Η Γιώτα Ιωαννίδου είναι ηθοποιός, εκφωνήτρια ραδιοφώνου και τηλεόρασης, εκπαιδευτικός, σκηνοθέτιδα, παραγωγός και συγγραφέας. Το τελευταίο βιβλίο της, το τρίτο κατά σειρά έκδοσης, είναι νουβέλα και φέρει τον τίτλο «coffee time». Κυκλοφόρησε τον Μάιο του 2025 από τις εκδόσεις «Βακχικόν» και ήδη έχει αποσπάσει πολύ θετικές κριτικές από το αναγνωστικό του κοινό. Σήμερα η συγγραφέας ως φιλοξενούμενη των Τεχνών θα μας μιλήσει με περισσότερες λεπτομέρειες για το βιβλίο της αυτό στη συνέντευξη που ακολουθεί.
Συνέντευξη στη Στέλλα Πετρίδου
Κυρία Ιωαννίδου είστε ηθοποιός στο επάγγελμα και εκφωνήτρια ραδιοφώνου και τηλεόρασης. Παράλληλα διδάσκετε και σκηνοθετείτε μια θεατρική ομάδα και παραδίδετε μαθήματα Θεατρικής Αγωγής σε παιδιά του Δημοτικού ως αναπληρώτρια εκπαιδευτικός. Δε θα μπορούσαμε να παραλείψουμε και την ιδιότητά σας ως σκηνοθέτιδα, θεατρική συγγραφέας και παραγωγός. Πώς συνδυάζονται όλα αυτά μεταξύ τους;
Ακούγονται πολλά, αλλά στην ουσία είναι δυο άξονες. Ο ένας είναι το θεωρητικό κομμάτι και ο άλλος το πρακτικό, όπου συγκαταλέγεται η ιδιότητα του ηθοποιού κι όλα τα παρακλάδια. Ως ηθοποιός παίζω, διδάσκω μικρούς και μεγάλους, «σκηνοθετώ». Δεν αισθάνθηκα ποτέ σκηνοθέτης, αλλά μία ηθοποιός που στήνει μία παράσταση, δίνει ζωή σ’ ένα έργο. Οπότε όλα αυτά εναρμονίζονται απόλυτα ως κλαδάκια ενός μεγάλου δέντρου που είναι το θέατρο. Επαγγελματικά έχω λειτουργήσει λοιπόν κυρίως μέσω των εργαλείων που μου έχει χαρίσει το θέατρο. Όλες οι υπόλοιπες σπουδές μου όπως η Ιστορία, μόνο καλό μου έκαναν τόσο στο θέατρο, όσο και στην γραφή, κυρίως όταν έγραψα τα ιστορικά μυθιστορήματα και όχι μόνο. Τα αισθάνομαι να τροφοδοτεί το ένα το άλλο κι εκεί που παντρεύονται κυριολεκτικά όλα είναι στην συγγραφή. Εκεί κάθε γνώση, κάθε επαγγελματική εμπειρία, κάθε εμπειρία βοηθά στο να ανοίγουν με πιο ενδιαφέροντα τρόπο οι ορίζοντες της γραφής.
Εκτός από όλες τις υπόλοιπες δραστηριότητές σας υπάρχει και μία ακόμα που σας κλέβει τον χρόνο και την προσοχή και αυτή δεν είναι άλλη από την πεζογραφία. Με τρία βιβλία μέχρι τώρα στο ενεργητικό σας συν τα θεατρικά σας έργα αποδεικνύουν περίτρανα ότι η συγγραφή στη ζωή σας δεν είναι μια περαστική αγάπη με ημερομηνία λήξης. Πώς όμως προκύπτει αυτή η αγάπη και γιατί; Τι είναι αυτό που σας ωθεί και προς αυτή την κατεύθυνση;
Όπως σας είπα μόλις στην συγγραφή είναι σαν να ενώνονται όλα μ’ έναν τρόπο μαγικό. Σαν να ενώνονται όλα τα κομμάτια του παζλ μου, όλα τα κομμάτια του εαυτού μου. Νιώθω ότι εκεί λειτουργώ ολισθικά και υπό αυτήν την έννοια ακόμα και θεραπευτικά. Η σχέση μου με την γραφή είναι σχέση ζωής. Γράφω γιατί το έχω βαθειά εσωτερική ανάγκη, για να μπορώ να υπάρχω με αρμονία. Με ισορροπεί. Δεν μπορώ να μην γράφω. Δεν είναι τυχαίο ότι η γραφή υπήρξε για μένα απόλυτα φυσική λειτουργία από παιδί. Έγραφα για να καταλάβω τον κόσμο. Έγραφα για να καταλάβω εμένα. Έγραφα για να εκφράσω, όσα, αν δεν τα εξέφραζα, με πνίγανε. Ημερολόγια, σημειώσεις, σκέψεις, ιστορίες, ποιηματάκια, ό,τι μπορείτε να φανταστείτε. Βρήκα πρόσφατα μάλιστα τα ημερολόγια της εφηβείας μου σ’ ένα πατάρι κι άλλα γραπτά και πολύ συγκίνηθηκα. Έτσι είχα μάθει αυθόρμητα να λειτουργώ.
Πώς διαχειρίζεστε τον χρόνο στη ζωή σας ώστε να καταφέρνετε να ασχολείστε με όλα τα παραπάνω και κυρίως με τη συγγραφή λογοτεχνικών έργων;
Πολύ καλή ερώτηση! Και μάλιστα την στιγμή που έχω και δύο παιδιά, μεγάλα τώρα πια. Πρώτα από όλα γράφω μόνο, όταν κάτι με καίει πραγματικά. Δεν γράφω για να γράψω. Αν σου συμβαίνει αυτό, μ’ ένα περίεργο τρόπο βρίσκεται πάντα ο χρόνος. Μπορεί όχι κάτω από τις ιδανικές συνθήκες, αλλά βρίσκεται. Τα δύο πρώτα μυθιστορήματα τα έγραφα για παράδειγμα αργά την νύχτα, μετά τις δώδεκα, όταν όλοι οι άλλοι κοιμόντουσαν στο σπίτι. Έκοβα από τον ύπνο, γιατί μου ήταν μεγαλύτερη η ανάγκη να τα γράψω. Ύστερα μπορώ να γράψω και σε οποιαδήποτε χώρο, από το κάμπινγκ καλοκαίρι όπου πήγα με τα παιδιά μου και τον σκύλο όπου έγραψα το Ίσκιλι, μέχρι σε καφέ στέκια, που αγαπώ πολύ να πηγαίνω και είναι μία συνήθεια της καθημερινότητάς μου. Καμιά φορά μου φαίνεται κι εμένα αστείο, αν αναλογιστώ σε τι μέρη και τι ώρες τα έχω γράψει. Αν λοιπόν κάτι με καίει να το πω, δεν έχει σημασία ο χώρος και ο χρόνος. Αν είναι για λίγο η για πολύ. Αν μπω στην ιστορία, αυτή παίζει συνεχώς μέσα μου κι έτσι σε οποιαδήποτε ευκαιρία μες στην μέρα η στην νύχτα θα το κάνω. Με υπερβαίνει. Άλλωστε πιστεύω ότι, αν πραγματικά θέλεις να κάνεις κάτι, πάντα βρίσκεις τον χρόνο να το κάνεις. Τα υπόλοιπα είναι δικαιολογίες.
Δεδομένου ότι έχετε γράψει μυθιστορήματα, θεατρικά έργα και νουβέλες, ποιο είδος κεντρίζει περισσότερο το ενδιαφέρον σας ώστε να σας ωθήσει ξανά στη συγγραφή;
Πιο πολύ με κεντρίζει το μυθιστόρημα. Το νιώθω σαν μια μεγάλη περιπέτεια στην οποία μπαίνω, χωρίς να ξέρω κι εγώ που θα με πάει ακριβώς. Είναι σαν να στήνω μία εσωτερική ταινία με την φαντασία μου, όπου το ένα πλάνο φέρνει το επόμενο, η μία λέξη την άλλη και τις περισσότερες φορές δεν γνωρίζω εκ των προτέρων τι θα ακολουθήσει. Μου προκαλεί και μένα έκπληξη, έναν παράξενο ενθουσιασμό. Επίσης επειδή είναι και μεγάλο συνήθως σε έκταση, έχεις πάντα και το ερώτημα πρόκληση που είναι καλό να τοποθετείς το κάθε κεφάλαιο, το κάθε κομμάτι εκεί που του ταιριάζει. Κι αυτό απαιτεί ακόμα και μαθηματική λειτουργία ταυτόχρονα με μία διαίσθηση. Περίεργος συνδυασμός! Λες και ο ήρωας αν δεν τον βάλεις στην θέση που του ταιριάζει, σου κλωτσάει. Κι όσο γράφεις ένα μυθιστόρημα, κάπως το ζεις νοητικά, ακόμα και στα όνειρά σου, παράλληλα με την καθημερινότητά σου. Είναι όντως παράξενη αίσθηση.
Πώς νιώθετε κάθε φορά όταν ένα έργο σας παίρνει τον δρόμο της έκδοσης;
Ότι ήρθε η ώρα της παράστασης. Ολοκληρώθηκαν οι πρόβες και πάμε για πρεμιέρα που λέμε στο θέατρο. Ότι τώρα όλο αυτό το εγχείρημα που είχα στο κεφάλι μου αποκτά σάρκα και οστά. Ότι ήρθε η ώρα του τοκετού. Ότι θα το πιάσω το παιδάκι μου στα χέρια μου! Ότι ξεκινάει το ταξίδι. Το βιβλίο θα γίνει βαρκούλα μικρή και θα το αφήσω να ταξιδέψει πια μόνο του. Δεν μου ανήκει πλέον! Είναι μεγάλη η χαρά, ο ενθουσιασμός και η συγκίνηση!
Πώς νιώσατε όταν το θεατρικό σας έργο ανέβηκε στη σκηνή; Ήταν μεγαλύτερη η χαρά σας, ίδια ή μικρότερη από την χαρά που λάβατε ως συγγραφέας βλέποντας το έργο σας σε έντυπη μορφή;
Ήταν διαφορετική χαρά, όταν είδα τους μονολόγους που έγραψα να παίζονται. Και ειδικά όταν έπαιξα κι εγώ η ίδια τον μονόλογο μιας τσιγγάνας που είχα γράψει. Στο θεατρικό τα λόγια του κειμένου γρήγορα έπαψαν να είναι δικά μου και γινόταν πιο πολύ του ηθοποιού που τα ερμήνευε. Έτσι αποκτούσαν μία απόσταση από μένα. Αυτό που πραγματικά κάνει μεγάλη διαφορά στην θεατρική παράσταση με την έκδοση ενός βιβλίου είναι ότι στην περίπτωση του βιβλίου, το κρατάς στο χέρι σου κι αυτό μένει. Ενώ στο θέατρο υπάρχει πάντα αυτή η αίσθηση του φευγαλέου. Το έργο παίζεται, ζωντανεύει για λίγο και ύστερα παύει να έχει υλική υπόσταση. Όσο σας απαντώ νομίζω ότι ναι ένιωσα μεγαλύτερη συγκίνηση, όταν εκδόθηκε το Σοχούμ, το πρώτο μου μυθιστόρημα, ή για να το πω καλύτερα είχε μεγαλύτερη διάρκεια η χαρά μου. Το έβλεπα στην βιβλιοθήκη μου και κάθε φορά η καρδιά μου σκιρτούσε, όπως όταν βλέπεις την φωτογραφία ενός παιδιού σου.
Πώς προκύπτει η έμπνευση στη ζωή σας; Πρωταγωνιστεί ή απαραίτητοι είναι κι άλλοι παράγοντες για να προκύψει η συγγραφή;
Η έμπνευση προκύπτει στην ζωή μου από το πόσο παρούσα είμαι στην στιγμή, στην κάθε στιγμή. Κι αυτό αν θέλετε είναι για μένα έμπνευση. Τα πάντα μπορούν να αποτελέσουν πηγή έμπνευσης, αν ζεις την στιγμή με όλο σου το είναι. Αν είσαι εκεί αλέρτ και δεν προσπερνάς τίποτα μηχανικά. Τότε όχι μόνο παρατηρείς το γύρω σου, αλλά η παρατήρηση σου οξύνεται και διακρίνεις λεπτές αποχρώσεις του ανθρώπινου ψυχισμού και εκφάνσεις της ανθρώπινης εμπειρίας. Αυτό φυσικά προυποθέτει να είσαι πολύ ανοιχτός με την ζωή και τους ανθρώπους. Το αντίθετο από ότι συχνά λένε για τους καλλιτέχνες ότι είναι στον κόσμο τους. Για να φτιάξουν τον «κόσμο» τους, πρώτα είναι απαραίτητο να είναι καλά γειωμένοι στο εδώ και τώρα. Έμπνευση μπορεί να προέλθει από ένα τραγούδι, ή από ένα ηλιοβασίλεμα, από ένα βλέμμα μέχρι το ιδιαίτερο χρώμα ενός λουλουδιού. Η ζωή στο κάθε μέρα είναι τεράστια πηγή έμπνευσης!
Λαμβάνετε υπόψη την κριτική των αναγνωστών ή των θεατών αν πρόκειται για θεατρικό έργο που ανεβαίνει στη σκηνή; Σας επηρεάζει είτε θετικά είτε αρνητικά ο λόγος τους κι αν ναι γιατί;
Δεν έχει πολλές φορές ανεβεί θεατρικό μου έργο σε παράσταση, για να είμαστε ακριβείς. Από όση εμπειρία έχω κι αυτό ισχύει γενικά για όσα γράφω, σαφώς και έχουν νόημα για μένα οι κριτικές, αλλά από την άλλη σκέπτομαι, εγώ αυτά είχα να καταθέσω κι αυτό το αποτέλεσμα προέκυψε. Οπότε δεν με επηρεάζουν βαθειά. Εγώ αυτά ήθελα να πω. Τώρα αν αρέσουν ή όχι δεν αφορά εμένα. Δεν είναι όπως στην τέχνη του ηθοποιού που μπορεί να του κάνει κάποιος μία παρατήρηση και να βελτιώσει την υποκριτική του σε κάποια σημεία. Η γραφή είναι τόσο άμεσα συνδεδεμένη με τον εσωτερικό κόσμο και σκέψη του δημιουργού, που όσο κι αν γίνουν σχόλια και κριτικές, αυτός αυτό μπορούσε και αυτό ήθελε να παράγει με το υλικό που φέρει ως άνθρωπος. Τώρα συγκεκριμένα για τα θεατρικά έργα, επειδή γνωρίζω ως ηθοποιός ότι κάποια σημεία ενός έργου μπορεί να μην λέγονται εύκολα από τον ηθοποιό, θεωρώ σημαντικό, κάτι που έκανα κιόλας, να έχει την ευχέρεια ο ηθοποιός, η ο σκηνοθέτης να ζητά την συνεργασία του συγγραφέα, ώστε σημεία να προσαρμόζονται για τις θεατρικές ανάγκες της παράστασης, αν χρειαστεί όχι βεβαια εις βάρος της γραφής του.
Τον Μάιο του 2025 κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Βακχικόν» το νέο σας βιβλίο και συγκεκριμένα η νουβέλα σας με τίτλο «coffee time». Μιλήστε μας για το περιεχόμενό της; Τι θα διαβάσει ο αναγνώστης πιάνοντας το βιβλίο σας στα χέρια του;
Είναι η ιστορία μίας παντρεμένης γυναίκας με έναν γιο στην εφηβεία που, όσο κρατά μια σύμβαση έργου πηγαίνει κι αγοράζει καφέ από ένα μικρό μαγαζί, που είναι χωμένο δίπλα σ’ ένα βενζινάδικο. Η συνήθεια αυτή της σπάει την μονοτονία της μέρας. Όταν κάποια στιγμή συναντά έναν άνδρα που της προκαλεί μεγάλη ερωτική ένταση όλα ανατρέπονται γι’ αυτήν. Γίνεται το φλερτ αυτό αφορμή να συνειδητοποιήσει τις ρωγμές που υπάρχουν στον γάμο της και την καθημερινότητά της. Ο πόθος της γι’ αυτόν και η ερωτική φλόγα την ξυπνά από τον λήθαργο που ζούσε και αντιμάχεται με την ενοχή και το δίλημμα. Να αφεθεί να το ζήσει;
Γιατί δώσατε αγγλικό τίτλο στο βιβλίο σας; Πώς επιλέχθηκε και ποια η ιστορία που κρύβει;
Μου ήρθε αυθόρμητα και μάλιστα στα αγγλικά, γιατί ακόμα και ηχητικά εκφράζει ακριβώς αυτό που είναι, ένα διάλειμμα για καφέ. Ένα μικρό διάλειμμα μέσα στην μέρα, μία στάση, στην ουσία λίγα λεπτά μόνο, κατά το οποίο όμως μπορούν να συμβούν συνταρακτικά γεγονότα για έναν άνθρωπο.
Τι σας ενέπνευσε περισσότερο για να προβείτε στη συγγραφή της συγκεκριμένης νουβέλας; Είναι καθαρά προϊόν μυθοπλασίας ή στηρίζεται και σε αληθινά πρόσωπα και γεγονότα;
Είναι προιόν μυθοπλασίας και με ενέπνευσαν γυναίκες που έβλεπα και συναστρεφόμουν γύρω μου, όταν το 2012 που το έγραψα, πήγαινα με τα μικρά παιδιά μου σε πάρκα και πλατείες για να παίξουν. Ήταν γυναίκες που τα είχαν δώσει όλα στον γάμο και στην οικογένεια και είχαν κυριολεκτικά ρουφηχτεί. Ένα ειδικό ρούφηγμα που μόνο σε γυναίκες το έχω παρατηρήσει. Εγώ φρέσκια ακόμα τότε σ’ όλους αυτούς τους ρόλους ομολογώ ότι στεναχωριόμουν με αυτό που έβλεπα να επωμίζονται οι περισσότερες γυναίκες. Ήθελα κάπως να τις σώσω. Να ξορκίσω το κακό. Κι έτσι έγραψα με μία ανάσα την νουβέλα.
Περνάτε μηνύματα μέσα από την ιστορία που αφηγείστε; Ποια είναι αυτά αν όντως υπάρχουν;
Εκ των υστέρων διαβάζοντας την νουβέλα μετά από πολύ καιρό που την έγραψα νομίζω ένα είναι το μήνυμα. Για κανέναν και για τίποτα δεν αξίζει να χάσει κάποιος την σύνδεση με τον εαυτό του, Χωρίς την επαφή με το μέσα μας και την αλήθεια μας ζούμε μηχανικά. Και τότε μιλάμε για ζωή χαμένη. Η ζωή έχει νόημα μόνο αν την ζούμε συνειδητά και με επίγνωση. Τότε μόνο ζούμε αληθινά.
Το βιβλίο σας απευθύνεται αποκλειστικά σε ενήλικες ή μπορεί να αποτελέσει ανάγνωσμα και για το εφηβικό κοινό;
Αν κρίνω από τα παιδιά μου που είναι στο τέλος της εφηβείας που το διάβασαν και συνδέθηκαν πολύ με την νουβέλα νομίζω ότι μια χαρά μπορεί να διαβαστεί και από εφηβικό κοινό. Άλλωστε έχει κι έναν γρήγορο και κοφτό ρυθμό που νομίζω ότι ταιριάζει και στους νεότερους. Ίσως έτσι αισθανθούν και κατανοήσουν καλύτερα και τις μαμάδες τους. Κι αυτό ναι είναι σημαντικό πολύ και γι αυτούς και για τις ίδιες.
Μιλήστε μας για το εκδοτικό σας σπίτι, τις εκδόσεις «Βακχικόν»; Θεωρείτε σημαντική και καθοριστικής σημασίας τη συμβολή του για την καλύτερη και επιτυχέστερη προώθηση του βιβλίου σας;
Οι εκδόσεις Βακχικόν μου είχαν τραβήξει έντονα το ενδιαφέρον από την έκθεση βιβλίου Θεσσαλοννίκης, όπου είχα παραβρεθεί πριν χρόνια. Παρατηρούσα τα βιβλία τους, τον χώρο τους, την γενικότερη αύρα που απέπνεαν ως άνθρωποι κι ένιωσα μία συγγένεια καλλιτεχνική και αισθητική! Δεν είναι τυχαίο λοιπόν ότι έγινε το «σπίτι μου». Έχω άψογη συνεργασία και επικοινωνία με όλους κι αυτό μου δίνει ιδιαίτερη χαρά. Μιλάμε την ίδια γλώσσα και έχουμε ακόμα και τον ίδιο ρυθμό ως προς τον τρόπο που λειτουργούμε. Θεωρώ ιδανικό λοιπόν τον εκδοτικό οίκο Βακχικόν για το βιβλίο μου. Είναι εξαιρετικοί και ως προς το καθαρά καλλιτεχνικό κομμάτι του βιβλίου και ως προς την προώθηση του! Είναι πραγματικά «το μέλλον»!
Επόμενα συγγραφικά σχέδια κάνετε; Αν ναι, ποια είναι αυτά;
Μου φαίνεται πολύ προκλητικό να γράψω κάτι κωμικό σατυρικό. Αυτό είναι στα σκαριά είναι η αλήθεια. Επίσης θέλω να εκδοθεί το τρίτο μου μυθιστόρημα που είναι λίγο σαν συνέχεια της νουβέλας όσον αφορά την θεματική και τους προβληματισμούς που μου είχαν τεθεί τότε και μια δεκαετία αργότερα. Σ’ αυτό μεγάλο ρόλο παίζει η δύναμη του έρωτα για τον άνθρωπο.
Τέλος θέλω να γράψω μονολόγους για άνδρες μετά από μεγάλο αριθμό συνεντεύξεων που έχω πάρει από διάφορους ως υλικό, για να κάνω το αντίστοιχο του Femin play toujours. Μ’ ελκύει πολύ και ο κόσμος των ανδρών. Πόσο διαφορετικά και πόσο όμοια λειτουργούν με μας τις γυναίκες. Η ανθρώπινη φύση είναι πηγή ανεξάντητου ενδιαφέροντος.
Μια ευχή σας για το μέλλον, είτε το κοντινό είτε και το πιο μακρινό, που θα θέλατε οπωσδήποτε να πραγματοποιηθεί ποια θα μπορούσε να είναι αυτή;
Έχω μία ευχή είναι η αλήθεια. Να γίνει ένα μυθιστόρημά μου ταινία. Κυρίως ταινία. Και γιατί με μαγεύει ο κινηματογράφος και γιατί θα ήθελα να δω τις εικόνες που πρωτοείδα εγώ στο μυαλό μου μέσα από τις εικόνες ενός σκηνοθέτη μιας ταινίας.
Πριν κλείσουμε τη συζήτηση θα ήθελα να μας παραθέσετε ένα μικρό απόσπασμα από το βιβλίο σας.
Κυρία Ιωαννίδου, σας ευχαριστώ πολύ για την όμορφη και πολύ ενδιαφέρουσα συζήτησή μας και σας εύχομαι καλή και δημιουργική συνέχεια σε όλους τους τομείς της ζωής σας! Καλοτάξιδο το βιβλίο σας και καλοδιάβαστο!
Κι εγώ σας ευχαριστώ πολύ! Ήταν πολύ όμορφη η συνομιλία μας! Να είστε καλά και σας εύχομαι ό,τι καλύτερο! Και ένα υπέροχο καλοκαίρι!
Η Γιώτα Ιωαννίδου κατάγεται από τη Θεσσαλονίκη. Είναι απόφοιτος του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας ΑΠΘ και της Δραματικής Σχολής του ΚΘΒΕ, ενώ έχει μεταπτυχιακό στην Πολιτιστική Πολιτική, Διοίκηση και Επικοινωνία από το Πάντειο Πανεπιστήμιο. Εργάζεται ως ηθοποιός στο θέατρο και στον κινηματο γράφο, και ως εκφωνήτρια ραδιοφώνου και τηλεόρασης. Παράλληλα, διδάσκει και σκηνοθετεί τη θεατρική ομάδα του πολιτιστικού συλλόγου «Χοροταξιδευτές», και παραδίδει μαθήματα Θεατρικής Αγωγής σε παιδιά του δημοτικού ως αναπληρώτρια εκπαιδευτικός. Το 2015 ανέβηκε η πρώτη παράσταση που σκηνοθέτησε, με τίτλο Femin Play Toujours, σε δικό της κείμενο και παραγωγή.
Το 2017 εκδόθηκε το μυθιστόρημά της Σοχούμ (εκδόσεις Αιώρα), το οποίο μεταφράστηκε το 2020 στα γαλλικά με τίτλο Exiles, με κρατική επιχορήγηση (εκδόσεις Les Editions Monemvasia). Το 2021 κυκλοφόρησε το μυθιστόρημά της Ίσκιλι (εκδόσεις Αφοί Κυριακίδη). Το coffee time είναι το τρίτο βιβλίο της.
0 Σχόλια