεύγουν. Τη θέση τους παίρνουν άλλες ανάγκες με ασθενέστερη ισχύ, που μονοπωλούν τις μοναχικές μου στιγμές πάνω από τα πλήκτρα της παλιάς γραφομηχανής μου, ένα ανομολόγητο προσωπικό φετίχ, ανάλογο του εκκλησιαστικού οργάνου.
Έχετε πρότυπα ως συγγραφέας; Στα γραπτά σας θα διαπιστώσει ο αναγνώστης επιρροές από άλλους συγγραφείς;
Θα αναφέρω εδώ με ευγνωμοσύνη, μόνο κάποιους Έλληνες λογοτέχνες διότι η επιρροή τους ήταν πολυεπίπεδη και καθοριστική:
Καρυστιάνη, Αρδαβάνης, Βλαχάκος, Βλαχοπάνος, Κάγιος, Γρηγοριάδης, Πετρόπουλος, Στόφυλλας, Γεωργάκης, Λιβιτσάνου, Καραπάνου, Βαρβαρήγος, Πριόβολος, Καραμπή, Χατζής, Καλουδιώτης, Ιωακειμίδης, Φάμελλος.
Ποιος είναι ο αγαπημένος σας συγγραφέας και ποιο το αγαπημένο σας βιβλίο;
Η συγγραφέας Ιωάννα Καρυστιάννη που μάλιστα, σε ένα τηλεφώνημα για παρεμφερή λόγο, με παρότρυνε στη συγγραφή. Το βιβλίο της “τα Σακιά” με συγκλόνισε. Όλοι κουβαλάμε ένα σακί στην πλάτη.
Ποιος είναι ο σκοπός της λογοτεχνίας στις μέρες μας; Τι προσφέρει στον άνθρωπο;
Λογοτεχνία νοείται όταν η αισθητική συναντά την ηθική. Λογοτεχνία είναι η παρηγοριά στη ζωή του ανθρώπου που βάλλεται από τις αθλιότητες και τις ασχημοσύνες της καθημερινότητας. Λογοτεχνία είναι να αποκαλύπτεσαι “εν αληθεία” για να επικοινωνήσεις με τον πλησίον. Η λογοτεχνία εμπεριέχει την ελευθερία. Η μορφή και η δομή είναι δευτερεύοντα γνωρίσματα.
Πιστεύετε ότι οι άνθρωποι με την ολοένα και αυξανόμενη χρήση του διαδικτύου εξακολουθούν και διαβάζουν βιβλία;
Σαφώς ναι. Το βιβλίο διασώθηκε στους αιώνες και δεν πρόκειται να κινδυνέψει. Η μυρωδιά από το μελάνι, τη λιγνίνη και την κυτταρίνη των παλαιότερων βιβλιοφύλλων θα αποτελεί πάντα λόγο εθισμού. Το βιβλίο διατηρεί ακόμα, παρά τις τεχνολογικές και ψηφιακές προκλήσεις της εποχής, τη δυναμική του, διαψεύδοντας πολλούς που προμήνυαν το τέλος του στην εποχή του ίντερνετ, του κινητού και της τηλεόρασης. Υπάρχει και το άυλο βιβλίο, το ψηφιακό, το ηλεκτρονικό, που χωρίς τη μυρωδιά της κόλλας από τη βιβλιοδεσία συνεχίζει να λέγεται βιβλίο. Κάποιες φορές θα καταφύγουμε και σε αυτή τη μορφή. Αλλά νομίζω αντίθετα με τις έντυπες εφημερίδες που πετάμε μετά την ανάγνωση, το βιβλίο έχει το μοναδικό χαρακτηριστικό της αρχειακής θέσης τόσο στην καρδιά μας όσο και στην βιβλιοθήκη του σπιτιού μας που είναι και η πνευματική μας περιουσία. Η παρακαταθήκη μας.
Τρέφετε ιδιαίτερη αδυναμία σε κάποιο από τα βιβλία σας; Ποιο είναι αυτό;
Κόψτε μου ένα από τα πέντε δάκτυλα να δείτε σε ποιο θα πονέσω. Ήταν όλα τους παιδιά μου. Ωστόσο το δεύτερο βιβλίο το “Each man kills the thing he loves” δεν βρήκε την αγάπη που του έπρεπε και το φέρω βαρέως. Δεν το προώθησα αρκετά.
Το τελευταίο σας βιβλίο είναι μυθιστόρημα. Κυκλοφόρησε το Μάιο του 2024 από τις εκδόσεις «24 Γράμματα» και φέρει τον τίτλο «Ο Μεγάλος Υπερσιβηρικός». Πείτε μας δυο λόγια για το περιεχόμενο της ιστορίας που αφηγείστε.
«Ο Μεγάλος Υπερσιβηρικός», βγαλμένος με ωδίνες από τον θωρακικό μου κλωβό, ασχολείται με ένα απαγορευμένο, ανεπίτρεπτο και νομικά κολάσιμο θέμα, για το οποίο καλούμαι εγώ, ως δαιμόνιος δικηγόρος να υπερασπιστώ και να αγιοποιήσω το λεηλατημένο σαρκίο του ήρωά μου που υπέπεσε στο εν λόγω αμάρτημα.
Πέντε αρχετυπικοί ήρωες εμφανίζονται και ψυχογραφούνται στο βιβλίο με τους δύο να φέρονται ως οι βασικοί: ο μεγαλοδικηγόρος Ιωάννης Γρηγοράκος και ο γιατρός του Τίτος Γαλανός, δυο άντρες που κουβαλούν το τραύμα της ύπαρξής τους και συνομιλούν με εξαγνιστική διάθεση, κατά την διάρκεια των συναντήσεών τους, σε συνεδρίες κάθαρσης. Τον δικηγόρο πλαισιώνουν η σύζυγός του Κασσάνδρα, μια ιέρεια του σκότους που προβλέπει το μέλλον και τα δεινά των ανθρώπων, η ενάρετη αδελφή του Αρετή και ο ταλαντούχος Ρώσος οικονόμος του σπιτιού τους, Φιόντορ. Ο γιατρός οικειοθελώς αποσπασμένος στη Λακωνική Μάνη, θα αποκαλυφθεί «εν αληθεία», ως φυγάς, και κατατρεγμένος από έναν πόνο αγιάτρευτο.
Ποιο υπήρξε το ερέθισμά σας για να ξεκινήσετε τη συγγραφή του συγκεκριμένου έργου;
Μια μέρα, πριν λίγα χρόνια πλησίασα έναν από τους νεοφερμένους ασθενείς της Μονάδας μας και τον είδα να διαβάζει ένα βιβλίο, στη μέθοδο στιγμών Braille. Ένας νέος κόσμος ορθώθηκε μπροστά μου. Το ερέθισμα είχε δοθεί.
Για να αρχίσεις να ξετυλίγεις το συναίσθημα ίσως πρέπει να περάσεις από την φρίκη. Να αναδυθείς από τα σκοτάδια της ύπαρξής σου για να επιβιώσεις. Η κενότητα του κόσμου με οδηγεί να βρίσκω νόημα στη συγγραφή. Με το βιβλίο μου, τείνω χείρα βοηθείας στους εν συγχύσει αναγνώστες που ζουν ένα υποκατάστατο ζωής, όπως κι εγώ άλλωστε, μήπως και μπορέσω να εμπνεύσω κάποιους, αλλά και τον εαυτό μου, ώστε να αρθρώσουμε πειστικά το «σ’ αγαπώ».
Γιατί επιλέξατε τον συγκεκριμένο τίτλο για να κοσμήσει το εξώφυλλό του βιβλίου σας;
Εμφανίζονται δύο Ρώσοι της πάλαι ποτέ Σοβιετικής Ένωσης στο βιβλίο. Ο ένας, ο Φιόντορ, ταξιδεύει με τον Υπερσιβηρικό. Άλλωστε όλοι διανύουμε υπερσιβηρικούς. Κι όσο και πάει… σιμώνει το Βλαδιβοστόκ. Εκεί θα αποβιβαστούμε. Δεν υπάρχει επιστροφή. Και θα αφήσουμε ελεύθερη την θλίψη μας να πλανάται.
Η ιστορία σας αντλεί στοιχεία από πραγματικά γεγονότα ή ουδεμία σχέση έχει με την πραγματικότητα;
Πραγματικά είναι τα γεγονότα στην πρωταρχική τους μορφή. Οι ήρωες, οι συνθήκες, τα επί μέρους επεισόδια ανήκουν στη μυθοπλασία. Αυτό που εγγυώμαι είναι η εντιμότητα και η αυθεντικότητα των ηρώων μου. Ο καθένας απολαμβάνει αυτό που του λείπει. Δεν έχει δεύτερες σκέψεις.
Μεταφέρατε την ιστορία σας σε ένα οικείο για εσάς περιβάλλον που αποτελεί και τον επαγγελματικό σας χώρο. Ήταν συνειδητή αυτή η επιλογή και γιατί;
Όλα δείχνουν ότι δεν θα καταφέρω εύκολα να απεμπλακώ από την ιατρική μου ιδιότητα. Κουβαλώ πολύ πόνο ομολογημένο και ανομολόγητο που κυριολεκτικά με έχει χαράξει. Εκατοντάδες περιπτώσεις, εντελώς διαφορετικές μεταξύ τους αλλά με κοινό παρονομαστή. Αυτό που με λυτρώνει είναι να βρίσκω το άλλοθι στις αμφιλεγόμενες πράξεις των ανθρώπων της Μονάδας μου που η ανεξήγητη αδικία του σύμπαντος τούς οδήγησε να τις διαπράξουν.
Υπάρχουν μηνύματα που θέλετε να περάσετε μέσω του βιβλίου σας αυτού και γιατί επιλέξατε να το πράξετε μέσω της μυθοπλασίας;
Ενταγμένος στην μετάδοση της Ιδέας της Δωρεάς Οργάνων το μήνυμα είναι ένα και σαφές: Ενημερωθείτε για την μεταμόσχευση και τη Δωρεά Οργάνων. Φοβάμαι ότι με τον δυτικό τρόπο ζωής που υιοθετήσαμε, είναι πολύ πιο πιθανό, κάποια στιγμή, όλοι μας να βρεθούμε ασθενείς με έλλειμα ψυχικό αλλά και ανεπάρκεια κάποιου ζωτικού οργάνου του σώματός μας. Και να παραπαίουμε στο χείλος του γκρεμού. Κοινωνικά θέματα πνευματικής σωτηρίας αλλά και Δωρεάς Οργάνων θα απασχολήσουν όλους μας κάποια στιγμή. Ας ευαισθητοποιηθούμε εγκαίρως.
Το βιβλίο σας απευθύνεται αποκλειστικά σε ενήλικες ή μπορεί να αποτελέσει ανάγνωσμα και για το εφηβικό κοινό;
Στη σύγχρονη πραγματικότητα η ηλικία ως κριτήριο ταξινόμησης αρχίζει και μοιάζει οξύμωρη. Οι έφηβοι έρχονται σε επαφή με υλικό που τρομάζει συχνά έναν ανυποψίαστο ενήλικα. Θα προτιμούσα οι αναγνώστες μου να έχουν ως κοινό παρονομαστή τη αγάπη στον άνθρωπο και μια καρδιά έτοιμη να νιώσει ευγενικά συναισθήματα. Με αυτή τη λογική, τα βιβλία μου μπορούν να διαβαστούν και χωρίς γονική συναίνεση.
Μιλήστε μας για το εκδοτικό σας σπίτι. Είστε ευχαριστημένος από τη συνεργασία σας με τις εκδόσεις «24 Γράμματα»;
Πάντα θα αισθάνομαι ευγνωμοσύνη σε όσους μου έδωσαν βήμα και μπόρεσα να επικοινωνήσω την αλήθεια μου.
Επόμενα συγγραφικά βήματα κάνετε ή είναι πολύ νωρίς ακόμα;
Ένα εξάμηνο μετά την έκδοση κάθε βιβλίου είναι ο χρόνος που χρειάζομαι για απολαύσω τον απόηχο και να εκτονωθεί η συσσωρευμένη ένταση. Τα επόμενα σχέδια αφορούν δύο μυθιστορήματα, ένα μυθιστόρημα τριών συγγραφέων-γνωστό συγγραφικό πείραμα και από το παρελθόν, αλλά… στην περίπτωσή μας δείχνει να πετυχαίνει. Αμέσως μετά ένα προσωπικό πόνημα στο οποίο ο γιατρός Τίτος Γαλανός, το συγγραφικό μου alter ego, ξαναγυρνά.
Μια ευχή σας για το μέλλον;
Στον στενό προσωπικό μου μικρόκοσμο θα ευχόμουν να βρει ο έφηβος γιος μου τον δρόμο και τα πατήματά του, να έχει υγεία και να ευτυχήσει. Στην ευρύτερη κοινωνία εύχομαι όσο το δυνατόν λιγότερο πόνο και οδύνη.
Και φυσικά το αδιαφιλονίκητο των διαγωνισμών κάλλους: “world peace”.
Πριν κλείσουμε τη συζήτηση θα ήθελα να μας παραθέσετε ένα μικρό απόσπασμα από το βιβλίο σας.
Εκείνο το απόγευμα, λοιπόν, όλη η αποστολή βρισκόταν νωχελική στο lounge του ξενοδοχείου. Ο μεταμοσχευτής γιατρός όρμησε αγέρωχος με τον νεαρό Sing Magor. Παρότι αναμέ ναμε τη στιγμή ως μια από τις κορυφαίες του ταξιδιού, αποδείχτηκε ότι ήμασταν απροετοίμαστοι. Η κατά μέτωπον συνάντηση με τον εκπεπτωκότα άγγελο, που θα μας έδινε τη νέα ζωή, θύμισε μετωπική σύγκρουση με τη συνείδησή μας. Απολογία στον Θεό Βράχμα, που ζύγιζε, , με κλέψιμο στο ζύγι -ως τοπικός αντιπρόσωπος του πανάγαθου Θεού- τις πράξεις μας.
Όταν συνήλθαμε από το σοκ της πρώτης στιγμής, τον λόγο πήρε η Ιουλία Νουμίδη που πλησίασε τον δότη της, ισορροπώντας τα συναισθήματά της σε ρόλο δυσδιάκριτο, κάπου ανάμεσα σε μητέρα και πλατωνική ερωμένη. Πήρε από το μπράτσο τον Ινδό δότη και τον κάθισε δίπλα της στον δερμάτινο καναπέ. Η Ιουλία τον έσφιξε στο στήθος της. Ο Ιωνάς μού ψιθύρισε ότι τα δάκρυα της Ιουλίας έτρεξαν κρυστάλλινα και μωβ, αμέθυστα πετράδια από μεθυσμένα όνειρα. Τα ιώδη δάκρυα κύλησαν στο αλαβάστρινο πρόσωπο του Ινδού Μagor, δίνοντάς του λάμψη ασύλληπτη, πέραν της λογικής.
Η Ιουλία άρχισε να τραγουδά την εισαγωγή της άριας «Ο mio babino cαro» και στο άκουσμα της μονωδί ας σιώπησε όλο το ξενοδοχείο. Η πόλη σταμάτησε να κινείται. Η φωνή της Ιουλίας έβγαινε μεταλλική, κρυστάλλινη από τα καυτά έγκατα του θωρακικού της κλωβού. Μοιρολόι νιώσαμε ότι ακούγαμε εκείνη την ακραία στιγμή της συνάντησης μεταξύ του άγνωστου δότη και του υποψήφιου λήπτη. Ενός λαβωμένου λήπτη που ταξίδεψε μισή υδρόγειο δρόμο για ένα καλύτερο αύριο. Για το επερχόμενο και ανεπίτρεπτο, από την Πολιτεία και τους ανθρώπους, αμάρτημα που θα λάμβανε χώρα την επαύριον. Η Ιουλία, υποδυόμενη την Κορυφαία Χορού αρχαίας τραγωδίας, ικέτευε για λύτρωση. Για κάθαρση. Φιλούσε τον Ινδό ο οποίος αρχικά μειδίασε, αλλά κάποια στιγμή σοβάρεψε. Περίμενε διακριτικά το τέλος της άριας, πήρε τον λόγο και είπε με σπαστά αγγλικά: “Κυρία, σας παρακαλώ. Μην κλαίτε. Με τη θέλησή μου ήρθα εδώ να σας προσφέρω το σπλάχνο μου για να ελευθερωθείτε. Μη λυπάστε για μένα. Η βοήθειά σας είναι σημαντική. Δεν είμαστε αλήτες, κυρία. Ονειρεύομαι για το παιδί μου ένα μέλλον καλύτερο από το δικό μου. Θα με βοηθήσετε να φύγω από τη φτώχεια. Δεν είμαστε αλήτες. Οικογενειάρχες άνθρωποι είμαστε που η ζωή μάς φέρθηκε σκληρά. Σας ευχαριστώ που μου δίνετε την ευκαιρία για μια καλύτερη ζωή. Θα προσέχω με τον έναν νεφρό. Θα προσεύχομαι για σας, κυρία. Μην κλαίτε, ο Θεός μαζί σας”.
Εκεί δεν άντεξα και εγώ, γιατρέ. Λύγισα. Ζήτησα από τον Ιωνά να με οδηγήσει κοντά στον Ινδό δότη. Έψαξα για το χέρι του Ινδού. Το έσφιξα. Όλη μου η ζωή πέρα σε από μπροστά μου. Η χειροβομβίδα που έσκασε και με σημάδεψε, η μητέρα μου να με σπρώχνει μακριά από το ματωμένο χνώτο της, η φοίτηση στη σχολή τυφλών, οι ψηφίδες Braille, το δικηγορικό μου γραφείο με τους υπόδικους κατηγορούμενους της πλάσης να τους λιντσάρει το πλήθος, ο χοντρός καθετήρας που μου έμπηξαν στην κλείδα, η αιμοκάθαρση…
Κύριε Χήρα, σας ευχαριστώ πολύ για την όμορφη συζήτηση και σας εύχομαι καλή και δημιουργική συνέχεια στο συγγραφικό σας έργο.
Βιογραφικό:
Ο Θεόδωρος Χήρας του Χριστοφόρου γεννήθηκε στο Αγρίνιο. Μετά την αποφοίτησή του από την Ιατρική Σχολή Αθηνών επιλέγει την Ειδικότητα της Νεφρολογίας και εκπαιδεύεται στον Ευαγγελισμό και στο Λαϊκό Νοσοκομείο Αθηνών. Το 2002 μεταβαίνει για μετεκπαίδευση σε Μεταμοσχευτικό Κέντρο στο Χιούστον του Τέξας, αλλά θα επιστρέψει στην Ελλάδα για να ασκήσει την Κλινική Νεφρολογία, αρχικά στο ιδιωτικό Νοσοκομείο Υγεία, και από το 2008 στο Σισμανόγλειο Γενικό Νοσοκομείο Αττικής. Πέρα από τη Διδακτορική του διατριβή και άλλες επιστημονικές μελέτες, έχει επιμεληθεί δύο παραμύθια πάνω στη Δωρεά Οργάνων και ένα Γλωσσάρι Αιμοκάθαρσης. Έχει εκδώσει τα βιβλία: «Της δωρεάς τα μυστήρια» (συλλογή διηγημάτων, 2022) και «Each man kills the thing he loves - Η ετυμηγορία στη στάχτη» (θεατρικό μονόπρακτο, 2023). Το μυθιστόρημα «Ο Μεγάλος Υπερσιβηρικός», που κυκλοφορεί και σε κώδικα Μπράιγ (Braille), είναι το τρίτο του βιβλίο. Είναι παντρεμένος με τη χειρουργό Αγγελική Κατωπόδη κι έχουν έναν γιο, τον Χριστόφορο.
0 Σχόλια