Η Χριστίνα Στεφανίδου είναι μια νέα κι ανερχόμενη συγγραφέας που επιλέγει να εκφράζεται κυρίως μέσω των μικρών διηγημάτων. Με αφορμή το νέο της βιβλίο με τίτλο «ΜΗΤ[Ε]ΡΑ», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Αρμός», φιλοξενείται σήμερα στις Τέχνες για να μας μιλήσει γι' αυτό, αλλά και για να μας αποκαλύψει πτυχές της προσωπικότητάς της που συμβάλλουν καθοριστικά στη δημιουργική της έκφραση και δημιουργία.
Συνέντευξη στη Στέλλα Πετρίδου
Κυρία Στεφανίδου, τι ήταν αυτό που σας ώθησε να εκφραστείτε μέσω της συγγραφής;
Διαβάζω από μικρή και με συναρπάζει ο τρόπος με τον οποίο οι συγγραφείς με ταξιδεύουν με τις περιγραφές τους. Όταν ανακάλυπτα δε και κάποια από τα κρυμμένα μηνύματά τους, ένιωθα σαν να είμαι παρούσα στη διαδικασία γραφής. Αυτό, και οι λέξεις. Βλέπω τον κόσμο με λέξεις. Η δύναμή τους είναι καταλυτική για τη θεώρηση της ζωής. Επίσης, νομίζω, είναι μια έμφυτη μορφή έκφρασης, και την ευχαριστώ που με επέλεξε.
Πώς θα συστήνατε η ίδια τον εαυτό σας στο αναγνωστικό κοινό;
Θεωρώ πως συστήνομαι αρκετά μέσω των βιβλίων μου, σε όποιον ενδιαφέρεται να πάρει μια ιδέα για εμένα.
Οι πολύ αξιόλογες σπουδές σας, αλλά και η καθημερινή επαφή σας με τη φύση και τη θάλασσα έχουν επηρεάσει, θεωρείτε, τον τρόπο σκέψης και γραφής σας;
Κάθε τι μικρό ή μεγάλο που έχω ζήσει, με έχει διαμορφώσει, και βρίσκει τον δικό του χρόνο και χώρο να εκδηλωθεί με ποικίλους τρόπους, σπάνια συνειδητά, τις περισσότερες φορές ακούσια. Οι σπουδές και η επαγγελματική μου εμπειρία με εκπαίδευσαν στη σημασία των λεπτομερειών και την οικονομία των λέξεων. Η απολύτως αναγκαία επαφή μου με τη φύση και τη θάλασσα όμως είναι καθοριστική για τη στάση μου απέναντι στη ζωή και κατ’ επέκταση το έργο μου.
Τι μπορεί να αποτελέσει έμπνευση για εσάς γενικότερα;
Εμπνέομαι σχεδόν από τα πάντα: από ιδιαίτερους ανθρώπους και εκφράσεις που θα ακούσω, από την επικαιρότητα, τις διηγήσεις ηλικιωμένων, τις τραγικές αληθινές οικογενειακές ιστορίες, τη φύση, τη μουσική, μια συναισθηματική εναλλαγή. Αρκεί να έχω ανοιχτά τα αυτιά μου.
Γιατί επιλέγετε να εκφράζεστε μέσω των μικρών ιστοριών; Τι σας συναρπάζει σ’ αυτές;
Η μικρή φόρμα μου ταιριάζει και έχει πολλά προτερήματα: δεν είναι φλύαρη, δεν κουράζει, έχει συμπυκνωμένα νοήματα, είναι διαδραστική και πολύ δημοκρατική, αφού δίνει την ελευθερία στον αναγνώστη να ταυτιστεί όσο και με ό,τι θέλει. Όπως πρέσβευε και ο Χέμινγουεϊ: γιατί να γράψω δύο κεφάλαια για να περιγράψω κάτι ενώ μπορώ να το κάνω σε δύο αράδες;
Έχετε πρότυπα ως συγγραφέας; Στα γραπτά σας θα διαπιστώσει ο αναγνώστης επιρροές από άλλους αγαπημένους σας συγγραφείς;
Στο προηγούμενο βιβλίο υπήρχαν δύο σπουδές μου στον αγαπημένο μου Καβάφη και στην Βιρτζίνια Γούλφ. Σε αυτό το βιβλίο απέτισα φόρο τιμής στον πολυαγαπημένο μου Ρέιμοντ Κάρβερ. Μου αρέσει να συνομιλώ κειμενικά με άλλους συγγραφείς. Θαυμάζω πολλούς ποιητές/ποιήτριες και συγγραφείς για τη μαεστρία και την ιδιοφυΐα τους στις περιγραφές της ανθρώπινης συνθήκης. Δείχνω ιδιαίτερη εύνοια στη σοφή -και οπουδήποτε χρειάζεται- λακωνική χρήση των λέξεων, στο ύφος, στον ρυθμό και στη ξεχωριστή αποτύπωση της ανθρώπινης ψυχοσύνθεσης. Δεν θα μπορούσα όμως να πω για παράδειγμα πως ο Γιάννης Σκαρίμπας, ο Σαίξπηρ ή η Άλις Μανρό κρύβονται στα διηγήματά μου, αλλά σίγουρα αυτοί κι όλοι οι υπόλοιποι που εκτιμώ, έχουν φυτέψει τους σπόρους τους.
Σας ενδιαφέρει η κριτική των αναγνωστών; Τη λαμβάνετε υπόψη; Σας επηρεάζει;
Παλιότερα περισσότερο, τώρα όχι τόσο. Παλιότερα με προέτρεπαν αρκετοί να γράψω μεγαλύτερα διηγήματα. Ξεκίνησα ένα, και έκτοτε έχει μείνει ατελείωτο. Δεν μπορώ να γράψω λογοτεχνία επί παραγγελία. Θα χαρώ να μάθω πώς ένιωσε κάποιος που διάβασε τα βιβλία μου, θετικά ή αρνητικά, θα χαρώ να συζητήσουμε εποικοδομητικά πάνω σε κάποιο διήγημα, αλλά ως εκεί. Η τέχνη άλλωστε είναι υποκειμενική. Άλλα συνταράσσουν εμένα, άλλα εσάς, άλλες προσλαμβάνουσες έχει ο κάθε αναγνώστης.
Ποιος είναι ο αγαπημένος σας συγγραφέας και ποιο το αγαπημένο σας βιβλίο;
Δεν είναι ένα το βιβλίο, ούτε και μια ή ένας ο συγγραφέας. Ο «Αλέξης Ζορμπάς» του Καζαντζάκη, το «Middlesex» του Τζέφρι Ευγενίδη το «Crave» της Σάρα Κέιν, είναι κάποια από τα έργα που με συγκλόνισαν! Αφήνω πάρα πολλά απ’ έξω όμως και νιώθω πως τα αδικώ. Είναι τόσα τα υπέροχα γραπτά και η λίστα θα ήταν τεράστια.
Πρόσφατα κυκλοφόρησε το νέο σας βιβλίο με τίτλο «ΜΗΤ[Ε]ΡΑ» από τις εκδόσεις «Αρμός». Πρόκειται, όπως διαβάζουμε στο βιογραφικό σας για μια συνομιλία με την αρχή, τη μητέρα-μήτρα, την αγάπη, την ενηλικίωση και τη ματαίωση. Μιλήστε μας γι’ αυτό.
Χωρίς να το συνειδητοποιήσω καταπιάστηκα με δύσκολα και επίπονα θέματα. Τη σχέση μητέρας-παιδιού, τους τραυματισμένους ή θεοποιημένους απογόνους, τις σχέσεις με τους εαυτούς μας και τις σχέσεις με τους άλλους, για τις δυσκολεμένες μήτρες και τις μητέρες που κάνουν παιδιά για να τα σκοτώσουν -κυριολεκτικά ή αργά και βασανιστικά- τις μήτρες καλού και κακού από τις οποίες δεν ξεφεύγει κανείς μας, τις απώλειες, τις λατρείες, τις κραυγές αγάπης κι αγανάκτησης. Δίπλα στο αρχέγονο δίπολο πόθου-μίσους με την παντοδύναμη ΜΗΤ(Ε)ΡΑ (μας) έβαλα και την -πεζή- αντίστιξη του μεταμοντέρνου πόλη-εξοχή. Όλα αυτά δηλαδή που με απασχολούν αυτόν τον καιρό, με αναμοχλεύουν, και όποτε γίνονται αφόρητα, τα μετατρέπω σε διηγήματα. Αυτό το δεύτερο βιβλίο μου, είναι πιο εσωτερικό και νομίζω τολμηρότερο.
Πώς προέκυψε ο τίτλος του βιβλίου σας;
Με αφορμή τη σχετικά πρόσφατη προσωπική εμπειρία της μητρότητας και τον σεβασμό μου στους αγώνες των γυναικών, αποφάσισα να αφιερώσω το βιβλίο στις μητέρες που έγιναν χωρίς να το θέλουν, που δεν είχαν τα φόντα να γίνουν. Στις γυναίκες (με ή χωρίς μήτρα) που δεν είναι βιολογικές μητέρες αλλά μεγαλώνουν παιδιά καλύτερα από εκείνες που έχουν δικά τους. Στην άλλοτε άφθονη και αλλού λειψή αγάπη μιας μητέρας, στην πάντοτε πολυπόθητη μητέρα, που είναι ταυτόχρονα και μια γυναίκα-μήτρα.
Οι ιστορίες του βιβλίου σας είναι εξομολογητικές ή προϊόν μυθοπλασίας;
Οι περισσότερες ιστορίες μου είναι βασισμένες σε αληθινά γεγονότα και πρόσωπα.
Δεδομένου ότι και το ύφος της γραφής σας είναι προσαρμοσμένο κατάλληλα, ώστε να αποτελεί ένα εύκολο ανάγνωσμα για εκείνον που θα το επιλέξει για να τον συντροφεύσει τις στιγμές της χαλάρωσής του, τελικά, πείτε μας εσείς ως δημιουργός αυτού του βιβλίου, πώς θα το χαρακτηρίζατε συνολικά; Θεωρείτε εκ του αποτελέσματος και από τις μέχρι τώρα κριτικές που έχετε λάβει από τους αναγνώστες σας, ότι καταφέρατε να τους παρουσιάσετε αυτό που είχατε στο νου σας ως αρχική ιδέα;
Με όσους αναγνώστες του βιβλίου έχω συνομιλήσει, μου έχουν πει πως τους έβαλε σε περισυλλογή και τους προβλημάτισε. Παρ’ όλο που χρησιμοποιώ φαινομενικά απλές λέξεις, εάν κάποιος θελήσει να δώσει τη δέουσα προσοχή, θα ανακαλύψει πολλά περισσότερα. Σίγουρα δεν είχα σκοπό να παρουσιάσω ένα χαλαρό ανάγνωσμα.
Γιατί καταλήξατε στις συγκεκριμένες ιστορίες για το βιβλίο σας; Υπήρξε προεπιλογή από πολλές περισσότερες;
Έχω γράψει πολλά διηγήματα και περιμένει το καθένα τη σειρά του. Τώρα, βρήκαν τον δρόμο τους αυτά που ασχολούνται με τη μητέρα και το δίπολο πόλη-εξοχή όπως και άλλα που ήθελα να μοιραστώ αυτή τη χρονική στιγμή.
Πού ακριβώς στοχεύετε ως συγγραφέας μέσω του βιβλίου σας αυτού; Καθαρά και μόνο στην ψυχαγωγία του αναγνώστη, στον προβληματισμό του ή και σε κάτι άλλο;
Προσδοκώ ο αναγνώστης να προβληματιστεί, να εμβαθύνει ή να ταυτιστεί με αυτά που γράφω, να αναγνωρίσει ένα κομμάτι ή κάποια σκέψη του. Εάν με ενδιέφερε η ψυχαγωγία, θα επέλεγα σαφώς ελαφρύτερα θέματα.
Μπορεί ο αναγνώστης να συναντήσει στις ιστορίες σας κομμάτια του δικού του εαυτού;
Αυτό εύχομαι. Είναι μια καταπληκτική συγκυρία και είναι μαγικό το σημείο εκείνο όπου ο συγγραφέας συναντιέται με τον αναγνώστη.
Μιλήστε μας για το εκδοτικό σπίτι. Είστε ευχαριστημένη από τη συνεργασία σας με τις εκδόσεις «Αρμός»;
Είμαι ευγνώμων στον κύριο Χατζηιακώβου που με εμπιστεύθηκε από το πρώτο κιόλας πόνημά μου και ευχαριστώ πολύ όλους τους συνεργάτες στον εκδοτικό οίκο για το ήθος και την καθοδήγηση.
Ετοιμάζετε κάτι νέο συγγραφικά ή είναι πολύ νωρίς ακόμα;
Γράφω συνεχώς και έχω πολλά διηγήματα που περιμένουν να εκδοθούν αλλά ακόμα δεν υπάρχει κάτι μορφοποιημένο στο μυαλό μου. Το project όμως που τρέχει παράλληλα και σχετίζεται με τα ήδη εκδοθέντα διηγήματά μου, ονομάζεται ΟΜΟΡΙΖΟ και πρόκειται για κάτι πρωτοποριακό και μοναδικό, μια συνεύρεση λογοτεχνίας και μουσικής. Διαβάζω διηγήματα από το πρώτο μου βιβλίο, το «33» (εκδόσεις Αρμός) και ο μουσικός oxtari τα επενδύει με τους απόκοσμους ήχους του. Πολύ σύντομα θα κυκλοφορήσουν επίσημα και θα προστεθούν πολλές αναγνώσεις κι από το δεύτερο βιβλίο.
Μια ευχή σας για το μέλλον;
Εύχομαι ο πλανήτης μας να αντέξει και τα παιδιά των παιδιών μας...
Πριν κλείσουμε τη συζήτηση θα ήθελα να μας παραθέσετε ένα μικρό απόσπασμα από το βιβλίο σας.
Κυρία Στεφανίδου, σας ευχαριστώ πολύ για την όμορφη συζήτηση και σας εύχομαι κάθε επιτυχία στο συγγραφικό σας έργο.
Κι εγώ σας ευχαριστώ πολύ!
Βιογραφικό:
Η Χριστίνα Στεφανίδου γεννήθηκε το 1980 και μεγάλωσε στην Αθήνα. Σπούδασε διαφήμιση, δημοσιογραφία και ψηφιακή επικοινωνία, αλλά πάντα έγραφε λογοτεχνία, κρυφά. Πλέον κατοικεί κοντά στη φύση και τη θάλασσα. Γράφει μικρά διηγήματα, ζωντανά, λυρικά, αληθινά ή ψεύτικα, συμπυκνωμένα. Ζωές θνητές, στριμωγμένες σε λέξεις. Το πρώτο της βιβλίο με τίτλο «33» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αρμός. Το «ΜΗΤ(Ε)ΡΑ» είναι μια συνομιλία με την αρχή, τη μητέρα-μήτρα, την αγάπη, την ενηλικίωση και τη ματαίωση.
0 Σχόλια