Είναι ιατροί και ταυτόχρονα συγγραφείς όχι μόνο επιστημονικών βιβλίων και συγγραμμάτων αλλά και βιβλίων λογοτεχνίας και μάλιστα με περιεχόμενο αρκετά πλούσιο, ποικίλο και σημαντικό. Ο Στάθης Βλαχάκος και ο Θεόδωρος Χήρας έχουν κατακτήσει επάξια τη δική τους θέση στον χώρο του ελληνικού βιβλίου κερδίζοντας από πολύ νωρίς το δικό τους φανατικό αναγνωστικό κοινό. Αυτή τη φορά θέλησαν να τολμήσουν τη συγγραφική συμπόρευση κυκλοφορώντας ένα από κοινού βιβλίο τους από τις εκδόσεις «Αρμός» με τίτλο «Bleu». Η συμπόρευση είναι και η αφορμή της φιλοξενίας τους σήμερα στις Τέχνες, καθώς θα μας μιλήσουν γι' αυτήν στη συνέντευξη που ακολουθεί με περισσότερες λεπτομέρειες άκρως ενδιαφέρουσες και συναρπαστικές.
Συνέντευξη στη Στέλλα Πετρίδου
Κύριε Βλαχάκο και κύριε Χήρα, καλώς ήρθατε στις Τέχνες. Είστε γιατροί και οι δύο στο επάγγελμα, παράλληλα όμως ασχολείστε και με τη συγγραφή. Πείτε μας δυο λόγια γι’ αυτή τη δεύτερη ενασχόλησή σας προκειμένου να σας γνωρίσουμε καλύτερα.
ΣΤΑΘΗΣ ΒΛΑΧΑΚΟΣ (Σ.Β.): Υπάρχουν πολλοί ιατροί που είναι συγγραφείς, γιατί μέσω δημοσιεύσεων σε επιστημονικά περιοδικά ή σε ιατρικά συνέδρια, έχουν αναπτύξει κάποια σχέση με την συγγραφή. Εν προκειμένω η συγγραφή βιβλίων λογοτεχνίας, δεν αντιστοιχεί σε δεύτερη ενασχόληση, αλλά ως ανάγκη να μοιραστείς με το αναγνωστικό κοινό, κάποιες ανησυχίες σου, όνειρα, συναισθήματα, μέσω μυθοπλασίας ή και αποτύπωση πραγματικών γεγονότων, που σε συγκλονίζουν και τα μεταφέρεις δίκην μυθιστορήματος σε σελίδες ενός βιβλίου.
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΧΗΡΑΣ (Θ.Χ.): Δαιμονικός συνδυασμός. Ο κάθε άνθρωπος δικαιούται να βρει τρόπους να απαλύνει την ένταση που προέρχεται από το βιοποριστικό του επάγγελμα. Παρότι η συγγραφή απαιτεί γιγάντιο ψυχικό μόχθο, η ικανοποίηση της λογοτεχνικής δημιουργίας δικαιώνει ανυπέρβλητα. Κι εμείς πραγματοποιήσαμε το επιβαλλόμενο.
Τι είναι αυτό που σας ωθεί στη δημιουργία και την έκφραση; Τάση απελευθέρωσης των όσων κατακλύζουν τον εσωτερικό σας κόσμο, ανάγκη φυγής σε έναν κόσμο διαφορετικό από τον πραγματικό, αποσυμπίεση από το άγχος της καθημερινότητας και τη ρουτίνα της ή κάτι άλλο;
Σ.Β.: Η δημιουργία έχει να κάνει από την εσωτερική ανάγκη, να αποδράσεις από την καθημερινότητα. Συχνά είναι η συντροφιά σου, ένας φανταστικός φίλος, που γαληνεύει το μυαλό σου και χαϊδεύει τις χορδές της ψυχής. Η καθημερινότητα και οι οποιεσδήποτε μορφές άγχους, σαφώς αντιμετωπίζονται ευκολότερα με μια διέξοδο, όπως ένας περίπατος στην φύση, ακούγοντας ή παίζοντας μουσική, βλέποντας ένα ωραίο φιλμ ή γράφοντας το επόμενο κεφάλαιο του πονήματος που έχεις αρχίσει.
Θ.Χ: Κάτι ακόμη πιο βαθύ φαίνεται πως με ωθεί στη συγγραφή. Πηγαία ορμή και ζωογόνος ανάγκη η απόσταξη λογοτεχνικών ψηγμάτων και η μεταφορά τους σε κείμενα που συνθέτουν μια τέχνη με κορυφαίες πανανθρώπινες αξίες και μυστικά. Και αποτελεί πλέον ψυχοθεραπευτική μέθοδο για μένα η συγγραφή.
Δεδομένου ότι η προσωπική εργογραφία σας είναι αρκετά σημαντική και αξιόλογη, αναφέρετε ένα από τα βιβλία σας το οποίο θα συστήνατε οπωσδήποτε να το διαβάσει πρώτο το αναγνωστικό σας κοινό.
Σ.Β.: Αγαπάω όλα μου τα βιβλία σαν παιδιά μου, αλλά όπως ο κάθε γονιός έχει μια κρυφή αδυναμία σε κάποιο από τα παιδιά του, θα πρότεινα το Lunar Ο τελευταίος Καστράτο, και του Θόδωρου, το συγκλονιστικό Της δωρεάς τα Μυστήρια.
Θ.Χ.: Θα σπεύσω να προτείνω το βιβλίο Lunar, ο τελευταίος καστράτο του συν-συγγραφέα μου κ. Βλαχάκου, ένα βιβλίο που λάτρεψα και που ήταν η απαρχή μιας τόσο μοναδικής συνεργασίας. Από τα δικά μου “άπαντα” θα πρότεινα το μυθιστόρημα O Μεγάλος Υπερσιβηρικός με το οποίο επιφορτίστηκα και είμαι το όχημα πάνω στο οποίο να απομυθοποιηθεί και να αποκατασταθεί η αλήθεια για τα λεηλατημένα σαρκία των νεφρολογικών ασθενών που παρέκκλιναν. Και απευθύνεται στους έχοντες ώτα… και τότε θέλει ελθεί το τέλος.
Ποιο λογοτεχνικό είδος σας συναρπάζει περισσότερο από τα άλλα και ποια συγκεκριμένη κατηγορία του είδους αυτού; Εξηγείστε μας το γιατί.
Σ.Β.: Μου αρέσουν τα βιβλία με αναφορές στην ιστορία και τα Αστυνομικά επίσης. Το πρώτο είδος γιατί διδασκόμαστε και είναι οδηγοί στην ρήση, η ιστορία επαναλαμβάνεται και τα αστυνομικά που εξιτάρουν την φαντασία και σε κάνουν να νιώθεις πρωταγωνιστής επιθεωρητής. Έχω συγγράψει δύο από το πρώτο είδος και τρία από το δεύτερο.
Θ.Χ.: Ο θεατρικός μονόλογος είναι το αγαπημένο μου είδος και κατηγορία με τους αυστηρούς και άγραφους κανόνες που το διέπουν. Οι “μονόλογοι” είναι το απωθημένο και η ανεκπλήρωτη αγάπη μου. Σαν όνειρο στο κύμα τούς προσεγγίζω και μου φεύγουν. Θαρρώ ότι αποτελούν την απόλυτη πρόκληση για τον δημιουργό που πρέπει να χτίσει όλη την πλοκή, την εμβάθυνση στην ψυχολογία, το φόντο, τον χωροχρόνο αλλά και τις διαπροσωπικές σχέσεις και αλληλεπιδράσεις πάνω σε ένα μόνο πρόσωπο. Μην ξεχνάτε πως στην απαρχή του αρχαίου ελληνικού θεάτρου εμφανιζόταν στην σκηνή ένας μόνο ήρωας με τον χορό.
Είναι η φαντασία και η έμπνευση οι πιο καθοριστικοί παράγοντες για έναν δημιουργό που επιδιώκει τη δημιουργία ενός τέλειου γραπτού ή μεγάλο μερίδιο της επιτυχίας του λαμβάνουν οι γνώσεις του, η έρευνα που κάνει, η σωστή χρήση της γλώσσας, η αφοσίωσή του στη συγγραφή και η σωστή επιμέλεια του γραπτού του;
Σ.Β.: Είναι συνδυασμός όλων αυτών που αναφέρατε. Προσωπικά με εξιτάρει πολύ η έρευνα πριν ξεκινήσω την συγγραφή, γιατί τα περισσότερα βιβλία μου, αναφέρονται σε γεγονότα, σημαντικά ή και ήσσονος σημασίας, αλλά η έρευνα είναι απαραίτητη για την αρτιότητα του κειμένου.
Θ.Χ.: Αναφέρατε ανελλιπώς όλα τα απαραίτητα συστατικά μιας επιτυχημένης συγγραφικής διαδικασίας, αλλά, αν πρέπει να ανασυνθέσω το προφίλ του ιδανικού δημιουργού θα θεωρούσα ως προαπαιτούμενο γνώρισμα την υψηλή αισθητική, όχι μόνο στην μορφική διάταξη του κόσμου αλλά και στο επίπεδο των Ιδεών. Η ανάταση, ο εξαγνισμός, τα αισθήματα ηθικού μεγαλείου είναι αξίες που όταν ο δημιουργός τις βιώνει βαθιά πλάθοντας το έργο του, αντιλαμβάνεται ότι το δημιούργημά του φλερτάρει με την αρτιότητα και θα έχει απήχηση.
Από πού αντλείτε έμπνευση για να πλάσετε τις ιστορίες σας και πώς αξιοποιείτε την έμπνευση κατάλληλα ώστε να καταφέρετε το ιδανικό αποτέλεσμα;
Σ.Β.: Προσωπικά από ιστορικά γεγονότα ή νυχτερινούς εφιάλτες που μου δίνουν έναυσμα, για το θέμα ενός αστυνομικού βιβλίου. Θυμάμαι μια φορά, είχε τόση ένταση στρες και μυστήριο ένα όνειρο, που με ξύπνησε και κράτησα σημειώσεις ανάμεσα στις σελίδες ενός σταυρολέξου. Ήταν η κεντρική ιδέα του βιβλίου μου Ομπρέλες στην βροχή.
Θ.Χ.: Όταν ζούσα στο Τέξας μελετούσα με πάθος τις τελευταίες επιθυμίες των μελλοθάνατων, συγκεντρωμένες σε ερεβώδη βιβλία. Προς απογοήτευσή μου οι περισσότεροι sentenced to death αποζητούσαν κάποια ταπεινή απόλαυση, όπως ένα πλούσιο γεύμα και δεν καταλαμβάνονταν από υπαρξιακή αγωνία και μελοδραματικά συγχώρεση για τα κρίματα που κουβαλούσε ο καθένας. Ήταν όμως, και κάποιες απαντήσεις δύο ή τρείς στον αριθμό που σε αφόπλιζαν με την υπαρξιακή ευφυία τους. Αυτές τις εξαιρέσεις της ζωής έχει ανάγκη το δικό μου φαντασιακό και αυτές αποτελούν πηγή έμπνευσης.
Πώς θα σχολιάζατε το γεγονός ότι στη χώρα μας η εκδοτική παραγωγή είναι δυσανάλογη των αναγνωστών της; Πού οφείλεται αυτό;
Σ.Β.: Εγώ θα έλεγα, πως οι εκδοτικοί οίκοι είναι δυσανάλογα πολλοί, συγκριτικά με το αναγνωστικό κοινό, που είτε μας αρέσει είτε όχι, συρρικνώνεται επικίνδυνα. Θυμάμαι παλιά στις καλοκαιρινές διακοπές, πολλοί εφοδιάζονταν με βιβλία, που θα τους κρατούσαν συντροφιά. Τα τελευταία χρόνια, ψάχνεις να βρεις κάποιον που στην παραλία να διαβάζει ένα βιβλίο, πιθανόν όμως να είναι κάποιος τουρίστας. Η κινητή τηλεφωνία χαμογελάει με ύφος εξουσιαστή, απέναντι στα λιγοστά βιβλία.
Θ.Χ.: Η ευκολία στην εκδοτική διαδικασία και η δραματική αύξηση τίτλων δεν σημαίνει ότι αυξάνονται και οι αναγνώστες αντίστοιχα. Ο κίνδυνος με την ανεξέλεγκτη εκδοτική παραγωγή είναι να μείνουν κρυμμένα και αδιάβαστα πραγματικά συγγραφικά διαμάντια στο όνομα άλλων προβεβλημένων επιλογών. Επίσης, δεν θεωρώ ιεροσυλία το να μην απολαμβάνει κάποιος την ανάγνωση βιβλίων. Πολλοί αισθάνονται δυσφορία, πίεση, δυσκολία στην κατανόηση κειμένων. Εφιάλτης ίσως, από τα μαθητικά χρόνια.
Τι παίζει σημαντικότερο ρόλο στην εμπορικότητα ενός βιβλίου, η θεματολογία του, το είδος του ή το όνομα του συγγραφέα που το συνοδεύει;
Σ.Β.: Αναμφισβήτητα οι δημόσιες σχέσεις, το οικονομικό μπάτζετ που διαθέτει πρωτίστως ο συγγραφέας και μετά ο εκδοτικός, για την προώθηση του βιβλίου και τέλος το όνομα του συγγραφέως, που έχει δημιουργήσει το δικό του κοινό. Έχω διαβάσει αριστουργήματα υψηλής λογοτεχνικής αξίας, που χάνονται στριμωγμένα στα ράφια των βιβλιοπωλείων. Πρέπει να ιδρώσεις συγγραφικά και οικονομικά, για να μπει στο βιβλίο σου, σε ράφι με τίτλο Προτεινόμενα ή Ευπώλητα. Τα πάντα φέρουν πηχυαίους τίτλους Δημόσιες Σχέσεις, Προσωπικές Γνωριμίες και Οικονομικές Θυσίες. Για να λέμε τα πράγματα με το όνομα τους.
Θ.Χ.: Η εποχή που οι βιβλιοπώλες μας πρότειναν κάθε εβδομάδα τους δύο ή τρεις τίτλους βιβλίων που παραλάμβαναν, πέρασε ανεπιστρεπτί. Σήμερα, την εμπορική επιτυχία του βιβλίου καθορίζει ο συνδυασμός της ποιότητας σε όλες τις παραμέτρους με την εμπορική προώθηση. Οι κριτικοί λογοτεχνίας θα παίξουν ασφαλώς κάποιο ρόλο αλλά οι πραγματικοί φιλαναγνώστες και οι βιβλιοφάγοι είναι αυτοί που θα αναδείξουν τους σημαντικούς συγγραφείς και θα τους ταξινομήσουν αξιακά. Τέλος, αυτοί θα αναμετρηθούν με κάθε νέο όνομα συγγραφέα και θα του δώσουν βήμα ή θα αδιαφορήσουν.
Το «Μυθιστόρημα των δύο» ακολουθεί τα χνάρια του «Μυθιστορήματος των τεσσάρων» με συγγραφείς τέσσερις εκπροσώπους της γενιάς του ’30, τους Άγγελο Τερζάκη, Στράτη Μυριβήλη, Ηλία Βενέζη και Μ.Καραγάτση. Πώς προέκυψε στη δική σας περίπτωση η λογοτεχνική συμπόρευση; Την επιδιώξατε ή ο παράγων τύχη σας επιφύλαξε αυτή την ευχάριστη έκπληξη;
Σ.Β.: Πρώτα η δική μου συγγραφική ανασφάλεια και δεύτερο η εκτίμηση και η αξιολόγηση του συγγραφικού έργου και των δυο μας έως τώρα. Ξεκίνησα να γράφω το βιβλίο και όπως μου συμβαίνει πάντοτε, μετά τα πρώτα κεφάλαια, με πνίγει μια ανασφάλεια και αποδόμηση των γραπτών μου. Έτσι προτού πατήσω delete στο πληκτρολόγιο, έστειλα στον Θοδωρή με email το γραπτό να το αξιολογήσει, εμπιστευόμενος την δυνατή του πέννα και κυρίως την θετική και αισιόδοξη αύρα που εκπέμπει χα χα και μου απάντησε με το επόμενο κεφάλαιο σαν πρόταση. Του απάντησα με τεράστια χαρά αν θέλει να το αναπτύξουμε μαζί και προς τεράστια ευχάριστη έκπληξη μου, είπε το ναι με ακόμη ένα κεφάλαιο. Δεν κλείσαμε ποτέ το ματάκι στο Μυθιστόρημα των Τεσσάρων, με όλο τον σεβασμό.
Θ.Χ.: Την επιδιώξαμε ξεκάθαρα. Ίσως στην απαρχή του το εγχείρημα είχε χροιά παιχνιδιάρικη αλλά γρήγορα συνειδητοποιήσαμε τη σπουδαιότητα και το μέγεθος του πειράματος. Οι κανόνες συγγραφής τέθηκαν και το σύγγραμμα γράφτηκε χωρίς καμιά συνεννόηση. Ο καθένας συνέχιζε το μυθιστόρημα από το σημείο που το παραλάμβανε. Μια συγγραφική σκυταλοδρομία με πάνω από δέκα αλλαγές σκυτάλης που απέδωσε ένα σπονδυλωτό μυθιστόρημα τριάντα τριών κεφαλαίων.
Το νέο σας βιβλίο είναι όπως είπαμε κοινό σας δημιούργημα. Κυκλοφόρησε τον Ιούνιο του 2025 από τις εκδόσεις «Αρμός» και φέρει τον τίτλο «Bleu». Και ενώ, όπως γράφετε στην αρχή του βιβλίου σας, η ψυχολογία των χρωμάτων συνδέει το μπλε με την απόσταση και τη μελαγχολία, για εσάς το μπλε είναι το χρώμα της αισιοδοξίας, του ονείρου και της υπέρβασης. Εξηγείστε μας περισσότερο τι εννοείτε μ’ αυτό;
Σ.Β.: Ο καθένας αγαπά ένα χρώμα γιατί τον γοητεύει, τον εκφράζει, του αρέσει, χωρίς να ψάχνει πως το ερμηνεύει η ψυχιατρική. Το Bleu είναι από μόνο του, ένα δυνατό χρώμα, λαμπερό εκτυφλωτικό μερικές φορές και προειδοποιητικό. Η αρχική σκέψη μας ήταν λόγω του ότι είμαστε ιατροί, Κωδικός Μπλε που χρησιμοποιούμε σαν συνθηματικό στο νοσοκομείο για την ένδειξη του υπερεπείγοντος, αλλά μας πρόλαβε ο καρδιολόγος και συγγραφέας επίσης Θανάσης Δρίτσας με το υπέροχο βιβλίο του. Έτσι λόγω του ότι το θέμα του βιβλίου διαδραματίζεται στην Γαλλία και ειδικά στο Παρίσι, το τιτλοφορήσαμε Bleu. Περισσότερα κρυμμένα στις σελίδες του βιβλίου.
Θ.Χ.: Το μπλε είναι το χρώμα του μώλωπα. Ο μώλωπας ως διαταραχή της συνέχειας στα τοιχώματα των αγγείων μετά από κάκωση, κάνει το αίμα να διαρρέει και να δημιουργεί αιμάτωμα στους βιολογικούς ιστούς. Το χρώμα του μώλωπα από κόκκινο αρχικά, στη συνέχεια γίνεται μπλε ή μωβ και στη φάση της αποδρομής αλλάζει σε πρασινοκίτρινο. Ο μώλωπας της ψυχής δεν αποδράμει. Δεν επουλώνονται τα σημάδια του ψυχικού τραύματος και συχνά είναι πιο επώδυνα από τους σωματικούς τραυματισμούς. Αυτό το “ετοιμοθάνατο” μπλε είναι λοιπόν, το βιβλίο μας.
Το βιβλίο σας είναι μυθιστόρημα και μάλιστα αστυνομικό. Πείτε μας δυο λόγια για το περιεχόμενο της ιστορίας που αναπτύσσετε σ’ αυτό. Τι θα διαβάσει ο αναγνώστης που θα πιάσει το βιβλίο σας στα χέρια του;
Σ.Β.: Το βιβλίο μας σαφώς και κινείται στα χνάρια του αστυνομικού μυθιστορήματος, αλλά με πολλές αναφορές στην κατηγορία του Ψυχολογικού Μυθιστορήματος με τις απαραίτητες ιατρικές πινελιές.
Θ.Χ.: Ξεγελά, σκοπίμως, το μυθιστόρημά μας και μοιάζει να είναι αστυνομικό. Στην πραγματικότητα όμως, είναι ένα ψυχολογικό μυθιστόρημα που λειτουργεί ως καθρέφτης υπαρξιακών αντιφάσεων και εστιάζει την ανθρώπινη ταυτότητα με τις ρωγμές φωτός ή σκότους που αυτή εμπεριέχει.
Ένα λάθος της Διεύθυνσης Εγκληματολογικού στο γενετικό υλικό, που συνελέγη μετά από ένα αδίκημα στις όχθες του Σηκουάνα, μπορεί να ταξινομεί το κείμενο στην αστυνομική λογοτεχνία αλλά, το τυχαίο αυτό συμβάν αποτελεί την εκκίνηση της πλοκής και του ταξιδιού στην αυτοαναίρεση, των ηρώων, αλλά και στη συγγραφική αυτοδιάψευση.
Για την πλοκή της ιστορίας του βιβλίου τηρήθηκαν εξαρχής ορισμένοι βασικοί κανόνες. Ποιοι ήταν αυτοί και πόσο δύσκολο ή εύκολο ήταν να τηρηθούν;
Σ.Β.: Απολύτως κανένας. Υπήρξε απόλυτη ελευθερία στην συγγραφή, χωρίς συνεννοήσεις ή προτροπές. Έτσι το αποτέλεσμα δικαίωσε την προσπάθεια μας για συγγραφική ομοιογένεια. Η ταύτιση και το ίδιο στυλ συγγραφής, έδωσε εντυπωσιακό αποτέλεσμα, που διαβάζοντας το ο αδελφός μου, που γνωρίζει πολύ καλά το στυλ μου και συγκεκριμένες πινελιές που με χαρακτηρίζουν, μου είπε το εξής επικό. Μπερδεύτηκα τόσο πολύ με το βιβλίο, προσπαθώντας να καταλάβω ποιος γράφει τώρα σε αυτό το κεφάλαιο, δίνοντας μας συγχαρητήρια.
Θ.Χ.: Δραματουργικά, ο μοναδικός κανόνας που τηρήθηκε ήταν η έλλειψη κανόνων. Υπήρχε απόλυτη ελευθερία στην πλοκή και στη μυθοπλασία. Συγγραφικά βέβαια και όσον αφορά την ηθική του μυθιστορήματος, η εμπειρία του κ. Βλαχάκου κυρίως, προστάτευε μαεστρικά και τους δυο μας από παρεκτροπές και άναρχες αφηγήσεις.
Πώς καταφέρνετε στο βιβλίο σας να διατηρήσετε στα ύψη την αγωνία και το μυστήριο, δεδομένου ότι δεν υπήρξε ποτέ μεταξύ σας επικοινωνία και συνεννόηση κατά τη διάρκεια της συγγραφής του;
Σ.Β.: Είχε συχνά ανατροπές στην σκέψη μας και στην ιδέα που θέλαμε να αναπτύξουμε, γιατί η πορεία δεν αντιστοιχούσε απαραιτήτως στην θέληση μας. Περιμέναμε λοιπόν τα κεφάλαια βήμα βήμα, με πολύ σεβασμό στην ροή και πίστη για το τελικό αποτέλεσμα.
Θ.Χ.: Αυτό το σημείο της έλλειψης επικοινωνίας είναι και ο λόγος που διατηρείται στα ύψη η αγωνία. Όταν ξέρεις ότι θα λογοδοτήσεις σχετικά άμεσα, ότι μέσα σε λίγα εικοσιτετράωρα θα παραδώσεις το προϊόν της συγγραφής σου σε έναν συν-συγγραφέα, αυστηρό κριτή τόσο για σένα όσο και για το κοινό σας πόνημα, επιστρατεύεις όλη σου την δύναμη για να τον κερδίσεις να τον ξαφνιάσεις ή εν πάσει περιπτώσει να του κρατήσεις αμείωτο το ενδιαφέρον. Πρωτόγνωρο εγχείρημα και πρωτόγνωρες παράμετροι.
Υπάρχουν μηνύματα που επιχειρείτε να περάσετε έμμεσα ή άμεσα στον αναγνώστη του βιβλίου σας μέσα από την ιστορία που αφηγείστε;
Σ.Β.: Το μοναδικό μήνυμα που θα ήθελα να περάσει το βιβλίο μας, είναι να αρέσει στον αναγνώστη και να του συντηρήσει την αγάπη για την λογοτεχνία. Ίσως επίσης και να επισκεφθούν τα μέρη στην Γαλλία που αναφέρονται στο κείμενο. Αστειεύομαι βεβαίως, αλλά ζούμε στην εποχή των ευγενικών χορηγιών. Ακούει κάποιο τουριστικό γραφείο;
Θ.Χ.: Είμαι αλλεργικός στα μηνύματα και στα ηθικά διδάγματα. Και γενικώς στην ηθικοπλαστική και στρατευμένη τέχνη. Αν μέσα από την πλοκή και τον στοχασμό προκύπτουν ευγενείς τοποθετήσεις και μετάδοση ιδεών πάνω στα θέματα της ζωής αυτά είναι καλοδεχούμενα, αλλά να μην αποτελούν αυτοσκοπό. Η λογοτεχνία δημιουργεί πνευματική διέγερση, συναισθηματική ταύτιση συγκλονίζει ή καταρρακώνει.
Σε ποιες ηλικίες αναγνωστών απευθύνεστε κυρίως;
Σ.Β.: Εκτός των παιδικών βιβλίων έως +12, το βιβλίο δεν έχει ηλικιακούς περιορισμούς. Το θέμα ενός βιβλίου, μπορεί να αρέσει ή δεν αρέσει, μόνο από το θέμα του πονήματος, το στυλ, την γλώσσα, τις περιγραφές. Ένα νέο παιδί που διάβασε ένα αστυνομικό μου βιβλίο, μια περιπέτεια με πρωταγωνιστή τον μαγικό κόσμο της ιστιοπλοΐας, μου ανέφερε πως τον γοήτευσε τόσο η εξυπνάδα του επιθεωρητή όσο και η περιπέτεια στην θάλασσα, σε τέτοιο βαθμό που σκεφτόταν να γραφτεί σε κάποιον ιστιοπλοϊκό όμιλο. Έμεινα εμβρόντητος.
Θ.Χ.: Για την λογοτεχνία, η ηλικία δεν αποτελεί κριτήριο που θα ελκύσει ή θα αποτρέψει τους αναγνώστες. Όλοι μας σε νεαρή ηλικία διαβάζαμε Ντοστογιέφσκι, Καζαντζάκη και άλλα ιερά τέρατα, κλασικούς ή σύγχρονους συγγραφείς, γνωρίζοντας τα όριά μας και την απόσταση που θα κρατήσουμε από τα γραφόμενα με τα οποία ερχόμασταν σε επαφή. Δεν οδήγησε η λογοτεχνία τους νέους στην παραβατική συμπεριφορά και την βία. Άλλωστε οι αναγνωστικές ανάγκες και η πνευματική ωριμότητα των νέων δεν συμπίπτει πάντα με την ηλικία τους και συχνά απορρίπτουν βιβλία που γράφτηκαν, υποτίθεται, γι αυτούς. Προσωπικά, ποτέ δεν κατάλαβα τι είναι παιδική, νεανική ή εφηβική λογοτεχνία. Βιβλία που γράφτηκαν για παιδιά και εφήβους ή βιβλία που γράφτηκαν από παιδιά; Ή βιβλία που προσέλκυσαν τους νέους και μετονομάστηκαν εκ των υστέρων σε παιδικά/νεανικά; Ή τέλος, αυτά που έχουν ήρωες παιδιά; Με τον έναν ή άλλο τρόπο θεωρώ ότι τα βιβλία στις προθήκες των βιβλιοπωλείων με την ένδειξη εφηβική/νεανική λογοτεχνία, αποσπώνται άδικα και ματαίως από το σώμα της λογοτεχνίας.
Μιλήστε μας για το εκδοτικό σας σπίτι. Είστε ευχαριστημένοι από τη συνεργασία σας με τις εκδόσεις «Αρμός»;
Σ.Β.: Εύκολη και ταυτόχρονα δύσκολη απάντηση. Αποφασίζεις το που θα εκδώσεις το βιβλίο σου, όχι τόσο από το ηχηρό όνομα στον κόσμο των εκδοτικών οίκων, όσο από τον ίδιο τον εκδότη, από το πόσο συμπλέουν τα θέλω, για μια συνεργασία που θα έχει και μέλλον. Υπήρξε μια ειλικρινής συνάντηση, που προσωπικά μου κάλυψε σχεδόν όλα μου τα θέλω. Ειδική μνεία θέλω να κάνω και σε όλη την ομάδα του ΑΡΜΟΎ για τον υψηλό επαγγελματισμό, για την ευαισθησία και προγραμματισμό που δείχνουν, για την επιτυχία του Bleu.
Θ.Χ.: Η ερώτηση, όπως είναι δαιμονικά διατυπωμένη, προκαταλαμβάνει διπλωματική και ίσως ανειλικρινή απάντηση. Θα μπορούσατε ενδεχομένως να εστιάζετε στον λόγο που πολλοί συγγραφείς αλλάζουν εκδοτικό οίκο. Η σχέση του συγγραφέα με τον εκδότη του, είναι αρχικά μια επαγγελματική σχέση με όρους που υπογράφονται σε συμφωνητικό αμφοτέρωθεν για να αποφευχθεί εκτόξευση βελών εκατέρωθεν! Έχει όμως και μια διάσταση αγαπητική, βαθιά συναισθηματική. Μυθοποιείς τον εκδότη σου, στο έλεος του οποίου θέτεις το πνευματικό σου δημιούργημα, και προσπαθείς να επιστρατεύσεις όλη σου τη σαγήνη για μια θετική ανταπόκριση. Για μην υπάρξουν, όμως, δεύτερες σκέψεις, η υποδοχή μας από τον εκδότη κ. Γεώργιο Χατζηιακώβου και τους συνεργάτες του, ήταν πέρα από κάθε προσδοκία “υποδειγματική και ιδεώδης”.
Επόμενα κοινά συγγραφικά βήματα κάνετε; Θα επαναληφθεί στο μέλλον η κοινή σας συμπόρευση;
Σ.Β.: Είναι πολύ νωρίς για τέτοιες σκέψεις. Όταν ξεκινήσω να συγγράφω ένα νέο βιβλίο, θα δείξει προς τα που θα πάει το κείμενο. Ο νοών νοείτω.
Θ.Χ.: Και βέβαια υπάρχουν σχέδια. Το alter ego μου, ο γιατρός του Υπερσιβηρικού και των προηγούμενων βιβλίων μου, Τίτος Γαλανός ανυπομονεί να επιστρέψει. Μια επανάληψη του συγγραφικού μας εγχειρήματος με τον κ. Βλαχάκο θα ήταν επικίνδυνη για την πορεία του καθενός, ωστόσο ο απόηχος της επιτυχίας είναι τόσο θελκτικός που μας βάζει σε ύποπτες σκέψεις.
Μια ευχή σας για το μέλλον που θα θέλατε να πραγματοποιηθεί;
Σ.Β.: Να έχουμε ζήσει ευχάριστα το παρόν.
Θ.Χ.: Φυσικά “world peace”.
Πριν κλείσουμε τη συζήτηση θα ήθελα να μας παραθέσετε ένα μικρό απόσπασμα από το βιβλίο σας.
Σ.Β. και Θ.Χ.: Φόρεσα ηδονικά την μπλε μου ζακέτα, ένα δερμάτινο τζάκετ και πήρα το τρένο για το Νότιο Παρίσι, για τις ιστορικές φυλακές Fresnes. Όταν βρέθηκα στην πύλη των κατάμαυρων μπαρουτιασμένων κτιρίων, παρέδωσα ό,τι έγγραφα είχα, πέρασα από τον έλεγχο και με οδήγησαν σε έναν χώρο αναμονής χωρίς παράθυρα, μαζί με τρεις ακόμη γυναίκες και δύο τύπους που έμοιαζαν με mini συνεργείο δημοσιογράφων. Μας κατέστησαν σαφές ότι διαθέτουμε μόνο τρία έως πέντε λεπτά maximum χρόνο με τον φυλακισμένο και ότι οι χρόνοι θα τηρούνταν στο ακέραιο.
Η μια κυρία, η μικρότερη, κρατούσε λουλούδια, λευκές γλαδιόλες. Ήταν καλοφτιαγμένη, όμορφη θα έλεγες, μα πολύ αδύνατη, σαν πάσχουσα από νευρογενή ανορεξία. Κρατούσε την κοιλιά της και αντιλήφθηκα ότι ήταν εγκυμονούσα. Ξαφνιάστηκα αλλά άρχισα να φοβάμαι ότι επρόκειτο για κύημα-αποκύημα αρρωστημένης υστερίας, μια υστερική εγκυμοσύνη, ένα ανεμογκάστρι. Έμβρυο-φάντασμα που θα το απέδιδε, ασφαλώς, στον γητευτή των συνοικιακών κοριτσιών, Ζιλιέν Αστρίντ. Ένας αστυνομικός ήρθε γρήγορα, κάτι της είπε και απομάκρυνε τα λουλούδια, αφήνοντας το αποστεωμένο εγκυμονούν σώμα να περιμένει καρτερικά την αναγνώριση του καρπού της κοιλίας.
Κύριε Βλαχάκο και κύριε Χήρα, σας ευχαριστώ πολύ για τη συζήτησή μας και σας εύχομαι καλή, δημιουργική και συναρπαστική συνέχεια στο πλούσιο έργο σας.
Βιογραφικά:
Ο Στάθης Β. Βλαχάκος είναι γιατρός Ακτινοδιαγνώστης, τ. Διευθυντής στο Κέντρο Μαστού «Ν. Κούρκουλος» του Αγίου Σάββα. Ασχολήθηκε με τη μουσική και τη ζωγραφική, με σπουδές στην Ιταλία. Τα τελευταία έτη ασχολείται με τη συγγραφή μυθιστορημάτων για ενήλικες και παιδικών βιβλίων, μερικά εκ των οποίων επιμελείται εικαστικά, όσον αφορά το εξώφυλλο και την εικονογράφηση. Έχει εκδώσει τα παραμύθια «Μικρές ιστορίες, Τα παιδιά διαβάζουν στους μεγάλους», «Βενετία, ανάμεσα στα κανάλια», «Το μπαούλο των αναμνήσεων» αλλά και τα μυθιστορήματα «Ευτυχώς γύρισα και σήμερα» και «Σκιά στον ωκεανό».
Ακολούθησαν τα αστυνομικά μυθιστορήματα «Ομπρέλες στη βροχή», «Αν ήταν ένοχος» και το ιστορικό μυθιστόρημα «Το κόκκινο ταμπούρλο» που εκδόθηκαν από τις εκδόσεις Πνοή. Το τελευταίο του βιβλίο «Lunar, ο τελευταίος καστράτο» εκδόθηκε από τις εκδόσεις 24γράμματα που ήταν και η ευκαιρία να γνωρίσει τον κ Χήρα.
Ο Θεόδωρος Χρ. Χήρας είναι γιατρός Νεφρολόγος και εργάζεται στο Σισμανόγλειο Γενικό Νοσοκομείο Αττικής ως Διευθυντής ΕΣΥ. Ως εθελοντής στη μετάδοση της Ιδέας της Δωρεάς Οργάνων έχει εισαγάγει την ιατρική γραμματεία με ανάλογα συγγράμματα και επιμέλειες βιβλίων, παραμυθιών και ιατρικών οδηγών. Ως αμιγώς λογοτεχνικό έργο έχει να παρουσιάσει 3 προσωπικά βιβλία: «Της Δωρεάς τα μυστήρια» μια συλλογή διηγημάτων, το «Each man kills the thing he loves, η ετυμηγορία στη στάχτη» ένα θεατρικό μονόπρακτο και το μυθιστόρημα «Ο Μεγάλος Υπερσιβηρικός», όλα από τις εκδόσεις 24γράμματα όπου και γνώρισε τον κ. Βλαχάκο και αποφασίστηκε το πείραμα της εκ περιτροπής συγγραφής ενός μυθιστορήματος.
0 Σχόλια